Ἡ γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων γιορταζόταν μέχρι τὸν 4ο αἰῶνα τὴν 6η Ἰανουαρίου μαζὶ μὲ τὰ Θεοφάνεια. Δηλαδὴ Γέννησι Χριστοῦ καὶ Βάπτισι γιορταζόταν μαζὶ μὲ τὸ ὄνομα Ἐπιφάνεια. Μέχρι νὰ καθορισθῆ ἡ τέλεσι τῶν Χριστουγέννων στὶς 25 Δεκεμβρίου πέρασε διάφορες φάσεις καὶ συνδυασμούς.
Γεγονὸς εἶναι ὅτι καθιερώθηκε καὶ γιορτάστηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ρώμη στὰ μέσα τοῦ 4ου αἰῶνος ἐπὶ πάπα Λιβερίου 352-366. Σχεδὸν συγχρόνως εἰσήχθη στὴν Καισάρεια ἀπὸ τὸν Μ.Βασίλειο τὸ 379. Ὑπάρχει ὁμιλία του «εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν» ΡG 31,1457-1476. Στὸν μεγάλο Ναὸ τῆς Ἀντιοχείας γιορτάσθηκε τὸ 386, ὅταν τὴν 20η Δεκεμβρίου ὁ πρεσβύτερος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐκφώνησε ὁμιλία στὴν μνήμη τοῦ μακάριου Φιλογόνιου ΡG 48,752 ποὺ εἶχε διατελέσει ἐπίσκοπός της. Στὴν ὁμιλία του αὐτὴ λέγει γιὰ τὴν γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων, «καὶ γὰρ ἑορτὴ μέλλει προσελαύνειν, ἡ πασῶν τῶν ἑορτῶν σεμνοτάτη καὶ φρικωδεστάτη, ἣν οὐκ ἂν τις ἁμάρτοι Μητρόπολιν πασῶν τῶν ἑορτῶν προσειπών. Τίς δε ἐστιν αὕτη; Ἡ κατὰ σάρκα τοῦ Χριστοῦ Γέννησις».
Στὴν Κωνσταντινούπολι εἰσήχθη ἐπὶ Γρηγορίου Θεολόγου 379-385. Στὰ δὲ Ἱεροσόλυμα τὸ 431. Ἐπὶ Ἰουστινιανοῦ διαδόθηκε σὲ ὅλην τὴν Ἀνατολὴ πλὴν τῆς Ἀρμενίας, ἡ ὁποία διετήρησε ἑνωμένες τὶς δύο ἑορτὲς Χριστουγέννων καὶ Φώτων. Τὰ Φῶτα ἔλαβαν τὸ ὄνομά τους ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου «εἰς τὰ Φῶτα». (Τὰ στοιχεῖα ἀπὸ ἄρθρο Γ.Μπεκατώρου ΘΗΕ τ.12,350-354).
ἀρ.νι.μα.
24Δεκ2020