Οι επέτειοι έπαψαν πλέον να πανηγυρίζονται και εορτάζονται υποτονικά. Φαίνεται όμως να έχει ατονήσει και η λυσσαλέα επίθεση κατά του έθνους, καθώς θεωρείται δεδομένη η υπέρβαση των εθνών στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης.
Δεν είναι όμως δύσκολο να επισημάνουμε ότι δεν έπαψε εντελώς και η πολεμική, που στοχεύει στο να καλύψει με πέπλο λήθης το παρελθόν μας, ως προϋπόθεση για την επιτυχή πορεία προς το μέλλον υπό τις διαμορφωμένες ή, τουλάχιστον, διαμορφούμενες διεθνώς καταστάσεις.
Κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, όταν ακόμη η φτώχια μάστιζε ευρέα στρώματα του λαού μας, παρά τον έντονο κοινωνικό διχασμό, που επέφερε ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε, υπήρχε έντονη πνοή κατά τις εθνικές επετείους. Αυτή οφειλόταν στο ότι δεν είχε δοθεί ακόμη το σύνθημα της εθνικής κατεδάφισης, καθώς κυρίαρχη τότε μορφή διεθνισμού ήταν ο κομμουνισμός. Βέβαια οι νικητές του εμφυλίου φρόντιζαν να μη μάθουμε στην ιστορία μας τα μύρια όσα πάθαμε εξ αιτίας των «φίλων», «συμμάχων» και μετέπειτα «εταίρων» μας. Η ιστορία διδασκόταν ωραιοποιημένη και στα βιβλία δεν χωρούσε το τραγούδι της Βέμπο «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μας», επειδή ανέφερε ότι οι «σύμμαχοι» μας την έσκασαν με μπαμπεσιά! Και αργότερα, όταν η κομματική αντιπαράθεση εντάθηκε και πάλι κυρίαρχο ερώτημα ανεδείχθη το ποιος είπε το ΟΧΙ. Ο Μεταξάς ή ο λαός; Και στην περί «όνου σκιάς συζήτηση» δοκιμαζόταν για μία ακόμη φορά η εθνική ομοψυχία και χάναμε από τον ορίζοντα το έπος του 1940-41. Το ΟΧΙ το είπε ο Μεταξάς, καθώς κανένας δεν είναι πρόθυμος να παραδώσει την οικία του σε ιταμό ομοϊδεάτη. Το είπε και για δύο ακόμη λόγους. Γνώριζε το θέλημα του λαού, επί του οποίου είχε επιβληθεί δικτατορικά, αλλά και του επικυριάρχου, της Αγγλίας, η οποία ήθελε πάση θυσία να ενταθεί η αντίσταση στην εξάπλωση του «Άξονα». Γι’ αυτό ακόμη και σήμερα επικρίνεται η συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου και εγκωμιάζονται η μάχη της Κρήτης και ο «Γοργοπόταμος». Και δεν συσχετίζονται αυτά ουδόλως με τη «μπαμπεσιά», που μας στέρησε την Κύπρο και τη Βόρεια Ήπειρο, μας οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο, στα σεπτεμβριανά της Κωνσταντινούπολης (1955) και στην εισβολή και κατοχή τμήματος της Κύπρου (1974).
Ασφαλώς το ΟΧΙ ήταν θριαμβευτική εποποιία του λαού μας. Και σ’ αυτήν, σπάνιο συμβάν, δήλωσαν άπαντες παρόντες, ακόμη και οι διωχθέντες από το δικτατορικό καθεστώς. Το θλιβερό πάντως είναι ότι εκείνοι αρχικά δεν είχαν κατά νου πρωτίστως την προσωπική δοκιμασία, αλλά την πολιτική της «μεγάλης» ΕΕΣΔ και του «πατερούλη»! Αλλά και οι άλλοι ποτέ δεν επέτρεψαν στον λαό να αντιληφθεί την αγγλοδουλεία τους! Και οι μεν, αρχικά, και οι δε, κατά τη μεταπολίτευση, αγωνίστηκαν να υποτιμήσουν στο έπακρο τη συμβολή του θρησκευτικού συναισθήματος στο έπος του 1940. Όμως τα γραπτά μένουν και θα είναι στη διάθεση των επερχομένων γενεών. Το καταθέτει ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι, που τόνισε στα απομνημονεύματά του ότι ο τορπιλισμός της «Έλλης» υπήρξε το συμβάν, που ένωσε κατά τρόπο θαυμαστό τους Έλληνες, τους σε κάθε ιστορική περίοδο διχασμένους και, γι’ αυτό, συνήθως κατατροπούμενους. Και δεν υπήρξε πρωτίστως εθνική η προσβολή από τη βύθιση του αντιτορπιλικού, αλλά θρησκευτική. Το καταθέτουν δημοσιογράφοι και λογοτέχνες, που περιέγραψαν τον ενθουσιασμό των μαχητών, που βεβαίωναν ότι μ’ εκείνους συμπολεμούσε η Παναγία! Το καταθέτουν στα απομνημονεύματά τους οι ίδιοι οι μαχητές, που περιγράφουν θαύματα της Παναγίας εκεί στα βουνά, που τα ανέσκαβε το πυροβολικό του εχθρού, που δεν έφθαναν τα μουλάρια της επιμελητείας, που το ξεροβόρι νέκρωνε τα άκρα, αν δεν αφαιρούσε και ζωές. Όλα αυτά είναι σήμερα απαγορευμένα κείμενα και μόνο κάποιοι εκπαιδευτικοί που «όρισαν να φυλάγουν Θερμοπύλες» τα ανασύρουν κατά τις επετείους. Από τότε που κατέρρευσε ο κομμουνισμός και τον προλεταριακό διεθνισμό αντικατέστησε ό άλλος της παγκοσμιοποίησης, ο κατά πολύ πιο επικίνδυνος για τους λαούς του πλανήτη, οι κρατούντες οδηγούν τον λαό μας στην εγκατάλειψη του πατριωτισμού, ταυτίζοντάς τον, κακοποιώντας τη θαυμάσια γλώσσα που μας κληρονόμησαν οι πρόγονοί μας, με τον εθνικισμό. Τί και αν ο τελευταίος είναι γέννημα και θρέμμα των «φίλων» και «συμμάχων» μας της Δύσης; Σήμερα, που αυτοί φαίνεται να έχουν ξεπεράσει τις αντιπαλότητες, που οδήγησαν στους δύο άκρως αιματηρούς πολέμους του 20ου αιώνα, τα έθνη, οδηγούνται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, όπως και οι θρησκείες παλαιότερα, ως υπεύθυνα για τις συρράξεις διαχρονικά! Κανένας δεν θα αποκαλύψει πού βρήκε το ναζιστικό καθεστώς την οικονομική δυνατότητα να συγκροτήσει σε μικρό χρονικό διάστημα την τρομακτική εκείνη πολεμική μηχανή. Ούτε πάλι θα προβάλει την άποψη του Καμύ ότι στη Νυρεμβέργη στην ουσία κατηγορούμενος ήταν ο δυτικός μηδενισμός, αλλά οι νικητές περιορίστηκαν να καταδικάσουν τις πιο κραυγαλέες κατά της ανθρωπότητας ενέργειες.
Πάντως οι της εξουσίας και οι περί αυτήν επωφελούνται από τον εορτασμό των καταργηθησών ακόμη εθνικών επετείων και προβάλλονται από τα μέσα ενημέρωσης με λόγους περί εθνικής ομοψυχίας και υψηλού φρονήματος λαού και ενόπλων δυνάμεων, που ελάχιστα πείθουν και τον πλέον αφελή. Δυστυχώς η ξύλινη γλώσσα κατακτά έδαφος και μ’ αυτήν εξοικειώνεται ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του λαού μας. Και αν ευρεθεί κάποιος από τους ανύστακτους φρουρούς της πατρίδας, που εκείνη τη μέρα τολμήσει να απευθύνει διάγγελμα και όχι κούφια λόγια προς τον λαό μας, διάγγελμα, που κατ’ ανάγκη αναμεταδίδουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, που ενέχονται για την πνευματική διάβρωση του λαού μας, κάποιοι «υπερπροοδευτικοί» σπεύδουν να τον καταδικάσουν με την κατηγορία του εθνικιστή! Όσο για τους σταθμούς επανορθώνουν το «σφάλμα» τους με το ποικίλο πρόγραμμα, που ελάχιστα διακόπτεται για να τιμηθεί η επέτειος. Λίγες «φθηνές» κινηματογραφικές ταινίες εξωπραγματικού «ηρωισμού» και αρκετές συνεντεύξεις με παρελαύνοντες μαθητές και μαθήτριες, στις οποίες καταβάλλεται προσπάθεια να εμφανιστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι μαύροι μαθητές. Ποτέ όμως η συσκευή εικονοληψίας δεν έχει στραφεί στην Αφρική, όπου σκελετωμένα παιδιά αργοπεθαίνουν, λόγω της άγριας εκμετάλλευσης των χωρών τους από τους «πολιτισμένους» και, γι’ αυτό «αναπτυγμένους». Εφέτος δόθηκε έμφαση και σε κοπελιές με μανδήλες, χωρίς να συνειδητοποιήσουν τον κορεσμό του ελληνικού τηλεθεάμονος κοινού από τις εκμαυλιστικές προβολές γυμνών ή ημιγύμνων γυναικών, «απελευθερωμένων» μετά τις κατακτήσεις των τελευταίων δεκαετιών!
Δεν διακατέχομαι από τα αισθήματα των συμπατριωτών μας, που έχοντας καταληφθεί από τον τρόμο για το μέλλον του έθνους, ρέπουν προς τις ολοκληρωτικές ιδεολογίες, που υπόσχονται την καθαρότητα και το μεγαλείο της φυλής, κατά το πρότυπο των δυτικών ολοκληρωτισμών. Η παράδοσή μας δεν επιτρέπει αυτό το ολίσθημα. Μας έμαθε να δεχόμαστε τον κάθε ξένο από την αρχαιότητα, ιδιαίτερα εκείνον, που η ανάγκη φέρνει κοντά μας. Όμως είναι ακραία αφέλεια να υιοθετούμε την άφρονα πολιτική των υποταγμένων κρατούντων, που τονίζουν ευκαίρως ακαίρως ότι το αριθμητικό έλλειμμα εκ της δημογραφικής γήρανσης θα αναπληρώσουν οι μετανάστες. Ίσως κάποιοι από αυτούς, και ιδίως οι μη μωαμεθανοί Αφρικανοί, θα καλύψουν ένα μέρος. Από κάποιους όμως από τους μωαμεθανούς, όχι βέβαια όλους, στο μέλλον θα λάβουμε «καλό» μάθημα όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί. Προσωπικά χαίρομαι και επαινώ όλα τα παιδιά των μεταναστών, που διακρίνονται στη χώρα μας. Καταγγέλλω όμως τους υπεύθυνους για τον εκπατρισμό εκατοντάδων χιλιάδων ικανών και φερέλπιδων νέων, λόγω της κατάντιας της χώρας μας, στην οποία οι ασκούντες την εξουσία ξέμαθαν να λένε ΟΧΙ. Αλλοίμονο αν ξεμάθει και ο λαός μας.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»