Αρχές Ιουνίου ήταν και η αρχή. Το Πνευματικό Κέντρο της πόλης της Πτολεμαΐδας φιλοξένησε μια διαφορετική παράσταση. Το διαφορετικό έχει να κάνει με το μη συνηθισμένο, το μη συνηθισμένο είχε να κάνει με τους ηθοποιούς, άτομα διαφόρων ηλικιών, που συνδέονται μεταξύ τους πρώτα μέσα από την αναπηρία τους, κυρίως όμως χάρη στον ισχυρό και συγκινητικό συνεκτικό ιστό που καλλιεργεί το “Κέντρο Φροντίδας Παιδιών ΑμεΑ Εορδαίας”.
Η παράσταση προετοιμαζόταν για μήνες. Έξι άνθρωποι, δασκάλες και εθελόντριες, η Φένια, η Συμέλα, η Μάρθα, η Πόπη, η Γεωργία, η μαθήτρια Λυκείου Ελένη, και πέντε από τους μαθητές τους που φοιτούσαν τότε στο 6ο Δημοτικό Σχολείο, ο Γιαννάκης, η Μαρσίντα, η Ροέλα, η Ελευθερία, η Κλέα, τρεις φορές την εβδομάδα συναντιόντουσαν με τα παιδιά του Κέντρου, χτίζοντας ένα μικρό θαύμα, την παράσταση “Κινηματογράφος αλά Ελληνικά και Ειδικά”. Μαζί τους και μέλη της Θρακικής Εστίας Εορδαίας και οπωσδήποτε το ίδιο το προσωπικό του Κέντρου. Οι άνθρωποι αυτοί ενώθηκαν και σκέπασαν το Κέντρο Φροντίδας με τρόπο απαράμιλλο. Με έναν ανόθευτο -από οποιεσδήποτε συμπληρώσεις βιογραφικών σημειωμάτων ή αποσπάσεις συστατικών επιστολών- εθελοντισμό. Η δική μας ευγνωμοσύνη είναι το μόνο και το ελάχιστο. Νιώθω πως ο καθένας από όλους αυτούς έχει ήδη εισπράξει μια αγάπη τόσο διαφορετική όσο και αλησμόνητη. Την αγάπη των ίδιων των παιδιών με αναπηρία. Γιατί δεν έπαψε ευτυχώς να συμβαίνει αυτό του Σαίξπηρ: “Δίνοντας τον εαυτό σου στην αγάπη, θα τον σώσεις”. Κάποιοι επιλέγουν τούτον τον δρόμο.
Οι δυο παραστάσεις του Ιουνίου ήταν μια πρόκληση και ένα ερώτημα: “Ποιος θα θελήσει να παρακουλουθήσει μια θεατρική παράσταση στην οποία συμμετέχουν άτομα με αναπηρία, αν δεν είναι συγγενής, φίλος ή άτομο με ευαισθησίες;” Οι παραστάσεις δεν είχαν να ζηλέψουν τα sold out των υπολοίπων “κανονικών” ή “τυπικών” παραστάσεων -αν και τι βαφτίζουμε “κανονικό”/ “τυπικό” είναι ένα άλλο τεράστιο και κάποτε εφιαλτικό ερώτημα. “Κανονικοί” και απολύτως “τυπικοί” είναι όσοι ευθύνονται για αυτή “την απέραντη πινακοθήκη φρικαλεοτήτων”, όπως το είδε ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος, που μας κληροδοτήθηκε και θα την κληροδοτήσουμε, έτσι ως μια παγκόσμια κληρονομιά που μεταδίδεται χέρι με χέρι, όπως το μίασμα, ας πούμε, ή ο λοιμός.
Οι άνθρωποι που τίμησαν με την παρουσία τους τις δυο βραδιές δεν ήταν συγγενείς απλά, φίλοι ή ευαισθητοποιημένοι. Δεν είχαν έρθει από υποχρέωση ή για το φαίνεσθαι και μόνο. Ήταν επιπλέον και κυρίως αυτοί οι αφανείς που υπάρχουν παντού και πάντα στα μετόπισθεν της ανθρωπιάς. Αυτοί που στηρίζουν με μια σιωπηλή αλληλεγγύη ό,τι δεν κατόρθωσε -τόσους αιώνες πια ελεύθερο- το ίδιο το ελλαδικό κράτος να σεβαστεί, να υποστηρίξει και να διασφαλίσει: τα αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώματα των ΑμεΑ, τον αγώνα της οικογένειάς τους επιπλέον, που κάποτε -και δεν είναι λίγες οι φορές- είναι υπεράνθρωπος. Λυπάμαι βαθιά που στηριζόμαστε μόνο σε αυτούς τους αφανείς, που ένας σύλλογος με 30 χρόνια λειτουργίας όπως είναι ο Σύλλογος Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων ΑμεΑ Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, στηρίζεται αποκλειστικά στα όποια έσοδα, τις όποιες χορηγίες, το όποιο δίλεπτο, χωρίς μια έμπρακτη και ειλικρινή και επιβεβλημένη κρατική συνδρομή, όπως είναι το αυτονόητο και το αξιοπρεπές, και την ίδια ώρα νιώθω επιπλέον την ευγνωμοσύνη μου για την ύπαρξή τούτων των “συνοδοιπόρων”, θα πω. Στα μάτια τους πολλές φορές είδα αγγέλους επί της γης, απόρησα με την αυτοθυσία τους, ελέγχτηκα για τον χρόνο που τόσο απλόχερα διέθεσαν, θαύμασα την ακατάπαυτη και αγόγγυστη οικονομική στήριξή τους.
Όλοι φύγαμε μια στάλα άνθρωποι παραπάνω εκείνα τα δυο βράδια. Και τούτη τη στάλα την οφείλουμε στα ίδια τα παιδιά, στο γέλιο, το πείσμα και την τόλμη τους. Την αγνότητά τους. Την οφείλουμε όμως και σε αυτούς τους ανθρώπους που δίχως τους η παράσταση δεν θα είχε γίνει ποτέ και που με αυτούς άτομα με ποικίλες αναπηρίες απλά έκαναν την αναπηρία τους προτέρημα και χάρισμα και χάρη. Έδωσαν σε μας τον λόγο τους ή την αδυναμία του λόγου, τις κινήσεις τους, την ιδιαιτερότητα των κινήσεών τους, άφησαν στα μάτια μας ανυπεράσπιστο τον διαφορετικό εαυτό τους. Δίχως ματαιοδοξία, την όποια φιλοδοξία και όλα τα υπόλοιπα τερτίπια των υπολοίπων μας. Χάρισαν γέλιο και κυρίως είδαν ότι το μπορούν. Το σπουδαιότερο ίσως που λανθάνει: είδαμε και εμείς οι “κανονικοί” ότι το μπορούν.
Κάποιοι ζήτησαν να επαναληφθεί αυτήν η παράσταση. Αυτή τη φορά για τα σχολεία. Η ιδέα ήταν εξαιρετική. Το να παρακολουθήσουν παιδιά ενός τυπικού σχολείου παιδιά με αναπηρία επί σκηνής ήταν ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση. Η πρόσκληση, με την έγκριση των Περιφερειακών Διευθύνσεων Α/Βαθμιας και Β/Βαθμιας Εκπαίδευσης του Νομού, στάλθηκε σε όλα τα σχολεία της Εορδαίας. Την παράσταση παρακολούθησαν στις 6 Νοεμβρίου το 2ο, 5ο, 6ο Δημοτικό Σχολείο Πτολεμαϊδας, μαζί με το Δημοτικό Σχολείο των Πύργων, το Ειδικό Νηπιαγωγείο και Δημοτικό Εορδαίας και το Ειδικό Εργαστήρι Εορδαίας. Στις 8 Νοεμβρίου το 3ο Γυμνάσιο και το 2ο Λύκειο Πτολεμαϊδας μαζί με το Ε.Ε.Ε.Ε.Κ. Πενταβρύσου. Θέλω να τα αναφέρω ένα-ένα, όπως ευχαριστεί κανείς από καρδιάς έναν-έναν που τον τίμησε με την παρουσία του σε μια γιορτή -και μάλιστα ανεπανάληπτη.
Ό,τι και να προσπαθώ να πω με τα παραπάνω δεν μπορεί να φέρει σε καμιά περίπτωση κάτι από ό,τι ζήσαμε αυτές τις μέρες. Οι ηθοποιοί καθήλωσαν το πιο απαιτητικό κοινό, αφού κανείς δεν μπορεί να πλανέψει τα παιδιά. Οι μαθητές αποθέωσαν άνευ προηγουμένου τους ηθοποιούς. Δεν υπήρχε μόνο συγκίνηση, όπως συνήθως υπάρχει σε αυτές τις περιπτώσεις. Δεν υπήρχε συμπόνια. Υπήρχε απλά χαρά και ενθουσιασμός και γέλιο πηγαίο -όπως παλιά θα πει κανείς. Ήταν επί ίσοις όροις. Και παραπάνω. Ήταν αυτό το παραπάνω που σε κάνει να νιώθεις άνθρωπος. Απλά άνθρωπος.
Όλγα Ντέλλα
8 Νοεμβρίου 2018