papadimitriou apostΚατά την τρίτη Κυριακή των νηστειών η Εκκλησία προβάλλει για προσκύνηση τον σταυρό του Χριστού. Στην εποχή μας την άκρως αντισταυρική, ως αντιθυσιαστική, ο σταυρός θεωρείται άξιος καταφρόνησης και απαξίωσης. Έχουμε ξεπέσει στην κατάντια των ανθρώπων της εποχής του Χριστού.

Έγραψε ο Απόστολος Παύλος: «Οι Ιουδαίοι ζητούν σημάδι και οι Έλληνες σοφία, εμείς όμως κηρύσσουμε Χριστό σταυρωμένο, που είναι σκάνδαλο για τους Ιουδαίους και ανοησία για τους Έλληνες». Τα έγραψε αυτά σε μία από τις δύο επιστολές του προς τους Κορίνθιους Έλληνες. Στους Αθηναίους δεν έστειλε επιστολή. Και βέβαια η δίψα της σοφίας δεν διέκρινε τους Κορίνθιους, αλλά τους Αθηναίους. Οι Κορίνθιοι διακρίνονταν για το εμπορικό τους δαιμόνιο και τη ροπή προς την τρυφηλή και ακόλαστη ζωή. Είναι λοιπόν εντυπωσιακό το ότι υπήρξαν κατά πολύ πιο δεκτικοί στη κήρυγμα του Αποστόλου σε σχέση με τους γείτονές τους Αθηναίους. Το λαϊκό ρητό «με τον σταυρό στο χέρι» δεν κάνεις προκοπή» είναι ασφαλώς μεταγενέστερο και μάλιστα στη «χριστιανική» πλέον κοινωνία μας!

Υπόδουλοι οι Εβραίοι επί έξι και πλέον αιώνες είχαν σχηματίσει για τον μεσσία (Χριστό) την εικόνα εγκόσμιου ελευθερωτή. Η έλλειψη διάθεσης να τεθεί επικεφαλής ενός απελευθερωτικού αγώνα σε συνδυασμό με την καυτηρίαση της υποκρισίας τους ήταν ανυπόφορες. Αλλά η πολεμική αντιπαράθεση συνεπάγεται θυσίες. Αυτό διαχρονικά αποβάλλεται ως σκέψη από τους πολεμιστές, που στρατεύονται στην υπηρεσία ηγεμόνων εμπαθών, αλαζονικών, αρχομανών, προθύμων να θυσιάσουν λαούς και όχι να θυσιαστούν γι’ αυτούς. Βέβαια υπάρχει στις περιπτώσεις αυτές ισχυρό το κίνητρο στη σκέψη της νίκης: Η αρπαγή με τη λεηλασία του νικημένου και η απόκτηση αξιωμάτων στο πλευρό του νικητή ηγεμόνα. Και είναι τόσο ισχυρό το κίνητρο, ώστε να υπερνικάται η σκέψη της πιθανότητας απώλειας του βίου.

Χαίρε των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα. Με αυτό και με πολλά άλλα εγκωμιάζεται η Θεοτόκος Μαρία στον «Ακάθιστο» ύμνο. Ο τόκος της με τη διδασκαλία Του και με την επί γης βιωτή Του μας άφησε ανυπέρβλητο διαχρονικά πρότυπο. Η αναζήτηση στο ομιχλώδες τοπίο του ιδεαλισμού των τρόπων υπέρβασης των ανθρωπίνων μικροτήτων κατέστη με τον Χριστό χωρίς νόημα πλέον. Και όμως οι φιλόσοφοι και οι διανοητές δεν πείσθηκαν και θεώρησαν τη διδασκαλία του Χριστού μωρία. Δεν πείσθηκαν για προφανείς λόγους. Η αναζήτησή τους δεν συνεπαγόταν από δέσμευση σε κάποιο χρέος. Αν αυτό δεν είναι τόσο εμφανές στους αρχαίους προγόνους μας, που μας άφησαν και λαμπρά παραδείγματα ήθους, όπως ο Σωκράτης, δεν ισχύει για τους στοχαστές κατά τη νεωτερικότητα, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ψευδέστατα ότι επανανακάλυψαν τον στοχασμό των αρχαίων προγόνων μας. Ο Πλάτων είχε τονίσει: «Επιστήμη χωριζομένη αρετής πανουργία και ου σοφία φαίνεται». Η σύγχρονη φιλοσοφική αναζήτηση χαρακτηρίζεται από την «ύβριν», με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, δηλαδή την αλαζονεία και την υποκατάσταση της θείας αυθεντίας από την ανθρώπινη (ανθρωποκεντρισμός). Και για μεν τους αρχαίους στοχαστές υπάρχει κάποια δικαιολογία. Όπως και οι Εβραίοι έτσι και οι Έλληνες εν πολλοίς ήσαν επηρεασμένοι από την κοσμική δύναμη, τη δύναμη των όπλων και των λόγων (σοφίας). Και ναι μεν ο τραγικός Αγάθων διατύπωσε την πολύ ενδιαφέρουσα υπόμνηση προς τους άρχοντες, κατά πώς πρέπει να άρχουν, ο Χριστός όμως υπερακόντισε τη θέση του Αγάθωνα όχι μόνο με λόγια (οι δοκούντες άρχειν των εθνών) αλλά και έργα (νίψημο ποδιών των μαθητών Του). Για τους εγωπαθείς κατόχους της ανθρώπινης σοφίας η παρουσία του Χριστού, του κατ’ εξοχήν ανατροπέα κάθε κατεστημένης εξουσίας ή ιδεολογίας, ήταν ανυπόφορη. Οι στοχαστές, κατά τη νεωτερικότητα, είναι αναπολόγητοι, επειδή,  αυτοπροβαλλόμενοι ως απελευθερωτές, οδήγησαν στην κατάντια τις δυτικές κοινωνίες.

Διατυπώθηκε κατά τον 20ο αιώνα η άποψη ότι ένας επιστήμων δεν έχει κίνητρο να καταστεί μάρτυς. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για τον διανοούμενο. Και οι δύο δρέπουν δάφνες με τις επιτυχίες τους, γίνονται υποκείμενα θαυμασμού, διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Προς τί η θυσία; Αν ο Χριστός, συλλογίζονται, είχε στοιχειώδη σύνεση, διαφορετική θα ήταν η συμπεριφορά του ενώπιον του Πιλάτου, κατά την υπόμνηση ότι είχε την εξουσία να τον σταυρώσει ή να τον απολύσει. Αν και οι μάρτυρες είχαν στοιχειώδη σύνεση, θα εξαπατούσαν τους δημίους τους θυσιάζοντας ψευδώς για να αποφύγουν το μαρτύριο. Σύνεση «βαφτίζεται» και από εκκλησιαστικά ακόμη πρόσωπα η δειλία και ο συμβιβασμός! Η θυσία είναι η εκ των ουκ άνευ για τη δόμηση κοινωνιών, διακρινομένων από τις άλλες των ζώων, όπου κυριαρχεί το ένστικτο. Βέβαια πιο συνήθης στην ανθρώπινη ιστορία υπήρξε η θυσία των άλλων για την επικράτηση αλαζόνων ηγεμόνων. Πολύ λιγότερο απασχολεί τους σύγχρονους στοχαστές η αιματοβαμμένη ιστορία του ανθρώπου από του να πλήξουν και να ευτελίσουν τη θυσιαστική αγάπη του Χριστού! 

Η θυσία πάντως προβάλλεται και στην προχριστιανική κοινωνία. Τη βλέπουμε λαμπρή στο πρόσωπο του μυθικού βασιλιά της Αθήνας, του Κόδρου. Αλλά η θυσία προκαλεί τους δουλωμένους στα πάθη, τους συμβιβασμένους και πρόθυμους να υπηρετήσουν τους ισχυρούς της ημέρας έναντι ευτελών, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Χριστού, ανταλλαγμάτων. Γι’ αυτό και αδυνατούν να εκφράσουν τη στοιχειώδη συμπάθεια προς το θύμα τρομακτικής διαχρονικά κακοδικίας. Επιχειρούν να εξαφανίσουν από το προσκήνιο της ιστορίας το νέφος των χριστιανών μαρτύρων τριών αιώνων και των άλλων, στη συνέχεια, των νεομαρτύρων της τουρκοκρατίας και της εποχής μας υπό ολοκληρωτικά καθεστώτα. Η θυσία είναι χωρίς νόημα, για τους ανθρώπους που θεωρούν τον εαυτούλη τους επίκεντρο του σύμπαντος και δεν προσδοκούν ανάστασιν νεκρών.

                Οι στοχαστές της συμφοράς ενοχλούνται ακόμη και απ’ εκείνους που θυσιάστηκαν για την πατρίδα, όπως ο Κόδρος. Επιχειρούν να αμαυρώσουν τη θυσία των αγωνιστών του 1821 προβάλλοντάς τους ως αιμοβόρους και άγριους. Και είναι τόσο τυφλοί από το πάθος τους, ώστε να εξωραΐζουν τον ζυγό δουλείας, για να υποτιμήσουν τη θυσία των ηρώων του Γένους μας! Επιχειρούν ακόμη να αμαυρώσουν τον λαμπρό πρώτο κυβερνήτη της χώρας και εθνομάρτυρα, τον Ιωάννη Καποδίστρια. Τιποτένιοι, δουλωμένοι σε πάθη και στην εξουσία, η οποία τους αμείβει για την «προσφορά» τους αποδομούν, όσα εκείνοι, με τη θυσία τους έκτισαν, για να απολαύσουν οι απόγονοί τους, όσα εκείνοι δεν ευτύχησαν υπό ζυγό δουλείας με πρώτιστο την εθνική ελευθερία. Αλλά η ελευθερία αυτού του είδους δεν είναι το πάν. Ο άνθρωπος παραμένει δουλωμένος, όταν δεν έχει τη συναίσθηση ότι πρέπει να αγωνίζεται διαρκώς για την απόκτηση της πνευματικής ελευθερίας, δηλαδή για την υπέρβαση των αδυναμιών και των παθών του με την άσκηση, καθ’ υπόδειξη του Χριστού, δηλαδή με τη θυσία. Αλλά οι δημαγωγοί, γόητες πλανώντες και πλανώμενοι, έπεισαν ότι η θυσία δεν έχει νόημα στις σύγχρονες κοινωνίες. Έτσι αυτές κατάντησαν να συγκροτούνται από ανθρώπους με φρόνημα άκρως αντιθυσιαστικό και αντιηρωικό. Δυστυχώς και στις «χριστιανικές» κοινωνίες αναζητούνται δρόμοι παράκαμψης του «Γολγοθά». Τις συνέπειες τις γευόμαστε.

                                                                                «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»      

papadimitriou apost