ΕΙΝΑΙ γνωστὴ ἡ ἁλυσίδα τῶν παθημάτων τοῦ ἁγίου Ἰώβ. Χάνει πρῶτα ὅλην τὴν περιουσία του, ὕστερα τὰ παιδιά του καὶ τέλος τὴν ὑγεία του μὲ τὴν λέπρα. «Καὶ μὲ ὅλα αὐτά, ποὺ ἔπαθε, ὁ Ἰὼβ δὲν ἁμάρτησε»! Ὁ τελευταῖος πειρασμός του ὅμως ἦταν ἡ γυναῖκα του. Ἐρχόταν ἐκεῖ στὴν κοπριά, ὅπου καθόταν, γκρινιάζοντας γιὰ τὰ ὅσα βαριὰ τοὺς εἶχαν συμβεῖ.
Τοῦτο εἶναι ἀνθρώπινο. Ἂς πῆ κάτι, ὅταν πονᾶ ὁλόκληρος. Ὁ τελευταῖος της λόγος ὅμως ἦταν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖο δοξολογοῦσε ὁ ἅγιος σύζυγός της. Αὐτὴ ὅμως τοῦ ἔλεγε συνεχῶς, «εἰπὸν δὴ ρῆμα καὶ τελεῦτα». «Ἐπὶ τέλους. Πὲς κι ἐσὺ τοῦ Θεοῦ ἕνα λόγο, βρίσε τον, καὶ στὴν συνέχεια ψόφα». Μιλᾶς σὰν μιὰ ἀπὸ τὶς ἀνόητες γυναῖκες, τὶς ἀπαντοῦσε ὁ κατακρεουργημένος Ἰώβ. Ὥσπου δὲν ἄντεξε στὴν πίεσι τοῦ πειρασμοῦ καὶ ὁ Ἰὼβ καταράστηκε τὴν νύχτα ποὺ ἀνακοίνωσαν τὴν γέννησί του. «Μακάρι νὰ μὴ γεννιώμουν, νὰ ἐξαλειφόταν αὐτὴ ἡ νύχτα ἀπὸ τὶς ἡμέρες τοῦ χρόνου».
ΓΡΑΦΩ πάλι γιὰ τὸ ἴδιο θέμα τῶν ἡμερῶν τῆς Πτολεμαΐδος. Μοῦ διάβασαν ἢ ἄκουσα κιόλας τὰ σχόλιααααα, ποὺ εἶπαν καὶ ἔγραψαν πολλοί, καὶ πολὺ «εὔκαιροι» (ποντιακὰ), γιὰ τὴν δοξολογικὴ στάσι, ποὺ κράτησε ὁ Ὑπάτιος, ὁ δικός μας Ἰώβ, στὸν βαρὺ πειρασμὸ τῆς ζωῆς του. Σχόλια ὑβριστικά, κακόζηλα, σαχλὰ καὶ βλακώδη. Αὐτόκλητοι τιμητὲς καὶ δικαστές. «Δικό τους ψωμὶ τρῶν, καὶ ξένο γκαϊλὲ τραβοῦν». Δὲν ἀντέχουν οἱ καημένοι νὰ ἀκοῦν δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ ὁ ἀνθρωποκτόνος πατέρας τους. Αὐτὸς εἶναι ποὺ παρατρέμει καὶ ἀφρολυσσάζει, ὅταν βλέπη τοὺς Ἰὼβ ὅλων τῶν ἐποχῶν νὰ δοξολογοῦν τὸν Θεό, ὅταν δοκιμάζωνται κατὰ ποικίλους τρόπους. Ἀντίθετα δὲ ἀγάλλεται, ὅταν ἀκούη κατάρες καὶ βλαστήμιες. Ὅσα δὲν μπορεῖ νὰ τὰ πράξη ὁ ἴδιος, διότι φρίττει, σαὐτὰ ἐξωθεῖ τὰ λυωμένα σαχλοκούδουνα, τὰ τσιράκια του, γιὰ νὰ ἀναπληρώσουν τὰ ὑστερήματά του.
ΥΠΑΤΙΕ, εὐχόμαστε νὰ ἀντέξης καὶ σὲ τοῦτον τὸν πειρασμό. Εἶναι κι αὐτὸς μιὰ ἄλλη κατρανόμαυρη πόρσε μὲ πολλοὺς τόνους καύσιμα. Ὁ δὲ στόχος της εἶναι νὰ κάψη τὴν ψυχή σου. Συνέχισε μὲ τὴν ἴδια ἀνεξικακία. Ὅλοι προσευχόμαστε. «Εἶναι μεγαλείτερος ὁ Κύριός μας, ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἔχει γιὰ ἀφέντη του ὁ κόσμος».
Σάββατο πρωΐ 4 Μαρτίου 2017
Μὲ ἐν Χριστῷ ἀγάπη
π. Νικηφόρος