Ἀναχώρησε για τούς Οὐρανούς σήμερα, 28 Δεκεμβρίου, στις 5.30 τό πρωί, ὁ ἱεροκήρυκας τῆς ἱ. Μητροπόλεως Σερβίων και Κοζάνης Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Μύρου.
Κτυπήθηκε ἀπό τον κορωνοϊό καί παρέμεινε γιά πολλές μέρες στό Ἱπποκράτειο Νοσοκομεῖο Θεσσαλονίκης, στή ΜΕΘ.
Οἱ πνεύμονές του, πού ἀνέπνεαν τον καθαρό ἀέρα τῶν Πιερίων ὀρέων, δέν ἄντεξαν στήν προσβολή τοῦ θανατηφόρου ἰοῦ. Κλείδωσε τό ὡραῖο του μοναστήρι στό Παλαιογράτσανο Βελβεντοῦ καί ἀναχώρησε γιά τό Νοσοκομεῖο.
Γιά τόν ἁγνό πρεσβύτερο, ὁ πόνος τοῦ Νοσοκομείου ἔγινε ὁ προθάλαμος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου. Τό κλειδί τοῦ Μοναστηριοῦ του ἄλλοι θά τό χειριστοῦν πλέον. Ἐκεῖνος συνάντησε τόν ἄγγελό του, πού τοῦ πρόσφερε τό κλειδί τῆς Οὐράνιας Βασιλείας.
Ὁ Αὐγουστῖνος Μύρου κυριολεκτικά ἦταν ὁ πρωτεύων ἐν πᾶσι. Ἀπό μικρό παιδί ἀρίστευε. Πρῶτος στό Δημοτικό, πρῶτος στό Γυμνάσιο. Πρῶτος εἰσῆλθε στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ἀριστοῦχος ἐξῆλθε.
Γεννημένος τό 1952 ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν ἱερέα Γεώργιο καί τή Σταυρούλα. Ἀναθρεμμένος ἀπό 12 ἐτῶν ἀπό το λόγο τοῦ φλογεροῦ ἱεροκήρυκος π. Αὐγουστίνου Καντιώτου (μετέπειτα Μητροπολίτου Φλωρίνης). Σπουδαγμένος μέσα σέ Οἰκοτροφεῖα Ἱεραποστολικῶν Ἀδελφοτήτων.
Βαπτισμένος στά νάματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἐνισχυόμενος ἀπό τή συνεχῆ προσευχή. Ἀναδείχτηκε χαρισματικός κληρικός. Στό κήρυγμα ὑπῆρξε μελίρρυτος.
Στό ἔργο τῆς ἐξομολογήσεως διακριτικός,ζηλωτής καί ἀκούραστος. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά ποῦμε, ὅτι χιλιάδες ἀναπαύονταν στό πετραχήλι του.
Στό θεολογικό λόγο ἦταν φωτισμένος. Στήν ἀντιαιρετική δρᾶσι ἦταν δυνατός. Στή ζωή του πολύ προσεκτικός. Στήν ἀγάπη καταπληκτικός.
Στή νεότητά του ἐκδηλώθηκε καί το χάρισμα τοῦ πρωταγωνιστῆ στό χριστιανικό θέατρο. Τελικά σέ δύο θέατρα ἀναδείχτηκε ἀληθινός θεατής.
Τό ἕνα τό ὑπερθέαμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὅσο λίγοι τήν ἀγάπησε, την μελέτησε, κυριολεκτικά τήν ρούφηξε, τήν μετέδωσε, τήν ἐφάρμοσε στό βίο του, τήν ἀποδελτίωσε.
Τό ἄλλο θέατρο εἶναι αὐτό πού ἀνοίχτηκε μπροστά του τώρα. Ἡ αὐγή τῆς ἀναχωρήσεώς του ἀπό τόν κόσμο τοῦτο εἶναι ἡ ροδαυγή τοῦ οὐρανίου θεάματος. Σύρθηκε τό παραπέτασμα τοῦ φθαρτοῦ και ταλαιπωρημένου σαρκίου του καί ἄνοιξε ἡ αὐλαία τῶν Οὐρανίων πραγμάτων.
Τώρα ἄγγελοι πῆραν τον καλό μας Αὐγουστῖνο καί ἀφοῦ τόν ἔφεραν στό θρόνο τῆς θείας Μεγαλειότητος, τοῦ ἔδειξαν καί τά ἀγαπημένα του πρόσωπα, τόν ἀδελφό του, τόν ἁγνό Κωστάκη, πού ἔφυγε σέ ἡλικία 18 ἐτῶν, τή μητέρα του, την εὐλαβῆ κυρά Σταυρούλα, τον πατέρα του, τόν σεβάσμιο πατέρα του, τον παπά Γιώργη, τούς δασκάλους του Νικόλαο Σωτηρόπουλο καί Στέργιο Σάκκο, τό πνευματικό του ἴνδαλμα, τόν πατέρα Αὐγουστῖνο Καντιώτη.
Γιά τόν ἁγιοπρεπῆ ἱερομόναχο Αὐγουστῖνο Μύρου ἁρμόζει ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως: «Ὁ νικῶν οὗτος περιβαλεῖται ἐν ἱματίοις λευκοῖς, καί οὐ μή ἐξαλείψω τό ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον τοῦ πατρός μου καί ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ» (Ἀποκ. γ΄ 5).