Η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ ΑΕ είναι ένας νέος, σημαντικός κρίκος στη στρατηγική της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας, που υπηρέτησαν όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις, από το 1990, οπότε ξεκίνησε στη χώρα μας, με τις Οδηγίες και τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Τις συνέπειες θα τις βρουν ξανά μπροστά τους τα λαϊκά νοικοκυριά, όπως έγινε και σε όλες τις προηγούμενες φάσεις της «απελευθέρωσης».
Οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης ότι έκανε τη ΔΕΗ ΑΕ «κερδοφόρα» και «ανταγωνιστική», ώστε ισχυρά κεφάλαια να ενδιαφέρονται σήμερα για τις μετοχές της, είναι η άλλη όψη της επίθεσης που ξεδιπλώνεται για περισσότερα από 30 χρόνια, απ' όλες τις κυβερνήσεις, ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στην Ενέργεια, αλλά και ενάντια στην ανάγκη του λαού για φτηνό ρεύμα.
Σταθμοί σ' αυτήν την πορεία, με νόμους της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, είναι οι τρεις αλλεπάλληλες μετοχοποιήσεις της ΔΕΗ, ο διαχωρισμός του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ, για να πουληθούν ως «θυγατρικές», η αδειοδότηση ιδιωτών να παράγουν ρεύμα με μονάδες φυσικού αερίου και εγγυημένα κέρδη, η απολιγνιτοποίηση και, βέβαια, η κρατική στήριξη στα μεγαθήρια της «πράσινης Ενέργειας».
Οι αυξήσεις στα τιμολόγια της λαϊκής κατανάλωσης ξεπέρασαν το 150% από την έναρξη της «απελευθέρωσης» μέχρι σήμερα! Πάνω από 700 είναι οι εντολές που δίνονται καθημερινά για διακοπές ρεύματος από τον ΔΕΔΔΗΕ, εξαιτίας οφειλών που τα φτωχότερα νοικοκυριά δεν μπορούν να ξοφλήσουν. Στους εναπομείναντες εργαζόμενους της ΔΕΗ κυριαρχούν οι «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις, η εργολαβοποίηση και οι ατομικές συμβάσεις.
Υποδομές που χρυσοπληρώθηκαν με λεφτά του λαού, αξιοποιήθηκαν από ιδιωτικούς ομίλους, με την είσοδό τους στην αγορά, για να πουλούν με τη σειρά τους πανάκριβο ρεύμα στον λαό, πριν γίνουν μέτοχοι ή και ιδιοκτήτες των ίδιων των υποδομών. Τεράστιες παραγωγικές δυνάμεις, που κάτω από άλλες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν μοχλό για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, απαξιώνονται στο όνομα της απολιγνιτοποίησης.
Αυτή είναι η «μεγάλη εικόνα» της αγοράς Ενέργειας, όπως διαμορφώθηκε όλα αυτά τα χρόνια, με το κράτος να πλειοψηφεί στη μετοχική σύνθεση της ΔΕΗ ΑΕ. Τώρα η κυβέρνηση ετοιμάζεται για το επόμενο βήμα, προσβλέποντας σε μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα της διασυνδεδεμένης αγοράς, κυρίως στην Ανατ. Ευρώπη, αλλά και σε μεγαλύτερα κέρδη από επενδύσεις στις ΑΠΕ.
Πρόκειται για ωμή παραδοχή ότι τόσο η στρατηγική της «απελευθέρωσης» όσο και η «πράσινη ανάπτυξη» δεν συναντιούνται πουθενά με τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα και τις ανάγκες. Και ότι κάθε απόφαση για τη θωράκιση της κερδοφορίας της ΔΕΗ και των άλλων ενεργειακών ομίλων μεταφράζεται σε ακόμα χειρότερους όρους πρόσβασης του λαού στο αγαθό της Ενέργειας.
Τη στρατηγική αυτή υπηρέτησε με συνέπεια και ο ΣΥΡΙΖΑ, που παριστάνει τώρα τον ανήξερο για το έγκλημα και ζητάει να διατηρήσει το κράτος την πλειοψηφία των μετοχών στη ΔΕΗ. Οχι μόνο στήριξε κάθε φάση της «απελευθέρωσης» αλλά έβαλε και πλάτη, ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση, για να λειανθούν και να απορροφηθούν λαϊκές αντιδράσεις, σπέρνοντας αυταπάτες ότι υπάρχει και «καλή» απελευθέρωση.
Αυτό έκανε, για παράδειγμα, με την απολιγνιτοποίηση, την οποία στήριξε ως κυβέρνηση και τώρα ζητάει να γίνει «με πιο δίκαιο τρόπο». Οπως δεν διαφωνεί και με τον σημερινό σχεδιασμό κυβέρνησης - ΔΕΗ ΑΕ, αρκεί αυτός να υλοποιηθεί με κρατική πλειοψηφία στις μετοχές της επιχείρησης! Τόσο ...«βάθος αμέτρητον» χωρίζει τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα και στα ζητήματα της Ενέργειας.
Τριάντα χρόνια μετά τον πρώτο νόμο της «απελευθέρωσης» στη χώρα μας, ο λαός μπορεί πλέον να δει καθαρά ότι ούτε φτηνότερο ρεύμα έχει ούτε «καλύτερες και περισσότερες» θέσεις εργασίας στην Ενέργεια, όπως του υπόσχονταν.
Γι' αυτό η αναγκαία οργάνωση του αγώνα για να μπουν εμπόδια στη νέα αντιλαϊκή απόφαση της κυβέρνησης πρέπει να βάλει στο στόχαστρο την ίδια τη στρατηγική της «απελευθέρωσης», την ΕΕ, τις κυβερνήσεις και τα κόμματά της, κοιτώντας μπροστά, στην κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα ηλεκτροπαραγωγής και συνολικά στα μέσα παραγωγής, για να είναι η Ενέργεια κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα».
Αναδημοσίευση , από τη στήλη «Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ», του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ 28/9/21
28/9/21