Στέκεται ανέπαφο εδώ και μισό σχεδόν αιώνα από τότε που το ημιυπόγειο δώμα του έγινε η μαθητική μας εστία για το σχολικό έτος 1974-75.
Επίτηδες αντιστέκεται στο χρόνο ίδιο κι απαράλλακτo, όπως σθεναρά αντιστεκόμαστε κι εμείς στη λήθη των όσων “ακηκόαμεν και εωράκαμεν” ως ταπεινοί ένοικοί του αλλά και άξιοι διαχειριστές και οικονόμοι του.Παρά τα όσα εναπόθεσε ο αμείλικτος χρόνος σε εκείνο και σε εμάς,οσάκις βρεθούμε στα Σέρβια έκαστος εξ ημών, θα το επισκεφθούμε, για να του αποδώσουμε χαιρετισμό ευγνωμοσύνης και να του αποτίσουμε φόρο τιμής. Αν και μας φιλοξένησε μόνο εννέα μήνες, θα είναι για εμάς ισόβια το κοινό μας σπίτι.Τρία απλά κρεβάτια, μια ξυλόσομπα από λαμαρίνα, ένα τραπέζι-γραφείο-βιβλιοθήκη,τα λίγα σχολικά μας βιβλία και τετράδια ήταν όλη μας η περιουσία και ο εξοπλισμός στην εκστρατεία κατά της αγραμματοσύνης και της φτώχειας.
'Ηταν πραγματική καταφυγή το σπίτι αυτό, αφού παραμείναμε ανέστιοι, με αμαυρωμένο ποινικό μητρώο και διαγωγή "Κοσμία" εκδιωχθέντες “έκπτωτοι άγγελοι” ως οι αστοχούντες πρωτόπλαστοι από το κοινόβιο του Οικοτροφείου. Εκείνοι φεύγοντας ενεδύθησαν δερμάτινους χιτώνες, εμείς παραλάβαμε ως προίκα “διαζυγίου” τα πράγματά μας σε μια βαλιτσούλα, την πρώτη της ζωής μας, και έναν μπόγο, αντάμα με τις πολλές και ποικίλες αναμνήσεις μας. Στον ενιαίο χώρο του εναποθέσαμε τα λιγοστά πράγματά μας και στεγάσαμε τα όνειρα και τις ελπίδες μας "οι παλιοσειρές" δευτεροετείς Νικολάκης και Κωστάκης αλλά και ο ευπρόσδεκτος ως ισότιμος συγκάτοικος, "νέος","ψάρακας", πρωτοετής στον μαθητικό μας τρίκλινο θάλαμο, Νάσιος.
Προφανώς και δεν περιφερόμασταν ως οι φυγάδες Ισραηλίτες στην έρημο κάθιδροι και κατάκοποι επί ημέρες στα Σέρβια μαζί με όλο μας το γενεαλογικό δένδρο,αναζητούντες εναγωνίως μαθητική στέγη της επιλογής και της απολύτου αρεσκείας μας. Ούτε καταφύγαμε σε Ενοικιαστήρια, Μικρές Αγγελίες και Μεσιτικά γραφεία. Πολλώ δε μάλλον, δε ζητήθηκε η γνώμη ημών των άμεσα ενδιαφερομένων από τους γονείς και χρηματοδότες μας. Ο άμισθος μεσίτης και άτυπος κηδεμόνας των απανταχού Καμβουνιοπαίδων, ο Μπαρμπα Γιάννης Φυντιάνης, η συγγενική του σχέση με τον ιδιοκτήτη της οικίας αλλά και οι φιλικοί δεσμοί παιδιόθεν ημών των ενοίκων, ήταν οι αναγκαίες και ικανές συνθήκες για την επιλογή του δώματος, για την ειρηνική συμβίωση των τριών ανήλικων αλλά και για την παράδοση του δώματος αυθημερόν με τη λήξη του συμβολαίου σε κατάσταση ομοία με την προτέραν της παραλαβής. Βαρύνουσας σημασίας στην επιλογή του εκ μέρους των γονέων μας προφανώς υπήρξε η βεβαιότητα τους ότι θα ζούμε κάτω από την αυστηρή εποπτεία και επιτήρηση του άγρυπνου Μπαρμπα Γιάννη, τον οποίον έχρισαν κηδεμόνα μας.
Πέραν των άλλων πλεονεκτημάτων, το δώμα γειτνίαζε τόσο με το κεντρικό κτίριο του Γυμνασίου όσο και με τα…. υπερσύγχρονα παραρτήματα αυτού, τα ανήλιαγα "Γκαράζια" με τους “διαδραστικούς” πίνακες κιμωλίας και τις βιοκλιματικές, ευάερες και ευήλιες, θρυλικές "Μπαράγκες". Από τις αίθουσες των ανωτέρω ναών του πνεύματος αποφοίτησαν και σταδιοδρόμησαν- εγγράμματοι και μορφωμένοι- χιλιάδες τυχερών εφήβων και νεανίδων που δεν ήσαν ενδεδυμένοι “πορφύραν και βύσσον”, πλην όμως ήσαν ευπρεπισμένοι ψυχή τε και σώματι.Για να επανέλθουμε, η θέση του δώματος μας επέτρεπε να αποφεύγουμε τον συνωστισμό και τον συγχρωτισμό στους συρμούς του............“Μετρό Σερβίων”,
εξοικονομούντες χρόνο αλλά κυρίως πολύτιμο χαρτζιλίκι, για να απολαμβάνουμε τις πολλές και ποικίλες λιχουδιές (κουλούρια και αμφίψωμα,τουτέστιν“σαντουίτσια”) του κινητού κυλικείου που διατηρούσαν οι πιο αγαπημένοι όλων μας “ασπούδαστοι καθηγητές” : Ο κυρ Κώστας Πάσχος στο κεντρικό κτίριο και η εξαίρετος συμβία του στο..υποκατάστημα των Μπαραγκών, η λατρευτή μας κυρα- Όλγα. Μόνο ο εκ Λαζαράδων Αντώνης τς Κατιρίντς,ψιλοστόμαχος ών, γκρίνιαζε διαρκώς για την υφή της μουστάρδας του λουκάνικου και προτιμούσε τα ιδιόχειρα τόστ με Adoro Ligt ή τα κρουασάν απο τον Φώντη!
Το μισθωτήριο συμβόλαιο διάρκειας ενός σχολικού έτους με δυνατότητα ανανέωσης, προέβλεπε ενοίκιο τετρακοσίων δραχμών μηνιαίως,ποσού ουδόλως ευτελούς τω καιρώ εκείνω. Οι δύο θα κατέβαλον από 133 δραχμάς έκαστος και ο τρίτος 134, διαφορετικός φυσικά ανά μήνα, χάριν της στρογγυλοποιήσεως και της ισομερούς συμμετοχής των συμβιούντων. Η καταβολή του ποσού, οπόταν ηδυνάμεθα, θα γινόταν εξ ολοκλήρου μόνον μετρητοίς στον ιδιοκτήτη ή στη σύζυγο αυτού και μετά εγκύρου αποδείξεως. Παρά όμως τα νόμιμα παραστατικά, ήμασταν αποκλεισμένοι από το δικαίωμα υποβολής αίτησης για λήψη στεγαστικού επιδόματος, αφού στην ηλεκτρονική πλατφόρμα δεν είχε προβλεφθεί "τριπλή συγκατοίκηση".
Το προς ενοικίαση δώμα δεν ήταν επιπλωμένο, πράγμα που διευκόλυνε τις επιλογές μας τόσο για την επίπλωσή του όσο και για τον χαρακτήρα και αέρα που θα έδινε ο διακοσμητής της απολύτου εμπιστοσύνης μας στο εσωτερικού του ενιαίου χώρου. Διέθετε όμως εντοιχισμένες ηλεκτρικές συσκευές επώνυμης φίρμας ηγορασμένες από τα εν Σερβίοις καταστήματα ηλεκτρικών ειδών των κυρίων Βλάχου και Ζαρογιάννη και όχι από τα ξενόφερτα πολυκαταστήματα χαμηλής μεν τιμής, αμφιβόλου όμως ποιότητας και ασφαλούς λειτουργίας... Έτσι, στο ανωτέρω ποσό συμπεριλαμβανόταν η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος απεριόριστων κιλοβατώρων και η κατανάλωση ψυχρού ύδατος για οικιακή και προσωπική χρήση μόνο! Εγινε αυστηρή σύσταση να αποφεύγουμε την άσκοπη χρήση των υφισταμένων ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών: πλυντηρίου ρούχων, ηλεκτρικής κουζίνας, φούρνου μικροκυμάτων. Επιτρεπόταν, βέβαια, η λελογισμένη χρήση του στεγνωτηρίου, αφού δεν υπήρχε πρόσβαση σε βεράντα ή ταράτσα τόσο για τον αερισμό των κλινοσκεπασμάτων όσο και για το άπλωμα της αστραφτερής 9μας μπουγάδας. Η χρήση του θερμοσίφωνα θα γινόταν με μέτρο ανά δεύτερο Σάββατο και μόνο σε περιπτώσεις μη ανάβασης στο χωριό, ένθα απολαμβάναμε και υδρομασάζ! Υποχρεωτικά με παραδοσιακόν σάρωθρον (φουκαλίτσα) θα γινόταν τρις ημερησίως η σάρωσις του τσιμεντένιου δαπέδου του δώματος. Καμία βέβαια αναφορά δεν γινόταν στην καταβολή κοινοχρήστων, αφού για την κατάβασή μας στο συμπαθές λιτό και απέριττο ημιυπόγειο δρασκελίζαμε τα τρια σκαλοπάτια της εξώθυρας, όχι μόνο για λόγους διατήρησης της φόρμας αλλά επιπλέον φοβούμενοι ..τον ανελκυστήρα και ιδίως τον ενδεχόμενο εγκλωβισμό εντός αυτού. Ούτε χρησιμοποιούσαμε τον κοινόχρηστο φωτισμό, αφού μετά τη δύση του ηλίου απαγορευόταν ρητώς στους Γυμνασιόπαιδας να κυκλοφορούν ασκόπως και άνευ ενήλικος συνοδού εκτός οικίας.
Το δελεαστικό όμως συμβόλαιο προέβλεπε και δωρεάν παροχές χάρη στην μεγαλοψυχία των ιδιοκτητών και των δυο αρρένων τέκνων αυτών. Είχαμε απεριόριστο υψηλών ταχυτήτων internet και δωρεάν πρόσβαση στο Wifi για τη διευκόλυνση της πολύωρης σχολαστική μας μελέτης, με τον όρο της μη πρόσβασης σε ακατάλληλες για τα χρηστά ήθη της εποχής και την ηλικία μας ιστοσελίδες.
Προέβλεπε όμως και υποχρεωτική κατοχύρωση προβιβάσιμου βαθμού σε όλα τα μαθήματα ανά εξάμηνον. Σε αντίθετη περίπτωση θα διεκόπτοντο ευθύς αμέσως όλες οι δωρεάν παροχές.
Επειδή στη Ζευγαλατιά δεν είχε επεκταθεί εισέτι το δίκτυο φυσικού αερίου, είχαμε την πολυτέλεια της επιλογής αυτόνομης θέρμανσης κατά τον παραδοσιακό τρόπο. Από τον έτερο γνωστό “επιχειρηματία” ειδών οικιακής χρήσης των Καμβουνίων, τον Παπακώστα, προμηθευτήκαμε κοινή δαπάνη χαμηλή ορθογώνια παραλληλόγραμμη θερμάστρα καυσοξύλων, χωρίς άλλες προδιαγραφές όπως ενσωματωμένο φούρνο ή αφυγραντήρα, μαζί όμως με τους απαραίτητους αγωγούς καπνού (μπουριά) και δύο γωνίες. Ολα τα ανωτέρω χάριν της γνωριμίας του κατασκευαστού με τους γονείς μας και την άμεση αποπληρωμή με τις επιταγές πρώτης εγκατάστασης μαθητών, τα γνωστά voucher, κοστολογήθηκαν με το ποσό των 110 δραχμών, χωρίς όμως δωρεάν μεταφορά και εγκατάσταση εκ μέρους του προμηθευτή, ελλείψει των προβλεπομένων συνοδευτικών παραστατικών πώλησης…Ενα βροχερό, λοιπόν, και ομιχλώδες φθινοπωρινό δειλινό, μεταφέραμε ιδίοις χερσί επ' ώμου τη θερμάστρα και υπό μάλης τα παρελκόμενά της. Παράλληλα, αναλάβαμε αλλά και διεκπεραιώσαμε επιτυχώς τόσο την εγκατάστασή της όσο και την ασφαλή παρθενική ανάφλεξή της. Στο δώμα υπήρχε εσωτερική ανασφάλιστος θύρα που επικοινωνούσε με άλλο δώμα-αποθήκη φρούτων, κυρίως μήλων. Ο ιδιοκτήτης, ο αγαπητός μας Μπαρμπα Γιώργος αποθήκευε εκεί την πλούσια παραγωγή από τους οπωρώνες του. Είχαμε ελεύθερη πρόσβαση στην αποθήκη και δικαίωμα κατανάλωσης φρούτων απεριόριστης ποσότητας. Έτσι είχαμε εξασφαλισμένες πρώτες ύλες μονίμως. Σε μια γωνιά της φρουταποθήκης τοποθετούσαμε τα σακιά με τα ξύλα που έστελναν οι γονείς μας από το χωριό. Όταν χιόνιζε πολύ και το οδόστρωμα ήταν χιονοσκεπές κι ολισθηρόν, το λεωφορείο τα εγκατέλειπε ασυνόδευτα στον Ντώνα, οπότε, ως οι τάρανδοι τα έλκηθρα, τα "ζβαρνιζάμει" εμείς μέχρι το σπίτι, αγκομαχώντας και αναθεματίζοντας τον Κατσιμποκώστα που αρνήθηκε την παράδοση κατ' οίκον! “Τα παράπονά σας στουν Θιό που χιόντσι, όχι σι μένα!”, “Αν δε σας αρέζ ιδώ, τ χρον να πιαστείτι τζιουμπαναριέ στου Μαναστήρ!”, έλεγε με το γνωστό του ύφος… Όταν επιτέλους φθάναμε στον Γολγοθά, τα ξύλα είχαν αποθηκεύσει λίτρα ύδατος και εμείς είχαμε αποβάλλει οκάδες ιδρώτος αλλά και ύδατος εκ των υποδημάτων!
Η προσαρμογή μας στη νέα γειτονιά και οικία έγινε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, αφού ζούσαμε εν μέσω γνωστών και φίλων. Άλλωστε στην ιδιόκτητη οικία του Μπαρμπαγιάννη παραπλεύρως της οικίας Αγόρου, διέμεναν επί ενοικίω οι γεννηθέντες στην Ελάτη και μετοικήσαντες στο Τρανόβαλτο Θανάσης Κορδέλας μετά της αδερφής του Μόρφως. Ο πατέρας του Μπαρμπαγιάννη στις συναντήσεις μας εντός της αυλής του προσπαθούσε να μας μυήσει στη χρήση της Αρχαίας Ελληνικής απαγγέλοντας από στήθους την “Ξενοφώντος, Κύρου Ανάβασις”. Με ιδιαίτερη δε συγκίνηση και νοσταλγία μας παρέδιδε μαθήματα από τις πιο λαμπρές και θλιβερές συνάμα σελίδες της Νεότερης Ιστορίας μας.Τη Μικρασιατική Εκστρατεία στην οποία καμάρωνε οτι είχε λάβει μέρος. Εμείς τον παρακολουθούσαμε γοητευμένοι. Κι ενώ είχαμε μεταφερθεί νοερά στα Κούναξα, στον Σαγγάριο και στα άλλα πεδία των μαχών, μας προσγείωνε ανωμάλως στη ζοφερή πραγματικότητα η χαρακτηριστή, θυμωμένη φωνή του Μπαρμπαγιάννη. "Θανασάκ, παλιόπιδου,τι τάχς όλα τα φώτα αναμμένα απού τώρα; Πάσχα έχουμε; Ζήβα καμιά λάμπα! Ακόμα είνι δειλνό!!” Ως δαιμόνιος πραματευτής είχε προφανώς προβλέψει την επερχόμενη ενεργειακή κρίση.
Διακριτική όμως όσο και γόνιμη ήταν η ψιλή εποπτεία από την ολίγον μεγαλύτερή μας Μόρφω. Ακόμα ενθυμούμαστε που κουνούσε απογοητευμένη την κεφαλή της βλέποντας μας να παίζουμε επί ώρες ποδόσφαιρο στο παραπλεύρως ευρισκόμενο οικόπεδο ή καθήμενους εκτός οικίας φωνασκούντας και αδιαφορώντας για τα μαθήματα. Ως εκ θαύματος απέφυγε κατά συρροήν εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιακές ανακοπές βλέποντας να εξέρχεται πυκνός καπνός εκ του δώματο,ς όταν μας συνέλαβε νταβλαρωμένους και καπνίζοντες στα ανάκλιντρά μας ως οι συμμετέχοντες στα αρχαία συμπόσια λαμπροί πρόγονοί μας. Την ίδια Ολύμπια ψυχραιμία διατηρούσε, όταν μας έβλεπε στην εξεταστική του Ιουνίου να δροσίζουμε τα πόδια στο νερό του τσιμενταύλακα που έρεε έμπροσθεν της εξώθυρας σε απόσταση ενός μέτρου.Απέφευγε τις αυστηρές συστάσεις, επιπλήξεις και τις ηθικολογίες. Η χαρακτηριστική όμως κίνηση της κεφαλής της και η ζωγραφισμένη με μελανά χρώματα απογοήτευση στο πρόσωπό της, έκρουαν τον κώδωνα της παραβατικής μας συμπεριφοράς και της αδιαφορίας μας στην τέλεση των μαθητικών μας καθηκόντων.
Ο αείμνηστος αδερφός της γλυκύτατης Μόρφως, ο Θανάσης, ήταν ο αγαπημένος μας Βig Brother, ένθερμος υποστηρικτικής μας, ευγενικός κατήγορος των “κατρατσιών” μας, δέκτης των παραπόνων μας, πρόσωπο της απόλυτης εμπιστοσύνης μας και άμισθος φροντιστής μας στις μαθησιακές μας απορίες και δυσκολίες αλλά και σύμβουλος της σχολικής ζωής μας. Και εμείς, όμως, στα πλαίσια της καλής γειτονίας και αλληλεγγύης, του επιτρέπαμε να καπνίζει στο άσπιλο και αμόλυντο δώμα μας, μακριά απο τον Μπαρμπαγιάννη και την αδερφή του. Ουδόλως δύναται έστω να διανοηθεί τις να του προσάψει ανυπόστατες κατηγορίες- όπως ατυχώς κατηγόρησαν τον Σωκράτη- ότι εισήγαγε καινά δαιμόνια και διέφθειρε τα χρηστά μας ήθη, αφού κι εμείς -πέραν των άλλων μαθητικών παρεκτροπών ή πταισμάτων-καπνίζαμε, ευκαιρίας δοθείσης, πάντα απουσία του τις γνωστές μαθητικές μάρκες "Τράκα","Αμα βρω" και "Όταν βρω". Σε ακραίες, ωστόσο, περιπτώσεις οικονομικής ευμάρειας προμηθευόμασταν "Xύμα" ή μικρό "Καρελάκι"...
Βέβαια νιώθαμε σαν Μεσσολογγίτες, “ελευθεροι πολιορκημένοι”, αφού λίγα μέτρα παραπάνω “καραδοκούσε” ο έτερος κηδεμών, ασκούσα την συνεπιμέλειά μας ομού μετά της Μόρφως, η Κωνσταντινιά, η μετέπειτα γνωστή “Ντίνα Ράπτη-Σιαμπανοπούλου”. Διέμενε σε μισθωμένη “πολυτελή” οικία μετά της αδελφής της Ελένης και της συνομήλικής μας Σοφίας.
Έμπροσθεν της οικίας μας διήρχοντο καθημερινά οι χαριτόβρυτες νέες του Οικοτροφείου με ομοιόμορφη απαστράπτουσα περιβολή και flat μοντέρνα υποδήματα μετά λευκών σοσονίων αλλά και οι γηγενείς και παρεπίδημοι μαθητές και μαθήτριες της Ζευγαλατιάς. Οφείλαμε, λοιπόν, για λόγους τυπικούς και ουσίας να είμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση επί των υποχρεώσεων τους ως μαθητές και νοικοκύρηδες, για να μη δίνουμε λαβές για δυσμενή σχόλια, αλλά και να φροντίζουμε για την ευπρέπεια τόσου του οίκου μας, του προαύλειου χώρου αυτού και του κρηπιδώματος, όσο και της άψογης ημετέρας εμφάνισης, μην τυχόν θεωρηθούμε ατάσθαλοι, ρυπαροί και ατημέλητοι, φέροντες υπερηφάνως καρφιτσωμένη την "κουκουβάγια" ανελλιπώς επί του αριστερού μας ημιθωράκιου στο ύψος της καρδιάς μας.
Το ταπεινό, φτωχικό πλην νοικοκυρεμένο δώμα, ευρισκόμενο σε κομβικό σημείο, δέχτηκε και δεξιώθηκε προσκεκλημένους και απρόσκλητους επισκέπτες πασών των ηλικιών , των επαγγελμάτων και των κοινωνικών τάξεων. Ημέραν τινά φθινοπωρινήν, “περί λύχνων αφάς”, κάποιος χτύπησε την πόρτα και διέκοψε την εμβριθή μελέτη μας. Ο Νάσιος, ως υπεύθυνος πύλης εκείνη την ημέρα, άνοιξε πρόθυμα την πύλη και έμεινε αποσβολωμένος. Ο επισκέπτης δεν ήταν ούτε ο " Βοριάς" του Νταλάρα, ούτε κάποιος φίλος μας που ήρθε απ’ τα παλια… Ήταν δυο υψηλοί επισκέπτες. Δύο καθηγητές μας που περιπολούσαν ανά τας ρύμας και οδούς των Σερβίων, για να ελέγξουν άσκοπες μετακινήσεις μαθητών μετά την δύσιν του ηλίου. Αφού δώσαμε αναφορά, περάσαμε επιτυχώς την εξέταση από τους εφοδεύοντες καθηγητές. Παρά τις ικεσίες μας να περάσουν και να καθήσουν στον γωνιαίο δερμάτινο καναπέ, αρνήθησαν ευγενικά και αποχώρησαν ζητώντας συγνώμη για τη διακοπή! Ακόμα έχουμε την απορία αν έφυγαν, γιατί δεν τους άρεσε η διακόσμηση του δώματος ή λόγω της αποπνικτικής ατμόσφαιρας του θαλάμου μας. Πάντως στο “βιβλίο συμβάντων” ομολόγησαν αμφότεροι το "Kαλώς έχειν".
Επεισοδιακή όμως ήταν η απρόσμενη έφοδος από τον Μπαρμπαγιάννη. Ευχαρίστως αποδέχθηκε την ομόφωνη έγκριση μας να καταλύσει το άσυλό μας. Απ’ την αρχή φάνηκαν οι άγριες διαθέσεις του.
Αρχικά μας επεσήμανε "πως του μουαμπέτ που φκιάντι, δε μ αρέσ ντίπ κατά ντιπ!", εννοώντας προφανέστατα τις πολύωρες καθημερινές συναντήσεις μας με άλλους "αμελείς" συμμαθητές και φίλους. Ενώ μας συνεχάρη για την επικρατούσα τάξη και αρμονία εντός του δώματος αλλά και στην πυλωτή, μας επέπληξε αυστηρά για τους “βαρύτιμους πίνακες” που κοσμούσαν τους τοίχους του δώματος. Τους βρήκε εντελώς ακατάλληλους για μαθητικό ησυχαστήριο, γιατί αντικαθιστούσαν τα ιερά μας σύμβολα και τα ιστορικά πρότυπα με εφήμερα είδωλα της νεολαίας… Τόνισε, μάλιστα, ότι αρμόζουν σε καμαρίνια ηθοποιών και αοιδών και ουχί σε δώματα μαθητιώσης νεολαίας! Ουδείς διενοήθη να αμφισβητήσει την ετυμηγορία του για άμεση αποκαθήλωση των πινάκων και την ρίψη τους στην πυρά! Πόσο μάλλον να προβάλουμε ως δικαιολογία το άγουρον της ηλικίας μας, πολύ δε περισσότερο να αποτινάξουμε τις άστοχες, κατά τη γνώμη του,επιλογές μας, επιρρίπτοντες την ευθύνη στη διακεκριμένη διακοσμήτρια εσωτερικού χώρου με λαμπρές σπουδές στο παιδικό τμήμα ταλέντων στο ιδιωτικό ΙΕΚ " ΑΚΤΟ, Art and Desing" του Νταμπουρίου. Συνελών τε ειπείν, η Κωνσταντινιά μας δώρισε τους “πίνακες” της και επιμελήθηκε η ίδια τη σωστή ανάρτηση και προσανατολισμό τους, προκειμένου να πετύχει σωστο φενγκ σούι για καλύτερη επίδοση και απόδοση στις μαθητικές μας υποχρεώσεις. Με τους εικονιζόμενους στους “πίνακες” καλλιτέχνες-είδωλα της εποχής, όπως οι ράπερ, τράπερ, τικ- τόκερ, ινφλουένσερ, τηλεπερσόνων σήμερον, δεν συμφωνούσε ουδόλως ο θεματοφύλακας της τάξεως και της ηθικής Μπαρμπαγιάννης και διέταξε την άμεσην αποκαθήλωσην των. Όταν τόλμησα να τον ρωτήσω δειλά "Και τον Πασχάλη, Μπαρμπαγιάννη;" απάντησε με ύφος ιεροεξεταστή. “Κάτ(ω) κι αφτόν τουν ακούριφτου!” Έστω και με “ξιμπλέτσωτους” τοίχους οι επισκέψεις γνωστών και φίλων δεν σταμάτησαν. Με την πάροδο του χρόνου, αφού ο Μπαρμπαγιάννης ενημερώθηκε για την καλή μας βαθμολογία Α΄ τριμήνου και την “Κοσμιωτάτη” διαγωγή μας, ανασκεύασε τις απόψεις τους και κατόπιν αιτήσεώς μας επέτρεψε την οριστική εκ νέου “αναστήλωσιν των πινάκων”!
Με χαρά και υπερηφάνεια, ως γνήσιοι απόγονοι του Ξένιου Διός, παρείχαμε τροφή και στέγη σε όσους μας καταδέχονταν. Τακτικός θαμώνας μετά διανυκτερεύσεως ήταν ο Ντινοσιάκας. Διετέλεσε πολλάκις ομοτράπεζος μας συνεισφέροντας τα υπέροχα εδέσματα της Αγγελάκινας, όπως αποκαλούσε την μητέρα του και νονά μου. Πέραν των χειροποίητων παρασκευασμάτων της μητρός του που μοιραζόταν μαζί μας, όπως οι πρώτοι Χριστιανοί στα κοινά τους δείπνα τις Αγάπες, μας προμήθευε με πληθώρα κονσερβών κρέατος Dakor, Zwan και “Κορνεμπίφ” (Corned Beef) αλλά και ιχθύων τύπου "ρωσικά", "καυτερές" και "σαρδελομάνες", ως αντίτιμον σε περιπτώσεις διανυκτερεύσεως μαζί μας.
Έτσι περνούσαμε εμείς καλά και εκείνος καλύτερα, ερμηνεύοντες κατά το δοκούν το Ευαγγελικό παράγγελμα " ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος…"
Αγαπημένε μας Νικολάκη. Αποδέξου ως ταπεινό δώρο από τον Νάσιο και εμένα αυτό το μικρό “ημερολόγιο” των κοινών μας αναμνήσεων. Δικαίως θα αναφωνήσεις. "Καταξοδευτήκατε!". Σκέψου όμως και τα χειρότερα. Να σου αποστέλλαμε "ολίγα άνθη", όπως το “ολίγον κριθαράκι” και “ολίγον σπανακόρυζο" με άφθονο ψωμί που παραγγέλναμε στο Ζυθεστιατόριον του Μπουχάρα! Μεγαλώσαμε άλλωστε εκτιμούντες το ολίγον, προσβλέποντες στο όλον και απαραίτητον, αποφεύγοντες το πλέον και περιττόν. Ας μην ξεχνάμε και τις παραινέσεις του σεβαστού μας σπιτονοικοκύρη να διαθέτουμε την πυγμή, για ν' αποκτήσουμε την οντότητα, ώστε να κατακτήσουμε το " άλλο,πώς το λένε"!
Πολύχρονος, υγιής και δημιουργικός να είσαι, παλιέ μας συγκάτοικε και ισοβίως φίλτατέ μας! Χρόνια πολλά, γεμάτα χαρές σε εορτάζουσες και εορτάζοντες!!