Ψυχούλας ήταν ο κατά κόσμον Georgios Farmakis, γεννημένος στο Λιβαδερό το 1957. Ήταν ο πιο μικρός απ’ όλα τα αδέλφια του. Ήταν του «σουγγάρ τσ’οικουγένειας», έτσι έλεγαν τότε.
Από το όνομα και μόνο βγαίνει πως ο Ψυχούλας είχε πράγματι γερή ψυχή. Κι αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από τα παρακάτω γεγονότα. Σε ηλικία τεσσάρων χρόνων ο Ψυχούλας έφαγε μια χαλασμένη ντομάτα χωρίς να τον πάρει χαμπάρι κανείς. Έπαθε βαριά δηλητηρίαση. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στην Κοζάνη και παρά την δύσκολη κατάσταση ο Ψυχούλας άντεξε και βγήκε νικητής.
Νικητής ξαναβγήκε ο Ψυχούλας και πάλι μετά δύο χρόνια περίπου. Είχε μια μεγάλη περιέργεια. Να δει πως ανοίγει το ξύλινο παράθυρο του παλιού σπιτιού κι ύστερα να δει αν χωράει κιόλας να βγει από εκεί. Αποτέλεσμα. Έπεσε στην τσιμεντένια σκάλα του σπιτιού από ύψος 2,5 μέτρων. Γρατσουνιά καμία. Σπάσιμο κανένα. Πολύ γερή ψυχή ο Ψυχούλας.
Ο Ψυχούλας ήταν και αρκετά τυχερός. Ποτέ μα ποτέ σχεδόν δεν ασχολήθηκε με το “εξαίρετο” επάγγελμα του ποιμένα, του τσομπάνου δηλαδή. Έτσι ποτέ δεν “παπίλιασε” (απόκαμε) από την κούραση, ποτέ δεν άρμεξε, ποτέ δεν λάλησε στην στρούγκα, όπως όλα τα αδέλφια του και όλα τα παιδιά του χωριού.
Όμως είναι πολύ δίκαιο να ομολογήσουμε πως ο Ψυχούλας ήταν εξαιρετικός τεχνίτης. Εφεύρε και κατασκεύασε κοντά στο 1965 το πρώτο, ναι το πρώτο ξύλινο ποδήλατο στην Ελλάδα. Μετά από πενήντα χρόνια περίπου εδώ στην Ξάνθη η Cocomat του “έκλεψε” την πατέντα.
Ο Ψυχούλας υπήρξε και πολύ καλός υδραυλικός στο χωριό. Τα πρώτα μπάνια στα σπίτια του χωριού ο Ψυχούλας τα έφτιαξε. Με την ψυχή του. Μα αυτή η ψυχή όμως δεν άντεχε για πολλά χρόνια τα βερεσέδια και τα χρωστούμενα. Έτσι ο Ψυχούλας μια μέρα “πήρε των οματιών του” κι έφυγε στην Ελβετία, όπου μόχθησε αλλά και πρόκοψε πολύ. Ποτέ δεν ξέχασε την έφεσή του να μαστορεύει και να επισκευάζει το κάθε τι μαραφέτι και να κάνει πολλά σπουδαία πράγματα.
Αυτός λοιπόν, ο Ψυχούλας, είναι ο μικρότερος αδελφός μου. Ο Γιώργος, που τώρα μεγάλωσε, αλλά έχει την ίδια γερή ψυχή.