Όταν ήμουν μικρή κι ως κορίτσι από χωριό, θαύμαζα πάντα τους ανθρώπους των πόλεων, αυτούς που ήξεραν "γράμματα πολλά", την αστική ευγένεια, τους τρόπους και τις συμπεριφορές αυτών, που θεωρούσα πολύ ανώτερους από μένα. Νομίζω ότι αυτή είναι μία συνθήκη των περισσότερων εξ ημών που μεγαλώσαμε σε περιβάλλοντα μάλλον φτωχικά.
Το ίδιο συνέβαινε και στην Ελβετία, αφού ήμουν παιδί οικονομικών μεταναστών. Η αίσθηση ότι ήμασταν παιδιά ενός κατώτερου θεού και με περιορισμένες δυνατότητες με ακολουθούσε παντού.
Οσο περνούσαν τα χρόνια και με συνεχείς αγώνες να ξεφύγουμε από τις δύσκολες συνθήκες-για εμάς τους επαρχιώτες ήταν διπλή η προσπάθεια- με σπουδές, με όρεξη και με διάθεση να αλλάξει ο κόσμος τριγύρω. Διαπίστωνα συχνά ότι γύρω μου πολλοί άνθρωποι από την επαρχία, απαρνιούνταν την καταγωγή τους, απέφευγαν να την αναφέρουν συχνά και επεδίωκαν να συναναστρέφονται μόνο με αστούς που δεν θα τους θύμιζαν την προέλευσή τους. Ειδικά στα χρόνια της νιότης μου έβλεπα πολλές μεταμορφώσεις που δεν τις κατανοούσα και μία διάθεση μιμητισμού και αντιγραφής πολλών συνηθειών των ανθρώπων των πόλεων σε μια αγωνιώδη προσπάθεια απαλλαγής από τον ενδεχόμενο πόνο της μνήμης και της προέλευσης.
Η δημοσιογραφία υπήρξε για μένα μία τυχαία συνάντηση, αρκετή όμως για να απομυθοποιήσει κάθε γνωστό και διάσημο πρόσωπο και κυρίως να με βοηθήσει να οριοθετηθώ εκ νέου στη ζωή. Ο χρυσός που έλαμπε ήταν άνθρακας τις περισσότερες φορές, εξαιρώντας ίσως κάποιες σημαντικές μορφές της διανόησης και της Τέχνης. Αυτή ήταν η τυχερή πλευρά μίας σκληρής δουλειάς. Αυτό που μου απόμεινε ήταν μόνο η συνάντησή μου με τέτοια σπουδαία πρόσωπα, άξια λόγου και παραδειγματισμού.
Κι ύστερα ήρθε και η ψυχοθεραπεία για να απομυθοποιήσει ακόμα και το τελευταίο ψήγμα αμφιβολίας σχετικά με την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων. Το "αυτονόητο" και οι απλές συμβουλές των γιαγιάδων και των γονιών μου, απλών ανθρώπων, απέκτησαν ξαφνικά τόσο μεγάλη διάσταση που ήταν σαν το βιβλικό "άνοιγμα των ουρανών". Καταρρίφθηκε κάθε μύθος γύρω από τη σημαντικότητα των ανθρώπων με βάση το επάγγελμα ή τον βαθμό διασημότητάς τους ή την αστική τους καταγωγή.
Σήμερα η απλότητα είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση και η πιο δύσκολη συνάμα. Οι άνθρωποι που γνώρισα στη ζωή μου και είναι άξιοι μνημόνευσης είναι οι πιο απλοί άνθρωποι του κόσμου, οι πιο σοφοί και φωτισμένοι ήταν οι πιο απλοί και λιτοί στις συμπεριφορές, απαλλαγμένοι από κάθε αστικό μύθο, αλλά με ένα δικό τους ιδιαίτερο φως. Έφτασε η σπουδαιότητα οποιουδήποτε να έχει μετατεθεί σε μια φράση, σε ένα βλέμμα, σε μια κίνηση και όχι σε έναν τραπεζικό λογαριασμό, ένα επάγγελμα ή ένα φως "νέον" τεχνητό.
Συναναστράφηκα με ο,τι "γυάλιζε" με ο,τι αποτελούσε ελίτ παντός τύπου μα πάντα η αίσθηση της κενότητας με ακολουθούσε. Σήμερα, είμαι πιο πλήρης από ποτέ, απαλλαγμένη από ρόλους, τρόπους ή συμπεριφορές που δεν είναι δικές μου. Και απολαμβάνω ένα απόγευμα με ψωμί, τυρί κι ελιές που η γιαγιά μου επέλεγε ή ακόμα κι ο φτωχός Καζαντζάκης στη νότια Γαλλία. Προς θεού δεν συγκρίνω. Η κουρνιάζοντας σε μια μόνο γωνιά του -στ' αλήθεια γιατί- τεράστιου σπιτιού μου, γιατί εκεί αγναντεύω καλύτερα το βουνό, απέναντι. Χρειάζομαι τόσο λίγα, είμαι ευτυχισμένη μέσα από τη λιτή ζωή μου και στη μνήμη μου πάντα οι απλές συμβουλές των δικών μου. Η επιστροφή μου στον αρχικό χώρο μου σε μια ζωή τόσο τραχιά και σκληρή και δύσκολη που είναι τελικά και η πραγματική δύναμή μου. Κάθε λέξη των πρώτων φροντιστών μου ακουμπάει τρυφερά στην ψυχή μου, κατευνάζει κάθε πάθος, ορμηνεύει, συντηρεί και μεγεθύνει την απλότητα.
Είμαι χαρούμενη και γεμάτη από τη ζωή που μου έδωσαν οι δικοί μου, σε ένα φτωχό χωριό, μία ευρωπαική πόλη, μία ελληνική πόλη. Μου έδωσαν όλη τη δυναμική και την ασφάλεια του "ανήκειν". Μέσα από τον πλούτο της αγαθής ορμήνιας.
Βρίσκομαι εν ειρήνη. Με το μέσα μου, το έξω μου. Και κυρίως δεν έχω να αποδείξω τίποτα και σε κανέναν. Είμαι ένα κορίτσι από χωριό, που κάθε όνειρο που είχε, το έκανε πραγματικότητα. Και τώρα, "επιστρέφει". Στο πρωτόλειο. Και αληθινό. Και κανείς πλέον δεν είναι ανώτερός του αλλά ούτε και κατώτερος.
Δώρα Μακρή
Μαδρίτη
Αυτοβιογραφικό της Δώρας Μακρή
Η Δώρα Μακρή γεννήθηκε στην Ελβετία από έλληνες μετανάστες και σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, χωρίς να καταλάβει γιατί το έκανε. Κατάγεται από το Λιβαδερό Κοζάνης.
Έμπλεξε τυχαία με τη δημοσιογραφία για 30 χρόνια, τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες και περιοδικά χωρίς επίσης να καταλάβει γιατί το έκανε. Θεωρούσε πάντα τον εαυτό της άνθρωπο του πεζοδρομίου γι αυτό και αποφάσισε να μελετήσει τους ανθρώπους μέσα από την Ψυχοθεραπεία Gestalt, της οποίας την εκπαίδευση ολοκλήρωσε στη Μαδρίτη.
Είναι εθελόντρια στον Ερυθρό Σταυρό κι ακούει τον πόνο των ανθρώπων. Ακόμα δεν ξέρει τι θα γίνει όταν μεγαλώσει!. Ξέρει να επικοινωνεί με τις πέτρες, τα δέντρα, τα φυτά και ενίοτε και με τους ανθρώπους. Ζεί στη Μαδρίτη πάνω από 20 χρόνια και έχει πρόβλημα νοσταλγίας. Ανησυχεί για το μέλλον της κόρης της και του περιβάλλοντος και για να ισορροπεί ασχολείται με το περιβόλι της που την επιστρέφει σε πρωτόλειες πρακτικές. Γράφει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί πράγματα που δεν θεωρεί σημαντικά, παρατηρώντας τον κόσμο. Δεν τελειώνει ποτέ ό, τι αρχίζει γιατί κάτι άλλο κεντρίζει το ενδιαφέρον της. Τίτλο τιμής θεωρεί τον χαρακτηρισμό της ως "αστείας" που της προσδίδουν οι φίλοι της κόρης της.
Ταξιδεύει όποτε μπορεί και ξεσηκώνει τα παζάρια και τους αντικέρ. Δεν ζηλεύει την ψευτοδιανόηση αλλά τους απλούς ανθρώπους.
Όταν μεγαλώσει ελπίζει ότι, μπορεί και να ωριμάσει, επιτέλους!