Οι έδρες του ΓΑ του ΔΣΕ (1946 -1949): πολιτικά και στρατιωτικά κριτήρια
Επιλέχτηκε προς παρουσίασιν το παρόν θέμα, οι αλλαγές δηλαδή της έδρας του Γενικού Αρχηγείου (ΓΑ) των ανταρτών των ΟΔΕΚ/ΔΣΕ (Ομάδων Δημοκρατικών Ενόπλων Καταδιωκόμενων/ Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας) κατά την περίοδο του κυρίως Εμφυλίου Πολέμου 1946 -1949, επειδή συνάδει με τον χώρο όπου βρισκόμαστε.
Εδώ, στα Λιβάδια Κοτύλης (40°20'12.70"Β/20°58'10.85"Α), ιδιαίτερα στα όμορα υψώματα Πύργος και Τούμπα και στα αντικρινά Μπουχέτσι, Άνω και ΚάτωΑρένες, Τσούμια και Σούφλικας, συνήφθησαν αιματηρότατες μάχες μεταξύ διεθνιστών ανταρτών κι εθνικιστών στρατιωτών. Το ΓΑ του ΔΣΕ έδραζε για ένα διάστημα σχετικά κοντά μας, 10 περίπου χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή προς τα ΝΔ. Εφαπτόμενος της ανακοίνωσης είναι, επομένως, κι ο χρόνος.
Τα γεγονότα εκτυλίχτηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1940, όμως ο εμφύλιος μαίνεται μέχρι σήμερα και καταδήλως δεν θα πάψει ποτέ. Όχι όμως, όπως παλιά, με σιδηροφορούντες πολίτες εναντίον οπλιτών. Αλλά με φανερή οικονομική καταπίεση, ορατά στους σκεπτόμενους κοινωνικά χάσματα κι έντεχνη πνευματική διαστρέβλωση, την οποία δωρίζουν οι έχοντες εις βάρος των πενομένων. Αμφότερα συναπαρτίζουν ένα κοινό πρόβλημα: τον εμφύλιο μεταξύ του λαού και της άρχουσας τοπικής και γενικής ελίτ. Όταν καταλάβουμε τον παλαιότερο, θα εννοήσουμε τον σύγχρονο και τον μελλοντικό κι από τα λόγια θα περάσουμε στην πράξη. Λοιπόν, εδώ και τώρα, ένα πρώτο βήμα.
Παράγοντες γραφής
Κάθε ιστορική σύνθεση εγκιβωτίζει στον καμβά της απαραίτητα στοιχεία, την μελέτη, την κρίση και την τέχνη. Αναγνώστηκαν έτσι αρχειακές πηγές, έντυπα απομνημονεύματα κι απόψεις αμέτοχων. Καταγράφηκαν προφορικές αναμνήσεις και βηματίστηκε ο ίδιος ο χώρος -χωρίς την καλή αίσθηση του τελευταίου κάθε άποψη πλέει ανέστια στον επισφαλή ωκεανό του γραφείου.
Τη μελέτη ακολουθεί η κρίση, καθώς είναι απολύτως φυσική η ύπαρξη της υποκειμενικότητας, η οποία πηγάζει από είτε από μερική αντίληψη των γεγονότων είτε από εκούσιες στρεβλώσεις για λόγους μνημονικού γοήτρου ή θερμών ωφελημάτων. Στην ορθή κρίση δεν χωρούν θεαματικές κυβιστήσεις, πρόσφορες για κατάληψη αξιωμάτων ή προσμονή επιδομάτων. Η θέση των θεραπόντων της ευγενούς Ιστορίας πρέπει να είναι διαυγής. Ο Ιστορικός κρίνει με συμπάθεια όσους, τότε, δεν ήξεραν, αλλά κι αυτούς, που στις μέρες μας αφήνονται ως αθύρματα να αγνοούν. Σκληρότατα όμως όσους, τότε, γνώριζαν αλλά δεν μιλούσαν. Με την ίδια σκληρία, εννοείται, κι αυτούς, που σήμερα παραλλάσουν τα γεγονότα κοιτώντας μέσα από το δίοπτρον των συμφερόντων τους.
Τελευταία η τέχνη της σύνθεσης. Σχετίζεται στενά με τη μελέτη και την κρίση κι αποκτάται με την εμπειρία. Η οξύνοια στην παρατήρηση, η φαντασία στη σύνδεση των κενών και η τόλμη στη διατύπωση επιτρέπουν την αντοχή το έργου στο χρόνο. Γιατί, όσα γράφονται προς χάριν των καιρών, καταισχύνουν τους συντάκτες τους, αφήνοντάς τους έκθετους, όσο κι αν καλύπτονται με μανδύες ομόθρονων υποστηρικτών τους.
Το αγκάθι του ΝΟΦ και οι κατοχικές κληρονομιές. 1946
Το φθινόπωρο του 1944 επικράτησε και στις πόλεις το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Δίωξε με τέτοια αναλγησία τους αντιπάλους, ώστε, ευθύς ως ανέλαβε τα ηνία η αστική κυβέρνηση, όλα κατά το μάλλον ή ήττον τα στελέχη του, εκτεθειμένα σε βιαιότητες, προσέφυγαν σε χώρες βορείως των συνόρων. Όταν το ΚΚΕ αποφάσισε το 1946 να επαμφοτερίσει ακόμα μια φορά μεταξύ μιας φανερής πολιτικής δράσης και μιας υπόγειας πολεμικής, κατάλληλος χώρος ανάπτυξης ενόπλων ήταν τα ΒΔ σύνορα: άμεση πρόσβαση στα αδελφά εν κομμουνισμώ κράτη, για οδηγίες, συμπαράσταση, υλικά, ίαση τραυματιών, έμπεδα κττ.
Την Καστοριά, την Φλώρινα και την Πέλλα διαφέντευαν Σλαβομακεδόνες αλυτρωτιστές κάτω από τις σημαίες του ΝΟΦ. Κατευθυνόμενοι από την Γιουγκοσλαβία, θα δημιουργούσαν προβλήματα στον νεοφανή ΔΣΕ: στρατιωτικής φύσεως εξαιτίας του διαμοιρασμού των οφικίων, και πολιτικής αντίστοιχης λόγω της βέβαιης κυβερνητικής κατακραυγής και της πλειονότητας του λαού. Το ΚΚΕ ισορροπούσε για άλλη μια φορά στη δοκό που διαχώριζε έναν πρακτικό εθνικισμό, διανθισμένο με βρετανικές λίρες κι ευμενή αναγνώριση, από έναν θεωρητικό διεθνισμό, στηριγμένο σε μισοειπωμένους σοβιετικούς υποτονθορισμούς.
Επιλέχτηκαν, λοιπόν, εξ ανάγκης, όχι η δοκιμασμένη επί Κατοχής κι απόκρημνη κεντρική Πίνδος, αλλά τα λοφώδη Χάσια, γνωστά από πριν στον διορισμένο αρχηγό του ΔΣΕ Μάρκο Βαφειάδη και κάπως κοντά στη μεθόριο. Επρόκειτο, πάλι, για μια μέση οδό.
Επιδίωξη παρθενογενεσίας και αναζήτησης προλεταριάτου. 1947
Τα διπλωματικά παράπονα του ελληνικού κράτους στα τέλη του 1946 για τις οικειότατες επαφές των ανταρτών του ΔΣΕ με την Αλβανία, την Γιουγκοσλαβία και την Βουλγαρία, επίσης και για το διαπεπαρμένον των συνόρων από αφικνούμενους στην χώρα πρώην αντάρτες του ΕΛΑΣ ή και μέλη του ΝΟΦ, ήταν αδύνατον να μείνουν αναπάντητα. Ο ΟΗΕ αποφάσισε να διερευνήσει τις καταγγελίες καταρτίζοντας και στέλνοντας επί τόπου μιαν Επιτροπή Ερεύνης. Εξαναγκάστηκε τότε το ΓΑ του ΔΣΕ να μετακινηθεί νότια της πρώτης έδρας. Όσο μακρύτερα από τα σύνορα, για να μην εκτοξεύονται πάρθιες μομφές για συνεργασία τους με το εξωτερικό. Επιθυμούσε διακαώς να δηλωθεί ως τέκνο παρθενογενεσίας κι όχι ξενοκίνητο ως μερικώς ήταν.
Μαζί του ως συνοδεία το ΓΑ έλαβε και αντάρτες από την Πέλλα, αρκετοί εκ των οποίων ήταν Σλαβομακεδόνες, προφανώς για να μη βρεθούν επί τόπου, στην περίπτωση που η Επιτροπή επισκεπτόταν το μέρος, αφού λογικά θα προερχόταν από τη Θεσσαλονίκη. Γι’ αυτό την άνοιξη του 1947 η Επιτροπή προσήλθε μεν στην Δυτική Μακεδονία, αλλά οι διοικητικές κεφαλές του ΔΣΕ, έχοντας γύρω τους, για προφύλαξη, ρωμαλέο αριθμό ανταρτών, κατευθύνθηκαν στα παλιά λημέρια του ΕΛΑΣ, στην ορεινή κεντρική Πίνδο.
Άποψη του γράφοντος είναι πως με την κίνηση αυτή προς το νότο η ηγεσία του ΚΚΕ, η οποία μέχρι τότε δρούσε ελεύθερα κι άνετα στην Αθήνα, ευελπιστούσε ότι θα ξυπνούσε την κοιμισμένη μαχητικότητα των εργατών των μεγαλουπόλεων. Όραμα που δεν κατόρθωσε ούτε τότε, παρόλη τη δυναμική, να επιτύχει ούτε βεβαίως από τότε ως σήμερα.
Η αδελφή Αλβανία. 1948
Αμέσως μετά από το εαρινό ταξίδι στα Άγραφα, αναγκαστικό για την αποφυγή του εμπαιγμού εκ μέρους του ΟΗΕ κι άκρως επικίνδυνο λόγω της εύκολης περικύκλωσης από στρατιωτικές μονάδες, το ΓΑ του ΔΣΕ επέστρεψε στο φυσικό του χώρο, τη Δυτική Μακεδονία. Οι συνεννοήσεις συνεργασίας με το ΝΟΦ, είχαν επιτύχει και οι Σλαβομακεδόνες αντάρτες εντάχθηκαν αγόγγυστα στα τμήματα του ΔΣΕ. Ο χώρος είχε απορρυπανθεί.
Η Πέλλα γειτνίαζε με τη Θεσσαλονίκη, για να επιλεγεί ως έδρα του ΓΑ, όπως επίσης και το Καϊμακτσαλάν. Η πολιορκία προς άλωσιν των Γρεβενών, το καλοκαίρι του 1947, για να οριστούν έδρα της Προσωρινής (γιατί προσωρινής;) Δημοκρατικής Κυβέρνησης των ανταρτών, καταποντίστηκε με βαριές απώλειες. Παρόμοια αποτυχία και στην Κόνιτσα.
Απέμεναν τα ορεινά. Το καθαυτό Βίτσι απειλούταν με βαρύ οπλισμό από τα υψίπεδα της Φλώρινας, του Αμυνταίου και της Καστοριάς, οπότε απορρίφθηκε. Ο Γράμμος φώναζε τα πλεονεκτήματά του: απουσία δρόμων, πλούσια νερά, νομαδική κτηνοτροφία, προεργασία από τον δικηγόρο και τοπικό καπετάνιο Γεώργιο Γιαννούλη, που εν τέλει εκτελέστηκε από τους ολιγογράμματους προϊσταμένους του, και, κυρίως, άμεση επαφή με την Αλβανία (και τη Γιουγκοσλαβία). Έξωθεν των συνόρων διαβιούσαν οι ηγέτες του ΚΚΕ/ΔΣΕ και τυπικά μόνον ως έδρα προβαλλόταν η θέση Μούκα Πέτρα, 3 χλμ. ΝΑ του οικισμού Αετομηλίτσα.
Όταν ο Στρατός κατέλαβε ολοκληρωτικά το Γράμμο το καλοκαίρι του 1948, επιλέχτηκε, εξ ανάγκης, ως νέα έδρα το ΓΑ του ΔΣΕ το ακροπύργιο, κυριολεκτικά, της Πρέσπας.
Ζήτω η ζωή μας. 1949
Στην ΒΔ πλευρά της Ελλάδας αναγκάστηκε να καταφύγει, έπειτα από βαριές ήττες από τον Ελληνικό Στρατό το φθινόπωρο του 1948 το ΓΑ του ΔΣΕ. Για την ακρίβεια στη χερσόνησο, που οι ντόπιοι κάτοικοι ονόμαζαν Άφρικα, τοπωνύμιο αλβανικού, προφανώς, ετύμου. Σαν καρδιά του ανθρώπου να βρίσκεται όχι στο κέντρο του σώματος, αλλά στις άκρες των δακτύλων. Πρωτοτυπία!
Η νέα έδρα αποδείκνυε την αδυναμία στρατιωτικής κατίσχυσης των ανταρτών. Ήταν όμως πρώτης τάξεως ευκαιρία για ταξίδια στο εξωτερικό των πολιτικών ηγετών τους χωρίς απολύτως κανέναν ενδιάμεσο κίνδυνο από επίγεια ή επουράνια πυρά, αφού ούτε τα αεροπλάνα του ελληνικού κράτους έφθαναν ως εκεί ούτε οι οβίδες του πυροβολικού.
Ο εγκλεισμός του ΔΣΕ στην λεκάνη των Πρεσπών, τη δίοδο του Μάλι Μάδι και την πεδιάδα των Κορεστίων, δίγλωσσες περιοχές όπου μητρική γλώσσα της πλειονότητας ήταν η μεσαιωνική σλαβική, κι ο τρόμος των πολιτικοστρατιωτικών στελεχών του ΔΣΕ για μια πιθανή απείθεια των υπηκόων του νεοπαγούς κράτους των, παρ’ όλη την αφθονία των μέτρων επαγρύπνησης, οδήγησε το ΚΚΕ από την ευλύγιστη πρότερη θέση «πλέρια ισοτιμία στις μειονότητες» στο φριχτό ολίσθημα πως «ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική αποκατάστασή του».
Η απόγνωση πια φανερή. Παρά τις αφειδώλευτες προμήθειες όπλων και πολεμοφοδίων, που κατέφθαναν από το εξωτερικό, και τις αθρόες επιστρατεύσεις γυναικοπαίδων, δεν ικανά χέρια για να τα κρατήσουν δεν περίμεναν. Η ήττα έχαιρε προ των πυλών.
Ιδεολογία και επιβίωση
Στην ιδεολογία, στις ενάρετες δηλαδή προθέσεις, διατυμπανίζουν πως οφείλουν την συμμετοχή τους στον κυρίως Εμφύλιο Πόλεμο οι αντάρτες του ΔΣΕ όπως επίσης και οι ύστεροι υποστηρικτές τους. Στο ζήτημα όμως που αδρά εξετάσαμε, η ιδεολογία μόνον στην αρχική φάση, δηλαδή στην έδρα των Χασίων, μια κάπως κεντρική περιοχή, χωρά ως αιτιολόγημα. Η καταφυγή στην ακρώρεια των Πρεσπών επιτρέπει το σχηματισμό μιας αρνητικής σκέψης: ότι η ιδεολογία, παρά την ηχηρή της μεστότητα, αποτελεί ένα εύθραυστο κέλυφος όπου συμποσούνται πιο χαμηλόφωνα στοιχεία, η επιβίωση π.χ.
Φυσικά και είναι συγγνωστή η επιβίωση. Όχι όμως, όταν περιπλέκεται με συμπληρωματικές διαστάσεις σαν την ασφαλή ραστώνη, τον γλυκασμό της εξουσίας ή την αυταπάτη της μεγαλοσύνης. Αν ως Ανώτατο Πολεμικό Συμβούλιο (του ΔΣΕ) ιστορείς την ισότητα ξαπλωμένος στην ασφάλεια των σπηλιών της Πρέσπας κι όχι όρθιος ανάμεσα στις προκεχωρημένες βάσεις των ανταρτών σου, θα αποτύχεις.
Ο κόσμος της δράσης ολίγες μόνον φορές μπορεί να αναπαρασταθεί με την γλώσσα της απραξίας. Ο χαμός του μαχητή σου, ας είναι και δικός σου χαμός. Το αίμα του, το αίμα σου. Αυτά συγκεφαλαιώνουν μιαν ζηλευτή ιδεολογία, όχι οι ειρημένες επεκτάσεις. Πράγμα που δεν είχαν πράξει οι καθοδηγητές των ανταρτών, που αποσύρονταν στο εξωτερικό, ούτε και οι στρατιωτικοί τους ηγέτες. Εξαίρεση μόνον των τελευταίων αποτελούν άνδρες με φλογισμένα μάτια, όπως ο δάσκαλος Μ. Ζυγούρας, με επαρχιώτικη υψιπέτεια σαν τον φιλόλογο Α. Ρόσιο ή νεαροί αποφασισμένοι για ταχείες διακρίσεις, όπως ο Π. Βαϊνάς.
Υ.Γ. Το ανωτέρω κείμενο γράφτηκε για να εκφωνηθεί από στήθους στις 23.05.2015 σε επιστημονική διημερίδα, που οργάνωσε το Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με τίτλο Ελλάδα και Βαλκάνια στον 20ό αιώνα από την 22η έως 24η Μαΐου 2015 στο Πάρκο Εθνικής Συμφιλίωσης Γράμμου. Το κείμενο μαζί με την οπτική του παρουσίαση ανοίγει στο σύνδεσμο https://drive.google.com/file/d/0B0nFJ7A1flyDT0tNT1BJcjBvdEE/view?usp=sharing