Σαν σήμερα πριν 10 χρόνια, 24 Οκτωβρίου 2008, έφυγε από τη ζωή ο αείμνηστος Δάσκαλός μας Ηλίας Λαμπρέτσας, ο αγαπητός και σεβαστός από όλους τους απανταχού Μικροβαλτινούς Δάσκαλος, φωτεινός φάρος στην πορεία των γραμμάτων του Μικροβάλτου και -συμβουλευτικά- στην εν γένει πορεία ανασυγκρότησης του Μικροβάλτου που έβγαινε κατεστραμμένο από τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο, ερχόμενος σαν δάσκαλος στο χωριό το 1952.
«Θυμάσαι Δάσκαλε το σμίλεμα των μαθητών σου;…, την καρποφορία των κόπων σου;», διερωτήθηκε -μεταξύ πολλών άλλων- ο μαθητής του αρχιμανδρίτης π. Νικηφόρος Μανάδης, στην «αποχαιρετιστήρια επιστολή» του πριν 10 χρόνια, αναφερόμενος στην πλειάδα των πτυχιούχων, μαθητών του από το Μικρόβαλτο…
«Πλήρης ημερών και κατάφορτος έργων…», όπως είχε γράψει τότε ο πρόεδρος Εφετών ε.τ. Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος.
Στο μέγιστο πνευματικό του έργο στο Μικρόβαλτο, ανήκει και η συγγραφική του παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές με τα δυο του βιβλία, το «ΜΙΚΡΟΒΑΛΤΟ» ένα έργο 585 σελίδων ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου, καταγραφής της παράδοσης, των θρύλων, των ηθών και εθίμων του χωριού, του γεωγραφικού, ιστορικού και οικονομικού πλαισίου της ευρύτερης περιοχής, και το «Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ Κωνστάντιος Ματουλόπουλος», αφιερωμένο στον εκ Μικροβάλτου καταγόμενο αείμνηστο μητροπολίτη (1841-1910), 270 σελίδων.
Σίγουρα η σημερινή μέρα θα μπορούσε να σφραγιστεί με μια εκδήλωση μνήμης στο Δάσκαλό μας…
Αφιερωματικά από την πλευρά μας, θα αναδημοσιεύσουμε παρακάτω (από την εφημερίδα «Εν Μικροβάλτω…», Αρ. Φύλλου 15, Νοε. 2008) τις προ 10ετίας επιστολές, τις γεμάτες συγκινησιακή φόρτιση, απεριόριστο σεβασμό, εκτίμηση και αγάπη καθώς και πληροφοριακό υλικό, από τη «φυγή» του Δάσκαλου Ηλία Λαμπρέτσα, ως εξής:
1. «Ηλίαν Κ. Λαμπρέτσα: Πεφιλημένε μας, Δάσκαλε…» του αρχιμανδρίτου π. Νικηφόρου, πρωτοσύγκελου Ι.Μ. Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας
2. «Ηλίας Κων/νου Λαμπρέτσας», του Δημήτρη Μανάδη, συντ/χου Θεολόγου – Φιλολόγου
3. «ΗΛΙΑΣ ΛΑΜΠΡΕΤΣΑΣ – ΣΟΦΙΑ ΝΑΤΣΙΟΠΟΥΛΟΥ: Μαζί στη ζωή, μαζί στο θάνατο», του Κωνσταντίνου Θ. Γιαννόπουλου, προέδρου Εφετών, ε.τ.
mikrovalto.gr
Πτολεμαΐδα 25.10.2008 στὶς 3 τὸ χάραμα
Ἠλίαν Κ. Λαμπρέτσα
Δάσκαλο τοῦ Μικροβάλτου
Πεφιλημένε μας, Δάσκαλε.
Τὴ στιγμὴ αὐτὴ πλέον δὲν σοῦ εὔχομαι Χαῖρε ἐν Κυρίῳ, διότι ἤδη χαίρεσαι ἐν Κυρίῳ. Εἶναι τρεῖς στὸ χάραμα τοῦ Σαββάτου κι ἀφοῦ ἐγέρθηκα εἶπα νὰ σοῦ γράψω ἕνα γράμμα, αὐτὸ ποὺ δὲν σοῦ ἔγραψα ὄντας ἐν ζωῇ γιὰ νὰ τὸ ψηλαφήσης μὲ τὰ χέρια σου καὶ νὰ στὸ διαβάσουν ἡ Ἕλλη ἢ ὁ Κώστας.
Εὔκολα ἀλλὰ καὶ ἐπώδυνα γυρίζει τὸ ρολόϊ τοῦ χρόνου δεκαετίες στὸ παρελθὸν γιὰ νὰ ἀνασυρθοῦν γεγονότα καὶ εἰκόνες του.
Θυμᾶσαι Δάσκαλε;
Ἦρθες στὸ χωριό μας μόλις ἔσβυναν οἱ φωτιὲς ποὺ ἄναψαν οἱ ποικίλοι φωτισμένοι τῆς Εὐρώπης, γιὰ νὰ προκόψουν οἱ φυλές τους! Σωροὶ τὰ ἀποκαΐδια. Καμμένος ὁ Ἅη Γιώργης. Καμμένα τὸ Σχολειό, ἡ Κοινότητα καὶ τὸ χωριὸ ὁλόκληρο. Κάηκε τόση ἱστορία. Οἱ βάρβαροι, ἀμόρφωτοι ἢ μορφωμένοι, μοιάζουν. Βρῆκες τὴ χωριανή μας νεαρὴ δασκάλα Σοφία τοῦ Γραμματκοῦ νὰ διδάσκη τὰ παιδιὰ στὸ μισοκαμμένο χαγιάτι τοῦ Ἅη Γιώργη.
Εἶδες τοὺς χωριανούς μας ἀγριεμένους, μόλις εἶχαν συμμαζεφτῆ ἀπὸ τὰ καλύβια, ὅπου εἶχαν διασκορπισθῆ, γιὰ νὰ γλυτώσουν ὅ,τι πρόλαβαν. Τοὺς εἶδες νὰ κουβαλοῦν ντόπια οἰκοδομικὰ ὑλικά, γιὰ νὰ στήσουν ἀπ' τὴν ἀρχὴ τὰ νοικοκυριά τους.
Γιατὶ τάχα χαίρονται ἢ τὶ καταλαβαίνουν αὐτοὶ οἱ δαιμονισμένοι ἰσχυροὶ Πλανητάρχες (;;;) ὅταν βάζουν φωτιὲς στοὺς ἀδυνάτους;
Θυμᾶσαι Δάσκαλε;
Εἶδες τὸ χωριό μας νὰ χτίζεται ἀπὸ θεμέλιο καὶ συνέβαλες μὲ ὅποιον τρόπο μποροῦσες σὲ κεῖνον τὸν καιρὸ τῆς πολλῆς φτώχειας, ἀλλὰ καὶ τῆς πολλῆς ἁπλότητος.
Παράλληλα ἐσὺ μὲ τοὺς συναδέλφους σου, τότε, ἀρχίσατε ἕνα ἄλλο χτίσιμο. Αὐτὸ ἦταν πνευματικό. Ἔγινε στὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν τοῦ χωριοῦ μας κι ὄχι μόνο. Δέχτηκαν τὴν εὐεργετική σου ἐπίδρασι μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἀκόμη καὶ οἱ παπποῦδες. Ἤσουν νέος τότε, ἀλλὰ σὲ συμβουλεύονταν ὅλοι σὰν νὰ ἦσαν μαθηταί σου. "Δάσκαλι, ἰὰ πέ μας, τὶ νὰ φκιάσουμι, πῶς γίνιτι ἰκείνου...".
Θυμοῦμαι τὸν σχεδὸν συνομίληκό σου πατέρα μου, ὅταν γυρνοῦσε βράδυ ἀπὸ τὸ νυκτερινὸ σχολεῖο μὲ τὰ τετράδιά του γραμμένα μὲ χοντρογράμματα, γιὰ νὰ πάρη τὸ Ἀπολυτήριο τοῦ Δημοτικοῦ. Μὲ τὶ ὄρεξι ἔγραφε καὶ διάβαζε τὰ ὅσα τοὺς δίδασκες!
Θυμᾶσαι Δάσκαλε;
Ὁ παπαΝικόλας σὲ εἶχε πρῶτο σύμβουλό του στὰ τῆς ἐνορίας του. Κι ὅταν ἐρχόταν τὸ κοινωνικὸ μᾶς ἔλεγε, "πααίντι στοὺ δάσκαλου τ' Δισπότ' 'ν Οἰκουδουμὴ γιὰ νὰ 'ν ἰξιγήσ". Ἔτσι γινόσουν τὴν ὥρα ἐκείνη καὶ ὁ κήρυκας τοῦ Λόγου μεταγγίζοντας στὶς ψυχὲς τῶν χριστιανῶν τὰ ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἐνδιάμεσα μπορεῖ νὰ ἄφηνες τὸ ἔντυπο καὶ νὰ ἔλεγες καὶ δικά σου διδακτικὰ λόγια. Ἀκόμα καὶ σήμερα, μετὰ ἀπὸ πενῆντα χρόνια, θυμᾶται ἡ μάννα μου καὶ ἀναφέρει λόγια σου ποὺ ἔλεγες στὴν ἐκκλησιά μας. "Μᾶς εἶχι πεῖ μνιὰ φουρὰ ἡ δάσκαλους στ' λειτουργία ἕνα παράδειγμα..."
Θυμᾶσαι Δάσκαλε;
Τὸ σμίλεμα τῶν μαθητῶν σου. Ἡ πολύτιμη ἐργασία στὸ σχολειό μας. 150 παιδιά, 150 χωράφια μὲ πόσα στρέμματα γιὰ καλλιέργεια! Πρωΐ-ἀπόγεμα. Ποικίλη διδασκαλία. Μάθημα στὴν αἴθουσα κι ὕστερα... 150 σκαλιστήρια, 150 πατόφτυαρα, τσάπες, τσαπιά, θκέλια. Ἐσὺ καὶ ἡ κυρία Σοφία πρῶτοι σὲ ὅλες τὶς ἐργασίες. Σχολικὸς κῆπος μὲ ὀπωροφόρα, φράουλες, μπιζέλια, ἀμπέλι, ἀμυγδαλιές, παρτέρια, ἡ κορῶνα τοῦ βασιλιᾶ φτιαγμένη μὲ λεβαντίνη ὅπως ζητοῦσε ὁ καιρὸς καὶ ὁ ἱστὸς τῆς Σημαίας. Ἐθνικὸς Ὕμνος, Λευκὴ σὰν ὄνειρο, γαλάζια, ὡραία... Ἀπ' τὰ βάθη τῆς ψυχῆς... Ἀντιβούϊζε ὅλο τὸ χωριό. "Ἄει, ἀπόλκι ἡ δάσκαλους τὰ δασκαλούλια", ἔλεγαν οἱ μεγάλοι ἀκούγοντας τὸν χείμαρο ποὺ ροβολοῦσε ἀπὸ τὸ σχολειό.
Θυμᾶσαι Δάσκαλε;
Τὶ ὑπέροχες γιορτὲς κάναμε στὶς ἐθνικὲς ἐπετείους καὶ στὸ κλείσιμο τῆς σχολικῆς χρονιᾶς! Τὶς καρτεροῦσε ὅλο τὸ χωριό. Μερικοὺς διαλόγους τοὺς εἶχαν μάθει ἀπ' ἔξω καὶ οἱ γονεῖς μας, ἀλλὰ περίμεναν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο νὰ τοὺς ξανακούσουν.
Ἀμ καὶ κεῖνες οἱ ἐκδρομές μας! Πρῶτα ἔκοβες καὶ μοίραζες τὶς κόλλες τῶν περασμένων διαγωνισμῶν μας μὲ τὶς ὁποῖες μᾶς ἔδειξες νὰ φτιάχνουμε ἀεροπλανάκια ἢ βάρκες, ἀφοῦ δὲν εἴχαμε τὰ σημερινὰ πλαστικά, ἠλεκτρονικὰ ἢ παράξενα καὶ κακότροπα. Κι ὕστερα πῶς μᾶς ἐμπιστευόσουν μέσα στὸ δάσος; Ὡς τὸ Καλάμι, τὸ Ριζὸ καὶ τὴ Μαντρινιὰ ἀπὸ ὅπου ἐρχόμασταν φορτωμένοι τσάκνα ὡς προσανάμματα γιὰ τὸ χειμῶνα.
Θυμᾶσαι Δάσκαλε,
ὅλα τὰ παιδιὰ στὴ λειτουργία καὶ νὰ ψέλνουμε τὰ ἀντίφωνα; Ἕνα ἀγόρι νὰ διαβάζη τὸν Ἀπόστολο ἀφοῦ τὸν εἶχε πάρη ἀπὸ βραδὺς γιὰ νὰ τὸν μάθη καλά, ὅλοι μαζὶ τὸ Πιστεύω καὶ τὸ Πάτερ ἡμῶν. Στὸν καιρὸ τῶν χαιρετισμῶν ἕνα παιδὶ ἔψαλλε τὸ Ἄσπιλε Ἀμόλυντε... καὶ ἕνα τὸ Καὶ δὸς ἡμῖν Δέσποτα...
Θυμᾶσαι Δάσκαλε,
τὴν καρποφορία τῶν κόπων σου; Εἶδες καὶ χάρηκες τὶς ἐπιτυχίες καὶ τὴ σταδιοδρομία πολλῶν μαθητῶν σου σὲ ποικίλους τομεῖς στὴν Ἑλληνικὴ κοινωνία. Μὲ ἰδιαίτερο καμάρι σημειώνεις στὸ βιβλίο σου γιὰ τὸ Μικρόβαλτο τοὺς πτυχιούχους μὲ τὶς εἰδικότητές των. Τὸ 10% ἢ καὶ περισσότερο τῶν κατοίκων ἑνὸς μικροῦ χωριοῦ νὰ εἶναι πτυχιοῦχοι Ἀνωτάτων καὶ λοιπῶν Σχολῶν τοῦ κράτους! Στὸν δὲ ἀδελφό μου Βασίλη σημειώνεις εἰδικὴ παραπομπὴ πόνου. Θυμᾶσαι τὶ τοῦ εἶπες ὅταν ὁ Βασίλης μιλοῦσε ἐναντίον τῶν καινούργιων θεωριῶν τοῦ Ὑπουργείου Παδείας καὶ νᾶ μᾶς φυλάγη ὁ Θεός; "Βασίλη, φυλάξου, μπορεῖ νὰ σὲ κάνουν κακὸ στὴν καριέρα σου".
Πεφιλημένε μας Δάσκαλε.
Χθές, Παρασκευὴ ἀπόγιομα, 24 Ὀκτωβρίου 2008, ποὺ σὲ ξεπροβοδίσαμε ἀπὸ τὸν ἍηΝικόλα κι ἀπ' τὸν ἍηΓιώργη τῆς Κοζάνης, πές μας λίγο. Πόσοι χωριανοί μας σὲ καλωσόρισαν καὶ σὲ ὑποδέχθηκαν μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς σου πρώτους στὰ οὐράνια σκηνώματα; Ὁ μπαρμπα Κώτσιος ὁ γραμματικὸς δεύτερος πατέρας σου, ὁ παπαἈντώνης, ὁ παπαΝικόλας μὲ τὸν παπαΧρῆστο, ἡ παπποῦζμ ἡ Στέργιους, ἡ μπαρμπαΜῆκας, η Μαστρουγιώρς, ἡ Κουτουλουχαρίις, ἡ Σταθαντώντς, ἡ Πασκάλτς, ἡ Γκουβρουντιώνας, ἡ Γκησιλούλτς, ἡ Χαϊνταρουκώτσιους, ἡ Καβρουνικόλας, ἡ Καβρουϊάντς, ἡ Θουδουρουϊάντς, οἱ Νατσιάδις, οἱ Καβουράδις, οἱ Σταθάδις, οἱ Μιχαλάδις, οἱ Γκουβράδις, οἱ Ἀλιξάδις, οἱ Θιουχαράδις, οἱ Κουτουλάδις, οἱ Τζιουνάδις, οἱ Τζουκάδις, οἱ Παπαχαρισάδις, οἱ Παλιανουπουλαῖοι οἱ Γιαννοπουλαῖοι, οἱ Χαρισοπουλαῖοι, οἱ Τζιουτζιάδις, οἱ Παπαδάδις, οἱ Παπαδημητράδις, οἱ Παπαντουνάδις, οἱ Ζαραβιγκάδις, οἱ Τσιουβακάδις, οἱ Τσιουτσιουλιανάδις;
Σὲ ὑποδέχθηκαν καὶ ὅσοι μᾶς ἔφυγαν νέοι; Ὁ δάσκαλος Χρ. Τζημούρτας, ὁ Κώστας, ὁ Ἀχιλλέας, ὁ Χαράλαμπος, ὁ Νικόλας, ὁ Γιῶργος, ὁ Χαράλαμπος, ὁ Χαρίλαος, ὁ ἀδερφός μου ὁ Βασίλης κι ὁ Πᾶνος, ὁ Ἀγησίλαος, ὁ Βαγγέλης κι ὁ ἄλλος Βαγγέλης, ὁ αἱμόρραντος καὶ πολύκλαυστος παπαἈχιλλέας μου, ποὺ τὸν ξεπροβοδίσαμε σὰν σήμερα τὸ 2001, ὁ Σωτήρης καὶ ὁ Σπῦρος οἱ συμμαθηταί μας;
Δάσκαλε, στὸ σημεῖο αὐτὸ γράφω καὶ δακρύζω μαζί.
Πόσες ψυχές! Τὸ ἐν οὐρανοῖς Μικρόβαλτο.
Τὰ παιδιά τους τὰ ἐγγόνια καὶ τὰ ἀδέρφια τους ἤμασταν ὅλοι ἐκεῖ. Δὲν σ' ἀφήσαμε μόνο. Ἤμασταν στὸν ἍηΝικόλα καὶ στὸν ἍηΓιώργη μὲ τὴν οἰκογένειά σου.
Ἐμεῖς ὅλοι ἀπὸ ἐδῶ εὐχόμαστε νὰ χαίρεσαι μαζί τους αἰωνίως μέχρι νὰ συναντηθοῦμε...
Γεννήθηκε στο χωριό Κνίδη Γρεβενών το 1925. Από πολύ μικρός έμεινε ορφανός από τη μάνα του.
Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο χωριό του από το γραμματιζούμενο -ολιγογράμματο- πατέρα του. Απεφοίτησε από το Γυμνάσιο Γρεβενών και με εισαγωγικές εξετάσεις εισήχθη στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Ύστερα από τις σπουδές του στην Ακαδημία, έδωσε εξετάσεις στη Νομική Σχολή όπου πέρασε μεταξύ των πρώτων -2ος-. Οι οικονομικές δυσκολίες όμως δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει τη φοίτηση στη Νομική και τελικά παρέμεινε και εργάστηκε σαν δημοδιδάσκαλος. Εργάστηκε για λίγο στο χωριό Σαρακίνα των Γρεβενών και από το 1952 έως το 1964 εργάστηκε στο Δημοτικό Σχολείο του Μικροβάλτου, όπου η προσφορά του ήταν πλούσια. Εργάστηκε με μεγάλο ζήλο, προώθησε πολλά παιδιά στο Γυμνάσιο, τα οποία στη συνέχεια φοίτησαν σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές.
Νυμφεύτηκε τη δασκάλα Σοφία Νατσιοπούλου και απέκτησαν δυο παιδιά, τον Κώστα -γιατρός- και την Έλλη -φαρμακοποιός-.
Από το 1965 εργάστηκε σε δημοτικά σχολεία της Κοζάνης και διετέλεσε προϊστάμενος στο γραφείο της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Κοζάνης.
Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο και μας άφησε για κληρονομιά τα βιβλία: «ΜΙΚΡΟΒΑΛΤΟ» 585 σελίδων και «Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ Κωνστάντιος Ματουλόπουλος 1841-1910» 270 σελίδων.
«Έφυγε» από τη ζωή στις 24 Οκτωβρίου 2008.
Μανάδης Δημήτριος του Παπανικόλα
συνταξιούχος Θεολόγος-Φιλόλογος
Υ.Γ. Η τάξη μου ήταν η πρώτη που, ύστερα από διακοπή λειτουργίας του σχολείου -από τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο-, πήρε απολυτήρια από τα χέρια του ΔΑΣΚΑΛΟΥ μας.
ΗΛΙΑΣ ΛΑΜΠΡΕΤΣΑΣ - ΣΟΦΙΑ ΝΑΤΣΙΟΠΟΥΛΟΥ
(Μαζί στη ζωή, μαζί στο θάνατο)
Ο αείμνηστος δάσκαλος Ηλίας Λαμπρέτσας γεννήθηκε στην Κνίδη Γρεβενών το έτος 1925 και από πολύ μικρός έμεινε ορφανός από τη μάνα του. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και στο γυμνάσιο Γρεβενών, εισήχθη με εξετάσεις στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης, από την οποία απεφοίτησε κανονικά. Όντας ακούραστο πνεύμα και έχοντας δίψα για περαιτέρω άνοδο, μετά τις σπουδές του στην Ακαδημία, έδωσε εισαγωγικές εξετάσεις στη Νομική Σχολή, στην οποία αρίστευσε, πέρασε δεύτερος. Οικονομικοί λόγοι όμως τον εμπόδισαν να συνεχίσει τις σπουδές και τον ανάγκασαν να παραμείνει στην εκπαίδευση.
Το έτος 1952 ήλθε στο χωριό μας, το Μικρόβαλτο, ως δάσκαλος και νυμφεύτηκε τη συνάδελφό του δασκάλα, τη Σοφία Νατσιοπούλου, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, τον Κώστα, γιατρό, και την Έλλη, φαρμακοποιό, και με την οποία πορεύτηκαν μαζί στη ζωή και στο θάνατο. Υπήρξαν αγαπημένο και ταιριαστό ζευγάρι, έζησαν στο Χωριό μας, το αγάπησαν, το πόνεσαν, εργάστηκαν με ζήλο και έδωσαν όλες τους τις δυνάμεις για την προκοπή των κατοίκων και την πρόοδο των μαθητών τους.
Ο ερχομός του νεαρού δασκάλου στο χωριό, στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, ήταν ευλογία Θεού. Η φτώχια και η πείνα ήταν τα κυρίαρχα στοιχεία της εποχής, αλλά με την εργατικότητα και την υπομονή τους, οι άνθρωποι τα αντιμετώπιζαν με σθένος και αξιοπρέπεια. Παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, τις στερήσεις και τις κακουχίες, το γέλιο και η προσδοκία για καλύτερες ημέρες δεν έλειπαν από τα πρόσωπά τους. Τον πόνο και τη δυστυχία τους απάλυνε η αγγελία του ερχομού του νέου δασκάλου, ο οποίος ήταν γαμβρός του Γραμματέα της Κοινότητας Μικροβάλτου, του Κωνσταντίνου Νατσιόπουλου, του γνωστού στους παλαιότερους «μπάρμπα Κώτσιου», και ο οποίος θα μάθαινε γράμματα στα παιδιά τους. Οι ελπίδες πολλές, οι προσδοκίες μεγάλες. Ο νέος δάσκαλος δεν τους διέψευσε. Φάνηκε αντάξιος των προσδοκιών τους. Από την πρώτη στιγμή με το ήθος του και την προσωπικότητά του κέρδισε το σεβασμό και την εκτίμηση όλων, μικρών και μεγάλων. Αμέσως έδειξε ότι επρόκειτο περί ενός σεμνού, σοβαρού, άξιου και ταλαντούχου εκπαιδευτικού. Χωρίς καθυστέρηση στρώθηκε στη δουλειά, κατέστρωσε σχέδια, έδωσε μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση και αθόρυβα και ταπεινά έθεσε, μαζί με τη σύζυγό του, τις βάσεις για τη μόρφωση και την πρόοδο των μαθητών του. Αγάπησε τους μαθητές, αγάπησε τον κόσμο και αγαπήθηκε από όλους.
Μικρός μαθητής ήμουν όταν ήλθε ο νέος δάσκαλος στο Χωριό. Στο εξατάξιο δημοτικό σχολείο Μικροβάλτου φοιτούσε μεγάλος αριθμός μαθητών (περί τους εκατόν πενήντα αν θυμάμαι καλά), από τους οποίους μερικοί ήταν μεγάλης ηλικίας λόγω του εμφυλίου που είχε προηγηθεί και της μη λειτουργίας του σχολείου κατά τη διάρκειά του. Οι συνθήκες αντίξοες, το έργο δύσκολο, οι προκλήσεις πολλές. Το ευχάριστο ήταν ότι υπηρετούσαν στο σχολείο δύο δάσκαλοι, μεγάλη πολυτέλεια για την εποχή, και το σχολικό κτίριο ήταν σύγχρονο. Τα μαθήματα πλέον θα γίνονταν στους στεγασμένους χώρους του καινούργιου σχολείου και όχι όπως μέχρι τότε, στην ύπαιθρο, κάτω από τα δένδρα. Οι δύο δάσκαλοι, γεμάτοι όρεξη για δουλειά και με όνειρα μεγάλα για τους μαθητές, μοίρασαν τις τάξεις και τις τρεις πρώτες ανέλαβε η δασκάλα Σοφία, ενώ τις τρεις μεγαλύτερες ο δάσκαλος Ηλίας. Εργάστηκαν με συνέπεια, μεθοδικότητα, προγραμματισμό και αυταπάρνηση, για να φέρουν εις πέρας το τιτάνιο έργο τους. Δεν υπήρχε ωράριο εργασίας. Σχολείο πρωί, απόγευμα.
Τα αποτελέσματα των κόπων τους δεν άργησαν να φανούν. Σε λίγα χρόνια πολλοί μαθητές του δημοτικού σχολείου Μικροβάλτου με εξετάσεις εισήχθησαν στο Γυμνάσιο Σερβίων και στη συνέχεια πέτυχαν την εισαγωγή τους σε ανώτερες και ανώτατες σχολές. Οι επιτυχίες διαδεχόταν η μία την άλλη και η χαρά των δασκάλων και των γονέων απερίγραπτη. Ο κατακλυσμός των επιτυχιών δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τον πληθυσμό του μικρού και άσημου Μικροβάλτου. Οι επιτυχίες αυτές ήταν έργο των άοκνων προσπαθειών των δύο νέων και φερέλπιδων δασκάλων, οι οποίοι με αποστολικό ζήλο προσέφεραν τις υπηρεσίες τους και έδωσαν την ψυχή τους για το καλό των μαθητών τους. Γεύθηκαν τη χαρά του γεωργού, που κατόρθωσε με κόπους να μεταβάλει την πετρώδη και ακανθώδη γη σε έδαφος γόνιμο και καρποφόρο. Ο σπόρος που έσπειραν φύτρωσε, μεγάλωσε, καρποφόρησε και έδωσε πολλούς και εύχυμους καρπούς.
Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος του αείμνηστου δασκάλου για την πρόοδο και προκοπή των μαθητών του αποτελεί και το γεγονός ότι πολύ τακτικά στην τελευταία τάξη ρωτούσε «ποιοι θα πάνε στο γυμνάσιο, να σηκώσουν το χέρι τους». Συνεχώς προέτρεπε τους γονείς να στείλουν τα παιδιά τους στο γυμνάσιο για περαιτέρω σπουδές. «Θωμά, να στείλεις το παιδί στο γυμνάσιο, είναι καλός μαθητής», θυμάμαι που έλεγε για τον γράφοντα στον αείμνηστο πατέρα μου, το Θωμά Γιαννόπουλο.
Μεταξύ των άλλων, ο Ηλίας Λαμπρέτσας είχε προικισθεί και με το χάρισμα της διδασκαλίας των μαθημάτων και της μεταδόσεως των γνώσεων στους μαθητές του με εύληπτο και επαγωγικό τρόπο. Τη διδασκαλία την συνόδευε πάντοτε με εύκολα και κατανοητά παραδείγματα. Παρακολουθούσα ένα απόγευμα τα μαθήματα στο νυκτερινό σχολείο, που λειτουργούσε εκτός των ωρών λειτουργίας του κανονικού σχολείου, στον επάνω όροφο του παλαιού σπιτιού του Βασιλείου Τζιώνα, στην κεντρική πλατεία του Χωριού. Το ισόγειο του σπιτιού χρησιμοποιείτο ως Κοινοτικό Γραφείο της Κοινότητας Μικροβάλτου και ως έδρα του μεταβατικού Πταισματοδικείου (Ειρηνοδικείου) Σερβίων για την εκδίκαση των αγροτικών πταισμάτων της περιοχής των Καμβουνίων και συγκεκριμένα των Χωριών Ελάτης, Λαζαράδων, Λιβαδερού, Μεταξά, Μικροβάλτου, Πολυράχου, Προσηλίου, Ρυμνίου , Τρανοβάλτου, Τριγωνικού και Φρουρίου. Τα μαθήματα στο νυκτερινό σχολείο παρακολουθούσαν μεγάλης ηλικίας μαθητές, οι οποίοι λόγω της ανώμαλης περιόδου που είχε προηγηθεί δεν είχαν τελειώσει το σχολείο και επιθυμούσαν να πλουτίσουν τις γνώσεις τους και να αποκτήσουν απολυτήριο δημοτικού. Μάθημα της βραδιάς ήταν τα ευεργετικά αποτελέσματα της υγείας. Για να δείξει τη σπουδαιότητα του αγαθού της υγείας για τον άνθρωπο, σημείωσε με την κιμωλία στον πίνακα τον αριθμό 1. Στη συνέχεια άρχισε να απαριθμεί διάφορα αγαθά, τα οποία ήταν απαραίτητα για να είναι η ζωή άνετη και ευτυχισμένη. όπως σπουδές, πτυχία, τίτλοι, χρήματα, αξιώματα κλπ, προσθέτοντας αντίστοιχα μηδενικά δίπλα στον αριθμό ένα. Με προσθήκη των μηδενικών σχηματίστηκε ο αριθμός 1.000.000. όταν κάποια στιγμή έλειψε το αγαθό της υγείας, έσβησε τον αριθμό 1 από τον πίνακα και στη συνέχεια έμειναν όλα τα μηδενικά. Με τον τρόπο αυτό έδειξε στους ενήλικες μαθητές να καταλάβουν ότι όλα τα αγαθά του κόσμου να έχει ο άνθρωπος, αν λείψει το πολύτιμο αγαθό της υγείας, τα άλλα αγαθά δεν έχουν καμία αξία, όλα είναι ένα μηδενικό.
Κάθε Κυριακή οι δάσκαλοι μας πήγαιναν τους μαθητές «με τη γραμμή» στην εκκλησία, στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην «Αγία Κοίμηση», η οποία ήταν στην άκρη του Χωριού και χρησιμοποιείτο και ως κοιμητήριο. Ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος ήταν προστάτης του Χωριού και ευρισκόταν στην κεντρική πλατεία, είχε καταστραφεί από τους Γερμανούς. Μόνο το καμπαναριό στεκόταν όρθιο και θύμιζε στους ανθρώπους τις περασμένες εποχές και την υποχρέωσή τους να ανεγείρουν το συντομότερο το νέο Ιερό Ναό. Στην εκκλησία παρακολουθούσαμε με προσοχή και κατάνυξη τη θεία λειτουργία και με τη σειρά οι μαθητές της τρίτης και τέταρτης τάξης απήγγειλαν το «Πάτερ ημών», ενώ οι μαθητές των δύο τελευταίων τάξεων, της πέμπτης και έκτης, το Σύμβολο της Πίστεως. Ο μαθητής, που είχε ορισθεί προηγουμένως από τους δασκάλους, στεκόταν στο μέσον της εκκλησίας, κάτω από τον κεντρικό πολυέλαιο και απάγγελλε «το Πάτερ ημών» ή το «Πιστεύω». Μόλις τελείωνε την απαγγελία, ακουγόταν από το εκκλησίασμα η λέξη «μπράβο». Και ο μαθητής ένιωθε ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση. Το ίδιο γινόταν και με την ανάγνωση του Αποστόλου. Όλοι οι μαθητές ήξεραν να απαγγέλουν «απέξω» και χωρίς τη βοήθεια βιβλίου, την Κυριακή Προσευχή, «το Πάτερ ημών» και το Σύμβολο της Πίστεως, «το πιστεύω».
Από την πρώτη στιγμή της άφιξής του ο αείμνηστος δάσκαλος έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα του Χωριού. Θυμάμαι που μας προέτρεπε να συγκεντρώνουμε από τους γονείς, τους παππούδες και τις γιαγιές μας πληροφορίες, σχετικές με την προέλευση της ονομασίας και το χρόνο ιδρύσεως του Χωριού, τη θέση και το χρόνο ιδρύσεως του πρώτου οικισμού, την προέλευση των κατοίκων και των επωνύμων τους. Γενικά μας έλεγε να καταγράφουμε οτιδήποτε είχε σχέση με την ιστορία, τους μύθους και τους θρύλους του Μικροβάλτου και της ευρύτερης περιοχής. Και εμείς οι μαθητές με χαρά συγκεντρώναμε στοιχεία, καταγράφαμε τις μαρτυρίες των μεγαλυτέρων μας και τις παραδίδαμε στον δάσκαλό μας. Το γραπτό αυτό υλικό, μαζί με τα άλλα στοιχεία που συνέλεξε ο ίδιος με πολύ κόπο και μακροχρόνιες έρευνες κατά τη μακρά του διαδρομή, κατέγραψε στο πρωτοπόρο βιβλίο του «Μικρόβαλτο», το οποίο αποτέλεσε το έργο της ζωής του και στο οποίο με γλαφυρότητα και πληρότητα καταγράφει την ιστορία, τη λαογραφία, τα ήθη και τα έθιμα του Μικροβάλτου. Για τη μεγάλη του αυτή προσφορά προς το Μικρόβαλτο και την ευρύτερη περιοχή, ο Δήμος Καμβουνίων και το Δημοτικό Διαμέρισμα Μικροβάλτου τον τίμησαν στις 6 Μαΐου 2001 με την εκδήλωση που διοργάνωσαν για το σκοπό αυτό στην κεντρική πλατεία του Χωριού κατά την παρουσίαση του βιβλίου του. Παρά τη βεβαρυμμένη υγεία του παρέστη ο ίδιος και με τη σύζυγό του παρακολούθησε όλη την εκδήλωση, λάμποντας από χαρά για την αναγνώριση του έργου του, την παρουσία επισήμων, όλων των κατοίκων του Μικροβάλτου, πάρα πολλών μαθητών του και πλήθους κόσμου από την ευρύτερη περιοχή των Καμβουνίων. Μάλιστα στο τέλος, με τον δικό του λιτό και μεστό νοημάτων σύντομο λόγο του, ευχαρίστησε όλους για την τιμή που του έκαμαν, την ευγνωμοσύνη που εξέφρασαν και τον σεβασμό που επέδειξαν στο πρόσωπό του. Στην εκδήλωση αυτή είχα την τιμή και τη χαρά να ομιλήσω για την προσωπικότητα και το έργο του.
Στο πολύπλευρο έργο του αείμνηστου δασκάλου μεγάλο μέρος καταλαμβάνει και το έντονο και ζωηρό ενδιαφέρον του για τα προβλήματα των κατοίκων του Μικροβάλτου. Καταγόμενος ο ίδιος από το μικρό και άσημο χωριό της Κνίδης Γρεβενών και έχοντας νιώσει από τη νεανική του ηλικία ορφάνια και στερήσεις, από την πρώτη στιγμή της άφιξής του έδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία στην ανθρώπινη δυστυχία και προσπάθησε με κάθε τρόπο και χωρίς διακρίσεις να απαλύνει τον πόνο των δυστυχισμένων ανθρώπων, τους οποίους έβλεπε με βαθειά ανθρώπινη προσέγγιση. Για το λόγο αυτό με προθυμία προσέφερε τις πολύτιμες για την εποχή και τις περιστάσεις υπηρεσίες του, με χαρά παρείχε τις συμβουλές του σε όλους και συνέχεια ήταν στη διάθεση όλων. Όλοι προσέτρεχαν στη βοήθειά του για οποιοδήποτε πρόβλημα. Και αυτός ήταν ο αρωγός και ο συμπαραστάτης τους. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ήταν ο γιατρός, ο δάσκαλος, ο γραμματικός, ο σύμβουλος, ο πνευματικός, ο αδιαμφισβήτητος μεσολαβητής, ο ειρηνοποιός τους. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι με την άφιξή του υπέγραψε συμβόλαιο ολοκληρωτικής προσφοράς και παντοτινής συνεργασίας με τους ανθρώπους και ότι ήταν ο «Καλός Σαμαρείτης» για όλους.
Έμεινε στο Μικρόβαλτο δώδεκα χρόνια, μέχρι το έτος 1964, οπότε με την οικογένειά του μετοίκησε στην Κοζάνη. Κατά τη δωδεκαετή παραμονή του άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα της προσφοράς του στον τόπο μας. Αποτέλεσε πρότυπο δασκάλου, υπόδειγμα συμπεριφοράς, παράδειγμα προς μίμηση. Όλοι θυμούνται με αγαθή ανάμνηση το πέρασμά του από το Χωριό μας, το Μικρόβαλτο, τη χρυσή εποχή που άφησε και αποκαλούν το χρόνο εκείνο «εποχή Λαμπρέτσα».
Και μετά τη μετοίκησή τους στην πόλη της Κοζάνης οι αείμνηστοι δάσκαλοι δεν έκοψαν τους δεσμούς τους με το Μικρόβαλτο, το οποίο ο Ηλίας Λαμπρέτσας χαρακτήρισε δεύτερη πατρίδα του. Συνέχισαν να επισκέπτονται τακτικά το Χωριό, να διαμένουν στο σπίτι που υπήρχε από παλιά και κατασκεύασαν εκ νέου μετά τους σεισμούς του 1995, να ρωτούν και να μαθαίνουν για την πρόοδο των μαθητών τους, να ενδιαφέρονται για την προκοπή των κατοίκων του Μικροβάλτου. Η επικοινωνία με τους ανθρώπους στο Χωριό ήταν συνεχής και αδιάλειπτη.
Στην Κοζάνη ο Ηλίας Λαμπρέτσας συνέχισε με το ίδιο πάθος να ασχολείται με το εκπαιδευτικό έργο, εφαρμόζοντας πρωτοπόρους τρόπους και ειδικές μεθόδους διδασκαλίας. Εξακολούθησε να εμπνέει στους μαθητές ιδανικά, να τους ομιλεί για ένα καλύτερο κόσμο, να τους δίδει μαθήματα παιδείας, να καλλιεργεί ανθρώπους. Με τα προσόντα του και τις ικανότητές του, κατέκτησε τις ανώτατες βαθμίδες της εκπαίδευσης. Έγινε αναπληρωτής επιθεωρητής στην Β’ εκπαιδευτική περιφέρεια Κοζάνης και προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δημοτικής Εκπαίδευσης Ν. Κοζάνης. Με το πρόσωπο και την προσωπικότητά του ενέπνεε σεβασμό, με την ευρυμάθεια και τους στοχασμούς του προκαλούσε το θαυμασμό και έχαιρε της εκτίμησης όλων των συναδέλφων του.
Παράλληλα με το εκπαιδευτικό έργο, ασχολήθηκε και με άλλες δραστηριότητες. Ασχολήθηκε με τον συνδικαλισμό και ανέπτυξε πλούσια συνδικαλιστική δράση. Ενδιαφέρθηκε έντονα για την τοπική ιστορία και τις λαϊκές παραδόσεις της περιοχής. Έγραψε και δημοσίευσε πολλά άρθρα ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου στον τοπικό ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Εκτός από το κύριο έργο της ζωής του, το βιβλίο για τον μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης Κωνστάντιο Ματουλόπουλο, ο οποίος ήταν ο πρώτος Μητροπολίτης με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, καταγόταν από το Μικρόβαλτο, ενδιαφέρθηκε για την εξάλειψη της αμάθειας και τη μόρφωση των ανθρώπων της περιοχής μας, καθώς και για την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου και του ηθικού τους κατά τη δύσκολη περίοδο των αρχών του εικοστού αιώνα και του Μακεδονικού Αγώνα.
Μετά τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου και του ορίου ηλικίας οι πολυσέβαστοι δάσκαλοι αποχώρησαν από την ενεργό υπηρεσία. Και μετά τη συνταξιοδότησή τους όμως, δεν έπαυσαν να ενδιαφέρονται για τα κοινά, ούτε μειώθηκε η επιθυμία τους για συνεχή προσφορά. Ο αείμνηστος δάσκαλος Λαμπρέτσας συνέχισε το πολύπλευρο και δημιουργικό του έργο, παρέχοντας βοήθεια και δίδοντας συμβουλές σε όλους αδιακρίτως, δημοσιεύοντας στον τοπικό τύπο διάφορα άρθρα με ιστορικό και λαογραφικό περιεχόμενο. Με την προσωπικότητα και το παράδειγμά του συνέχισε να διδάσκει ήθος και ευπρέπεια, με τις γνώσεις του να δίδει νόημα και περιεχόμενο στο έργο του. Παρά την τεράστια προσφορά στον τόπο και στην παιδεία, ο ίδιος ήταν μετριόφρων και πάντα έλεγε ότι έκανε τη δουλειά του και προσέφερε τις υπηρεσίες του όσο μπορούσε καλύτερα. Κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας από τη νόσο του πάρκινσον που έπασχε, χωρίς όμως να εκφράσει δυσαρέσκεια ή κάποιο παράπονο. Η βοήθεια της αγαπημένης του συζύγου και η συμπαράσταση των παιδιών του στις δύσκολες ώρες απάλυναν τον πόνο του. Με ηρεμία και αξιοπρέπεια αντιμετώπιζε την ασθένεια. Η γαλήνη του προσώπου του και η ηρεμία της έκφρασής του έδειχναν άνθρωπο που τερμάτισε με πλήρη επιτυχία τον αγώνα του, επετέλεσε στο ακέραιο το χρέος του, έφερε σε αίσιο πέρας την αποστολή του. Πράος και γαλήνιος, όπως ήταν σε όλη του τη ζωή, έφθασε στο τέρμα και έτσι παρέδωσε το πνεύμα του. Τον ακολούθησε η αγαπημένη του σύζυγος Σοφία και μαζί έφυγαν για το μακρινό ταξίδι. Η σκέψη όλων θα τους συνοδεύει πάντα και η ευγνωμοσύνη για την προσφορά τους θα είναι αιώνια.
Πρόεδρος Εφετών
Σχόλια
Τροφοδοσία RSS για τα σχόλια αυτού του άρθρου.