Οι καλές τέχνες υπήρξαν διαχρονικά εξέχον πολιτιστικό γνώρισμα κάθε λαού. Δεν είναι υπερβολή ούτε συνιστά εκδήλωση εθνικιστικού φρονήματος να υποστηρίξουμε ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας ανέπτυξαν τις καλές τέχνες σε πολύ υψηλό βαθμό,
όπως αναγνωρίζεται από ιστορικούς και κριτικούς τέχνης. Η δυτική Ευρώπη, κατά την «Αναγέννηση», επιχείρησε να μιμηθεί σε μεγάλο βαθμό τους προγόνους μας. Κύριο γνώρισμα της θεματολογίας υπήρξε τόσο η αρχαία ελληνική ιστορία όσο και η μυθολογία. Ήταν η εποχή, που οι λαοί της εξέρχονταν από τον σκοτεινό Μεσαίωνα και επιχειρούσαν να αποτινάξουν τον βαρύ ζυγό του δεσποτισμού, που είχε επιβάλει στη Δύση η φραγκογερμανική εισβολή και κατάκτησή της. Ο Μπέρτραντ Ράσσελ έγραψε ότι, η Δύση υποκαθιστούσε την συνείδηση ενοχής, που είχε επιβάλει στους λαούς η χριστιανική πίστη, με τη συνείδηση ελευθερίας, που χαρακτήριζε τους αρχαίους Έλληνες. Τόσο αυτός όσο και πληθώρα άλλων διανοητών άγευστοι του πνεύματος του Ευαγγελίου και των Πατέρων της Εκκλησίας ταυτίζουν τον θρησκευτικό ολοκληρωτισμό του Μεσαίωνα με το πνεύμα ελευθερίας, διάχυτο στη διδασκαλία του Χριστού. Παραβλέπει τόσο αυτός, όσο και πολλοί άλλοι, ότι πρωτοπόρο στην υιοθέτηση της ελευθεριότητας στην τέχνη υπήρξε το Βατικανό, όπως μαρτυρούν το πλήθος των γυμνών στην Καπέλα Σιξτίνα, ενώ ακόμη δεν είχε πλήρως εγκαταλειφθεί το αίσχος της «Ιερής εξέτασης»! Η ορθόδοξη εικόνα βρισκόταν σε μεγάλη ανυποληψία, ως μορφή τέχνης, καθώς ήταν πολιτιστικό γνώρισμα των «σχισματικών» της Ανατολής, τους οποίους αποστρεφόταν η φεουδαρχική Δύση! Και βέβαια την αποστροφή τόσο στην εικόνα, όσο και στον εκκλησιαστικό ύμνο (κείμενο και μουσική) και κατ’ επέκταση στο δημοτικό μας τραγούδι εκδηλώνουν όλοι οι δυτικόπληκτοι Νεοέλληνες!
Με την πάροδο του χρόνου και με την είσοδο στην περίοδο της νεωτερικότητας, οι καλές τέχνες ακολούθησαν την πορεία των δυτικών κοινωνιών, για να χαρακτηριστούν, κατά τον εικοστό αιώνα από την κυριαρχία του γυμνού ή την υποκατάσταση του αντιγράφου της φύσης από ακατανόητα για τους «αμυήτους» μορφώματα. Το πρώτο φανερώνει τον θρίαμβο των φροϋδικών αντιλήψεων και το δεύτερο τον σπαραγμό στο εσωτερικό του ανθρώπου, που έχει βυθιστεί στο υπαρξιακό κενό! Και ενώ πέρασε καιρός από τότε που ο Νίτσε διακήρυξε τον «θάνατο» του Θεού, ακόμη κάποιοι καλλιτέχνες παρουσιάζουν έργα τους με θρησκευτικό θέμα, όχι βέβαια με σκοπό να καλλιεργήσουν ευγενικά συναισθήματα, αλλά να εκδηλώσουν ασέβεια, αν όχι μίσος, προς την πίστη συνανθρώπων τους, που αποκαλούνται «απολιθώματα» του παρελθόντος. Και όλα αυτά στο όνομα της ελευθερίας της τέχνης! Βέβαια στην εποχή μας οι έννοιες ασυδοσία και ελευθερία έχουν ταυτιστεί πλήρως.
Κυρίαρχο υπήρξε κατά το πρόσφατο παρελθόν το σύνθημα «η τέχνη για την τέχνη»! Αλλά τα έργα τέχνης είναι μέσα επικοινωνίας του καλλιτέχνη με το κοινό, αφού δημιουργούνται για να εκτίθενται. Συνεπώς το σύνθημα είναι χωρίς νόημα και πολύ παραπλανητικό. Κάθε καλλιτέχνης, όσο και αν ισχυρίζεται ότι είναι «ελεύθερο πνεύμα» είναι υποχείριο της ιδεολογίας που ασπάζεται. Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός ήταν η μοναδική μορφή τέχνης στις ολοκληρωτικές κομμουνιστικές κοινωνίες. Στις αντίστοιχες καπιταλιστικές υπάρχει πλήρης ασυδοσία, που εξακοντίζεται μέχρι τον μηδενισμό. Κατά την πορεία μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας σε αστική κοινωνία δυτικού τύπου, ήταν επόμενο να υιοθετήσει αυτή τις τεχνοτροπίες, που επικράτησαν στη Δύση και υποκατέστησαν αυτές του παρελθόντος. Έτσι τα μουσεία ή οι εκθέσεις σύγχρονης τέχνης πληθαίνουν. Ας κάποιος χρησιμοποιήσει τον όρο ατεχνία αντί του όρου τέχνη, θα κεραυνωθεί ως άσχετος από τέχνη και αμύητος στις υψηλές δημιουργίες!
Όλες οι κλασικές μορφές τέχνης ωχριούν πλέον μπροστά στη νέα μορφή τέχνης, την κινούμενη εικόνα, τον κινηματογράφο (σινεμά στα νεοελληνικά, του ανερμάτιστου Νεοέλληνα, που δεν υποψιάζεται ότι η «γαλλική» αυτή λέξη είναι ελληνική)! Ένα κακόγουστο και χωρίς νόημα γλυπτό θα συναντήσουμε φευγαλέα σε κάποια πλατεία ή σε κάποιο δημόσιο κήπο. Ένα πίνακα μεταμοντέρνας ζωγραφικής θα δούμε, αν κάνουμε τον κόπο να επισκεφθούμε κάποια έκθεση. Συνήθως οι χώροι αυτοί είναι για κάποιους που ξεχωρίζουν από τον «χυδαίο» όχλο, τον «αμύητο». Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: τους έχοντες αναγάγει την τέχνη σε ιδεοληψία και στους φαντασμένους νεόπλουτους, σύγχρονους «μαικήνες» των καλλιτεχνών! Απεναντίας, η κινούμενη εικόνα της έβδομης τέχνης έγινε το alter ego του εαυτού μας, ιδιαίτερα, μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο του 20ου αιώνα, που εισήλθε σε κάθε οικία με τη μορφή της μικρής οθόνης, με καθοδικό σωλήνα, αρχικά, και υγρούς κρυστάλλους σήμερα!
ΟΙ τέχνες δεν είναι πρόσωπα, ώστε να ασκείται κριτική επ’ αυτών. Κάθε ανθρώπινο επίτευγμα είναι κατ’ αρχήν θαυμαστό. Η κινούμενη εικόνα είναι εξόχως θαυμαστή. Και μεγάλοι δημιουργοί προσέφεραν, κατά καιρούς, στους λαούς εκπληκτικά κινηματογραφικά έργα. Ήταν όμως αναπόφευκτο να κυριαρχήσουν και στη μορφή αυτή τέχνης οι δυνάμεις της φθοράς και διαφθοράς. Έτσι στις κοινωνίες, στις οποίες επεβλήθη ο πανσεξουαλισμός, η βία και το έγκλημα, τόσο η μεγάλη, όσο και η μικρή οθόνη έσπευσαν, με το αζημίωτο των παραγωγών, να προσφέρουν αυτό, που οι λαοί ζητούν. Βέβαια πλείστοι όσοι ομολογούν ότι, παρά την ένταση της διαφθοράς στις κοινωνίες, αρκετοί ακόμη σπαταλούν αρκετό χρόνο, ώσπου να βρουν κάτι που να βλέπεται. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, σπάνια βρίσκουν, καθώς οι τηλεοπτικές εκπομπές εκτείνονται από τον χώρο του φθηνού και ανούσιου θεάματος μέχρι τον χώρο του εκμαυλισμού των πολιτών. Και το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο απλά «προεδρεύει» χωρίς ενοχλητικές, για τους παραγωγούς, επεμβάσεις, ίσως γιατί τα διορισμένα με επιμέλεια μέλη του συμφωνούν με τους διαφθορείς.
Η μεγάλη οθόνη έχει δεχθεί ισχυρά πλήγματα από τη μικρή, καθώς στόχος της εξουσίας είναι η πλήρης ιδιώτευση των πολιτών με τον εγκλεισμό τους και αποτροπή των συνάξεων ακόμη και σε αίθουσα κινηματογράφου, όπου βέβαια δεν είναι επιτρεπτή η συνομιλία. Παρ’ αυτά κάποιοι επιμένουν να δημιουργούν. Είναι σημαντική η διαφορά της δημιουργίας από την παραγωγή. Καταξιωμένος σκηνοθέτης στην πατρίδα μας είναι ο Γιάννης Σμαραγδής με αξιόλογες δημιουργίες στο ενεργητικό του, όπως, «Καζαντζάκης», «Ο Θεός αγαπάει το Χαβιάρι» (Βαρβάκης), «El Greco» (Θεοτοκόπουλος), «Καβάφης», «Το τραγούδι της επιστροφής» και άλλα, ενδεικτικά του ενδιαφέροντός του να προβάλει Έλληνες, γνωστούς πέραν των συνόρων μας. Ο σκηνοθέτης είχε το σθένος να υπερασπιστεί την ταινία με θέμα τη ζωή του αγίου Νεκταρίου, στην οποία κάποιοι άσκησαν έντονη αρνητική κριτική στο όνομα δήθεν της τέχνης! Το 2021 δημιούργησε και τεκμηριωμένη προβολή του βίου (ντοκυμαντέρ) του μεγάλου Ιωάννη Καποδίστρια. Πρόθεσή του είναι να δημιουργήσει και κινηματογραφική ταινία με το ίδιο θέμα. Απευθύνθηκε στο ελληνικό κέντρο κινηματογράφου για οικονομική υποστήριξη και έλαβε αρνητική απάντηση. Οι αρμόδιοι, διορισμένοι βέβαια, απέφυγαν να εξηγήσουν τους λόγους στον καταξιωμένο σκηνοθέτη, ο οποίος δήλωσε ότι στην Ελλάδα είναι επικίνδυνο να είσαι πατριώτης. Τα χρήματα του ελληνικού λαού οι αρμόδιοι διαθέτουν κατ’ αποκλειστικότητα για παραγωγές εκχυδαϊσμού του λαού μας, καθώς, κατά ομολογία πολλών, οι ταινίες του συγχρόνου ελληνικού κινηματογράφου δεν βλέπονται! Αλλά μήπως οι σύγχρονοι άνθρωποι-τηλεθεατές έχουν να επιλέξουν κάτι καλύτερο; Βλέπουν ό,τι προβάλλεται, επειδή, όπως ισχυρίζονται οι εκμαυλιστές, προβάλλεται ό,τι επιθυμούν οι τηλεθεατές! Τις συνἐπειες ήδη υφιστάμεθα ως κοινωνία. Διάθεση να αλλάξουμε κατεύθυνση δεν έχουμε.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»