kavaxep4013-14 1alvep4014akΤην ώρα που ο π. Χαράλαμπος εκφωνούσε τον πανηγυρικό της ημέρας στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940 και τη στιγμή που αναφέρονταν στις κακουχίες των αγωνιστών στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, μια φωνή ακούστηκε -κάτι παραπάνω από ψιθυριστά- να λέει: «καλά τα λες παπά, αλλά εγώ τα έζησα!». Ήταν 95χρονος Αχιλλέας Καβουρίδης…

Λίγο αργότερα, όπως συνηθίζει τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με το τυπικό τελετουργικό, με συγκίνηση και λάμψη στα μάτια, ο μπάρμπα-Αχιλλέας Καβουρίδης, προσήλθε στο μνημείο πεσόντων να καταθέσει το στεφάνι σαν εκπρόσωπος των αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης. Στυλώνει το παράστημά του παρά τα 95 χρόνια που τον βαραίνουν και χαιρετάει ζωηρά στρατιωτικά. Τα μάτια του υγραίνονται… Ίσως το μυαλό του να ταξίδευε τούτη την ώρα στο αλβανικό μέτωπο…

Δέχτηκε με ευχαρίστηση να μιλήσουμε την ίδια μέρα, να μου πει την ιστορία του…

«Ήμουνα 22 χρόνων, γεννηθείς το 1918, είχα απολυθεί νωρίς από το στρατό σαν προστάτης, όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος με την Ιταλία. Με κάλεσαν και μένα, όπως και άλλους νέους από το χωριό, περισσότερους από τριάντα (30), να καταταγούμε σαν έφεδροι. Παρουσιαστήκαμε στην Κοζάνη, όπου μείναμε μια εβδομάδα και μετά μας πήγανε στη Νεάπολη. Εκεί εμένα και άλλους πέντε από το χωριό μας κατέταξαν στον 6ο λόχο στο 567 τάγμα Πεζικού. Οι χωριανοί που ήμασταν μαζί ήταν, ο Νικόλας Γιαννόπουλος (Μπουκλάς), ο Πασχάλης Λαμπρόπουλος, ο Θύμιος Παπαδόπουλος, ο Τσαμουϊάννης (Ιωάννης Τσάμος) και ο Τζινουβάγγελος (Ευάγγελος Τζιώνας). Θυμάμαι ακόμη τον Κουτσιακουτζίδη Ιωάννη από τα Κρανίδια, το Βαγγέλη Τρεύλα από το Τρανόβαλτο και τον πατέρα του παπα-Βαγγέλη.

Λοχαγός μας ήταν ο Ασημακόπουλος Νικόλαος από τον Πύργο Ηλείας, ένας αυστηρός αλλά πολύ καλός αξιωματικός. Διοικητής του τάγματος ήταν ο Οικονόμου Γεώργιος. Διμοιρίτης ο ανθυπολοχαγός Στάμκος Δημήτριος από τα Σέρβια. Εγώ ήμουνα βοηθός του πυροβολητή Μπουκλά Θωμά -δυο πυροβόλα είχε ο λόχος-, που ήταν ένας πολύ ικανός σκοπευτής και καλό παιδί.

[Παρένθεση: αφήνω τον Μπάρμπα-Αχιλλέα να ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του. Μιλάει ακατάπαυστα, συγκινησιακά φορτισμένος, με ονόματα και λεπτομέρειες λες και ήταν τόσο πρόσφατα, που με εκπλήσσει και με καθηλώνει…]

Γύρω στις 10-12 Νοεμβρίου 1940 μπήκαμε στην Αλβανία. Ο καιρός ήταν βροχερός, είχε πολλές λάσπες που μας δυσκόλευαν στην πορεία. Δεν βρήκαμε μεγάλη αντίσταση από τους Ιταλούς και μαζί με άλλα τάγματα καταλάβαμε και απελευθερώσαμε την Κορυτσά στις 22 Νοεμβρίου 1940. Μετά άρχισαν τα πολύ δύσκολα, όταν ανεβαίναμε τα βουνά και ο καιρός άρχισε να χαλάει άσχημα. Χιόνισε πρώτη φορά ανήμερα του Αγίου Νικολάου στις 6 Δεκεμβρίου. Το θυμάμαι καλά γιατί γιόρταζε ο λοχαγός μας. Το τι τραβήξαμε τις επόμενες μέρες δεν περιγράφεται. Όχι από τους Ιταλούς αλλά από το χιόνι και το κρύο. Και οι ρουμανόβλαχοι αλβανοί δεν μας δέχτηκαν καλά, μας έλεγαν ψέματα και μερικές φορές για να πάρουμε ψωμί τους απειλούσαμε με το πιστόλι. Τα Χριστούγεννα τα περάσαμε δύσκολα. Δεν μπόρεσαν να φτάσουν οι προμήθειες και φάγαμε ανάλατα φασόλια και μια κουραμάνα ανά 8 άτομα…

Όσο περνούσαν οι μέρες ο καιρός χειροτέρευε. Το χιόνι έφτανε τα 3 μέτρα. Φωτιά δεν μπορούσαμε να ανάψουμε, ιδίως τα βράδια, για να μη δίνουμε στόχο. Ταιριάζαμε το χιόνι σαν κρεβάτι και κοιμόμασταν. Με μια κουβέρτα από κάτω και μια χλαίνη από πάνω. Όλη τη νύχτα καθώς έλιωνε το λίγο χιόνι από κάτω, ακούγαμε ένα κρακ-κρακ. Βγάζαμε κάθε τόσο τα άρβυλα για 10-15 λεπτά για να μην πάθουμε κρυοπαγήματα. Ένα παιδί από την Καστοριά δεν τα έβγαζε, έπαθε κρυοπαγήματα και μας είπαν ότι του κόψανε το ένα πόδι… Στα αντίσκηνα που κοιμόμασταν βάζαμε ένα ξύλο ψηλό για να μας βρίσκουν στο πρωινό προσκλητήριο. Το κρύο ήταν ανυπόφορο. Έπιανες το όπλο και κολλούσε στο χέρι… Άλλο μεγάλο βάσανο ήταν οι ψείρες που είχαμε γεμίσει όλοι. Καίγαμε τα εσώρουχα για να γλυτώσουμε λίγη ώρα από το μαρτύριο αλλά γεμίζαμε πάλι. Δεν είχαμε πρόβλημα από ρουχισμό και κονσέρβες γιατί οι Ιταλοί οπισθοχωρώντας άφηναν γεμάτες ολόκληρες αποθήκες.

Εμείς προχωρούσαμε συνέχεια. Καταλάβαμε πολλά χωριά. Θυμάμαι την Πυργού, τη Δεσβίρα, τη Νίτσια, τα Μότσια, το Ζνάτι, το Γκουροτόπι... Όταν κάναμε επίθεση έπαιζε η σάλπιγγα και φωνάζαμε «αέρα» και οι Ιταλοί συνήθως το έβαζαν στα πόδια. Πιάσαμε και πολλούς αιχμαλώτους. Πολλοί ήταν μισθοφόροι από άλλα κράτη, μαυριδεροί από την Αφρική. Αντιστέκονταν μόνο οι αξιωματικοί τους. Θυμάμαι πολύ καλά την κορφή που μας δυσκόλεψε να την καταλάβουμε. Μας περικύκλωσαν αλλά καταφέραμε να ξεφύγουμε και να γλυτώσουμε. Το μέρος εκείνο το λέγανε Μνήμα της Γριάς.

Περνούσαν οι μέρες… Έφυγε ο χειμώνας ο βαρύς. Στις 5 Απριλίου 1941 πήραμε διαταγή να οπισθοχωρήσουμε. Οι Ιταλοί μας κυνηγούσαν, ενώ μας βαρούσε και η αεροπορία τους. Θυμάμαι ότι περάσαμε μια γέφυρα και καταφέραμε να την καταστρέψουμε την τελευταία στιγμή. Αν περνούσαν τη γέφυρα οι Ιταλοί δεν θα γλύτωνε κανένας μας. Εκεί στη γέφυρα, από μια ριπή αεροπλάνου, σκοτώθηκε ένα παλικάρι από το Ρύμνιο, Τσιαμουρτζής λεγότανε στο επίθετο, στο όνομα -δεν θυμάμαι καλά- νομίζω Αναστάσης.

Φτάσαμε στο Νόστιμο και στο Σκαλοχώρι όπου διαλύθηκε η διμοιρία μας και ο καθένας με δική του ευθύνη τράβηξε το δρόμο του…».

Υποκλίθηκα συγκινημένος, αναγνωρίζοντας ότι βρίσκομαι απέναντι σε έναν ήρωα… Ένιωσα κάποιες ενοχές, συναισθανόμενος ότι δεν του είχα αποδώσει μέχρι τώρα την αναλογούσα προσοχή και σεβασμό… Σεβασμό στην ιστορία του τόπου μου…

Στον τελευταίο εν ζωή Μικροβαλτινό ήρωα του αλβανικού έπους 1940-1941!

kavaxep4013-14 2kavaxep4013-14 3

Γιώργος Μαστρ.

Καταγραφή - Μικρόβαλτο 28.10.2013

(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Εν Μικροβάλτω..." - Α/Φ 26 - ΔΕΚ. 2013)

 Ο Αχιλλέας Καβουρίδης έφυγε από τη ζωή στις 20.4.2016

...σχολίασαν στο kozan.gr

Kavour.Ax.141028 2 

Σχόλια   

ΤΡΑΝΟΒΑΛΤΙΝΟΣ
+3 # ΤΡΑΝΟΒΑΛΤΙΝΟΣ 30-10-2014 18:00
Μεγάλη τιμή και υπερηφάνεια στον Καμβουνιώτη (εκ Μικροβάλτου) ήρωα του Ελληνοιταλικού πολέμου. Κάτι τέτοια περιστατικά με τέτοιους συμπατριώτες μας διασώζουν την τιμή και την υπόληψή μας στην ορεινή περιοχή των Καμβουνίων, όπου ζούμε. Είμαστε υπερήφανοι για τον Μπαρμπαχιλλέα !
Παράθεση
γιώργος
+2 # γιώργος 21-03-2016 21:08
αθάνατοι ήρωες
Παράθεση