ντελλ217Το θέατρο είναι ό,τι πιο εφήμερο. Το θέατρο είναι η ζωή. Ανεβαίνεις στην ορχήστρα και παίζεις. Κάθε παράσταση είναι ένα παιχνίδι. Κάτι παρασταίνεται, αποκαλύπτεται, οι σκέψεις γίνονται πράξεις. Οι πράξεις γράφονται ανεπίστροφα και γι' αυτό είναι τραγικές εξαρχής. Όπως η ζωή για τον ίδιο λόγο.

Η “Αντιγόνη” του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ντέλλα ανέβηκε στις 20 και 21 Ιουλίου του 2018 στη μικρή Επίδαυρο.

 
 

 

Ανέβαινα το δρομάκι προς τη χερσόνησο “νησί” από νωρίς. Σκυλιά ακούγονταν από μακριά να γαυγίζουν. Καμπάνες ακούγονταν να χτυπούν πένθιμα. Δεν ήταν άλλα σκυλιά. Δεν ήταν τυχαίες καμπάνες. Ο σκηνοθετικός τρόπος μάς υπέβαλε εξαρχής -ως μύηση. Όταν όλος ο τόπος προετοιμαζόταν να δεχτεί για μια ακόμα φορά το τίμημα προς την ελεύθερη πτήση.

Οι θεατές προσέρχονταν σιωπηλοί, με δέος. Σιωπηλά μάς υποδείκνυαν και τον τόπο από όπου θα παρευρισκόμασταν στην τελετή. Σιωπηλά καθόμασταν ως να ξεκινήσει το δράμα. Κάθε περιττή κίνηση ή λόγος φαινόταν ιεροσυλία. 

Σε κείνη την πρώτη μέρα μέσα στους εκατοντάδες θεατές ξεχώρισε στα μάτια μου ένα ζευγάρι με προβλήματα όρασης από την Άπω Ανατολή που τους οδηγούσαν προς τις θέσεις τους. Η παρουσία τους μες στην ορχήστρα έκανε την εσωτερική ένταση να οδηγείται προς τη συγκίνηση.

Η “Αντιγόνη” του Κωνσταντίνου Ντέλλα πάτησε με τα πόδια της γερά σε δυο μεγάλα αγκωνάρια. Το ένα ήταν ο χωροχρόνος του κλασικού, ο σοφόκλειος λόγος -με αυτά διέρρηξε την πραγματικότητά μας. Ο “λόγος” που μας ήρθε ως το απόσταγμα του ελληνικού λόγου μέσα από τη ρέουσα μετάφραση του ποιητή Νίκου Παναγιωτόπουλου. Ρέουσα όπως ζωντανεύω τα σωθικά της γλώσσας. Την κάνω σπαθί κι άλλοτε χάδι, γνωρίζω τον τρόπο, γιατί αναγνωρίζω βαθιά τον δρόμο. Και το αντίστροφο.

Κι έπειτα το σώμα αυτής της “Αντιγόνης” έγινε -μ' ένα άλμα που συνέβαινε στάγδην, τόσο όμως ώστε να το βλέπεις να διαγράφεται σε μια κίνηση αργή μιας φωτογραφικής λήψης- γινόταν αυτό το σώμα μια γέφυρα, όπου στην άλλη όχθη ήταν το αγκωνάρι του “νεοελληνικού”, ένας θρήνος επιτάφιος, από τον Άδωνι ως τον Χριστό, από τα νυχτέρια για τον νεκρό ως τα επιτάφια σπάργανα, το κρασί, τις χοές, τα άνθη του Επιταφίου, τα μοιρολόγια και τα επιτύμβια της Παλατινής. Το σώμα-γέφυρα ένωσε τα αδιαίρετα του λόγου και του τρόπου -αυτού που λέμε κατ' ουσίαν “ελληνικό”.

Ο Χορός αυτής της “Αντιγόνης” ήταν ένας Χορός που συνέβαινε σε δυο επίπεδα. Στο πρώτο ερμήνευαν τον μύθο τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα προσεγγίζονταν, απομακρύνονταν, άνοιγαν, έκλειναν, σπείρες, λαβύρινθοι νοητοί συντελούνταν, αγκαλιάζονταν, τραγουδούσαν -το πολυφωνικό ήταν ο τρόπος τους- έφευγαν κυνηγημένοι, σε απόγνωση, σε συστολή, στην ομφάλια θέση του εσωτερικού θρήνου.

Στο δεύτερο επίπεδο στέκονταν -ως βουβοί μάρτυρες- γέροντες και γερόντισσες που σε μια κορυφαία στιγμή ένωσαν τον θρήνο τους, αυτή τη “Νερατζούλα”, μαζί τους. Και μαζί μας, αν σκεφτείς ότι κάτι δικό μας ζητούσε εναγωνίως να βρει έξοδο να εκστομιστεί. Γίναν η φωνή μας.

 

Ο Χορός ήταν άντρες και γυναίκες από το ΚΑΠΗ του Δήμου της Επιδαύρου.

Ήταν επίσης μια οικογένεια ολόκληρη και κανονική, οι γονείς, τα δυο αγόρια τους -ίσως η νεκρή οικογένεια της Αντιγόνης.

 
 
Ήταν μαθήτριες από το Γυμνάσιο Λυγουριού που εισήλθαν βαστώντας στα χέρια τους αστόλιστο τον Επιτάφιο, για να τον στολίζουν αργά και καθ' οδόν της παράστασης, με κινήσεις όπως αυτές που αναγνωρίζεις να συντελούνται κάθε βράδυ Μεγάλης Πέμπτης. Η Έξοδος του Σοφοκλή ταυτίστηκε κατ' ουσίαν με την Έξοδο του Επιταφίου.
 
 

Η μουσική της παράστασης στηρίχτηκε στον Αλέξανδρο Κτιστάκη. Τη συντελούσαν τρεις μαθητές και ένας απόφοιτος του Μουσικού Σχολείου Πτολεμαΐδας. Τη συντελούσαν κοιτώντας προς την ορχήστρα, εκεί όπου και η φορά των χάλκινων που άφηναν τον πνευστό λυγμό τους -αυτό το κράτημα του πένθους προτού γίνει θρήνος. Εκεί όπου όλα φαίνονται τελειωτικά και είναι. Αυτό το τελειωτικό είχε ανατεθεί στο ένα κρουστό.
 

 

Τα πρόσωπα ορμούν στη καθημερινότητά μας και τη διασαλεύουν τόσο που να θέλει κανείς τώρα, τέσσερα χρόνια μετά, να μιλήσει για αυτό που ήταν κυρίως εμπειρία. 



Ποτέ δεν ξέρεις πόσο κουβαλάς από μια τέτοια εμπειρία -θέασης, ανάγνωσης, ζωής- και έρχεται μια στιγμή και θέλεις να την ακουμπήσεις κάπου έξω από σένα, να μετατοπιστεί αυτό το κοίταγμα, να το λάβουν κι άλλοι, έστω κι αν τίποτα δεν μπορώ να κοινωνήσω κατ' ουσίαν από αυτή την Εξόδιο τραγωδία που συντελούνταν ενώπιόν μας.

 

Οι φωτογραφίες έχουν παρθεί από τις παρακάτω κριτικές:

https://www.lifo.gr/culture/theatro/i-antigoni-toy-konstantinoy-ntella-ehei-atmosfaira-ellinikis-eparhias

https://www.catisart.gr/antigoni-sofoklis-konstantinos-ntellas/

https://www.presspublica.gr/konstantinos-ntellas-antigoni-toy-sofokli-mikro-theatro-archaias-epidayroy-20-amp-21-ioylioy/

ντελλ217

φωτογραφία: Κωνσταντίνος Ντέλλας