ΠΟΛΛΗ φασαρία γιὰ τὸ τίποτα! Ὑπάρχει «θεολογούμενο», ποὺ τακτοποιεῖ τὸ πρόβλημα καὶ εἰσηγεῖται, ὅτι, κι ἂν ὑπάρξη γιὰ κάποιο μεταβατικὸ διάστημα λίγη Κόλασι, στὸ τέλος ἡ ἄπειρη εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, (αὐτὴ εἶναι σαφῶς δεδομένη), θὰ παραμερίση τὰ ἐμπόδια καὶ ὅλα θὰ γίνουν Παράδεισος! Εἴθε!
Δηλαδὴ δὲν θὰ ἔχουν καμμιὰ ἐπίπτωσι οἱ κολάσιμες πράξεις τοῦ ἐπίγειου βίου τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ κατὰ τὴν «θεολογούμενη θεωρία» ὅλοι στὸ τέλος θὰ πᾶνε στὸν Παράδεισο! Ἔστω κι ἂν τὰ ἔλεγε ἀλλιῶς τὸ Εὐαγέλιο! Καὶ νὰ σκεφθοῦμε, ὅτι εἶχε τὴν «κωμικοτραγικὴ» ἀξίωσι νὰ τὸ ἀκοῦμε, νὰ τὸ ἀκολουθοῦμε καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόζουμε κατὰ γράμμα καὶ κατὰ πνεῦμα! «Ταῦτα εἰσὶν αἱ πηγαὶ τοῦ σωτηρίου» (Μ.Ἀθανάσιος ΛΘ’ ἑορταστικὴ ἐπιστολή). Πόσο λάθος! Τὶ κρῖμα! Μᾶς ξεγέλασε;
Μερικοὶ φθάνουν μέχρι τὸ σημεῖο νὰ ποῦν, ὅτι θὰ ἔλθη ὥρα κατὰ τὴν ὁποία θὰ σωθῆ ἀκόμη κι αὐτὸς ὁ φουκαρᾶς καὶ παλαμναῖος(=μολυσμένος, καταραμένος, βδελυρός) Διάβολος μὲ ὅλο τὸ τάγμα του, παρὰ τὸ διαολίκη του καὶ τὸ μαστοριλίκη τοῦ παγκόσμιου κακοῦ!
Στὸ τέλος τῶν ἐννέα προτάσεων, ποὺ προηγήθηκαν ἔβαλα θαυμαστικά, διότι «θαυμάζω=ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι=χάνω τὸ μυαλό μου» μὲ τὴν θεωρία τούτη, ποὺ θέλει νὰ σώζωνται ὄχι μόνο ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ δημιουργία ὡς καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ ζωντανὰ ἀκόμη. Στὰ ἀρθράκια βέβαια ποὺ δημοσιεύθηκαν σὲ δώδεκα συνέχειες, μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ἀνοιχτὸ καὶ τὴν συνετὴ ἑρμηνευτικὴ χειραγώγησι τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου δείχτηκε ὅτι ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΙ ΑΙΩΝΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΑΙΩΝΙΟ.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ.
Α’. Ὁ πρῶτος διδάξας εἶναι ὁ Ὠριγένης 185-254 μ.Χ. Σοφός, πολυγραφώτατος καὶ μέγας διδάσκαλος στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ὅπου ἀλλοῦ βρέθηκε στὴ ζωή του. Ἔγραψε τόσα, ὅσα δὲν μπορεῖ νὰ τὰ διαβάση ἕνας ἄνθρωπος σὲ ὅλην τὴ ζωή του! Ὅταν ἐπρόκειτο νὰ μαρτυρήση ὁ πατέρας του Λεωνίδας, ὁ 17χρονος Ὠριγένης τοῦ ἔγραψε τὸν ἑξῆς λόγο, «ἔπεχε, μὴ δι’ ἡμᾶς ἄλλο τι φρονήσης= πρόσεξε, μὴν ἀλλάξης γνώμη γιὰ χάρι μας».
Ὁ πράγματι σοφός Ὠριγένης κοντὰ στὰ πολλὰ μαθήματα καὶ βιβλία του, ποὺ δὲν σώθηκαν τὰ περισσότερα, διετύπωσε πρῶτος τὴν θεωρία «περὶ ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων». Δηλαδὴ οἱ ψυχὲς ποὺ ἀπέρχονται μὲ ὅποιο φορτίο ἁμαρτημάτων εἶχαν στὴ ζωή τους, θὰ φθάσουν κι αὐτὲς κάποτε στὴν τελείωσι, ἀφοῦ δαπανηθῆ τὸ κακό τους. Αὐτὸ θὰ ἐπιτευχθῆ μὲ μία ἢ περισσότερες μετενσαρκώσεις(!) σὲ ἄλλους κόσμους. Ὅταν φθάσουν στὴν τελείωσι, τότε συμφιλιώνονται μὲ τὸν Θεὸ καὶ κοινωνοῦν μὲ αὐτόν. Ὅταν συμφιλιωθοῦν τὰ πάντα, τότε θὰ ἀκολουθήση καὶ «ἡ ἀποκατάστασι τῶν πάντων». Δηλαδὴ τὰ πάντα θὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἀρχικὴ κατάστασι τῆς Δημιουργίας. Διότι τότε ὅλα τὰ δημιουργήματα ἦσαν μόνο πνευματικὰ καὶ εἶχαν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ἔτσι τὰ ἔσχατα θὰ γίνουν ὅπως τὰ πρῶτα. Τὰ πλάσματα ὅλα θὰ σκέπτωνται, θὰ βλέπουν καὶ θὰ κατέχουν τὸν Θεό. Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ ρυθμιστὴς ὅλων τῶν ἐνεργειῶν τους καὶ «τὰ πάντα ἐν πᾶσιν» (ἀπὸ ΕΚΚΛ. ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Π.Κ.Χρήστου τ.Α’β’ἔκδ. σελίδες 124-125).
Τριακόσια χρόνια μετὰ τὴν κοίμησί του ἡ Ε’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, τὸ 553, ἐξέδωσε ΙΕ’ ἀναθεματισμοὺς κατὰ τοῦ Ὠριγένη. Ὁ Α’ γράφει, «Εἴ τις τὴν μυθώδη προΰπαρξιν τῶν ψυχῶν καὶ τὴν ταύτῃ ἑπομένην τερατώδη ἀποκατάστασιν πρεσβεύει· ἀνάθεμα ἔστω». Στὸν ΙΔ’ ἀποκαλεῖ τὴν ἀποκατάστασι «μυθευομένην=μυθοπλασία» καὶ τὴν προΰπαρξι τῶν ψυχῶν «ληρωδουμένην=φλυαρία, μωρολογία», (Β’ τόμος Πρακτικῶν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων σελίδα 378-379 1η ἔκδοσις 1762 καὶ 2η ἐπανέκδοσι 1982 Καλύβη Προδρόμου Σκήτη Ἁγίας Ἄννης Ἅγιον Ὄρος). Αὐτὴ εἶναι ἡ τελικὴ ἀπόφανσι τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ τοῦ προβλήματος τῆς «ἀποκαταστάσεως».
Β’. Δεύτερος στὴ σειρὰ ἔρχεται ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης 335-395, ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ ὁποίου παραθέτουμε τὰ καιριώτερα λόγια ἀπὸ τὰ ἔργα του, τὰ ὁποῖα εἶναι ἡ βάσι τῆς θεωρίας τῆς «ἀποκαταστάσεως». Γράφει στὸ Περὶ κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου κεφ. 21, «Ἡ κακία ὅμως δὲν εἶναι τόσο ἰσχυρὸ πρᾶγμα, ὥστε νὰ ὑπερισχύση τῆς ἀγαθῆς δυνάμεως, οὔτε ἡ ἀβουλία τῆς φύσεώς μας εἶναι ἀνώτερη καὶ μονιμώτερη ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν τὸ τρεπόμενο καὶ μεταβαλλόμενο νὰ εἶναι ἐπικρατέστερο καὶ μονιμώτερο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι πάντοτε τὸ ἴδιο καὶ θεμελιωμένο στὸ ἀγαθό…
Ὅταν διανύση τὸ δρόμο τῆς κακίας καὶ φθάση στὸ ἀκρότατο μέτρο τοῦ κακοῦ, τότε τὸ ἀεικίνητο τῆς ὁρμῆς μὴ εὑρίσκοντας καμμιὰ στάσι τῆς φύσεως, καὶ ἀφοῦ περάση τὸ διάστημα τῆς κακίας, κατ’ ἀνάγκη στρέφει τὴν κίνησι πρὸς τὸ ἀγαθό. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἡ κακία δὲν προχωρεῖ ἐπ’ ἀόριστο, ἀλλὰ περικλείεται σὲ ἀναγκαῖα σύνορα, γιαὐτὸ τὸ πέρας τῆς κακίας τὸ διαδέχεται ἡ πορεία πρὸς τὸ ἀγαθό…
Ἑπομένως ὁ δρόμος μας θὰ ἐπανέλθη στὰ καλά, ἐφ’ ὅσον ἡ φύσι τῆς κακίας περιορίζεται σὲ ἀναγκαῖα σύνορα…Ἔτσι νομίζω ὅτι πρέπει νὰ σκεπτώμαστε καὶ γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Ὅτι ξεπερνώντας τὸ ὅριο τῆς κακίας, ὅταν φθάσουμε στὸ ἄκρο της, πάλι θὰ ζήσουμε μέσα στὸ φῶς, ἐφ’ ὅσον ἡ φύσι τῶν ἀγαθῶν περισσεύει ἀπειροπλάσια ἀπὸ τὸ μέτρο τῆς κακίας» (ΕΠΕ 5,150-154 καὶ ΜignePG44,201).
Γ’. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής, 580-662, ἀπαντώντας σὲ ἐρώτησι προσπαθεῖ νὰ δικαιολογήση τὴν θέσι τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης στὸ θέμα τῆς ἀποκαταστάσεως. Γράφει, «Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τρεῖς ἀποκαταστάσεις… Ἡ Τρίτη εἶναι αὐτὴ ποὺ κάνει ὑπερβολικὴ χρῆσι της στοὺς λόγους του ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Εἶναι ἡ ἀποκατάστασι στὴν ἀρχική της κατάστασι τῶν ψυχικῶν δυνάμεων ποὺ ὑπέπεσαν στὴν ἁμαρτία. Πρέπει δηλαδή, ὅπως ὅλη ἡ φύσι κατὰ τὴν ἀνάστασι θὰ ἀπολαύση τὴν ἀφθαρσία τῆς σάρκας σὲ χρόνο ποὺ ἐλπίζουμε, ἔτσι καὶ οἱ παραστρατημένες δυνάμεις τῆς ψυχῆς στὸ μάκρος τῶν αἰώνων πρέπει νὰ ἀποβάλουν τὶς μνῆμες τῆς κακίας ποὺ ἔχουν ἐναποτεθῆ σαὐτές. Ἀφοῦ δὲ περάσουν ὅλους τοὺς αἰῶνες χωρὶς νὰ βρίσκουν ἐμπόδιο, νὰ ἔλθουν στὸν Θεό, ποὺ δὲν ἔχει πέρας. Ἔτσι μὲ τὴν ἐπίγνωσι, ὄχι μὲ τὴ μέθεξι τῶν ἀγαθῶν, ν’ ἀναλάβουν τὶς δυνάμεις τους, ν’ ἀποκατασταθοῦν στὴν ἀρχική τους κατάστασι καὶ νὰ δειχθῆ ὁ Δημιουργὸς ἀνεύθυνος ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία» (Φιλοκαλλία ΕΠΕ 14Α,38 καὶ MignePG92,796).
ΜΕ τὰ ἀνωτέρω παρουσιάστηκε ἀκροθιγῶς καὶ ὄχι διεξοδικῶς «ἡ θεολογούμενη θεωρία τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων». Πῶς ξεκίνησε καὶ πῶς προχώρησε. Ἡ ἴδια θεωρία ποὺ ἀπέχει ἀπὸ τὸ σήμερα 1800 χρόνια πέρασε ἀπὸ διάφορα κύματα. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως ἔλαβε σαφῆ θέσι ἀναθεματίζοντας, ἔστω καὶ μὲ παρέλευσι ἐτῶν, αὐτὴν τὴν ἀμάρτυρη στὸ Εὐαγγέλιο θέσι. Ἑπομένως μποροῦμε νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸν λόγο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ μὴ σχοινοβατοῦμε σὲ ἀπίθανες θεωρίες, οἱ ὁποῖες μόνο ζημία προκαλοῦν σὲ ψυχὲς ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἐσταυρώθη. Ἂς μὴ φορτωθῆ καμμία ψυχὴ πελαγοδρομώντας σὲ θεωρίες στιβάζοντας βάρος τὸ ὁποῖο δὲν ἐξοφλεῖται μετὰ θάνατον. Διότι τότε μόνο κρίσι θὰ ἔχη. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι σαπουνόφουσκες. «Ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ ταῦτα κρίσις» (Ἑβραίους 10,27).
Κι ἂν ἕνας χαίρεται μὲ αὐτὴν τὴν θεωρία, ἂς τὴν ἔχη ὑπὸ ἰδίαν εὐθύνην, ἀφοῦ τὸν ἐκφράζη. Ὅμως ἂς μὴν τὴν διαδίδη δίκην ψώρας καὶ πανούκλας οὔτε καὶ σὲ μιὰ μόνο ἄλλη ψυχή. Διότι ἡ ποινὴ εἶναι καθορισμένη ἐκ στόματος Κυρίου. «Μυλόπετρα στὸ λαιμό του, ὅποιος σκανδαλίση ἕνα μικρούλη» (Ματθαίου 18,6·Λουκᾶ 17,2)!
Ἀδελφοί, συγχωρᾶτε με. Καλὴ Ἀνάστασι.
Κυριακὴ Βαΐων 1 Ἀπριλίου 2018
1111 λέξεις ἀρ.νι.μα.