p nikiforos 1Πῆγα στς Ἰβρουικλουγές,…ὢχ ὢχ ὢχ 9.6.2024, στοὺ χουργιό, πχιὸ πουλὺ γιὰ νὰ λειτουργήσουμι σνἸκκλησιά μας ὅλ’ἀντάμα. Μὴ θαρρεῖτι καντίπτας ἄλλου, ἀλλὰ τοὺ χαίρουμι κι ἰγὼ αὐτόϊας νὰ σᾶς πῶ. Προυΐ προυΐ ἦμαν σνἸκκλησιὰ μαζὶ μὶ τοὺν θκόμ’ τοὺν Κότσιου ἀπ’ τοὺ Μαναστήρ’.

Ἀντγιοῦμι τὰ ἱιρὰ, ἁπ’ἴλιγι ἡ Τρανὸς ἡ θκόζμας, κι πάρτουν ἀμπρουστάμ’ ἡ Γιάνντς τ’ Λάμπρου κι τςΛάμπρινας, γιὰ νὰ τὰ λέμι ὅλα. Ὢ Γιάννημ’ τοὺν λέου, χάρκα πουλύ. Ἰγὼ νὰ δῆς, μὶ λιέει. Ἰγὼ τοὺ σκέφκα, ἀλλὰ δὲν τοὺν τηληφώντσα, γιὰ νὰ τοὺν πῶ ὅτ’ θἆμι στοὺ χουργιὸ αὐτὴν ‘νΚυργιακή, κι μὴν τοὺ ξαναγράφου πάλι. Ὅμους ἡ Γιάνντς ἔμαθι ἀπ’ τςγναῖκις ποὺ τ’ἀνακοίνουσαν στοὺ Σπίτ’ τ’Πιδγιοῦ, τώρα τοῦ λέν’ κάπους ἀλλιῶς, ἁπ’μαζώνουντι, κι μὶ λιέει, «ἀ ρά, τὶ νὰ σὶ πῶ, δὲ μ’ἦρθι καλά. Ἰσὺ νὰ ρθῆς στοὺ χουργιό, κι γὼ νὰ πααίνου νὰ ψάλλου ἰδώϊας κι ἰκεῖας. Δὲ λέου, παντοῦ, ὅπ’ νἀ ψάλτς, εἶνι τοὺ ἴδγιου. Ἀλλὰ στοὺ χουργιόσ’ εἶνι κάτ’ παραπάν’». Ἔτσιας μνιὰ κι δγυὸ κι ἰγὼ ἦρθα σήμιρα στοὺ χουργιό, γιὰ νὰ λειτουργήσουμι ἀντάμα. Εἶδις; Ἰγὼ μόνου τοὺ σκέφκα κι εἶπα, «ἀ ρὰ νἄρχουνταν κι ἡ Γιάνντς σήμιρα κι νἄψιλνι ἰδώϊας στοὺν ἁηΓιώρ’. Σὰν ἰτότις ἁπ’ ἤμασταν λιανουπαίδγια! Ὅταν ἴψιλνάμι σνἁγίαΠαρασκιουβή! Σμπαλιὰ ‘νἰκκλησιά, ἰκεῖ στὰ κριάκουρα. Κι σὰν πχοιὸς μᾶς ἔβγαλι φουτουγραφίις ἰτότις νὰ ἰδῆς, π’δὲν θυμοῦμι; Ἐμ πέρασαν κι τόσα χρόνια, ἀποὺ ἰτότις.Ἰά ὅπους φουτουγραφίζουντι αὐτοὶ οἱ μπριόνδεις μὶ τςκιθάρις κι τὰ ἰβγιλιάτς κι τὰ τρανὰ μαλλιάτς». Ἀ ρὰ ἀνοίγου τοὺ βιβλίου γιὰ τὰ ΠΙΡΙΛΙΠΟΜΙΝΑ… κι ἀμπλάζου τ’φουτουγραφία αὐτὴν στ’σιλίς 121, ἅμα θέλτι νὰ τνἰδῆτι. Εἴμιστι ἀηπάν’ στά κριάκουρα!! Ἡ Βασίλτς ἡ ἀδιρφόζμ’ γράφ’, μὰ τὰ γράμματα βλέπου σὰ νὰ εἶνι θκάμ’… «ὁ κόσμος ἀφ’ ὑψηλοῦ… ἁγ. Παρασκευή, 26.7.1974», φόντας γίνκι ἡ Τρανὴ ζημνιὰ σνΚύπρου μὶ τὰ Μιμέτχια. Ἡ Γιάνντς εἶνι πρώτους βαστάει κι τὰ ψαλτκὰ βιβλία στοὺ χέριτ’, ΚΤζιώνας, Β.Μανάδης, Χ.Παπαδόπουλος, Ἀθ.Τζιώνας. Στ’δεύτηρ’ τ’φουτουγραφία εἴμιστι Βασίλτς, Χαράλαμπους ξάδιρφους κι Νίκους μὶ γραβάτα, ὢχ μό ρα κι αὐτόν!

Ἰὰ νὰ δῆς ὅμους. Ἡ Γιάνντς αὐτόϊας τὄκαμι πράξ’.

Αὐτὸν τοὺν λόγου τοὺν ἴλιγαν πουλλοὶ κι πουλλὲς φουρὲς κι γιὰ πουλλὰ πράγματα στοὺ χουργιό. «Μό ρα, δὲν μ’ἦρθι κι τόσου καλὰ κι μένα, νὰ σὶ πῶ. Ἀ ρὰ σὶ λέου, πῆγα κι ἦρθα. Μψουκόπκα. Δὲν ἄντιχα παραπάν’. Δὲν γένουνταν ἄλλου. Σὰν νὰ μ’ἔρχουνταν κι λίγου ἄτκα, μό ρα μου. Κι ἔτσιας εἶπα, θὰ νταλντίσου κι ὅ,τ’ γέν’ ἂς γέν’. Κι ἀποὺταύτου ἦρθα κι γώ, μιὰν κιὄξου».

Ἰά ἔτσιας πέρασάμι κι μὶ ἰβρουίκλουγές στοὺ χουργιό.

ἀρνιμα Κυργιακὴ 9.6.2024

nikif12624 1 1

nikif12624 1

 

nikif12624 2