papadimitriou apost 3Αποκριές είναι λέξη που προέκυψε από την παραφθορά της αρχαιοελληνικής απόκρεως. Σήμαινε αυτή την αποφυγή κατανάλωσης κρέατος. Για την Εκκλησία είναι χρονική περίοδος τριών εβδομάδων, που αποτελούν την εισαγωγή στο Τριώδιο.

Αυτές ακολουθεί η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (Σαρακοστής), η διάρκεια της οποίας δηλώνεται από την ονομασία της. Βέβαια κατά τις δύο πρώτες επιτρέπεται ακόμη η κατανάλωση κρέατος, μάλιστα, κατά την πρώτη ακόμη και κατά τις ημέρες νηστείας, Τετάρτη και Παρασκευή. Και δεν είναι η «Τσικνοπέμπτη» η τελευταία ημέρα, κατά την οποία επιτρέπεται η κατανάλωση κρέατος, αν και πανηγυρίζεται δεόντως από επαγγελματίες με υπαίθριες ψησταριές.

                Οι Πατέρες της Εκκλησίας γνωρίζοντας την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης, μετά την πτώση, όρισαν σταδιακή μετάβαση από την καθημερινότητα στην οπωσδήποτε δύσκολη, λόγω αυστηρής νηστείας, περίοδο της Σαρακοστής. Όμως η Εκκλησία δεν μετέβαλε καθ’ ολοκληρία τις κοινωνίες, στις οποίες επικράτησε η νέα πίστη, πριν από δεκαεπτά αιώνες. Μάλιστα, μετά την αναγνώρισή της από τον Καίσαρα επήλθε ραγδαία η εκκοσμίκευση του εκκλησιαστικού σώματος. Συνέπεια αυτού ήταν η διατήρηση ηθών και εθίμων του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου, κύριο γνώρισμα των οποίων ήταν η ελευθεριότητα περί τις κάθε είδους απολαύσεις. Έτσι ενώ η Εκκλησία καλεί τους πιστούς σε περισυλλογή, έχει επικρατήσει η ένταση της διασκέδασης, με γλέντια και χορούς. Αποκορύφωμα αυτών είναι το καρναβάλι, το οποίο στις ημέρες μας έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις σε πολλές πόλεις του χριστιανικού λεγόμενου κόσμου. Βέβαια λίγοι γνωρίζουν ότι η λέξη είναι λατινική σύνθετη από τις carnem (=κρέας) και levare (=αίρω, αφαιρώ), συνεπώς ταυτίζεται με την ελληνική απόκρεως.

                Παλαιότερα πολλοί από τους υποκύπτοντες στον πειρασμό του ξεφαντώματος, κατά την περίοδο της Αποκριάς, εν γνώσει βέβαια ότι αυτό αντίκειται προς την παράδοση της Εκκλησίας, με την έναρξη της Σαρακοστής κατέβαλλαν προσπάθειες να φανούν πλέον συνεπείς, ως μέλη του πληρώματος της Εκκλησίας, με νηστεία και προσέλευση στις ιερές ακολουθίες, οι οποίες πληθαίνουν. Με την καλπάζουσα εκκοσμίκευση των τελευταίων δεκαετιών για πλείστους όσους βαπτισμένους χριστιανούς τίποτε δεν αλλάζει. Γεννάται το ερώτημα: Προς τί η φρενίτιδα εορτασμού, κατά την περίοδο της Αποκριάς, αφού οι πλείστοι επανέρχονται σε καθημερινότητα, γνώρισμα της οποίας είναι η κατανάλωση των πάντων, ενώ δεν λείπουν ευκαιρίες διασκέδασης, καθ’ όλο το λοιπό μεγάλο διάστημα του έτους; Προφανώς είναι ένδειξη θριάμβου του κοσμικού πνεύματος, το οποίο καλλιεργούν σε κάθε τόπο εκπρόσωποι αυτοπροβαλλόμενοι ως υπέρμαχοι της παράδοσης των αρχαίων προγόνων μας. Και είναι αναμφισβήτητα στοιχεία της παράδοσης των προ Χριστού προγόνων μας τόσο ο διονυσιασμός όσο και ο αφροδισιασμός. Όμως δεν είναι τα μόνα στοιχεία. Είναι όμως αυτά τα οποία, με τη διδασκαλία της, όντως καταπολέμησε η Εκκλησία, η οποία καταγγέλλεται από τους κριτικά ή αρνητικά ιστάμενους έναντί της ως υπεύθυνη για τον αφανισμό του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Αγνοούν ποιο ήταν εκείνο το πνεύμα που οδήγησε τους προγόνους μας στο μεγαλείο της λαμπρής περιόδου, παρά τις πλείστες όσες αδυναμίες, λόγω άγνοιας της αλήθειας. Αρκεί η αναφορά στον θαυμάσιο μύθο του Πρόδικου με τον Ηρακλή στο σταυροδρόμι της Αρετής και της Κακίας και την επιλογή του!

Το θλιβερό είναι ότι πολλοί δεν θα γιορτάσουν, στη συνέχεια, τον θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου με την ανάσταση του Χριστού. Έτσι άλλοι θα επιχειρήσουν απόδραση από την καταθλιπτική καθημερινότητα όχι σε κάποιο χωριό, όπου ακόμη γιορτάζουν όλοι μαζί και ο ιερέας της ενορίας σέρνει πρώτος τον χορό. Θα ταξιδεύσουν στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης, για να επιχειρήσουν μάταια την κάλυψη του υπαρξιακού κενού μόνοι και άγνωστοι μεταξύ αγνώστων! Άλλοι θα περιοριστούν στο παραδοσιακό ψήσιμο του οβελία.  

                Οι Πατέρες της Εκκλησίας επέλεξαν δύο θαυμάσιες ευαγγελικές περικοπές για ανάγνωση στους ιερούς ναούς, κατά τις δύο πρώτες Κυριακές της Αποκριάς. Η πρώτη είναι γνωστή ως του τελώνου και του φαρισαίου. Γνωστό είναι σε όλους και το περιεχόμενό της. Αφήνει όμως τους πλείστους, πιστούς και «απίστους», χωρίς προβληματισμό η κατάληξη της περιγραφής από τον Χριστό! Δικαιώνεται η άρπαγας τελώνης, ο αποκομίζων οφέλη από τη συνεργασία του με τον Ρωμαίο κατακτητή, ο τύραννος των ομοεθνών του! Καταδικάζεται ο τηρών με άκρα συνέπεια όλες τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου! Σκάνδαλο το πρώτο, ιδίως για εκείνους, που τρέφονται με οράματα για επικράτηση δικαιοσύνης επί της γης με την αλλαγή των θεσμών και μόνο και όχι με την αλλαγή μέσα μας. Η μετάνοια είναι λέξη άκρως αποκρουστική για πλείστους. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη δέχεται τη μεταμέλεια του κατηγορουμένου απλά ως ελαφρυντικό. Όμως η μετάνοια, όρος κατά πολύ πιο εξαίσιος από τη μεταμέλεια, είναι η βάση της ευαγγελικής διδασκαλίας. Γι’ αυτήν βέβαια δεν χωρεί προγραμματισμός στην τελική φάση του βίου μας, όταν αισθανόμαστε το άγγιγμα του θανάτου. Μπορεί να επέλθει στην πρώιμη φάση του βίου μας, αλλά και στην ύστατη στιγμή, όπως στην περίπτωση του ληστή, που εκλιπάρησε στον σταυρό: «Μνήσθητί μου Κύριε»!

                Ο Χριστός καυτηρίασε με τον πλέον έντονο τρόπο την υποκρισία και την υπερηφάνεια, γνωρίσματα και τα δύο του φαρισαίου, που έμεινε αδικαίωτος, παρά την προσευχή –αυτοεγκωμιασμό! Λίγη προσοχή δίνουμε σ’ αυτό ιδίως οι βιώνοντες με την αίσθηση, αν όχι ψευδαίσθηση, ότι αποτελούμε πιστά μέλη της Εκκλησίας. Μάλιστα ο δυτικός χριστιανισμός, που αρχικά αστόχησε κατά το δόγμα, που θεωρείται σήμερα ασήμαντη υπόθεση, καλλιέργησε, στη συνέχεια, ήθος άκρας αλαζονείας. Διέπραττε και διαπράττει «ύβριν»! Η ταπείνωση θεωρήθηκε ένδειξη αδυναμίας και η απόκτηση κοσμικής δύναμης εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για επιτυχία στον βίο. Στη Δύση δεν υπάρχουν άγιοι, γιατί λείπει το ασκητικό φρόνημα. Αλλά πώς να νοηθεί ασκητικό φρόνημα χωρίς περιορισμούς του εγώ, που διαρκώς απαιτεί την ικανοποίηση αναγκών, πραγματικών και πλαστών; Περιορίστηκε ή καταργήθηκε η νηστεία, περιορίστηκαν, κατά τη χρονική διάρκεια, οι ακολουθίες στους ναούς και οι κατ’ οίκον προσευχές. Εντάθηκαν όμως οι περιπετειώδεις περιπλανήσεις του αλαζόνα ανθρώπου. Αυτός, στο όνομα του Χριστού, και, εσφαλμένα, πιστεύοντας ότι αρκεί η ομολογία να του εξασφαλίσει θέση στη βασιλεία του Θεού, κατέστη θύτης των συνανθρώπων του, οι κραυγές των οποίων έφθασαν στα ώτα (=αυτιά) του Κυρίου Σαβαώθ (=των δυνάμεων), σύμφωνα με τον Απόστολο Ιάκωβο.

                Κατά τη δεύτερη Κυριακή της Αποκριάς ακούμε στους ναούς την παραβολή του ασώτου υιού, όπως είναι ευρέως γνωστή. Κατασπατάλησε αυτός το μερίδιό του από την πατρική περιουσία, το οποίο ο Πατέρας του προσέφερε χωρίς την παραμικρή αντίρρηση, εν γνώσει ότι θα ασωτεύσει. Ο Θεός μας έπλασε ελεύθερους και με προσόντα. Σε μας εναπόκειται να τα αξιοποιήσουμε για την πνευματική μας καλλιέργεια και το καλό των συνανθρώπων μας ή να θρέψουμε υπερβολικά το εγώ μας ακόμη και σε βάρος των συνανθρώπων μας. Ο Πατέρας μας αναμένει τη μετάνοιά μας δίνοντάς μας ευκαιρίες. Άλλοι τις αξιοποιούμε, άλλοι όχι. Το εκπληκτικό, που δεν χωρά στην φτωχή ανθρώπινη λογική, είναι η ευσπλαχνία του Πατέρα. Αναμένει από μας το πρώτο βήμα επανόδου στην πατρικά οικία, τα υπόλοιπα είναι δικά Του. Και αυτό αποτελεί σκάνδαλο για «απίστους» και πιστούς! Είναι δυνατόν να διαγραφούν όλα όσα πράξαμε; Πώς να το δεχθούμε, αφού εμείς δεν έχουμε την παραμικρή διάθεση να συγχωρήσουμε τους συνανθρώπους μας, που μας έβλαψαν; Εμείς είμαστε το πρόβλημα, γι’ αυτό και μας σκανδαλίζει η άκρα ευσπλαχνία του Πατέρα. Σκανδαλίζει ακόμη η «περίεργη» δικαιοσύνη Του κάποιους, που από μικρά παιδιά αγωνίστηκαν να τηρήσουν τις εντολές Του. Πώς είναι δυνατόν να εξομοιώνονται με άλλους, που δηλώνουν απλά ότι μετάνοιωσαν για ό,τι έκαναν περιφρονώντας τον Πατέρα; Αγνοούν ότι η μετάνοια δεν είναι τόσο απλή και εύκολη; Γνώρισε τον σκανδαλισμό ο Χριστός, γι’ αυτό και σε άλλη περίπτωση δίδαξε την παραβολή των εργατών του αμπελώνα. Αμοιβή ίδια για όλους τους, εργάτες, ανεξάρτητα από τον χρόνο εργασίας. Επιβεβαίωσε την παραβολή με το να καταστήσει τον ληστή του σταυρού πρώτο ένοικο του Παραδείσου! Διαχρονική ελπίδα για όλους μας.

                Η παραβολή του ασώτου γυιού κλείνει χωρίς να μας πληροφορεί, αν ο μεγάλος πείσθηκε στα λόγια του Πατέρα. Πόσο φοβερό να έμεινε έξω από την αίθουσα του λαμπρού εορτασμού, η οποία είναι ανοικτή σε όλους μας, οπωσδήποτε όμως υπό συγκεκριμένες και ξεκάθαρες προϋποθέσεις. Αυτές προβάλλονται στην περικοπή περί μελλούσης κρίσεως, που διαβάζεται την Κυριακή της Τυρινής.

                                                                                «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»