Το κείμενο διαπραγματεύεται τα άλογα στη δεκαετία του 1940. Μαζί και τους αναβάτες τους, τον Ελληνικό Στρατό το 1941 και 1946-49, τους αντάρτες, τους Γερμανούς και τους αντικομουνιστές οπλίτες. Ήταν τα βαρβάτα και οι φοράδες απαραίτητα μέσα μετακίνησης κι εργασιών, ανάλογα με τα σημερινά ΙΧ αυτοκίνητα. Τα αποκτούσαν τυπικά ή παράτυπα σύμφωνα με τη σημερινή ορολογία.
Ποιοι ήταν οι νόμιμοι και ποιοι οι παράνομοι τρόποι είναι ζήτημα ερμηνείας. Μάλλον και γεωγραφίας των όπλων. Ο Στρατός θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανήκει στην πρώτη κατηγορία, όπως και οι αντάρτες στην περιοχή ισχύος των. Οι Γερμανοί περνούν στην δεύτερη κατηγορία, την παράτυπη. Όπως και οι αντικομουνιστές οπλίτες, αν εξαιρεθούν πρότερες κατασχέσεις ζώων τους από τους αντάρτες σε διαδορατισμούς, και πολιορκίες των χωριών τους.
Ήταν η ανώμαλη περίοδος της δεκαετίας κατά κάποιον τρόπο μεταβατική, αφού τα τετράποδα παραχώρησαν αργότερα τη θέση τους στα τετράτροχα μηχανοκίνητα.
Στρατιωτικό ιππικό του κυρίως Εμφυλίου Πολέμου. Στα γκέμια ο θείος μας Λάζαρος Καλλιανιώτης, πρώην αντάρτης του 1/27 τάγματος του ΕΛΑΣ. Αρκετοί ελασίτες κατατάσσονταν σε παρόμοιες μονάδες, επειδή δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στο καθεστώς. Καθεστώς που χωρίς να εξετάζει τους λόγους ένταξής των στα ανταρτικά, εξομοίωνε αγνούς ιδεολόγους εθελοντές με σκοτεινούς καιροσκόπους και καθ΄ έξιν διατροπείς. Ιδιωτική Συλλογή Χιονίας Παλάσκα-Καλλιανιώτη
ΟΙ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Αρκετά σπίτια διατηρούσαν άλογα στην επαρχία, στα κεφαλοχώρια και στην πόλη της Κοζάνης, αγροτική κατά βάσιν πριν από την Κατοχή και τον κυρίως Εμφύλιο Πόλεμο –μετά αυξήθηκε υπέρμετρα η αστυφιλία. Οι χρηματικοί, οι κτηνοτρόφοι και οι μεταφορείς, τάιζαν περισσότερα από ένα. Για τη βοσκή τους οι χωρικοί τα συνέπτυσσαν σε κοπάδι, αργκιλίσια τα ονόμαζαν τότε, και πλήρωναν ως ιπποβουκόλο έναν άντρα, τον βαλμά. Σε περιόδους οργώματος, σποράς, αλωνίσματος, μετακινήσεων ή άλλων εργασιών τα έπαιρναν σπίτι για τις δουλειές τους. Ο αριθμός τους δεν ήταν μικρός. Μόνο η Κοζάνη διέθετε προπολεμικά 600 άλογα.[1]
Όσα περίσσευαν τα πουλούσαν σε παζάρια στα Σέρβια ή στο Κέντρο Βεντζίων[2] μαζί με την «άδεια κυκλοφορίας» τους, το πιστοποιητικό δηλαδή ιδιοκτησίας.[3] Η τιμή δεν ήταν φθηνή όπως μάλλον νομίσουν θεωρητικοί προσεγγιστές της εποχής. Ένα άλογο αντηλλάγη παλιότερα με οικόπεδο σε κεντρικό σημείο κεφαλοχωριού της Ελίμειας.[4] Τα πιο γερά κι όμορφα τα καβαλούσαν για μετακίνηση, επιδεικνυόμενοι συνάμα για το υποζύγιό τους. Επρόκειτο για τις «μερσεντές της εποχής» σύμφωνα με χαρακτηρισμό άριστου γνώστη των τοπικών δρώμενων.[5] Κρίση καθόλου υπερβολική, καθώς τέτοιου είδους υπερήφανα ζώα είχαν ανάγκη εξαιρετικής περιποίησης. Δεν άντεχαν μεγάλα φορτία, χρειάζονταν συμπληρώματα τροφής με καρπό και ήταν ευαίσθητα σε ακραίες καιρικές συνθήκες.[6]
Η ΑΝΑΤΑΡΑΧΗ ΤΟΥ 1940
Οι χειμάζουσες εποχές συντελούσαν στην απίσχναση της αλογοτροφίας, καθώς οι κυβερνήσεις τα επέτασσαν ευρέως για συγκρότηση ιππικού και τις ανάγκες αξιωματικών και συνδέσμων τους. Έτσι από το 1914 κι εντεύθεν καταγράφονταν με ευθύνη των προέδρων και την, γραφιστική μάλλον, αρωγή δασκάλων και διδασκαλισσών μαζί με τα κάρα. Επί Μεταξά έλαβε χώραν η πιο επιμελής ταξινόμησή τους, το 1938.[7] Στο κέντρο Αιανής μεταφέρθηκαν τότε προς καταγραφήν τα ζώα των χωρικών συν τα αντίστοιχα των γειτονικών κοινοτήτων Χρωμίου και Κερασιάς.[8] Προτιμούσε η επιστράτευση τα ψηλά, νεαρά και δυνατά άλογα,[9] γεγονός που γνώριζαν οι χωρικοί, ώστε να μην τα ταΐζουν πριν από κάθε καταλογογράφησή τους.[10] Για να τα σώσουν.
Λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος του ΄40, μάλλον αρχές φθινοπώρου, οικειώθηκαν από το στρατό άλογα και μουλάρια που δεν επεστράφησαν ποτέ στους ιδιοκτήτες τους. Όταν από την οικογένεια μας, εμπορευόμασταν εδώδιμα και αποικιακά σε Κοζάνη, Αιανή και Χρώμιο, πήραν δυο δυνατά μουλάρια και μια γερή φοράδα, δυσκολευτήκαμε για αρκετό καιρό.[11] Όμως και τα δεύτερης διαλογής ζώα που είχαν απομείνει επιστρατεύονταν κι αυτά παροδικά μαζί με τους ιδιοκτήτες τους για μικρότερης κλίμακας διαδρομές[12] ή και πολυήμερες επί κυρίως Εμφυλίου πολέμου μέχρι τον Γράμμο.
Όσα άλογα δεν έπεσαν υπέρ πίστεως και πατρίδος στα αλβανικά και μακεδονικά βουνά από κόπωση, πείνα ή δριμύ ψύχος οπισθοχώρησαν, αλλά λίγα έφτασαν μέχρι την Παλιά Ελλάδα. Ούτε καν έπαιρναν χαμπάρι οι εν υπαίθρω καταυλισθέντες κατάκοποι στρατιωτικοί, επιτήδειους αλογοσούρτες που τα φυγάδευαν μέσα στη νύχτα του Απριλίου 1941. Ορισμένοι από τους τελευταίους φυλακίστηκαν στην αρχή της Κατοχής για μικρό διάστημα και μερικοί προσχώρησαν τον μεθεπόμενο χρόνο στο ΕΑΜ. Άνδρες αναγνωρισμένης σίγουρα τόλμης, αλλά όχι προφήτες της μέλλουσας επανάστασης.
Κλοπές αλόγων συνέβαιναν την ίδια εποχή ακόμα και μέσα στα χωριά. Τα υποζύγια τριών αξιωματικών, που διανυκτέρευσαν στο στάβλο, πρώην χάνι, του Αργύρη Ζαγάρα στην Αιανή είδαν αθόρυβες σκιές να τα βγάζουν έξω από αχούρι ξεκαπίστρωτα. Ειπώθηκε αργότερα πως αυτουργός ήταν χωρικός, εθελοντής αργότερα αντάρτης του ΔΣΕ.[13]Συνήθεις ύποπτοι όμως λογίζονταν για την Βασιλική Χωροφυλακή οι Βλάχοι μεταβατικοί ποιμένες και οι Αθίγγανοι, αλλά η προσπάθεια επί Μεταξά πρόληψης της ζωοκλοπής με την έκδοση ταυτοτήτων με φωτογραφία των ειρημένων δίγλωσσων νομάδων[14] μάλλον δεν τελεσφόρησε.
ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΕΣ
Κυρίως η κατοχή αδέσποτων αλόγων, επιταγμένα νωρίτερα από τον Ελληνικό Στρατό, κι όχι οι απαλλοτριώσεις τους από κάθε λογής άτομα σχημάτιζαν τον λόγο που τα ζώα αυτά θεωρήθηκαν στρατιωτικά είδη προς παράδοσιν στην Ελληνική Πολιτεία.[15] Πολύ νωρίς απαγορεύτηκε η φυγάδευση ίππων και ημιόνων εκτός του νομού[16] κι άνοιξαν δημοπρασίες στην πόλη πρώτα και μετά στα κεφαλοχώρια. Από τον αύλειο χώρο του ναού του Αγίου Αθανασίου Κοζάνης τα μη πωληθέντα άλογα μεταφέρθηκαν στην Πτολεμαΐδα, τη Σιάτιστα κι ύστερα στην πλατεία της Αιανής.[17] Μην έχοντας εμπιστοσύνη στους Έλληνες δημοσίους υπαλλήλους συμμετείχαν και Γερμανοί με διερμηνείς τους.[18]Ωφελημένοι τότε από τις αγοραπωλησίες φάνηκαν τοπικοί τσαμπάσηδες όπως ο Μιχαήλ Παπαδόπουλος ή Μιχάλαγας, γνωστός αργότερα αρχηγός ενόπλων αντικομουνιστών.[19]
Οι Γερμανοί, όταν δεν διαπιστωνόταν ο ιδιοκτήτης των καλύτερων ζώων, κρατούσαν ορισμένα για δική τους χρήση. Ποτέ δεν προχώρησαν σε επιτάξεις αλόγων, προφανώς επειδή μεγάλες μονάδες τους δεν επιχείρησαν σοβαρές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις όπως σε άλλα μέρη βορειότερα.[20]
Η αγωνία των Γερμανών για τα άλογα και τα μουλάρια, απαραίτητα τουλάχιστον στα μεταλλεία χρωμίου, αυξήθηκε, όταν ο ΕΛΑΣ περιέσφιξε την πόλη της Κοζάνης. Ίδιο πρόβλημα ταλάνιζε και την Ελληνική Πολιτεία, αφού οι αστοί κάτοχοι ζώων στερούνταν τις ζωοτροφές της επαρχίας. Ήταν φυσικό το Γερμανικό Φρουραρχείο να διατάξει όλα ανεξαιρέτως τα χωριά να παραδώσουν ποσότητα ζωοτροφών στη Νομαρχία. Η Αιανή χρεώθηκε 6 τόνους άχυρου, η Κάτω Κώμη 2.[21] Αν και η πρώτη θεωρούνταν ανταρτοκρατούμενο χωριό και η δεύτερη αντικομουνιστικό, η κατανομή έγινε σύμφωνα με την δηλωθείσα σοδειά, όχι με την επιλογή στρατοπέδων.
Η πληροφορία ότι τα τετράποδα μεταφορικά σημαδεύονταν στο λαιμό με το χαρακτηριστικό γράμμα των γερμανικών αρχών,[22] πιθανότατα με τη σβάστικα, δεν έχει διασταυρωθεί.
ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΙΠΠΙΚΟ
Με το άπλωμα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, οι παραδοσιακές σχέσεις ιδιοκτησίας διαταράχτηκαν. Οι κάτοχοι αλόγων δάνειζαν, μάλλον άθελα, τα ζώα τους σε στελέχη των ανταρτών για μετακινήσεις ή επιδείξεις. Στη Φλώρινα π.χ. οι αντάρτες καβαλούσαν άλογα χωρικών τη νύχτα, ώστε να προλαβαίνουν να περνούν μέσα από αρκετά χωριά για να φαίνονται πολλοί.[23]
Πρωτότυπος ο θεσμός του δανείσματος. Έθιγε περισσότερο τους νοικοκύρηδες και τους υπερήφανους που κατείχαν τα καλύτερα ζώα. Τέτοιες «μερσεντές» προτιμούσαν οι καθοδηγητές της επανάστασης για τις μετακινήσεις τους. Περίπτωση άρνησης συνεπάγονταν βαριές κυρώσεις και μάλλον είναι μοναδικό για την ατιμωρησία του το περιστατικό που υπεύθυνος του ΕΑΜ χωριού των Βεντζίων έδωσε σε Σιατιστινό αξιωματούχο της ΕΤΑ κυπριακό γαϊδούρι αντί για άλογο, όταν ο τελευταίος ζήτησε ζώο για να μετακινηθεί εντός της περιοχής.[24]
Η καταβολή του ιταλικού τάγματος στο Φαρδύκαμπο τον Μάρτιο του 1943 από τον ΕΛΑΣ, την ΥΒΕ/ΕΚΑ και πλήθος ενόπλων κι αόπλων χωρικών, εφοδίασε τους αρχηγούς των ανταρτών με ιταλικούς κέλητες. Ανέβασε το γόητρό τους. Δεν επρόκειτο να ξαναπορευτούν πεζοί. Ωστόσο τα τυχαία αποκτήματα επεσήμαναν, τουλάχιστον από το ύψος των ζώων, τη διαφορά μεταξύ εξουσίας και βάσης. Θεωρητικά η επανάσταση καταδίκαζε κάθε κοινωνική διάκριση. Η πράξη όμως άλλα φώναζε στους σκεπτόμενους ή σε όσους αυτόπτες κι αυτήκοους διάβαζαν σωστά την πραγματικότητα.
Απλός αντάρτης πεζοπόρος είχε παραπονεθεί στον έφιππο διοικητή του 1/27 τάγματος του ΕΛΑΣ. Τον είπε:
κατέβα τώρα, μι πουνούν τα πουδάρια, να καβαλκέψου κι γω στ΄ άλουγου! Ακλούθα σιγά σιγά, λέει αυτός. Τουν είπα, έτσ΄ είνι η ισιότητα, η δικιουσύν΄;[25]
Αθηναϊστί: κατέβα τώρα, με πονούν τα πόδια, να καβαλικέψω κι εγώ στο άλογο!». Ακολούθα σιγά λέει αυτός. Τον είπα, έτσι είναι η ισότητα, η δικαιοσύνη;
Μία και μοναδική ιππομαχία επρόκειτο να παρουσιαστεί στον τόπο. Ουλαμός ανταρτισσών ετοιμάζονταν στη θέση Ημεράδια, να μπουν στο χωριό Αιανή και να φαντάξουν πάνω σε άλογα. Προφανώς είχαν αυτά αγοραστεί μαζί με την ιπποσκευή τους (χάμουρα, σέλες κλπ) από την Αλβανία, συνήθη τόπο λαθρεμπορίου τετραπόδων.[26]Ανήκαν με βεβαιότητα στην Χ μεραρχία του ΕΛΑΣ[27] αλλά είχαν για λίγο δανειστεί στην αντίστοιχη τοπική ΙΧ, που δεν διέθετε ιππικό. Τυχαία όμως είχαν προσέλθει στο χωριό από τα γειτονικά μεταλλεία Ροδιανής δυο Γερμανοί προς άγραν αβγών. Μόλις μαθεύτηκε, τα κορίτσια ξεκαβαλίκεψαν και στα ζώα ανέβηκαν άντρες ιπποβάτες. Εύκολα καταδίωξαν και στρίμωξαν τους άτυχους αβγοσυλλέκτες. Η παρέλαση ως ήταν φυσικό ματαιώθηκε.[28] Αν συνέβαινε, θα ήταν κάτι πρωτοφανές στα μάτια των χωρικών, ιδιαίτερα των γυναικών, με τα κορίτσια οπλισμένα στο χακί να καβαλούν σαν άντρες. Θα αποτελούσε μια από τις ονειρικές στιγμές της δόξας του ΕΛΑΣ.
Πρώτη φορά που είχε εμφανιστεί στο οροπέδιο αντάρτικο ιππικό και δη γυναικείο. Η δεύτερη κατεγράφη στην απέναντι όχθη του Αλιάκμονα, λίγο μακρύτερα. Η ταξιαρχία ιππικού του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας, ανάμεσά τους και Ιταλοί αναβάτες που είχαν παραδοθεί και προσχωρήσει στους αντάρτες,[29] ιππήλασε οιστρήλατη Οκτώβρη ΄44 από τα Σέρβια ακολουθώντας τους υποχωρούντες Γερμανούς. Διανυκτερεύοντας στο Βελβεντό συζητήθηκε να περάσουν το ποτάμι για να χτυπήσουν το αντικομουνιστικό χωριό Ίμερα. Αλλά θες η σκοπευτική φήμη των τουρκόφωνων κατοίκων του χωριού-στόχου θες η σώφρονα στάση πεπειραμένων περί τα πολεμικά απέτρεψαν το τόλμημα. Ευτυχώς μάλλον γιατί οι τουρκόφωνοι οπλίτες θα είχαν λιανίσει άλογα κι αναβάτες μέσα από τα παράθυρα-πολεμίστρες των οχυρωμένων σπιτιών τους. Έτσι την άλλη μέρα η ταξιαρχία αγγάρεψε 500 Βελβεντινούς ματσετέρος που άνοιξαν μονοπάτι μέσα από τις λόχμες των Πιερίων αποφεύγοντας την πυρόβλητη ακροποταμιά.[30] Τα άλογα δεν σκύβουν ή τρυπώνουν όπως οι άνθρωποι. Γονατίζουν μόνον όταν ασθενούν ή πεθαίνουν.
ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟΙ
Δεν σέβονταν όλοι τα χρήσιμα αυτά κι αβλαβή ζώα. Ιούνιο 1943 στην ορεινή δίοδο του Σαρανταπόρου οι αντάρτες κατέστρεψαν δεκάδες γερμανικά αυτοκίνητα κι αιχμαλώτισαν ανάλογους στρατιώτες, τους οποίους εκτέλεσαν μαζικά αργότερα στα ορεινά της Καρδίτσας. Όταν εκατοντάδες εξαγριωμένοι Άρειοι έφτασαν καθυστερημένα στον τόπο της συμπλοκής, πυροβόλησαν όσα ζωντανά υπήρχαν στο χωριό Λαβανίτσα (Λάβα). Μάλιστα μια ομάδα τους από το ύψωμα ονόματι Ντουβράς πλάκωσε με οπλοβομβίδες κοπάδι αλόγων, που είχε εμφανιστεί στον απέναντι λόφο Κασιάνι.[31]6 Λογίστηκε ως εκδίκηση για τα μεταφορικά αυτοκίνητά τους που ακόμη καίγονταν μέσα στη χαράδρα ή για να επιβραδυνθούν οι επικοινωνίες των ανταρτών;
Στον κατοχικό επιδήμιο πόλεμο που κορυφώθηκε το 1944 συνέβησαν και παμμίερες πράξεις. Ιδιαίτερες ο εξευτελισμός του αντιπάλου με την καβάλα του. Βραχύβιος αντικομουνιστής οπλαρχηγός της Καισαρειάς, ελληνόφωνου οικισμού, συνελήφθη από αντάρτες του ΕΛΑΣ έπειτα από μάχη. Οδηγώντας τον στην έδρα τους στα Βέντζια όπου κι εκτελέστηκε ορισμένοι πέρασαν καβαλώντας τον αιχμάλωτο από λάκκο της Αιανής ονόματι Τρουβά τη Βρύσ(η). Ένας τους μάλιστα τον τραβούσε τα μουστάκια λέγοντας: Ω μπω, σαν χαλινοί είνι![32]
Η ανευπρεπής σκηνή είχε διαδοθεί, γιατί ύστερα από δύο μήνες ακολούθησαν αντίποινα. Μικρασιάτης αντάρτης του ΕΛΑΣ, πρώην μέλος του ΕΕΣ, συνελήφθη από τουρκόφωνους οπλίτες του χωριού του. Μην ανεχόμενοι την λιποταξία του, τον οδήγησαν προς Καισαρειά καβαλώντας τον πριν τον αποτελειώσουν. Η ευγένεια συναντάται μόνον σε γραπτά φιλοσόφων και σε διαλέξεις ιστορικών της θεωρίας. Το ζων πεδίο είναι ανηλεές κι αδυσώπητο. Ακόμη και σήμερα.
Διαφορετική είναι η περίπτωση Κοζανίτη φοιτητή. Θεωρούμενος κατάσκοπος των ανταρτών, συνελήφθη στην περιοχή του ΕΕΣ. Τουρκόφωνος οπλίτης τον έριξε μια ριπή, τον ξεγύμνωσαν -τα ρούχα της πόλης είχαν αξία- και δένοντάς τον με σκοινιά τον σβάρνιξαν μισοπεθαμένο ως το νεκροταφείο.[33] Ως ίπποι έλξης, μάλλον να μην ματωθούν. Ο κατηγορηθείς ως δράστης προσχώρησε αργότερα στον ΕΛΑΣ. Μεταπολεμικά φυλακίστηκε για 17 χρόνια, μάλλον για φόνο κι όχι για λιποταξία.
ΕΦΙΠΠΟΙ ΑΝΤΙΚΟΜΟΥΝΙΣΤΕΣ
Άλογα είχαν από πριν ως αγρότες ή κτηνοτρόφοι και αντικομουνιστές οπλίτες. Όταν το 1944 εκδηλώθηκαν επισήμως κατά των ανταρτών προμηθεύονταν περισσότερα ακολουθώντας τους Γερμανούς σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις ή εκστρατεύοντας μόνοι τους σε γειτονικά εαμικά χωριά. Όποιο αδέσποτο άλογο έβρισκαν το μάζευαν και το προωθούσαν στο χωριό Άργιλος. Οι πραγματικοί κάτοχοι μπορούσαν να τα πάρουν πίσω πληρώνοντας, προφανώς για την μεταφορά, ένα σεβαστό ποσό εις γνώσιν του δημάρχου και του Γερμανού φρουράρχου.[34] Τα καλύτερα βεβαίως άλογα τα κρατούσαν για δική τους χρήση οι καπεταναίοι του ΕΕΣ.[35]
Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις ανέξοδης επιστροφής κατασχεμένων ζώων. Επαφιόμενες στην καλή θέληση Γερμανών στρατιωτών. Η εικόνα του άλλου, του εχθρού εν προκειμένω, δεν είναι πάντα όπως παρουσιάζεται από τους αντιπάλους του. Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα αφηγείται ο Γρηγόρης Καλλιανιώτης – τις ευεργεσίες του τις πλήρωσε αργότερα με φυλάκιση στο αρχηγείο του ΕΕΣ Κοζάνης.
Πλατεία Αιανής καλοκαίρι 1943 και το ζώο ανήκε σε καπετάνιο του ΕΛΑΣ. Αφήγηση πρώτη:
Κάθομαν μ΄ ένα Γερμανό ιπιλουχία έξω απ΄ το μαγαζί. Έρχιτι μια μαυροφόρα. Είμι απ΄ τ΄ Σαρακίνα, λέει, κι οι Γιρμανοί μι πήραν του γουμάρ΄. Λέου στουν επιλοχία κι αυτός φωνάζ΄ τς ιργάτις που πότζαν τα ζώα στου σιατραβάν΄, ήταν απ΄ τ΄ Σίνδου αυτοί, κι ν έδουσαν πίσου του γουμάρ΄[36]
Αθηναϊστί: Καθόμουν με ένα Γερμανό επιλοχία έξω από το μαγαζί. Έρχεται μια μαυροφόρα. Είμαι από τη Σαρακίνα, λέει, και οι Γερμανοί με πήραν το γομάρι. [Το] λέω στον επιλοχία κι αυτός φωνάζει τους εργάτες που πότιζαν τα ζώα στο σιντριβάνι, ήταν από τη Σίνδο αυτοί, κι έδωσαν πίσω το γομάρι.
Στροφή Ροδιανής άνοιξη 1944 με άλογα χωριανών του. Αφήγηση δεύτερη:
Ήρθι στ΄ Ρουδιανή ου Αχιλλέας τ΄ Γκούνα μι έναν άλλου, δεν τουν θυμάμι, κι μι λεν ότ΄ οι παουτζήδις τς πήραν τα άλουγα. Λέου στουν λόϊτναντ Μίλες κι αυτός μι λέει πάρι του Μίχελς μι τ΄ μουτουσυκλέτα κι πάτι πάρτι τα. Κατιβένουμι στ΄ στρουφή, οι παουτζήδις έρχουνταν απού του Χτέν΄. Μόλις μας είδαν πρότειναν τα όπλα. Τραβάει ου Γερμανός του πιστόλ΄ κι αρχινάει να τς βρίζ΄. Τα πήραμι τα ζώα πίσου [37]
Αθηναϊστί: Ήρθε στη Ροδιανή ο Αχιλλέας του Γκούνα με έναν άλλον, δεν τον θυμάμαι, και με λεν ότι οι Παοτζήδες τους πήραν τα άλογα. Λέω στον λόιτναντ Μίλες [υπολοχαγό Μίλες], κι αυτός με λέει πάρε τον Μίχελς [λοχία των SS] με τη μοτοσυκλέτα και πάτε πάρτε τα. Κατεβαίνουμε στη στροφή, οι Παοτζήδες έρχονταν από το Χτένι. Μόλις μας είδαν πρότειναν τα όπλα. Τραβάει ο Γερμανός το πιστόλι κι αρχινάει να τους βρίζει. Τα πήραμε τα ζώα πίσω.
Ελάχιστοι μάλλον είχαν τέτοια τύχη να ξαναπάρουν το τετράποδο βιός πίσω. Συνήθως τα συγκεντρωθέντα ζώα τα πωλούσαν στη μαύρη αγορά ή τα μοίραζαν στα πληγέντα από τους αντάρτες χωριά. Ασυνήθιστη προφανώς ήταν η λήψη αλόγου με παράλληλο φόνο του ιδιοκτήτη, Όπως του αγρότη Παναγιώτη Παπαχαρισίου από την Καισαρειά. Άνοιξη ΄44 ήρθαν αντικομουνιστές οπλίτες, πήραν πλιάτσικα και τα φόρτωσαν στη φοράδα του. Τους ακολούθησε ως την έδρα τους, το χωριό Βαθύλακκος. Μόλις ξεφόρτωσε την φοράδα του, «φορτώθηκε» με σφαίρες από τον ανιψιό Δραμινού καπετάνιου του ΕΕΣ, οπλαρχηγού παλιότερα στην Μικρά Ασία.[38]
Το επίσημο ντεμπούτο του αντικομουνιστικού ιππικού καταγράφτηκε καλοκαίρι του ιδίου έτους στην πλατεία Κοζάνης. Γκρούπα καβαλάρηδων με ίππαρχο παλιό αντάρτη του Πόντου από τη Σκάφη στάθμευσε έξω από το «Στρατιωτικόν Μέγαρον», μάλλον στο σπίτι-αρχηγείο τους. Για δημιουργία ατμόσφαιρας στον αρχηγό του ΕΕΣ Μιχαήλ Παπαδόπουλο ή Μιχάλαγα, που βγήκε στη βεράντα με ελληνική σημαία. Ο πύρινος αντικομουνιστικός του λόγος[39] εκφωνήθηκε μάλλον στα ελληνικά, πιθανώς δε από χειρόγραφο. Αν αναφέρθηκε και στο παρευρισκόμενο έφιππο τμήμα δεν έγινε γνωστό.
Δεν μακροχρόνισε η δράση του εθνικόφρονος ιππικού. Όταν οι Γερμανοί αποχώρησαν, μαινόμενοι ελασίτες εκπόρθησαν τα οπλισμένα χωριά. Στο περίπτυστο όργιο που ακολούθησε ακόμη και τα άλογα παρατόρσαν [έχασαν τον τόπο τους]. Λύθηκαν από τους ιδιοκτήτες τους για να μην σκοτωθούν ή απαλλοτριώθηκαν από τους καταδρομείς.
ΕΑΜΟΚΡΑΤΙΑ
Είχαν περάσει 4 χρόνια πολέμων. Οι μεταφορές, πεδινές κι ορεινές, έπρεπε να μπουν σε μια σειρά. Τους Γερμανούς που το 1941 ζήτησαν κατάλογο των αλόγων μιμήθηκαν άμεσα οι αντάρτες. Το 53ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ αιτήθηκε από τους κατοίκους τα ζώα που κατάσχεσαν καλοκαίρι του ιδίου έτους από τα Γρεβενά και μετά πούλησαν οι Γερμανοί και οι Έλληνες ακόλουθοί τους.[40]
Την πρώτη πράξη ακολούθησαν έτερες. Οι δίδυμοι διάδοχοι των Γερμανών, το τοπικό ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κι ο αντιπρόσωπος της Εθνικής Κυβερνήσεως, ο Καστοριανός πολιτικός Ζήσης Παπαλαζάρου που περιστοιχιζόταν από Βρετανούς συνδέσμους, επανέλαβαν το ίδιο συμπεριλαμβάνοντας και άλλες όμως ζημίες όπως οι καταστροφές κτηρίων. Από τα 600 προπολεμικά βαρβάτα και φοράδες της πόλης δηλώθηκαν ως απομείναντα μόνον 200.[41]
Προφανές ότι οι κάτοικοι αδιαφορούσαν να τα παραδώσουν, αισθανόμενοι πως η ταραχή δεν είχε ακόμη τελειώσει. Προετοιμαζόμενο το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ για επίθεση στην Ήπειρο εναντίον του ΕΔΕΣ εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 1944 αυστηρή διαταγή παρουσίασης των τετράποδων και τετράτροχων ορεινών μεταφορικών μέσων στην λαχαναγορά Κοζάνης.[42] Και λίγες μέρες αργότερα νέα εντολή της ΕΤΑ Σερβίων και Κοζάνης για την περισυλλογή αδέσποτων ζώων. Στην Αιανή ως στάβλος τους ορίστηκε η αυλή της οικογένειας Παπατάτσιου.[43] Λίγες μέρες αργότερα οι αντάρτες του ΕΛΑΣ εξεστράτευσαν με άλογα και μουλάρια ΝΔ προς διάσχισιν της Πίνδου. Εναντίον του εσωτερικού εχθρού, της αντίδρασης.
Οι ανάγκες των μεταφορών είναι ίδιες σε κάθε πόλεμο, ανεξάρτητα από το ποιόν ή την ιδεολογία των αντιπάλων. Όσοι είχαν ερμηνεύσει την ευαγγελιζόμενη από το ΕΑΜ ελευθερία ως ανυπαρξία εξουσιαστικής αρχής που ρύθμιζε με κανόνες τη ζωή τους, όπως εξάλλου έπρατταν όλες οι προηγούμενες εξουσίες, απέτυχαν παταγωδώς.
ΤΙ ΠΙΡΙΟΥΣΙΑ ΕΧΣ;
Αρχάς ΄47 με το φούντωμα του κυρίως εμφυλίου πόλεμου διαφοροποιήθηκε η τακτική των αντιπάλων, μαζί της και η ταχύτητα μετακίνησης, μεταφορών κι επικοινωνιών. Ο στρατός για τις ανάγκες επιχειρήσεων συγκρότησε δυο συντάγματα ιππικού και διάνοιξε πληθώρα δρόμων. Χάρη δε στην αμερικανική βοήθεια άρχισε να εξοπλίζεται με ασυρμάτους κι άρματα μάχης. Ενώ οι αριστεροί επαναστάτες ανέβηκαν στην ταχυκίνητη σκηνή χωρίς τα ειρημένα μηχανοκίνητα, με διαλυμένες πολιτικές οργανώσεις κι ελάχιστη επιρροή στον κόσμο της υπαίθρου.
Είχε προηγηθεί το 1945, έτος αντεκδίκησης των αντικομουνιστών, η συμμαχική βοήθεια στην ανέγερση πυρπολημένων ή κατεστραμμένων οικιών, η σκληρή δράση της Εθνοφυλακής. Αν πιστέψουμε το υπόμνημα του ΔΣΕ στον ΟΗΕ, προπαγανδιστικό έντυπο, έφιππο απόσπασμα χωροφυλακής με διοικητή πρώην αντάρτη του ΕΔΕΣ εκτός από άφθονους δαρμούς, έσυρε πίσω από άλογο για μισό χιλιόμετρο εαμίτη κάτοικο του χωριού Νησί Βεντζίων.[44]
Ο ΔΣΕ δεν μπορούσε να ιδιοποιείται άλογα με άνεση για τις ανάγκες του αγώνα του όπως στον καιρό της Κατοχής. Ο κόσμος ήταν διστακτικός. Αναγκαζόταν, λοιπόν, να τα παίρνει χωρίς τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών, με ξαφνικές καταδρομές. Από το Χρώμιο ταξιαρχία ανταρτών απαλλοτρίωσε δύο δεκάδες αλόγων του κτηνοτρόφου Γιαννούλη Σιαμπανόπουλου φονεύοντας τον ίδιο, το γιο του και την έφηβη κόρη του.[45]Απαλλοτρίωσαν, δηλαδή άρπαξαν, κι όσα ζωντανά βρήκαν στο ίδιο χωριό.[46]
Ανάγκες τετράποδης ταχυκίνησης είχαν ιδιαίτερες οι αντάρτες που είχαν μείνει στα μετόπισθεν ως πολιτοφύλακες, ελεύθεροι σκοπευτές και καπαπίτες για να συλλέγουν πληροφορίες, τροφές, να τοποθετούν νάρκες και να διενεργούν δευτερεύουσες επιθέσεις. Ιδιαίτερα τον χειμώνα που η διάρκεια της ημέρας μίκρυνε και η γρήγορη διαφυγή από τα πεδινά στα ορεινά δυσκόλευε.
Ο απλούστερος γι’ αυτούς τρόπος σφετερισμού των αλόγων ήταν βραδινές καταδρομές σε λιβάδια και λύσιμο των ζώων. Όταν οι ιδιοκτήτες πέρασαν αντικλεπτικές ιπποπέδες κι άρχισαν να προσέχουν περισσότερο,[47] οι αντάρτες εφήρμοσαν επωδυνέστερες μεθόδους. Εισέβαλαν σε σπίτια κι άρπαζαν τα ζώα από τους στάβλους. Στο οικισμάτιο Κήπος (Μπαξί) έλαβαν πρωταπριλιά του 1947 τα άλογα του εφημέριου, ενός κοινοτικού συμβούλου κι ενός αγρότη[48] αφήνοντας εν ζωή μόνον τον τελευταίο.[49]
Το έφιππο τμήμα των ανταρτών του ΔΣΕ Ελίμειας ήταν θνησιγενές. Διαλύθηκε πριν ακόμα σχηματιστεί και οι άντρες τους πέρασαν σε μάχιμα τμήματα. Λίγα άλογα παρέμειναν επιτόπου, στο απόσπασμα ενός 34χρονου ξενοτοπίτη καπνεργάτη, πρότερο ηγέτη της τοπικής ΟΠΛΑ. Με λημέρι τη δασωμένη θέση Αναβρυκά Ρυμνίου. Εξορμούσαν νύχτα για τις χρείες του αγώνα τους, που γινόταν απαιτητικότερος. Παροιμιώδης περίπτωση παραμένει η συνάντηση ενός αγρότη από την Αιανή με αντάρτη από διπλανό χωριό, όταν ο τελευταίος νόμισε ότι ο πρώτος είχε άλογο μαζί του. Κάλπασε από μακριά, να το κατασχέσει. Αφηγείται ο αγρότης:
Είχα φουρτουμέν΄ τ΄ γουμάρα μι ξύλα κι έρχουμαν στου χουριό απ΄ τουν Καραματσούκ΄. Ικεί που πήγινα βγήκι έξαφνα μπρουστά μ΄ ου Μ. πάν΄ στ΄ άλουγου μι του στάγιερ. Ε συναγουνιστή, τι πιριουσία έχς; μι λέει. Τ΄ γουμάρα κι του πλάρ΄ [πουλάρι], που ακλουθάει απού πίσου, συναγουνιστή, τουν λέου. Γυρνάει, κοιτάει, Αϊ καλά, λέει κι φέγ΄. Παραπέρα στέκουνταν μισουκρυμμέν΄ άλλ΄ αντάρτις πάν΄ στ΄ άλουγα [50]
Αθηναϊστί: Είχα φορτωμένη τη γομάρα με ξύλα κι ερχόμουν στο χωριό από τον Καραματσούκη [θέση Αιανής]. Εκεί που πήγαινα βγήκε ξαφνικά μπροστά μου ο Μ. πάνω στο άλογο με το στάγιερ. Ε συναγωνιστή, τι περιουσία έχεις; με λέει. Τη γομάρα και το πουλάρι που ακολουθάει από πίσω, συναγωνιστή, τον λέω. Γυρνάει, κοιτάει. Άι καλά, λέει και φεύγει. Παραπέρα στέκονταν μισοκρυμμένοι άλλοι αντάρτες πάνω στα άλογα.
Δεν τα κρατούσαν οι αντάρτες τα κατασχεθέντα άλογα. Τα προωθούσαν στο Γράμμο και το Βίτσι για τις συχνές ορεινές μεταφορές εφοδίων και τραυματιών, αφού τα πεδινά δρομολόγια κατέχονταν από το Στρατό. Τα πιο τορνευτά έμεναν στο Γενικό τους Αρχηγείο, κλασική απαίτηση της εξουσίας, όπως ήδη ελέχθη, να ξεχωρίζει από τους υπηκόους της. Ήταν επιπλέον ειδικώς προορισμένα για τα γυναικεία υψηλόβαθμα στελέχη ή συζύγους, άμαθες σε ορεινές πορείες. Σε τέτοιου είδους άλογο, μάλλον φοράδα, είχε ανέβει η Γαλλίδα συγγραφέας Σιμόν Τερί,[51] όταν έφτασε μαζί με τον συμπατριώτη της ποιητή Πωλ Ελυάρ για να θαυμάσει το αντάρτικο Κράτος του Βίτσι.[52] Προφανώς για την αποφυγή αεροπλάνων, διότι τα αυτοκίνητα ήταν ορατά από τον αέρα, αλλά και για την έξαψη που προσφέρει η καβαλαρία.
ΙΠΠΟΚΟΜΟΙ
Στο έβγα της Άνοιξης του 1949 μονάδα του ΙΧ συντάγματος αναγνωρίσεως, όπως λέγονταν τότε το στρατιωτικό ιππικό, εμφανίστηκε στα Βέντζια μαζί με το 117 ΤΠ με σχέδιο κύκλωσης της περιοχής Χασίων και καταστροφής των εγκλωβισμένων ανταρτών.[53] Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος αναγκαστικά και πολίτες με άλογα και μουλάρια κουβαλώντας εφόδια από μονοπάτια και μπαΐρια για να αποφεύγονται ναρκοθετημένοι οδοί. Είχαν κατασχέσει δεκαεπτά άλογα των καπαπιτών του όρους Μπούρινου κι αρπάξει άλλα δύο από το χωριό Ποντινή.[54] Παραλλήλως στη θέση Καζάνια του χωριού Αγάπη, όπου διαμετακομιστικό νοσοκομείο του ΔΣΕ, φόνευσαν δυο αντάρτες, από την Ποντοκώμη ο ένας, κι εκτέλεσαν δυο κατοίκους της Ποντινής στο Χρώμιο. Η φρουρά του νοσοκομείου και οι τραυματίες κατόρθωσαν να διαφύγουν.[55]
Όταν το κύριο μέτωπο περιορίστηκε στο Γράμμο και το Βίτσι ο ΔΣΕ απέστειλε για αντιπερισπασμό δύναμη στο όρος Σινιάτσικο, για να εξαρθρώσει τις εφοδιοπομπές του στρατού, να στρατολογήσει και να συλλέξει τροφές. Τους πεζούς αντάρτες συνόδεψε ίλη ιππικού του Βιτσίου με διοικητή τον Νέστορα Ζιώγα,[56] για ταχυκίνηση ή μεταφορά εφοδίων και τραυματιών. Στη φονικότατη εις βάρος των ανταρτών ανακατάληψη του λόφου Αϊ Λια Βλάστης οι ιππείς δεν είχαν θύματα, δεν ενεπλάκησαν στη μάχη.[57]
Προς το τέλος του πολέμου τα άλογα έχαναν την πρότερη αξία τους μπροστά στα αμερικανικά τεθωρακισμένα κι αεροπλάνα. Ανέβλυσε όμως κραταιά μια νέα χρήση. Οι νεαροί πρώην αντάρτες του ΕΛΑΣ, μετά την στρατιωτική τους υπηρεσία στη Μακρόνησο κατατάσσονταν στο ιππικό ως ημιονηγοί,[58] καθαριστές και νοσοκόμοι κτηνών.[59] Οι περισσότεροι γνώριζαν από ζώα κι αυτό αποδείχτηκε καλό. Το κακό ήταν πως δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη, να μην προσχωρήσουν στους παλιούς τους εν όπλοις συναδέλφους, στους αντάρτες.
Δεν είναι γνωστό αν η Βουλγαρία και η Αλβανία όπου κατέφυγε ο ΔΣΕ στα τέλη του 1949 παρέδωσαν στη χώρα μας τα ανταρτικά άλογα ούτε αν η Ελλάδα τα διεκδίκησε. Επιθυμούσαν τα μηχανοκίνητα μέσα πια, οι καιροί είχαν αλλάξει. Είδα όμως την αστραφτερή ζήλια στα μάτια ενός ελασίτη, όταν καθόμασταν με ελληνικό καφέ κι αράδιαζε στη βεράντα του σπιτιού του σκόρπιες αναμνήσεις. Ανηφόριζε με τροχασμό ένας νεολαίος πάνω στο καφέ του άλογο. Ε Τζήκα, για πού; Τον φώναξε. Ο νεαρός γύρισε, έβγαλε το τσιγάρο από το στόμα κι ένευσε προς τα πάνω. Α ρα, χρόνια που πέρασανψιθύρισε πνιχτά ο παππούς.
Μια αρχική, λιτή μορφή του πονήματος ευρίσκεται έντυπη στο περιοδικό Παρέμβαση (Ιούν.-Αύγ. 1998) 18 -19. Στο παρόν όμως κείμενο που βλέπει πρώτη φορά τα φώτα της ψηφιακής δημοσιότητας ανακτενίστηκε, διαπλατύνθηκε, προστέθηκαν σημειώσεις, εικόνες και βιβλιογραφία
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ
– Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Η πολιτική οργάνωση των αριστερών ανταρτών 1941-45
– ΔΣΕ. Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Οι αριστεροί αντάρτες 1946-49
– ΕΔΕΣ. Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος. Ανταρτική οργάνωση στην Ήπειρο 1941-1945
– ΕΕΣ. Εθνικός Ελληνικός Στρατός. Οι αντικομουνιστές οπλίτες 1944
– ΕΚΑ. Εθνική Κοινωνική Άμυνα. Μυστική πολιτικοστρατιωτική οργάνωση εμπόρων κι αξιωματικών του νομού Κοζάνης 1942-43
– ΕΛΑΣ. Ελληνικός Λαϊκός Επαναστατικός Στρατός. Οι αριστεροί αντάρτες 1942-45
– ΕΤΑ. Επιμελητεία του Αντάρτη. Η υπηρεσία εφοδιασμού των αριστερών ανταρτών 1942-45
– ΟΠΛΑ. Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα. Η μυστική αστυνομία του ΚΚΕ
– ΠΑΟ. Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση. Πολιτικοστρατιωτική οργάνωση αξιωματικών Μακεδονίας, διάδοχος της ΥΒΕ/ΕΚΑ
– ΤΠ. Τάγμα Πεζικού
– ΥΒΕ. Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος. Μυστική πολιτικοστρατιωτική οργάνωση των αξιωματικών της Μακεδονίας 1941-43
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΡΧΕΙΑ
- Public Record Office
-FO 371 /48271/R10009, , 20-26 May 1945, secret, 202 - Αρχείο Δημοτικού Σχολείου Αιανής
-Πρωτόκολλον Αλληλογραφίας Κοινότητος Κερασιάς 3/5/1940 -43 - Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Κοζάνης
-ΑΒΕ 50/56/Φ770
-ΓΑΚ/ΑΝΚ, ΑΒΕ 60/15.1/1309-1314/215 - Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Φλωρίνης
-ΑΒΧ 15/Φ5/24 και ΑΒΧ 15/Φ5/15 - Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού
-Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τ. 3, Αθήνα1998 - Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης
-Θεσσαλονίκη (18.3.65) - Ειρηνοδικείο Εορδαίας
–Εκθέσεις έτους 1941 - Ειρηνοδικείο Σερβίων
–Πολιτικαί εκθέσεις έτους 1946 - Ειρηνοδικείο Φλώρινας
–Πολιτικαί εκθέσεις και πράξεις 1945 - Ο ελληνικός στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα, τ. Β΄, ΓΕΣ, Αθήναι 1980
- Ιδιωτική Συλλογή Κοσμά Προκοπίδη
–Επαρχιακή Φωνή [Πτολεμαΐδας] 342 (16.2.36) - Ιδιωτική Συλλογή Χιονίας Παλάσκα-Καλλιανιώτη
- Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης (ΚΔΒΚ)
–Αλήθεια 8 (6.12.44)
–Kreiskommantatur 2816/44/16.6.44
-Λυτά Έγγραφα, Κοινοποίησις ειδοποιήσεως 53ου Συντάγματος Πεζικού, Κοζάνη 6.11.44
-Λυτά Έγγραφα, Ειδοποίηση, α.π. 2232/168, 29.11.44
–Πατρίς 5 (16.7.44) 4
-Φ.70/Β/15
-Φ.Νομαρχίας, καταστάσεις παραδοθέντων πολεμικών ειδών, κοινότης Βαθυλάκκου προς νομαρχία
ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ
- Έτσι άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος: Η τρομοκρατία μετά τη Βάρκιζα 1945 –1947, το υπόμνημα του ΔΣΕστον ΟΗΕ τον Μάρτιο του 1947, επιμ: Π. Ροδάκης –Μ. Γραμμένος, Γλάρος, Αθήνα 1987
- Κερασιά. Ιστορία –Παιδεία – Πολιτισμός, ΑΜΣ Ελιμειακός Κερασιάς, Κερασιά 2004,
- http://www.mikrovalto.gr/index.php?option
- =com_content&view=article&id=3485:h-1940
- -&catid=70:2009-11-17-12-18-01&Itemid=188
- Καλλιανιώτης Θανάσης, «H πάλη δύο κόσμων σε ένα μικρό χωριό: η Κερασιά στη δεκαετία του 1940», Κερασιά. Ιστορία –Παιδεία – Πολιτισμός, ΑΜΣ Ελιμειακός Κερασιάς, Κερασιά 2004, 105-184,
- Καλλιανιώτης, Θανάσης, «Οι αντικομουνιστές καπετάνιοι στη Δυτική Μακεδονία(1942 -1949)», Οι άλλοι καπετάνιοι, επιμ: Νίκος Μαραντζίδης, έκδ. Δ΄, Εστία, Αθήνα 2007, σ. 201-295
- Κυριάκος Νικόλαος, «Προσφορά υπηρεσίας στα μαχόμενα τμήματα της Πίνδου», Βοϊακή Ζωή 149 (Σεπτ. –Οκτ. 1997) 23-4
- Μανούσακας Γ., Το χρονικό ενός αγώνα, τ. Β΄, Γ΄, Γνώση, Αθήνα 1986
- Μπαξεβάνος, Νικόλαος, Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Η κατοχή και η Εθνική Αντίστασηόπως τα έζησα, Θεσσαλονίκη 1994
- Παπαδημητρίου Απόστολος, «Η εμποροπανήγυρη των Βεντζίων», Ο Μπούρινος 4 (2012) 66-70
- Ριζοσπάστης 19.02.1997, Τα πολιτικά όπλα του ΔΣΕ,
- https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3758472
- Σεβαστάκης Α., Το αντάρτικο ιππικό, Β΄ έκδ. Κανελλόπουλος Αθήνα 1991
- Σελίδης Περικλής, Ιστορία του 2ου Τάγματος 16ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Βερμίου,
- http://psaxtiria.net/topic/7824/%CE%B9%CF%
- 83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%B1
- -%CF%84%CE%BF%CF%85-2%CE%BF%CF%85
- -%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1%
- CF%84%CE%BF%CF%82-16%CE%BF%CF%85-
- %CF%83%CF%85%CE%BD%CF%84%CE%B1%
- CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF
- %82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%
- BB%CE%B1%CF%82-%CE%B2%CE%B5%CF%
- 81%CE%BC%CE%B9%CE%BF%CF%85
- Σιαμπανόπουλος Κωνσταντίνος, Αιανή, ιστορία –τοπογραφία –αρχαιολογία, Θεσσαλονίκη 1974
- Φτάκας Αργύριος, «Η πανίδα της Κερασιάς», Κερασιά
- Ιστορία –Παιδεία – Πολιτισμός, ΑΜΣ Ελιμειακός Κερασιάς, Κερασιά 2004, 99-104
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
- Β.Ο., αντάρτισσα ΔΣΕ. Συνέντευξη στο Βατερό το 1999
- Γ. Π., αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1995
- Γούλας Κωνσταντίνος, αετόπουλο. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
- Ευαγγελόπουλος Σπύρος, μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξης την Αιανή το 1996
- Ζαγάρας Αργύριος, αγροφύλακας. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
- Ζυμάρας Αθανάσιος., αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Κάτω Κώμη το 1996
- Κ.Σ, οπλίτης ΕΕΣ. Συνέντευξη στο Σπάρτο το 1996
- Καλλιανιώτης Γρηγόριος, αποθηκάριος τροφίμων για τους Έλληνες εργάτες στα μεταλλεία Χρωμίου Ροδιανής. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
- Καλλιανιώτης Λάζαρος, αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1993
- Καραγιάννης Γεώργιος, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ. Συνέντευξη στη Λάβα το 1996
- Κατσής Μήτσος, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ, Αθήνα 1996
- Κ.Α., οπλίτης ΕΕΣ/αντάρτης ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στον Βαθύλακκο το 1997
- Μ. Θ., στέλεχος ΚΚΕ Σερβίων, διμοιρίτης 50 συντάγματος ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στα Σέρβια το 2001
- Νάνος Ευάγγελος, κτηνοτρόφος. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
- Ν. Χ., ανθυπολοχαγός ΕΛΑΣ, Διμοιρίτης ΔΣΕ. Συνέντευξη στην Αθήνα το 1993
- Π. Α, δημοσιογράφος. Συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη το 2002
- Π. Α, αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
- Π. Ε., μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
- Σιαμπανόπουλος Νικόλαος, μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξη στο Χρώμιο το 1996
- Τ. Ι., αντάρτης 1/27. Συνέντευξη στην Καισαρειά το 1998
- Τσιμόπουλος Γεώργιος, αγρότης. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
- Τσιούτσιος Ναούμ, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ. Συνέντευξη στα Σέρβια το 1999
- Χ. Α., υπεύθυνος ΕΤΑ. Συνέντευξη στην Κνίδη το 1998
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης (ΚΔΒΚ), Λυτά έγγραφα, Φ.70/Β/15, Κατάστασις αλόγων και μουλαριών πόλης Κοζάνης, 30.11.44
[2] Παπαδημητρίου Απόστολος, «Η εμποροπανήγυρη των Βεντζίων», Ο Μπούρινος 4 (2012) 67
[3] Ειρηνοδικείο Σερβίων, Πολιτικαί εκθέσεις έτους 1946, 1/2.1.46 –21/30.12.46
[4] Καλλιανιώτης Γρηγόριος, αποθηκάριος τροφίμων για τους Έλληνες εργάτες στα μεταλλεία Χρωμίου Ροδιανής. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
[5] Γούλας Κωνσταντίνος, αετόπουλο. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
[6] Ιδιωτική Συλλογή Κοσμά Προκοπίδη, Επαρχιακή Φωνή [Πτολεμαΐδας] 342 (16.2.36) 4
[7] Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Κοζάνης (ΓΑΚ/ΑΝΚ), ΑΒΕ 60/151/1313, Απογραφή κτηνών και οχημάτων
[8] ΓΑΚ/ΑΝΚ, ΑΒΕ 60/15.1/1309-1314/215, ΙΧ μεραρχία προς πρόεδρον κοινότητος, Αιανήν, Κοζάνη 2.5.38
[9] Φτάκας Αργύριος, «Η πανίδα της Κερασιάς», Κερασιά. Ιστορία –Παιδεία – Πολιτισμός, ΑΜΣ Ελιμειακός Κερασιάς, Κερασιά 2004, σ. 103
[10] Καλλιανιώτης Θανάσης, «H πάλη δύο κόσμων σε ένα μικρό χωριό: η Κερασιά στη δεκαετία του 1940», Κερασιά, ό.π., σ. 141
[11] Καλλιανιώτης Γρηγόριος, ό.π.
[12] Κυριάκος Νικόλαος, «Προσφορά υπηρεσίας στα μαχόμενα τμήματα της Πίνδου», Βοϊακή Ζωή 149 (Σεπτ. –Οκτ. 1997) 23-4
[13] Ζαγάρας Αργύριος, αγροφύλακας. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
[14] ΓΑΚ/ΑΝΚ, ΑΒΕ 60/15.1/1309-1314/215, Υποβολή αστυνομικής διατάξεως προς πρόληψιν και καταπολέμησιν της ζωοκλοπής, Διοίκησις Χωροφυλακής Κοζάνης προς Νομαρχίαν, α.π. 34/13/42, 30.11.37
[15] ΚΔΒΚ, Λυτά έγγραφα, Φ.Νομαρχίας, καταστάσεις παραδοθέντων πολεμικών ειδών, κοινότης Βαθυλάκκου προς νομαρχία α.π. 6/26.5.41
[16] Αρχείο Δημοτικού Σχολείου Αιανής, Πρωτόκολλον Αλληλογραφίας Κοινότητος Κερασιάς 3/5/1940 -43, α.α. 25/18.08.41
[17] Καλλιανιώτης Γρηγόριος, ό.π.
[18] Μπαξεβάνος, Νικόλαος, Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Η κατοχή και η Εθνική Αντίσταση όπως τα έζησα, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 439
[19] Μ. Θ., στέλεχος ΚΚΕ Σερβίων, διμοιρίτης 50 συντάγματος ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στα Σέρβια το 2001
[20] Ειρηνοδικείο Φλώρινας, Πολιτικαί εκθέσεις και πράξεις 1945, 10.1.45 και 4.12.45
[21] ΚΔΒΚ, Λυτά έγγραφα, Kreiskommantatur 2816/44/16.6.44
[22] Ειρηνοδικείο Εορδαίας, Εκθέσεις έτους 1941, αρ.76/9.8.41
[23] Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Φλωρίνης, ΑΒΧ 15/Φ5/24, Φλώρινα 3.11.82 και ΑΒΧ 15/Φ5/15
[24] Χ. Α., υπεύθυνος ΕΤΑ. Συνέντευξη στην Κνίδη το 1998
[25] Γ. Π., αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1995
[26] Public Record Office, FO 371/48271/R10009, A.G.I.S. Weekly report No 32, 20-26 May 1945, secret, 202
[27] Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη (18.3.65) 3
[28] Ζυμάρας ΑΘανάσιος., αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Κάτω Κώμη το 1996
[29] Σελίδης Περικλής, Ιστορία του 2ου Τάγματος 16ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Βερμίου,
http://psaxtiria.net/topic/7824/%CE%B9%CF%83%
CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CF%
84%CE%BF%CF%85-2%CE%BF%CF%85-%CF%84%
CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%
BF%CF%82-16%CE%BF%CF%85-%CF%83%CF%
85%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%
BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82-%CF%
84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%BB%CE%
B1%CF%82-%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%
[30] Μανούσακας Γ., Το χρονικό ενός αγώνα, τ. Β΄, Γ΄, Γνώση, Αθήνα 1986 σ. 394 και Σεβαστάκης Α., Το αντάρτικο ιππικό, Β΄ έκδ. Κανελλόπουλος Αθήνα 1991 σ. 229
[31] Καραγιάννης Γεώργιος, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ. Συνέντευξη στη Λάβα το 1996
[32] Π. Α, αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996 και Τ. Ι., αντάρτης 1/27. Συνέντευξη στην Καισαρειά το 1998
[33] Κ.Σ, οπλίτης ΕΕΣ. Συνέντευξη στο Σπάρτο το 1996
[34] Π. Ε., μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1997
[35] Καλλιανιώτης, Θανάσης, «Οι αντικομουνιστές καπετάνιοι στη Δυτική Μακεδονία (1942 -1949)», Οι άλλοι καπετάνιοι, επιμ: Νίκος Μαραντζίδης, έκδ. Δ΄, Εστία, Αθήνα 2007, σ. 229
[36] Καλλιανιώτης Γρηγόριος, ό.π.
[37] Καλλιανιώτης Γρηγόριος, ό.π.
[38] Κ.Α., οπλίτης ΕΕΣ/αντάρτης ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στον Βαθύλακκο το 1997
[39] ΚΔΒΚ, Πατρίς 5 (16.7.44) 4
[40] ΚΔΒΚ, Λυτά Έγγραφα, Κοινοποίησις ειδοποιήσεως 53ου Συντάγματος Πεζικού, Κοζάνη 6.11.44
[41] ΚΔΒΚ, Φ.70/Β/15, Κατάστασις αλόγων και μουλαριών πόλης Κοζάνης, 30.11.44
[42] ΚΔΒΚ, Λυτά Έγγραφα, Ειδοποίηση, α.π. 2232/168, 29.11.44
[43] ΚΔΒΚ, Αλήθεια 8 (6.12.44)
[44] Έτσι άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος: Η τρομοκρατία μετά τη Βάρκιζα 1945 –1947, το υπόμνημα του ΔΣΕ στον ΟΗΕ τον Μάρτιο του 1947, επιμ: Π. Ροδάκης –Μ. Γραμμένος, Γλάρος, Αθήνα 1987,
σ. 101
[45] Σιαμπανόπουλος Κωνσταντίνος, Αιανή, ιστορία –τοπογραφία –αρχαιολογία, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 368
[46] Σιαμπανόπουλος Νικόλαος, μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξη στο Χρώμιο το 1996
[47] Νάνος Ευάγγελος, κτηνοτρόφος. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
[48] Ν. Χ., ανθυπολοχαγός ΕΛΑΣ, διμοιρίτης ΔΣΕ. Συνέντευξη στην Αθήνα το 1993
[49] ΓΑΚ/ΑΝΚ, ΑΒΕ 50/56/Φ770, δικογραφία 1126/1951, εκθέσεις εξετάσεως μαρτύρων
[50] Τσιμόπουλος Γεώργιος, αγρότης. Συνέντευξη στην Αιανή το 1996
[51] Π. Α, δημοσιογράφος. Συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη το 2002
[52] Ριζοσπάστης 19.02.1997, Τα πολιτικά όπλα του ΔΣΕ,
https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3758472
[53] Ο ελληνικός στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα, τ. Β΄, ΓΕΣ, Αθήναι 1980, σ. 123
[54] Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τ. 3, Αθήνα 1998, σ. 265
[55] Β.Ο., αντάρτισσα ΔΣΕ. Συνέντευξη στο Βατερό το 1999
[56] Κατσής Μήτσος, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ, Αθήνα 1996
[57] Τσιούτσιος Ναούμ, αντάρτης ΕΛΑΣ και ΔΣΕ. Συνέντευξη στα Σέρβια το 1999
[58] Ευαγγελόπουλος Σπύρος, μέλος ΕΠΟΝ. Συνέντευξης την Αιανή το 1996
[59] Καλλιανιώτης Λάζαρος, αντάρτης 1/27 ΕΛΑΣ. Συνέντευξη στην Αιανή το 1993