καί θά τό μαρτυρήσω
πώς θά με φάει ο καημός
Έλατο αν δεν μυρίσω
Με πλάνεψαν οι όμορφες
οι αγναντερές ραχούλες
της Μπνάσιας της Πανώραιας
οι ξύλινες βρυσούλες
Θ' ανηφορίσω δέ βαστώ
το 'χω κρυφό μαράζι
περδικολάλημα γλυκό
ν' ακούσω σάν χαράζει
Το Βουητό του Έλατου
που λαχταράω τόσο
σαν χάδι στα εσώψυχα
θέλω να ξανανιώσω
Να δω τίς λάκκες τίς Τρανές
τ' άσωτα βοσκοτόπια
τα έρμα πιά τα γρέκια μας
τσαρδάκια στρουγκοτόπια
Στα μονοπάτια τα παλιά
Νά ξαναπερπατήσω
στο πιό ψηλό το σίραχο
να βγώ να τραγουδήσω
Τραγούδι μερακλήδικο
για λόγγο και για στάνη
καί ν' αγναντέψω ολόγυρα
το μάτι ώσπου φτάνει.
Από τά Χάσια στ' Άγραφα
στο Σμόλικα στη Γκιώνα
ως τού Ολύμπου την κορφή
στου Δία την κορώνα!
Ελεύθερη η σκέψη μου
ν' απαλοφτερουγίσει
σε μακρινούς Ορίζοντες
και πίσω να γυρίσει....
Πλαγιές ανήλιες να διαβώ
βουρτόπες να περάσω
καί στην Κουπάνα τ' Μοναχιά
να πάω να ξαποστάσω.
Να σκούξω ως πέεερα ν' ακουστώ
τ' αγρίμια να λακίσουν
ν' αντιλαλήσει η ρεματιά
οι Μνήμες να ξυπνήσουν
Εκεί στό Στάλο τόν Παλιό
να κλάψω να δακρίσω
να πιώ νερό κριστάλινο
και να κατηφορίσω.
Στο δρόμο για το γυρισμό
προτού ο ήλιος δύσει
κερί ν' ανάψω στ' Άη -Λιά
το ταπεινό ξωκλήσι.
Και να σταθώ καρτερικά
ώσπου να σβήσει η Πούλια
την ώρα εκείνη που ξυπνούν
τα ερημονυχτοπούλια.
Ν' ακούσω Αγριοκόκοτα
σάν παίρνει νά νυχτώνει
τής μοναξιάς παράπονο
απ'τη φωνή του Γκιώνη...
Βουνάσα μου άγγιγμα ψυχής
είναι το άρωμα σου
Ευλογημένος Εθισμός
είναι το αγνάντεμά σου.
Τ' ακούσματα σου οι πιό γλυκιές
οι νότες στη ζωή μας
η ανάσα σου ανάσα μας
η αύρα σου πνοή μας..
ΚΏΣΤΑΣ ΓΚΑΡΑΒΕΛΑΣ
ΓΕΝΑΡΗΣ 2024