Το βιβλίο αυτό του π. Νικηφόρου Μανάδη από τον Μικρόβαλτο Σερβίων, σήμερα πρωτοσύγκελλου της Ιεράς Μητρόπολης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, είναι απλό άμα δε και μεστό ποίησης και νοήματος.
Ο τίτλος περικλείεται ανάμεσα σε δύο προσφωνήσεις: Μάννα, σ’ ευχαριστώ! Η πρώτη: «Μάννα» εκφράζει με ποιητικό τρόπο την περηφάνια, το σεβασμό και την τιμή του συγγραφέα στη μάνα του και η δεύτερη: «σ’ ευχαριστώ!» εκφράζει την αγάπη, την ευγνωμοσύνη και την αναγνώριση προς το πρόσωπο της μητέρας του αλλά και κάθε μάνας του παλιού καιρού, που παρά τις δύσκολες συνθήκες έφεραν στον κόσμο παιδιά, τα μεγάλωσαν και τα έκαναν χρήσιμους πολίτες στην κοινωνία.
Για τούτο, αναγνώστη, κάτι τέτοια βιβλία σαν του π. Νικηφόρου Μανάδη, όπου τα συναντάς στα σπίτια των χωριών μας, στα τζάκια (μπουχαρί), στα παραθύρια, στους καλούς οντάδες, να μην τα προσπερνάς αλλά να στέκεσαι απέναντί τους με το ενδιαφέρον που τους πρέπει, γιατί είναι μικροί θησαυροί. Αυτοί που τα έγραψαν είναι απλοί άνθρωποι της υπαίθρου, οι οποίοι τα έζησαν πρώτοι τα όσα γράφουν και περιγράφουν (σύντομες ιστορίες και ανέκδοτα), χωρίς να θέλουν να διδάξουν άλλους, αλλά μόνο να μοιραστούν μαζί τους την παλιά προγονική γνώση. Ένα από αυτά τα πρόσωπα είναι και η μάνα του συγγραφέα, η παπαδιά κ. Αφροδίτη.
Τα κείμενα που απαρτίζουν το βιβλίο είναι σύντομα και απεικονίζουν την εποχή που αναφέρονται, δηλαδή την περίοδο της δεκαετίας του ’50 και εδώθε, μέσα στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η σχολική πραγματικότητα (σχολεία, μαθητές/τριες, δάσκαλοι, παιδικοί σταθμοί κ.ά.). Αυτά για έναν σημερινό μαθητή φαντάζουν κάπως παράξενα, αλλά αυτή ήταν η σχολική πράξη και ζωή εκείνα τα χρόνια, ακόμα και την περίοδο που εγώ πήγαινα σχολειό στη γενέτειρά μου, τη Σαρακήνα Γρεβενών με δάσκαλο τον Ηλία Λαμπρέτσα από την Κνίδη. Θυμάμαι που μας έλεγε «Παιδιά, δε με ενδιαφέρει αν το παντελόνι σας είναι καινούριο ή μπαλωμένο με λόπκατες, θέλω όμως να προσέχετε να είναι καθαρό.» Έτσι μάθαιναν τα παιδιά γράμματα εκείνο τον καιρό. Η κυρά Αφροδίτη μπορεί να μην ήξερε γράμματα, αλλά έκανε κουμάντο σε όλο το νοικοκυριό, πρώτη ξυπνούσε και τελευταία κοιμόταν, στις δουλειές του χωραφιού, του κοπαδιού και του σπιτιού και όταν ερχόταν η ώρα να μετακομίσουν τα παιδιά της στα Σέρβια για περισσότερα γράμματα στο κοντινό γυμνάσιο και τότε η έγνοια της δεν έφευγε από κοντά τους, ένιωθε καμάρι και περηφάνια για την πρόοδό τους.
Το βιβλίο περιλαμβάνει σύντομα κείμενα, ευκολοδιάβαστα και γραμμένα στην τοπική λαλιά. Έτσι τα έλεγαν, έτσι τα έγραφαν. Όλοι οι κάτοικοι ήταν ο ένας δίπλα στον άλλο σε χαρές και σε λύπες. Όλη αυτή η καθημερινότητα, με άλλα λόγια η λεγόμενη εθιμική ζωή, έδενε το χωριό και το κρατούσε ζωντανό όλο το χρόνο, σε γιορτές, πανηγύρια, ήθη και έθιμα, άλλες παραδόσεις. Ήταν σημαντικό κομμάτι η εθιμική ζωή σε ένα χωριό, που μόνο αυτός που συμμετείχε στα δρώμενα αυτά μπορούσε να καταλάβει τη σημασία και την αξία της. Το βιβλίο πλαισιώνεται με το αναγκαίο φωτογραφικό υλικό που σε φέρνει σε επαφή με τα πρόσωπα, τα γεγονότα, τους τόπους και τα τοπία από μια περίοδο που όσο ξεμακραίνει στο χρόνο τόσο μένει αξέχαστη.
Άλλα χρόνια εκείνα. Καμία σχέση με τα σημερινά. Εκείνα ήταν δύσκολα χρόνια αλλά είχαν μια τρυφεράδα ομορφιάς στις σχέσεις των ανθρώπων (ανθρωπιά, αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια). Δεν μπορώ να πω αν όλα αυτά ισχύουν και για την σημερινή εποχή.
Συμπέρασμα: το μήνυμα του βιβλίου είναι η πέμπτη εντολή: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα εύ σοι γένηται, και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γής της αγαθής, ής Κύριος ο Θεός σου δίδωσί σοι.». Το βιβλίο είναι ένας ευχαριστήριος ύμνος του συγγραφέα στη μάνα του, πρεσβυτέρα Αφροδίτη Μανάδη, ένα ατέλειωτο ευχαριστώ στη μάνα του παλιού καιρού, τη δική του και τη δική μας μάνα, το αιώνιο αυτό σύμβολο της θυσίας και της αγάπης ανά τους αιώνες.
Οφείλω να συγχαρώ τον π. Νικηφόρο Μανάδη για την όμορφη δουλειά που έκανε και να του ευχηθώ να είναι καλά και να συνεχίσει να γράφει για το καλό του τόπου του!
Ευάγγελος Κ. Ντάγκας
Κοζάνη Ιανουάριος 2022