Η ΛΕΞΙ στὸ λεξικὸ σημαίνει ρίπτω κάτι πλησίον, ἢ διατρέχω τὸν κίνδυνο νὰ πράξω κάτι, ἢ ρίπτω κατὰ μέρος, ἢ περιφρονῶ. Αὐτὰ μὲ τὴν σημασία του στὸ λεξικό.
Τὸ ρῆμα αὐτό, ὡς ἀπαρέμφατο παραῤῥιπτεῖσθαι, τὸ βρίσκουμε στὸν ὑπέροχο Ψαλμὸ 83,11,
...καὶ ποιὸς Ψαλμὸς τοῦ Ψαλτηρίου δὲν εἶναι ὑπέροχος! Εἶναι ὁ Ψαλμὸς ποὺ διαβάζεται στὴν Θ’ ὥρα πρὶν τὸν ἑσπερινό. Ἐκφράζει δὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὸν πόθο τοῦ πιστοῦ πρὸς «τὰ σκηνώματα», γιὰ τὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ.
«Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων, ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου. Ἡ καρδία μου καὶ ἡ σάρξ μου ἠγαλλιάσαντο ἐπὶ Θεὸν ζῶντα». Μὲ πόσον πόθο ἐκφράζεται ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός! «Ἑκάστη λέξις εἰς ἔρωτα θεῖον πυρσεύει τὴν γνώμην» (Θεοδώρητος MignePG 80,1540). «Ἡ κάθε λέξι τοῦ Ψαλμοῦ ἀνάβει στὸν λογισμό μας θεῖον ἔρωτα! Κι ὄχι μόνο ἡ ψυχή, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα συμμετέχει σαὐτὴν τὴν πνευματικὴ εὐδαιμονία, ἀφοῦ κι αὐτὸ ἔχει σίγουρη τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως».
Στὴ συνέχεια ἀκολουθεῖ μιὰ πανέμορφη εἰκόνα. «Καὶ γὰρ στρουθίον εὗρεν ἑαυτῷ οἰκίαν καὶ τρυγὼν νοσσιὰν ἑαυτῇ». Ὅπως δηλαδὴ περιπλανῶνται τὰ σπουργίτια καὶ τὰ τρυγόνια, ὅταν δὲν ἔχουν φωλιά, ἀλλὰ μόλις τὴν βροῦν ἀναπαύωνται πλέον ἐκεῖ, ἔτσι κι ἐμεῖς. Κάποτε περιπλανιούμασταν. Ὅμως τώρα βρήκαμε, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, σίγουρη φωλιὰ στὰ σκηνώματα τοῦ Κυρίου. Τώρα πλέον ἐρχόμαστε, στὰ θυσιαστήριά σου, γιὰ νὰ πάρουμε τροφὴ ἀπὸ Σένα. Φωλιὰ καὶ ἀπόλαυσι ἀγαθῶν γιὰ μᾶς εἶναι τὰ ἅγια θυσιαστήριά σου, Κύριε. Ἀνοίγουμε τὸ στόμα μας στὴν σωτήρια τροφή , ὅπως τὰ χελιδονάκια, ὅταν ἔρχεται ἡ μάννα, γιὰ νὰ τὰ ταΐση. Στὸ τέλος πόσο διαφέρει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ἕνα χελιδονάκι ἢ ἕνα σπουργιτάκι, ποὺ πέφτει ἀπὸ τὴ φωλιά του;
«Ἐξελεξάμην παραρριπτεῖσθαι, ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον, ἢ οἰκεῖν με ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν». Φθάσαμε καὶ στὸ παραρριπτεῖσθαι τοῦ τίτλου τοῦ σημειώματός μας. Προτιμῶ, λέγει, νὰ εἶμαι παραπεταμένος μὲ περιφρόνησι στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ μου περισσότερο παρὰ νὰ κατοικῶ σὲ παλάτια ἁματωλῶν. «Τόσο ἀξιαγάπητος μοῦ εἶναι ὁ ναὸς τοῦ Κυρίου, ὥστε προτιμῶ νὰ εἶμαι καταγῆς πεταμένος καὶ νὰ σέρνωμαι μπροστὰ στὶς θύρες του» (Θεοδώρητος 1544).
«Θέλω, λέγει, νὰ εἶμαι στὶς αὐλὲς τοῦ Κυρίου παραπεταμένος μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς ἄσημους, παρὰ νὰ εἶμαι σὲ παλάτια, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι σκηνώματα Κυρίου, ἀλλὰ ἁμαρτωλῶν, ποὺ παραβαίνουν τὸν νόμο τοῦ Κυρίου. Θέλει ὁ προφήτης νὰ κληρονομῆ μαζὶ μὲ τὸν ληστή, ποὺ εἶναι ὁ εὐτελέστερος κοντὰ στὸν Θεό. Ἢ μὲ τὴν Χαναναία ἡ ὁποία ζήτησε νὰ μαζέψη τὰ ψίχουλα ἀπὸ τὴν τράπεζα τοῦ Κυρίου, παρὰ νὰ εἶναι μαζὶ μὲ τὸν Καϊάφα καὶ τὴν ἐκλεκτὴ συμμορία του. Νὰ προσευχώμαστε σὰν ἐκτρώματα μαζὶ μὲ τὸν Παῦλο καὶ ὄχι σὲ παλάτια ἀσεβῶν. Νὰ εἴμαστε μὲ τὴν πόρνη, ποὺ ἔβρεχε μὲ τὰ δάκρυά της τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ σκούπιζε μὲ τὰ μαλλιά της» (Ἰω. Χρυσ Στὸν Ψαλμὸ 83 ΜignePG 55,737).
αρ.νι.μα. 19.10.2016