Ευχαριστώ πολύ κυρία Πρόεδρε, κυρία Υπουργέ, κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζητούμενη πρόταση δυσπιστίας είναι μια διαδικασία στην οποία όλοι εκ των προτέρων γνωρίζουμε το αποτέλεσμα, οπότε το ερώτημα που τίθεται είναι: Ποια η σκοπιμότητά της; Έτσι κι αλλιώς ποτέ στο παρελθόν δεν έχει ευδοκιμήσει η αντίστοιχη διαδικασία ακόμα και στις πιο εύθραυστες πλειοψηφίες. Δεν μπορεί συνεπώς να προσδοκούσε ο κ. Τσίπρας κατά την άσκησή της ότι με αυτήν θα προκαλέσει την πτώση της Κυβέρνησης. Αφού, όμως, δεν απέβλεπε στη συνταγματικά και από τον Κανονισμό της Βουλής προβλεπόμενη αμφισβήτηση της δεδηλωμένης, τότε ποιος ήταν ο στόχος του; Μήπως ήθελε να αναδείξει την αδυναμία του κράτους για τα πρόσφατα καιρικά φαινόμενα; Το αντίθετο. Αν ήθελε μία ουσιαστική συζήτηση ή έστω εντυπώσεων για την Πολιτική Προστασία, θα την έκανε μονοθεματική σε επίπεδο αρχηγών, προκειμένου να εξεταστούν όλες οι πτυχές της υπόθεσης και ενδεχομένως να αποκομίσει και τα όποια πολιτικά οφέλη.
Τότε, λοιπόν, γιατί ο κ. Τσίπρας αποεστιάζει από το επίμαχο; Μήπως επιδιώκει μία εφ’ όλης της ύλης σύγκρουση; Ούτε αυτό είναι λογικό. Μόλις πριν από ένα μήνα εξελίχθηκε εξαντλητική συζήτηση για τον προϋπολογισμό. Εξάλλου, αυτή η διαδικασία μας δίνει το δικαίωμα να υπερασπιστούμε το πλούσιο έργο που παράχθηκε, μέσα, μάλιστα, σε συρρέουσες κρίσεις.
Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι εκτός από αυτό, η διαδικασία η προκληθείσα οδηγεί αναπόφευκτα και σε συγκρίσεις. Όχι εμάς, τον πολίτη. Τον πολίτη ο οποίος σκέφτεται: τι θα είχε συμβεί αν αντί για τη σημερινή Κυβέρνηση ήταν στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ; Τι θα είχε γίνει με την πανδημία;
Αναφέρθηκε εκτεταμένα ο Υπουργός της Υγείας.
Νομίζετε ότι ξεχνάει ο πολίτης τη μπαχαλώδη αντιπολίτευσή σας στη δραματική αυτή υπόθεση, που ξεκίνησε με τη μνημειώδη έκφραση στήριξης «θα λογαριαστούμε μετά» και συνεχίστηκε με εκείνην τη λογική «ό,τι λέει η Κυβέρνηση, εμείς υποστηρίζουμε το αντίθετο»; Νομίζετε ότι ξεχνάει ο πολίτης την καπήλευση της εύλογης δυσθυμίας που προκαλούσαν τα περιοριστικά μέτρα, την υποδαύλιση αντιδράσεων και συγκεντρώσεων στην κορύφωση της πανδημίας, την παράφρονα προτροπή σας να δοθούν όλες οι ενισχύσεις από την αρχή, η οποία, δεδομένης της διάρκειας της υγειονομικής κρίσης σε όλο τον κόσμο, θα είχε οδηγήσει σε κατάρρευση την ελληνική οικονομία; Τη λαϊκίστικη πλειοδοσία σας σε κάθε επαγγελματία, την ίδια στιγμή που δεν ψηφίζατε τα μέτρα, που εμείς νομοθετούσαμε; Την κάθετη εναντίωσή σας σε κάθε παρέμβαση κυβερνητική για την αντιμετώπιση του φαινομένου, την τηλεργασία, την υποχρεωτικότητα; Ακόμα εναντιωθήκατε και στην τιμώρηση της διασποράς ψευδών ειδήσεων για την υγεία.
Τι θα είχε γίνει, λέει, λοιπόν, ο πολίτης, με τους εμβολιασμούς αν ήσασταν εσείς στα πράγματα; Πιστεύετε ότι ξεχνάει ο κόσμος την αμφισβήτηση του αρχηγού σας για το εμβόλιο, για την επάρκειά του, για τη δωρεάν διάθεσή του στους πολίτες, για το «ξεστοκάρισμα»; Τις διφορούμενες δηλώσεις κορυφαίων στελεχών σας για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, την επίπτωση στο τέλος τέλος που μπορεί να είχε αυτή η διαρκής σύγκρουση και αμφισβήτηση του κυβερνητικού έργου για ανθρώπους που μπορεί να είχανε την οποιαδήποτε επιφύλαξη;
Θα είχε, όμως, μήπως, αν ήσασταν στα πράγματα, υλοποιηθεί η ψηφιακή επανάσταση στη χώρα; Με τις απίστευτες διευκολύνσεις στη συνταγογράφηση; Με μηνύματα στο κινητό, με τάμπλετ στους γιατρούς για τον εμβολιασμό; Με εκατοντάδες εφαρμογές σε όλο το εύρος της δημόσιας διοίκησης, την έκδοση εκατομμυρίων ψηφιακών πιστοποιητικών και την αποτροπή, τελικά, της φυσικής παρουσίας των πολιτών και της έκθεσής τους στον κορωνοϊό;
Βάζετε τον πολίτη να σκεφτεί αν θα τα είχατε καταφέρει καλύτερα στην ανάπτυξη; Εσείς που πέσατε έξω σε κάθε σας πρόβλεψη; Που προβλέπατε για το 2020 διψήφια ύφεση και τελικά πέσατε έξω. Που προβλέπατε για το 2021 ισχνή ανάπτυξη, και τελικά πέσατε παταγωδώς έξω. Που λέγατε ότι θα κλείσουν οι μισές επιχειρήσεις, και τελικά το ισοζύγιο αποδείχθηκε θετικό. Που λέγατε ότι θα αυξηθεί κατακόρυφα η ανεργία, και τελικά έπεσε στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2010, στο 13%;
Για ποια, λοιπόν, εμπιστοσύνη μιλάτε;
Σας βλέπει ο πολίτης να ποντάρετε διαρκώς στην καταστροφή και από την άλλη η χώρα να γίνεται επενδυτικός προορισμός κολοσσών επιχειρηματικών. Όλους τους οργανισμούς να προβλέπουν βιώσιμη, σταθερή ανάπτυξη και για τα επόμενα χρόνια και την Ελλάδα να αναβαθμίζεται σε όλους τους δείκτες. Και μετά θυμάται τις δικές σας επιδόσεις και μειδιά.
Σκέφτεται ο πολίτης, όμως: μήπως θα τα πήγαιναν καλύτερα στην οικονομία, στον οικογενειακό, αν θέλετε, προϋπολογισμό; Και ύστερα; Και ύστερα θυμάται τι είχατε κάνει, τα μνημόνια που θα σκίζατε. Θυμάται το πώς διαλύσατε -δεν λέω αυτό που είπε ο κ. Πολάκης- τη μεσαία τάξη. Θυμάται τον ΕΝΦΙΑ που θα καταργούσατε, τη φορολογία εισοδήματος που πλήρωνε επί των ημερών σας, θυμάται τις ασφαλιστικές εισφορές που ήταν χειρότερες από τις φορολογικές επιβαρύνσεις, την αύξηση στο ΦΠΑ, την προκαταβολή φόρου 100% που πλήρωνε επί ΣΥΡΙΖΑ και το ισχνό επίδομα θέρμανσης. Θυμάται πόσο πλήρωνε επί ΣΥΡΙΖΑ ένας πατέρας για να μεταβιβάσει στο παιδί του τα αποκτήματά του, θυμάται τα είκοσι εννέα χαράτσια που του επιβάλλατε και φτύνει τον κόρφο του.
Και σήμερα τα βλέπουν οι πολίτες όλα αυτά να αλλάζουν προς το καλύτερο, τις ελαφρύνσεις που ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα. Και βλέπουν μία Κυβέρνηση κάθε θετική είδηση να την κάνει μέρισμα στην κοινωνία- 43 δισεκατομμύρια ενίσχυση κατά τη διάρκειά της για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, 1,35 δισεκατομμύρια τους τέσσερις τελευταίους μήνες του 2021 για την ενεργειακή κρίση, 400 εκατομμύρια για τη στήριξη των πολιτών μόνο τον Ιανουάριο- βλέπει δεύτερη αύξηση στους μισθούς, να πληρώνει όσους έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές. Και όλα αυτά χωρίς να κλονίζεται η εθνική οικονομία!
Και βλέπει, επίσης, κι έναν Πρωθυπουργό, επιτέλους, να αναγνωρίζει λάθη. Και ξέρετε τι έννοια έχει αυτή η αναγνώριση; Όχι μόνο της συγγνώμης, αλλά ότι πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε, ότι ξεκινάει μια διαδικασία να βελτιωθούμε. Αυτό το νόημα έχει. Και θυμάται τις κακοπαιγμένες ταινίες μικρού μήκους που παρακολουθούσε σε αντίστοιχες κρίσεις πριν από λίγα χρόνια.
Και αφού, λοιπόν, η σύγκριση συνιστά πολιτικό μαζοχισμό για το ΣΥΡΙΖΑ, τότε προς τι η πρόταση δυσπιστίας; Μα δεν έγινε για την Κυβέρνηση, για να αναδειχθεί ο Τσίπρας ως ηγέτης της Αντιπολίτευσης έγινε. Και τα καταφέρατε, πράγματι, γιατί αναγκάσατε τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης να συρθούν από πίσω σας. Για να εγκλωβίσει το ΚΙΝΑΛ το έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας, για να εκθέσει τον κ. Ανδρουλάκη που από τη μία ζητάει εκλογές και από την άλλη τις αρνείται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ το έκανε για να κατοχυρώσει το ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και αυτό που κατάφερε ήταν να κατοχυρώσει τον τίτλο της χειρότερης Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από τη Μεταπολίτευση.
Ευχαριστώ πολύ.
Στάθης Κωνσταντινίδης
Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας Π.Ε. Κοζάνης