ΕΠΟΜΕΝΟΣ στὶς μαρτυρίες γιὰ τὴν ὕπαρξι Τελωνίων κατὰ τὸν καιρὸ τῆς ἐξόδου μας ἀπὸ τὰ γήϊνα ἀκολουθεῖ ὁ ἅγιος τῶν πολλῶν δακρύων. Εἶναι ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος (306-373), σύγχρονος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἀφοῦ εἶχαν καὶ μία ὑπέροχη συνάντησι!
Προτρέπει, «νὰ εἴμαστε κάθε στιγμὴ ἕτοιμοι, μήπως ξαφνικὰ προσκληθοῦμε γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ καὶ βρεθοῦμε ἀνέτοιμοι. Τότε θὰ στενοχωρηθοῦν οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι ποὺ θὰ ἀποσταλοῦν, γιὰ νὰ μᾶς παραλάβουν, ἐνῶ θὰ ξεκαρδισθοῦν στὰ χαχανητὰ οἱ δαίμονες» (Λόγος περὶ ἐνεργείας τοῦ μισοκάλου δαίμονος τ. Ε’375 ἔκδ. Περιβόλι τῆς Παναγίας 1994).
Ὥστε γιὰ τὸν ἀνέτοιμο ἄνθρωπο-χριστιανὸ οἱ μὲν Ἄγγελοι ποὺ ἀποστέλλονται νὰ παραλάβουν τὴν ψυχὴ καταπικραίνονται, οἱ δὲ δαίμονες καταχαίρονται, διότι παίρνουν μία ψυχὴ γιὰ τὸν αἰώνιο ὄλεθρό της.
Συνεχίζει τὴν διδασκαλία του ἐπὶ τοῦ θέματος ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ λέγοντας λεπτομερέστερα. «Ἀγνοεῖτε, ἀδελφοί μου, τὶ λογῆς φόβο καὶ πίεσι θὰ ὑποστοῦμε κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπὸ τὸν παρόντα βίο; Ὅταν δηλαδὴ χωρίζεται ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα. Μεγάλος φόβος καὶ μεγάλο μυστήριο τελεῖται κατὰ τὴν στιγμὴ ἐκείνη. Ἔρχονται τὴν ὥρα ἐκείνη Ἄγγελοι ἀγαθοὶ καὶ πλῆθος οὐρανίου στρατιᾶς. Ἔρχονται καὶ ὅλες οἱ ἐνάντιες δυνάμεις καὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ σκότους. Ἡ δὲ κάθε παράταξι ἐπιθυμεῖ νὰ παραλάβη τὴν ψυχή, ἢ νὰ τὴν ἑτοιμάσουν τόπο.
Ἐὰν λοιπὸν ἡ ψυχὴ κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή της ἀπόκτησε ἀρετές, καὶ ἔζησε βίο σεμνὸ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐξόδου της, αὐτὲς οἱ ἀρετές, τὶς ὁποῖες ἀπέκτησε ἀπὸ ἐδῶ, γίνονται ἀγαθοὶ ἄγγελοι, καὶ τὴν περιτριγυρίζουν. Δὲν ἐπιτρέπουν σὲ καμμία ἀπὸ τὶς ἐνάντιες δυνάμεις νὰ τὴν προσεγγίση. Ἀλλὰ μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους τὴν παραλαμβάνουν καὶ ψάλλουν ἐπινίκιους ὕμνους πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν προσφέρουν στὸν Δεσπότη Χριστὸ καὶ Βασιλιᾶ τῆς δόξης. Τὸν προσκυνοῦν μαζὶ μαὐτὴν καὶ ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Ὕστερα τὴν ὁδηγοῦν σὲ τόπο ἀναπαύσεως, σὲ χαρὰ ἀπερίγραπτη, σὲ φῶς αἰώνιο, ὅπου δὲν ὑπάρχει λύπη, οὔτε στεναγμός, οὔτε δάκρυα, οὔτε μέριμνα, ἀλλὰ ζωὴ ἀτέλειωτη καὶ εὐφροσύνη αἰώνια, μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ εὐαρέστησαν τὸν Θεό, στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἂν ὅμως ἔζησε μὲ αἰσχρότητα στὴν παροῦσα ζωὴ καὶ συναναστρεφόταν μὲ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας καὶ συρόταν ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τῆς σαρκὸς καὶ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐξόδου της ἀπὸ τὰ ἐπίγεια αὐτὰ τὰ πάθη καὶ τὶς ἡδονές, ποὺ ἀπόκτησε ἐδῶ, θὰ γίνουν δαίμονες πονηροὶ καὶ θὰ περικυκλώσουν τὴν ἐλεεινὴ ψυχὴ καὶ δὲν θὰ ἀφήσουν τοὺς Ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νὰ πλησιάσουν, ἀλλὰ τὴν παραλαμβάνουν μαζὶ μὲ ὅλες τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις τῶν ἀρχόντων τοῦ σκότους καὶ τὴν ἀπομακρύνουν. Αὐτὴ βέβαια δακρύζει ἐλεεινὰ καὶ θρηνεῖ μὲ κατήφεια σὲ τόπους σκοτεινοὺς καὶ ζοφώδεις. Ἐκεῖ ὅπου οἱ ἁμαρτωλοὶ κρατιοῦνται γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως καὶ τῆς αἰωνίου κολάσεώς τους, ὅπου θὰ νικηθῆ τελειωτικὰ καὶ ὁ Διάβολος μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους του.
Πρέπει λοιπὸν κι ἐμεῖς, ἐδῶ στὴν ἐπίγεια ζωή, νὰ προετοιμασθοῦμε γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου μας. Νὰ φροντίσουμε γιὰ τὶς ἀπαραίτητες ἀρετὲς ποὺ θὰ μᾶς συνοδεύσουν. Γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἀνάγκης» (Λόγος περὶ τοῦ ἀεὶ ἐν τῷ νῷ ἔχειν τὴν ἡμέραν τῆς ἐξόδου τοῦ βίου τ.Δ’ σελ 399-401).
«Ὁ Θεὸς νὰ ἐλεᾶ μας»
Παρασκευὴ 6.9.2019
ἀρ.νι.μα.