Τῌ ἁγίᾳ καὶ Μεγάλῃ Τρίτῃ τῆς τῶν δέκα Παρθένων παραβολῆς, τῆς ἐκ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου μνείαν ποιούμεθα.
Κατὰ τὴν ἁγία καὶ Μεγάλη Τρίτη μνημονεύουμε ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τὴν παραβολὴ τῶν δέκα Παρθένων.
Τὸ μήνυμα τῆς ἡμέρας ὑπογραμμίζεται στὸ Κοντάκιο καὶ στὸν Οἶκο πρὶν ἀπὸ τὸ Συναξάριό της. Ἡ φράσι «μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ» εἶναι ἡ ἀγωνιώδης κραυγὴ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ ὅλα τὰ παιδιά της. Ὅπως θὰ ἔκραζε μία μάννα, ἂν ἔβλεπε τὰ παιδιά της, νὰ κινοῦνται εἴτε ἀπρόσεκτα εἴτε καὶ μὲ προσοχὴ μέσα σὲ γκρεμοὺς καὶ κακοτοπιές. Τὸ ἴδιο κράζει καὶ ἡ Ἐκκλησία γιὰ τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ τοῦ περάσματός μας ἀπὸ τὸν ἐπίγειο βίο. Ἂν ὁ ἄνθρωπος κερδίση σὲ ὅλες τὶς ἐπιδιώξεις του, ἀλλὰ τελικὰ δὲν εἰσέλθη σὲ κεῖνον τὸν αἰώνιο Νυμφῶνα, τότε ὅλα τὰ ἐπίγεια κέρδη του εἶναι μάταια καὶ ἕνα πελώριο μηδέν.
Ἕνα ἀπὸ τὰ αἴτια ποὺ ἀποτρέπουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν τελικὴ ἐπίτευξι τοῦ αἰώνιου σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του εἶναι καὶ ἡ ραθυμία. Στὴν Φιλοκαλλία τῶν Νηπτικῶν Πατέρων μαζὶ μὲ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν λήθη περιλαμβάνεται καὶ ἡ ραθυμία ὡς νοητὸς Ὀλοφέρνης. Αὐτὸς ἦταν ὁ φοβερὸς στρατηγὸς τῶν Ἀσυρρίων, ὁ ὁποῖος ἀπ’ ὅπου περνοῦσε ἔκαιγε τὰ πάντα. Ἔτσι καὶ ἡ ραθυμία συμβάλλει σὲ μεγάλο ποσοστὸ στὴν πνευματικὴ ἀπροθυμία μὲ συνέπειες βαριές τόσο στὴν ἐπίγεια ὅσο καὶ στὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. «Ὅπως ὁ χαλκὸς ραθυμούμενος, χωρὶς νὰ δέχεται τὴν κατάλληλη φροντίδα, πρασινίζει, σκουριάζει (ἰοῦται), ἔτσι παθαίνει καὶ ἡ ραθυμοῦσα ψυχή, λέει ὁ μέγας Ἀντώνιος (Φιλοκαλλία 1ος 24 ρμθ’ ἔκδ. ΑΣΤΗΡ).
Γιαὐτὸ καὶ ὁ Οἶκος ποὺ διαβάζεται πρὶν ἀπὸ τὸ Συναξάριο τοῦ ὄρθρου ἐντοπίζει ὡς ἔνοχο στοιχεῖο τὴν ραθυμία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μείνουμε ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ, ὅπως καὶ οἱ πέντε μωρὲς=ἀνόητες, τεμπέλες Παρθένες.
Παραθέτουμε τὴν μετάφρασι τοῦ Οἴκου:
«Γιατὶ ραθυμεῖς, ὦ ἀθλία ψυχή μου; Γιατὶ φαντάζεσαι ἄκαιρα φροντίδες ἀφελεῖς; Γιατὶ ἀσχολεῖσαι μὲ πράγματα φθαρτά; Ἡ στιγμὴ αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη. Ἤδη πρόκειται νὰ ἀποχωρισθοῦμε ἀπὸ τὰ ἐπίγεια. Μέχρις ὅτου ἔχεις χρόνο ζωῆς ξύπνα καὶ κρᾶξε, Σωτήρα μου, ἔχω ἁμαρτήσει ἐνώπιόν σου. Μὴ μὲ κόψης σὰν τὴν ἄκαρπη συκιά. Ἀλλὰ σὰν εὔσπλαγχνος, ποὺ εἶσαι, ἐλέησέ με. Νά. Μὲ βλέπεις ποὺ κραυγάζω μὲ φόβο, Ἂς μὴ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸ Νυμφῶνα τοῦ Χριστοῦ».
Εἴθε. Ἀμήν.
ἀρ.νι.μα.
3.4.2018