Ἦταν κα’ τοὺν Μάη τ’1950. Ἦμαν ἀρραβουνιαζμέν’ μὶ τοὺν Χρήσου τ’παπαΝικόλα. Κατέφκα μὶ τοὺ γουμάρ’ στὰ Σέρβγια, γιὰ νὰ ψουνίσου. Ἅμα ψούντσαμι πήραμι τοὺν ἀνήφουρου γιὰ τοὺ χουργιὸ μαζὶ μὶ τς ἄλλις τς γναῖκις. Ἔφτασάμι ἀπάν’ στ΄Μαυρηράχ’ κι ξεκανάμι σιακάτ’ κα’ τοὺ Ρουγάζ’ κι τς Κατιρίντς τοὺν λάκκου.
Ἰτότι ἡ δρόμους ἦταν ἀκόμα σκέτου χῶμα. Δὲν τοὺν εἶχαν καλλιγώσ’ μὶ μαρμαρόπιτρις. Ἰκεῖ, νά, κι μᾶς προυφταίν’ δγυὸ στρατιουτκὰ αὐτουκίνητα π’τἄλιγαν Τζέϊμς. Σταμάτσαν κι ἀπ’ τοὺ ἕνα κατέφκι ἡ παπαΝικόλας. Μὶ λιέει, νύφ’ Φουρδίτου, ἄσι τοὺ γουμάρ’ νὰ τοὺ φέρν οἱ γναῖκις στοὺ χουργιὸ κι σὺ ἀνέβα στοὺ ἕνα τ’αὐτουκίνητου κι νὰ ἀνιβοῦμι στοὺ χουργιό. Ὢχ ἰμένα τὶ μὶ θέλτς; Μὶ θιρμόκουψι μαύρους ἵδρουτας. Πρώτ’ κι τιλιφταία φουρὰ ἦταν π’ἀνέφκα σὶ στρατιουτικὸ αὐτουκίνητου. Ποῦ νὰ κουτίσου νὰ πῶ ὄχ’ στοὺν Τρανό. Ἔμ, τοὺν λέου κι ‘γώ, νὰ ἀνιβῶ, ρὰ ἀφέντ’. Ἀνέφκα στοὺ ἕνα κι στἄλλου ἦταν ἡ Τρανός. Ἔφτασάμι στοὺ χουργιὸ ἀ κὶ πήγαμι ἴσια κάτ’ στὰ Μιχαλάθκα τ’ἁλώνια, ὅπ’ ἔχτζαμι τὰ κινούργια τὰ σπίτχια μας, π’μᾶς τὰ γκρέμσι ἡ σεισμὸς τς 13.5.1995. Ἰκεῖ ξιφόρτουσάμι τὰ δγυὸ τ’αὐτουκίνητα ἀπ’ ἦταν φουρτουμένα μὶ κιραμίδγια…
Τὶ εἶχι γέν’; Ἕνας ἀξιουματικὸς σιαπέρα κα’ νΚουζάν’ ἀντάμουσι τοὺν παπαΝικόλα κι τοὺν εἶπι, «θέλουμι καψόξυλα γιὰ τὰ μαγειρεῖα τ’Στρατοῦ. Μᾶς ἔσουσαν κι δὲ βρίσκουμι ἰδώϊας κουντά». Ἡ παπαΝικόλας πρόθυμους τοὺν λιέει. «Ἂν μὶ φουρτώστι τὰ κιραμίδγια ἀπ’ τοὺν Καντύλ’ κι νὰ τὰ πααίνουμι στοὺ Μκρόβαλτου, κατ’ἰδῶθι θὰ σᾶς τὰ καργαρώσου μὶ ὅσα καψόξυλα κι γκτζιούπχια δυνάζουντι νὰ φουρτώσν τὰ παλλικάργια». Μνιὰ κι δγυὸ λιέει κι ἡ ἀξιουματικὸς «ναί». Ἔτσ’ πῆγαν στοὺν Καντύλ’ κι φόρτουσαν τ’αὐτουκίνητα μὶ κιραμίδγια κι τὰ ξιφόρτουσάμι ἅμα ἔφτασάμι στοὺ χουργιὸ ἀ κὶ σκέπασάμι τὰ σπίτχια π’ καρτιροῦσαν ξισκέπαστα. Ἀφοῦ κέρασάμι τς στρατιῶτις ὕστιρα τς πῆγι κάτ’ στοὺ Ζντιάν’ κι φόρτουσαν ὅσα ξύλα μπόρσαν νὰ χουρέσν οἱ καρότσις τα.
Μό ρα, τὶ μνυαλὸ εἶχι κι αὐτὸς ἡ Τρανόζμας, μάνναμ’; Ἡ Γκισιλούλτς τοὺν ἴλιγι Τρανὸ κυπρί.
Θιὸς σχουρέστς ὅλ’ τς Τρανοί μας ἀ κὶ καλὴ ἀντάμουσ’.
Ἄει, παπαδγιὰ Ἀφρουδίτ’
Τρίτ’ 26.3.2019
μ’πήγαμι στοὺ χουργιὸ ἀφοῦ μ’πήραμι ἀνήμιρα τὰ Χριστοῦ 2018
γράψιμου ἡ γιός τς.
τὶ νὰ τοὺν κάντς κιαὐτόν;