ΕΤΣΙ τὸ ἔλεγε ἡ γιαγιὰ Ἀνθοῦσα, ἡ νεωκόρος κάποτε τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βεβαίως ἐννοοῦσε, «τὸ ἀπολωλὸς πρόβατον ἐγώ εἰμι». Ἔλεγε κι ἄλλον ἕναν λόγο, «Ἔ Θέ’ μ’ Παναΐα μ’ νἀποδεδίζωσε», ἂν τὸ γράφω καλά.
Ἕνα τέτοιο χαμένο καὶ «ἀπολωλὸν πρόβα..» εἶδα σήμερα Τρίτη 25 Ὀκτ. στὴ 1 τὸ μεσημέρι στὴν αὐλή τ’ ἉηΚοσμᾶ μας.
Στὴν Πτολεμαΐδα ποὺ πῆγα τὸ πρωΐ εἶχα ἰδεῖ κι ἄλλο ἕνα καὶ μὲ πόνους πολλούς. Ἐτοῦτο δέ, ἐνῶ φαινόταν χαμένο ἢ στὰ χαμένα, ὅμως εἶχε δίπλα του ἕναν ὑπέροχο φύλακα! Ἕνας ὁλόμαυρος σκύλος τοῦ κοπαδιοῦ ἔφυγε ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη τσομπανοσκυλοπαρέα του κι ἀκολούθησε τὸ «ἀπολωλὸν πρόβα..» στὴν τεθλασμένη πορεία τῆς ἀπωλείας του. Ἐπειδὴ δὲ μπορεῖ νὰ ἦταν καὶ ὀλίγον ἄρρωστο καὶ ταλαιπωρημένο, ὁ φύλακας ἔσκυβε στὸ λαιμό του καὶ ἢ ἔγλυφε κάποια πληγή του ἢ κάτι τοῦ ἔλεγε στὸν ἀπογνωσμένο λογισμό του. Ἴσως καὶ νὰ τοῦ ἔδινε θάρρος, γιὰ νὰ μὴν τὰ χάση, μέχρι νὰ ξανἄβρη τὸν ἀπωλεσθέντα δρόμο του καὶ τὸν εὔδιο λιμένα τοῦ μαντριοῦ του!
Μὰ τὶ μαῦρος σκύλος κι αὐτός!!!
Τὴν ἴδια ὥρα μπροστὰ στὸν Ἅγιο Σιλουανὸ ἕνας ἄλλος ἔπαιρνε τὸν ἀπωλεσθέντα κυρ Μέντιό του. Πλανήθηκε κι αὐτός, γιὰ νἄβρη πρασινάδια, ἀλλὰ κατέληξε στὴν αὐλὴ τ’ ἉηΚοσμᾶ. Τὸν ἔδεσε ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητό του τὸ ἀφεντικὸ μὲ τὴν «συγκυργιά» (πῶς παράγεται αὐτὴ ἡ λέξι δὲν ξέρω=σχοινὶ χοντρὸ ὡς προέκτασι στὸ καπίστρι), καὶ μὲ ἀργὴ πορεία ἔφυγαν.
ΥΠΕΡΟΧΗ εἰκόνα ἡ πρώτη. Δάκρυσα. Ποιὸς μαῦρος μπορεῖ νὰ τὴν ἐφαρμόση; Νὰ ἀφήση τὸ κοπάδι καὶ τὴν καλοπέρασι τῆς παρέας του, νὰ πλανηθῆ στὰ κατσάβραχα, νὰ βρῆ τὸ «ἀπολωλὸν πρόβα..», νὰ γλύψη τὶς πληγές του, νὰ στεργιώση τὸν πεσμένο λογισμό του, κι ἂν χρειασθῆ νὰ τὸ φορτωθῆ στὸ λαιμό του, (ὅπως κάναμε μικροί, ὅταν χάναμε κάνα ἀρνί μας) κι ὕστερα πορεία πρὸς τὸ κοπάδι κι ὥς τὸ μαντρί!!!
Ἔστι ἐλπίς.Ἔχει ὁ Θεός.
Ζητεῖται ΜΑΥΡΟΣ!!!
Δεήθητε τοῦ Κυρίου τῶν ἀπολωλότων νὰ βγάλη ΜΑΥΡΟΥΣ.
ἀρ.νι.μα. 25.10.2016