Οι παρελάσεις τελικά θα πραγματοποιηθούν εφέτος, παρά την απειλή της πανδημίας, καθώς η Πολιτεία εγγυάται την επάνοδό μας στην κανονικότητα. Βέβαια ως κανονικότητα εννοούμε στον καιρό μας την ευχέρεια να απολαμβάνουμε την ελαφρότητα του είναι μας.
Η επάνοδος στην κανονικότητα των ωραίων και υψηλών ίσως χρονίσει!
Το 1940 γράφηκε το τελευταίο μεγάλο έπος της φυλής μας. Τότε ένας ποιητής μας κάλεσε τον λαό μας να μεθύσει με τ’ αθάνατο κρασί του 21. Φαίνεται ότι πράγματι μέθυσε τόσο ο λαός μας, ώστε ελάχιστο κρασί απόμεινε για τις επερχόμενες γενιές. Το σόσμα ήπιαν οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ και πάει τέλειωσε! Έκτοτε βιώνουμε μεγάλη παρακμή, που δεν καλλιεργεί διάθεση πανηγυρισμών κατά τις μεγάλες επετείους. Και πολύ μεγάλη επέτειο έπρεπε να πανηγυρίζουμε εφέτος, τα 200 χρόνια από την έναρξη της εποποιίας για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Βέβαια δεν είναι πρωταρχικό στον πανηγυρισμό κάποιου έπους η παρέλαση. Όχι επειδή κάποιοι απάτριδες την πολεμούν ως κατάλοιπο στρατοκρατικών και αντιδημοκρατικών καθεστώτων, αλλά επειδή και αυτή έχει ευτελιστεί από τους παρελαύνοντες εφήβους, νέους , που πουλούν μαγκιά, και νέες, που θεωρούν ότι παρελαύνουν σε επίδειξη οίκου μόδας. Έχει ευτελιστεί περισσότερο από την αδυναμία ή την αδιαφορία των παρελαυνόντων να συγχρονιστούν με τον ρυθμό της μουσικής που ανακρούεται και να βηματίσουν κατά τρόπο ορθό. Και βέβαια η ευθύνη δεν βαρύνει τους εφήβους, που ο άκρατος λαϊκισμός τους έχει προικίσει άωρα με υπερβάλλουσα κρίση, αλλά γονείς, πρωτίστως, εκπαιδευτικούς και Πολιτεία ακολούθως.
Συνηθίζαμε από την άλλη μέχρι και πριν από λίγες δεκαετίες να εξωραΐζομε το παρελθόν αποφεύγοντας συστηματικά να προβάλλουμε τις μελανές σελίδες της ιστορίας μας, ωσάν να μην είχαμε να διδαχθούμε κάτι απ’ αυτές, όπως από εκείνες που γράψαμε εξ αιτίας της διχόνοιας, της προαιώνιας κατάρας της φυλής μας. Η διχόνοια στάθηκε η αιτία να μη δικαιωθούν τα αίματα των μαρτύρων του έθνους και να χρειαστεί στο τέλος η παρέμβαση των ισχυρών, για να σχηματισθεί τελικά το μικρότατο και θνησιγενές νεοελληνικό κράτος, το βαρυφορτωμένο από τον επαχθή δανεισμό ήδη πριν τη σύστασή του. Η διχόνοια οδήγησε εκείνους, που έπρεπε να θυσιαστούν για την ανόρθωση του έθνους, στην υπηρεσία των ξένων, οι οποίοι έκτοτε μας διαφεντεύουν. Άλλος το ήθελεν αγγλικόν άλλος ρούσικον και άλλος γαλλικόν έγραψε θυμόσοφα ο Μακρυγιάννης. Και ποιος το ήθελε ελληνικόν ή ρωμαίικον, όπως εκφραζόταν τότε ο λαός μας; Μόνο το άδολο κομμάτι του λαού μας, που δεν είχε διάθεση να προσδεθεί στο άρμα παραγοντίσκου, ο οποίος έλαμπε ως ετερόφωτος «αστέρας», προσδεμένος στο άρμα ισχυρού παρά την κεντρική εξουσία. Όχι πως και εκείνος στο κέντρο ήταν αυτόφωτος. Τα φανταχτερά φώτα των «προστατών» πέφτοντας επάνω του τον έκαναν λαμπρό! Έτσι τα οτζάκια της τουρκοκρατίας, όπως αποκαλούσε ο δούλος λαός μας τους ισχυρούς προκρίτους, διαδέχθηκαν τα νέα τζάκια στην υπηρεσία των νέων διαφεντευτών. Από μέλη των ισχυρών οικογενειών εκλέγονταν οι κατά καιρούς πολιτικοί ηγέτες, εκλεκτοί και του ξένου παράγοντα. Βέβαια κατά καιρούς προβάλλονταν και καινοφανείς «αστέρες», οι οποίοι διέκοπταν την ανιαρή εναλλαγή στην εξουσία των ίδιων προσώπων. Κατά κανόνα πάντως η οικογενειοκρατία συμπλήρωνε την κληρονομική βασιλεία, που επέβαλαν οι «προστάτες» μας. Βέβαια η «κληρονομική» διαδοχή στους θώκους εξουσίας φαινόταν περίτεχνα να γίνεται ελέω λαού! Σήμερα που έχει καταργηθεί η βασιλεία με δημοψήφισμα, η κληρονομική «δημοκρατία» την έχει πλήρως υποκαταστήσει. Tο σύστημα εξουσίας επιφέρει κατά καιρούς διακοπές συνεχίζοντας να προβάλει καινοφανείς «αστέρες», όταν το πλήθος των σκανδάλων κατά την άσκηση της εξουσίας επιφέρει γενική αναταραχή και αναστάτωση.
Με τον τρόπο αυτό διακυβέρνησης πορευτήκαμε ως νεοελληνικό κράτος από το 1832. Οι «προστάτες» μας έδειξαν κατ’ επανάληψη τις άγριες εναντίον μας διαθέσεις, καθώς δεν συνέπιπταν επί το πλείστον τα συμφέροντά τους με τα εθνικά μας δίκαια. Ιδιαίτερα εχθρική, όπως και καθ’ όλη τη διάρκεια του επαναστατικού αγώνα υπήρξε η Αγγλία, η οποία σταδιακά εκτόπισε από τη χωρία των «προστάτιδων» δυνάμεων τις δύο άλλες και ανέλαβε πλήρως τον έλεγχο επί της χώρας μας αντιτιθέμενη στην όποια προσπάθεια να επεκταθεί αυτή, ώστε να περιλάβει στους κόλπους της και το μέρος του λαού μας που ακόμη στέναζε υπό ζυγό δουλείας. Κάποιες εκπλήξεις κατά καιρούς, όπως η φιλογερμανική στάση του βασιλιά Κωνσταντίνου, προκάλεσαν την ωμή επέμβαση των «προστατών» με τραγικές τις συνέπειες για τη χώρα μας (εθνικός διχασμός, μικρασιατική καταστροφή).
Και ενώ η χώρα μας προσπαθούσε να επουλώσει τα χαίνοντα τραύματα από την υποδοχή πληθώρας προσφύγων, οι νικητές «προστάτες» μας αξιοποιούσαν προς όφελός τους τα πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου της Μέσης Ανατολής και τις πρώτες ύλες από τις αποικίες που απέσπασαν από τους Γερμανούς. Υπό τις συνθήκες αυτές και λόγω των επαχθών πολεμικών αποζημιώσεων που επέβαλαν στους ηττημένους, έστρωσαν τον δρόμο για την άνοδο των ναζιστών στην εξουσία, οι οποίοι ετοίμασαν το έδαφος για την εκδίκηση και την αποκατάσταση του μεγαλείου της χώρας τους! Και βέβαια αυτά δεν έγιναν εν κρυπτώ, αλλά εντελώς φανερά υπό τα αδρανή βλέμματα των νικητών. Και καθώς ολοκληρωτικά καθεστώτα υποκαθιστούσαν κατά διαδοχή τα «δημοκρατικά» σε πολλές χώρες της Ευρώπης, τον δρόμο αυτό ακολούθησε και η χώρα μας. Αλλά γιατί συνέβη αυτό, ενώ η «δημοκρατική» Αγγλία είχε τον πλήρη έλεγχο; Επειδή το δημοκρατικό πολίτευμα, έστω και αστικού τύπου, ήταν σεβαστό από τους μέχρι τότε αυτοκρατορικούς Άγγλους μόνο στη χώρα τους. Και γιατί ανέχθηκαν, να καταλάβει την εξουσία στρατιωτικός με μάλλον έκδηλη τη συμπάθειά τους προς τον ήδη σχηματισμένο «Άξονα»; Δεν θα μπορούσαν να επιλέξουν κάποιον άλλο; Γιατί δεν πιστεύω ότι ο Μεταξάς κατέλαβε την εξουσία εν αγνοία του αγγλικού παράγοντα και παρά τη θέληση αυτού. Ίσως ήταν μια εξαιρετικά έξυπνη κίνηση, ώστε να πιστέψει ο Χίτλερ ότι είχε αποκτήσει προγεφύρωμα στην Ελλάδα και να πετύχει ό,τι δεν είχε καταφέρει ο κάιζερ με τον Κωνσταντίνο.
Ασφαλώς ο αλαζόνας, φανφαρόνος συνήθως αποκαλούμενος, Μουσολίνι δεν αποφάσισε την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδος εν αγνοία του Χίτλερ. Πίστευε άραγε κάποιος από τους δύο ότι ο ομόφρων, υπό μία έννοια, Μεταξάς, θα παρέδιδε αμαχητί τη χώρα μας; Αλλά γιατί να το έκανε αυτό; Ποιος προσφέρει σε ιταμό ομοϊδεάτη του την προσωπική του περιουσία; Πέραν αυτού δεν διέφευγε από τον Μεταξά ποια ήταν η θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού: Να αντισταθεί σύμφωνα με τη μακραίωνη παράδοση απόκρουσης ιταμών εισβολέων. Παραβλέπεται συνήθως ο τρίτος παράγων, η θέληση της Αγγλίας. Της ήταν αδιανόητο όχι απλά το να παραδοθεί αμαχητί η χώρα μας, αλλά και να υποκύψει σε σύντομο χρονικό διάστημα. Έτσι δεν αρκέστηκε στην επί εξάμηνο περίπου αναχαίτιση του εχθρού, χωρίς την παραμικρή από μέρους της βοήθεια, αλλά επέβαλε να εισέλθουν στον πόλεμο και οι άμαχοι της Κρήτης, για να κερδίσει αυτή χρόνο να ετοιμάσει την άμυνά της στην Αφρική. Και όχι μόνο τους Κρήτες θυσίασε, καθώς υπέστησαν την εκδικητική μανία των κατακτητών τους, αλλά και στον άθλο του Γοργοποτάμου συνετέλεσε τα μέγιστα, ενώνοντας για πρώτη και τελευταία φορά τις αντιστασιακές οργανώσεις. Στη συνέχεια η χρυσή λίρα ετοίμασε το έδαφος για τον εμφύλιο, καθώς άλλος το ήθελεν αγγλικόν και άλλος σοβιετικόν!
Και εμείς ακόμη αντιμαχόμαστε για το ποιος είπε το ΟΧΙ, ένα ΟΧΙ που δεν φαίνεται να έχουμε τη διάθεση να ξαναπούμε. Και ορίστηκε ημέρα επίσκεψης της απερχόμενης Γερμανίδας καγκελαρίου η 28η Οκτωβρίου. Άραγε προβλέπει το πρόγραμμα επίσκεψη στα Καλάβρυτα και στο Δίστομο;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»