GiannopThKΓιαγιά, πήγα με τον μπαμπά στην γιατρό, την Αγγέλα, και μου έκανε εμβόλιο.

Πόνεσες;

Όχι. Μόνο με τσίμπησε λιγάκι με τη βελόνα.

Στο δρόμο, γιαγιά, έξω από το ιατρείο της Αγγέλας, ένας άνθρωπος έπαιζε ακορντεόν και φώναζε δυνατά: Σας παρακαλώ, βοηθήστε με, δεν έχω ψωμί να φάω.

Δεν είχε καλά ρούχα, γιαγιά. Το παντελόνι του είχε τρύπες.

Όλοι περνούσαν και δεν τον κοίταζαν. Μόνο λίγοι του έδιναν λεφτά.

Ρώτησα τον μπαμπά, γιατί παίζει ακορντεόν; Μου είπε, ο μπαμπάς, είναι φτωχός και θέλει να μαζέψει χρήματα για να αγοράσει ψωμάκι.

Ο μπαμπάς μού έδωσε λεφτά και τα έριξα στο κουτί.

Τον λυπήθηκα, γιαγιά, και έκλαψα.

Γιατί, παιδί μου, έκλαψες;

Γιατί, γιαγιά, θα πεθάνει, αφού δεν έχει ψωμάκι και φαγητό.

Δεν θα πεθάνει, Κωνσταντίνε. Αγοράζει ψωμάκι και φαγητό με τα χρήματα που του δίνει ο κόσμος. Τον βοηθάει και η Εκκλησία με τα συσσίτια που έχει για τους φτωχούς.

Έχει σπίτι, γιαγιά;

Δεν ξέρω. Αν δεν έχει σπίτι, τον φροντίζουν η Εκκλησία και οι άνθρωποι.

Φαγητό πού βρίσκει, γιαγιά;

Τον βοηθούν οι άνθρωποι. Του δίνει φαγητό και η Εκκλησία από τα συσσίτια     που έχει.

Γιαγιά, αυτός ο φτωχός έχει παιδάκια;

Δεν ξέρω, αλλά αν έχει παιδιά, τα φροντίζουν η Εκκλησία και οι καλοί άνθρωποι.

Γιαγιά, στενοχωρέθηκα πολύ.

Ξέρεις, γιαγιά, εγώ πάω στην Εκκλησία, αλλά δεν είμαι φτωχός.

Δεν πάω στην Εκκλησία να μου δώσουν φαγάκι. Πάω να ανάψω κεράκι και να προσευχηθώ στον Χριστούλη και την Παναγίτσα.

Ποιοι είναι καλοί άνθρωποι, γιαγιά; Αυτοί που δίνουν φαγητό στους φτωχούς και στα φτωχά παιδάκια;

Ναι, όσοι βοηθούν τους φτωχούς και τους άρρωστους είναι καλοί άνθρωποι.

Εμείς, γιαγιά, είμαστε καλοί άνθρωποι;

Εγώ, γιαγιά, έριξα λεφτά στο κουτί. Είμαι καλός άνθρωπος;

Έκανες πολύ καλά, Κωνσταντίνε, παίρνεις άριστα. Αυτό θέλει και ο Χριστούλης. Να βοηθάμε τους φτωχούς και τους άρρωστους.

Χάρηκα, γιαγιά, και είπα στον μπαμπά και τη μαμά να δώσουμε και άλλη φορά στον φτωχό άνθρωπο λεφτά, για ν’ αγοράσει ρούχα και φαγητό. Όμως, δεν πάμε εκεί, τώρα. Είναι μακριά από το σπίτι μας.

Η μαμά και ο μπαμπάς μου είπαν, ότι μπορούμε να βοηθήσουμε άλλους φτωχούς που είναι στη γειτονιά μας. Το ίδιο είναι, μου είπε η μαμά και ο μπαμπάς. Όλοι οι φτωχοί χρειάζονται βοήθεια.

Σωστά σου είπανε η μαμά και ο μπαμπάς. Μπορείτε να βοηθήσετε άλλους φτωχούς κοντά στη γειτονιά σας.

Εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού και της καραντίνας ο Κωνσταντίνος δεν μπορεί να επισκεφθεί τη γιαγιά και τον παππού.

Μένει στο σπίτι του, χαίρεται το χριστουγεννιάτικο δένδρο με τα στολίδια και τα φώτα και παίζει με τα παιχνίδια του.

Μια μέρα, ενώ έπαιζε με τα παιχνίδια του, άρχισε ξαφνικά να κλαίει.

Τον είδε η μαμά του και τον ρώτησε, γιατί κλαις, παιδί μου;

Μαμά, τα Χριστούγεννα θα πάμε στη γιαγιά και τον παππού, που τους αγαπώ μέχρι τον ουρανό;

Και ο παππούς με τη γιαγιά σ’ αγαπάνε πολύ, Κωνσταντίνε. Ξέρεις πόσο πολύ σε αγαπάνε.

Φέτος, όμως, θα κάνουμε μόνοι μας Χριστούγεννα. Θα μείνουμε στο σπίτι, για να είμαστε ασφαλείς και να μην αρρωστήσουμε από τον κορωνοϊό. Θα τους δούμε, θα μιλήσουμε στο κινητό τηλέφωνο με τη γιαγιά και τον παππού και θα τους πεις τα κάλαντα. Όταν φύγει ο κορωνοϊός, θα δεις τα ξαδελφάκια σου και θα πας στη γιαγιά και τον παππού.

Μαμά, είναι κρύο κι εκείνος ο φτωχός ο άνθρωπος δεν έχει χρήματα να αγοράσει παιχνίδια για τα παιδάκια του.

Να πούμε τον Άγιο Βασίλη να πάει παιχνίδια στα παιδάκια του;

Ο Άγιος Βασίλης, Κωνσταντίνε, ξέρει ποια παιδάκια δεν έχουν παιχνίδια. Θα πάει πρώτα σ’ αυτά τα παιδάκια και ύστερα θα πάει στα άλλα παιδιά τα παιχνίδια που θέλουν.

Πώς θα έρθει, μαμά, με τα παιχνίδια; Αφού είναι ο κορωνοϊός. Δεν έχει καραντίνα ο Άγιος Βασίλης;

Όχι, παιδί μου. Έκανε το εμβόλιο και μπορεί να γυρίζει σε όλο τον κόσμο ο Άγιος Βασίλης.

Εμείς, μαμά, θα στείλουμε στον φτωχό φαγητό και στα παιδάκια του παιχνίδια;

Να στείλουμε, μαμά, τα δικά μου παιχνίδια; Έχω πολλά . Να στείλουμε λίγα και στα φτωχά παιδάκια;

Όπως θέλεις, εσύ, Κωνσταντίνε. Θα στείλουμε τα παιχνίδια σου στα παιδάκια, για να χαρούνε και αυτά τα Χριστούγεννα.

Μαμά, ο Χριστούλης θα χαρεί;

Ο Χριστούλης, Κωνσταντίνε, θα είναι περισσότερο χαρούμενος, γιατί και αυτός γεννήθηκε φτωχός. Γεννήθηκε στη φάτνη και όχι σε καλό σπίτι, χωρίς ζέστη, χωρίς κρεβατάκι με στρώμα   και είχε παρέα τα ζώα.

Εσύ, Κωνσταντίνε, είσαι χαρούμενος;

               Πολύ, πολύ, μαμά, μέχρι τον ουρανό!!!

Τα φτωχά παιδάκια θα παίξουν με τα παιχνίδια μου. Τα έστειλε ο μπαμπάς. Θα τους πάει και άλλα ο Άγιος Βασίλης!. Θα κάνουν Χριστούγεννα με τη μαμά τους και το μπαμπά τους, θα έχουν φαγητό και παιχνίδια.

Είμαι πολύ χαρούμενος. Τα Χριστούγεννα θα είμαι κι’ εγώ με τη μαμά και τον μπαμπά. Θα είναι μαζί μας και ο Χριστούλης.

Είμαι πολύ χαρούμενος. Γιούπι!!!

Καλά Χριστούγεννα, γιαγιά. Καλά Χριστούγεννα παππού. Καλά Χριστούγεννα παιδάκια!!!

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Κωνσταντίνος Θ. Γιαννόπουλος

GiannopThK