Η υποψηφιότητα Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ συνιστά οικτρό στρατηγικό λάθος, το οποίο έρχεται να προστεθεί σε αυτό της ελληνικής στάσης για το Κόσοβο.
Έχουμε ρίξει λευκή πετσέτα παντού.
Η συζήτηση του συγκεκριμένου ζητήματος δεν είναι εύκολη και οφείλει να γίνει με αδιαμφισβήτητη σαφήνεια, η οποία δε θα αφήνει περιθώρια παρερμηνειών, σχετικά με το πολιτικό κίνητρο.
Αυτό σημαίνει, ότι υπερασπιζόμαστε τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, την ειρηνική συνύπαρξη, χωρίς να αφήσουμε χώρο στον οποιονδήποτε για στοχοποίηση του αλβανικού Λαού. Στηλιτεύουμε κυβερνήσεις (πρώτη και καλύτερη τη δική μας), όταν διαπιστώνουμε ότι αυτές λειτουργούν σε βάρος των λαϊκών ελευθεριών.
Τόσο το τουρκοκινούμενο καθεστώς Ράμα όσο και οι καλοθελητές ξένων συμφερόντων της δικής μας κυβέρνησης (για διαφορετικούς λόγους και ερείσματα), υποδαυλίζουν την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό και τα συμφέροντα των δύο Λαών μας.
Η αλληλεγγύη των Λαών όμως προϋποθέτει, ότι δε θα χαριζόμαστε σε κανέναν ηγεμόνα που καταπατά τα δικαιώματά του.
Θα έρθει η στιγμή που θα μιλήσουμε για τη γενικευμένη καταστρατήγηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βόρειο Ήπειρο. Για την ώρα θα περιοριστώ μόνο, τόσο στον «αστείο» τρόπο με τον οποίον η ελληνική κυβέρνηση ασκεί εξωτερική πολιτική, όσο και στον επίσης εξίσου επικίνδυνο τρόπο, με τον οποίον η (υπαξιωματική) αντιπολίτευση παίζει το δικό της παιχνιδάκι.
Η φυλάκιση Μπελέρη είναι η κορυφή του παγόβουνου στο βορειοηπειρωτικό (αν και δυστυχώς ξεχνάμε πάντα τον συνδιωκόμενο Παντελή Κοκαβέση).
Ο Μπελέρης, ως ευρωβουλευτής και λόγω της βουλευτικής ασυλίας, θα αποφυλακιστεί (μάλλον), όμως το πρόβλημα της αναίμακτης εθνοκάθαρσης ενάντια στην ελληνική μειονότητα θα παραμείνει. Η κυβέρνηση όμως θα το παρουσιάσει ως επιτυχία και θα προπαγανδίσει τον εαυτό της ως «ελευθερώτρια». Σε βάρος όμως της ελληνικής μειονότητας, για την οποία δε θα αλλάξει τίποτα!
Το θεαθήναι σε βάρος της ουσίας. H εργαλειοποίηση του Μπελέρη εξυπηρετεί την ελληνική εξωτερική πολιτική με τρόπο που την απαλλάσσει από ένα ακόμη βαρίδι (διότι έτσι βλέπει τη μειονότητα στη Βόρειο Ήπειρο, όπως άλλωστε και την Κύπρο).
Ναι, ο Φρέντυ Μπελέρης πρέπει να ελευθερωθεί, αλλά για τους σωστούς λόγους.
Αν η απελευθέρωση Μπελέρη γίνει για τους λάθος λόγους, τότε θα αποσιωπηθούν και δε θα αναδειχθούν οι αιτίες που οδήγησαν στη φυλάκισή του και τελικά, χρησιμοποιώντας τον ίδιο ως μέσο αποπροσανατολισμού, η εργαλειοποίησή του θα υπονομεύσει τη μειονότητα.
Η ΕΕ δηλαδή, οφείλει να ελευθερώσει τον Μπελέρη, όχι γιατί αυτός είναι ευρωβουλευτής, αλλά διότι (υποτίθεται) είναι η ίδια ένας οργανισμός που υπερασπίζεται τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, πέρα από αξιώματα. Αλίμονο αν αυτά εξαντλούνται μόνο για τους ευρωβουλευτές της. Αλίμονο αν το κράτος δικαίου είναι εφαρμοστέο μόνο γι' αυτούς. Πού ήταν μέχρι τώρα η ΕΕ;
Ακόμη όμως και αν ο Φρέντυ ελευθερωθεί, δε θα ξαναγίνει δήμαρχος. Ο νόμιμος και εκλεγμένος δήμαρχος θα βρίσκεται στις Βρυξέλλες και στη θέση του θα βρίσκεται ένα δοτό ανδρείκελο του καθεστώτος Ράμα.
Η αποφυλάκιση Μπελέρη είναι, πράγματι, το ένα. Η υφαρπαγή του δημαρχιακού θώκου όμως, είναι το άλλο.
Μα εμείς θέλουμε τον εκλεγμένο Δήμαρχο Χιμάρας στη θέση του!
Όμως, χωρίς να προσθέτουμε έναν επιπλέον Έλληνα στην Ευρωβουλή, αφαιρούμε έναν Έλληνα από Δήμαρχο Χιμάρας, δηλαδή ουσιαστικά αποδεχόμαστε και συμβιβαζόμαστε με την εκδίωξή του από το εκλεγμένο αξίωμα!
Ο Φρέντυ Μπελέρης, ως ευρωβουλευτής στις Βρυξέλλες πια, εκπίπτει οριστικά του αξιώματός του ως Δήμαρχος Χιμάρας, δίνοντας στην υφαρπαγή του δημαρχιακού θώκου χαρακτηριστικά νομιμοποίησης.
Λυπηρό deal χατζηαβάτικης εξωτερικής πολιτικής. Παίρνουμε το μήλο και δίνουμε το καφάσι.
Παίγνιο lose-lose για τους Έλληνες ψηφοφόρους. Αν δεν τον ψηφίσουμε, «θέλουμε» τη συνέχιση της φυλάκισής του. Αν τον ψηφίσουμε, νομιμοποιούμε τον σφετερισμο στη δημαρχία της Χιμάρας.
Εν μέσω «πανηγυρισμών» της δήθεν «μεγάλης επιτυχίας», το πολιτικό ζήτημα της μειονότητας θα φαλκιδευθεί. Βρίσκουμε και πάλι τη βολική διέξοδο στη λογική της πολιτικής του κατευνασμού και έτσι δίνουμε άφεση αμαρτιών στα αίσχη του Ράμα, προσφέροντάς του την πολυπόθητη «συγγνώμη», το πολιτικό άλλοθι, με το οποίο μπορεί να απεγκλωβιστεί ανώδυνα, χωρίς πια να εκτίθεται και να παρουσιάζεται απολογούμενο, συνεχίζοντας όμως την ίδια αντιμειονοτική πολιτική, με εμάς σιωπούντες επειδή, τελικά, «θα έχουμε πάρει αυτό που θέλαμε».
Όχι κύριε Μητσοτάκη, δεν θα πάρουμε αυτό που θέλαμε. Δεν είναι προσωπικό το ζήτημα Μπελέρη, αλλά εθνικό. Κομματικοποιείτε λοιπόν ένα εθνικό ζήτημα και το απομειώνετε σε ζήτημα προσωπικής αποκατάστασης. «Αναβαθμίζετε» τον έναν, υποβαθμίζοντας τους άλλους.
Αν δηλαδή τώρα ο Ράμα αποφυλακίσει τον Μπελέρη, δε θα το κάνει επειδή θα κατοχυρώσει ξαφνικά τα μειονοτικά δικαιώματα, αλλά επειδή θα θελήσει να χρησιμοποιήσει επικοινωνιακά την αποφυλάκιση, προπαγανδίζοντας σεβασμό στις ευρωπαϊκές αξίες και διαδικασίες.
Παίγνιο win-win προς εξυπηρέτηση συμφερόντων τρίτων. Είμαι βέβαιος ότι ζήτησαν και πήραν την άδεια, διότι αυτή η «λύση» βολεύει όλους. Απαλή διέξοδος απεμπλοκής, με παράλληλη ευκαιρία αντιπερισπασμού, αλλά και περεταίρω κουκούλωμα στις καταπατήσεις περιουσιών των Ελλήνων της Χιμάρας, η οποίες συμβαίνουν σε αγαστή συνεργασία με την αλβανική μαφία (το πολυεργαλείο εκφοβισμού στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς και άτυπος θεσμός «εσωτερικής ασφαλείας» του συστήματος Ράμα που «καθαρίζει τη μπουγάδα»).
Το θέμα θα θεωρηθεί λήξαν. Περαιτέρω αναφορές θα στοχοποιηθούν ως «εθνικιστικοί παροξυσμοί» που δε θα συνάδουν με τις «σχέσεις καλής γειτονίας».
Θα μας ζητήσουν και τα ρέστα κι από πάνω. Το γνωστό κόλπο.
Όπως έκανε προσφάτως και ο Παύλος Πολάκης με την ανάρτησή του (την οποία κατόπιν «κατέβασε», αλλά τη ζημιά πρόλαβε και την έκανε). Την επισυνάπτω.
Κότσαρε και μια φώτο του Μιχαλολιάκου δίπλα στον Μπελέρη, για δημιουργία εντυπώσεων και στρέβλωσης του θυμικού.
Αλίμονο, στον ξένο εθνικισμό επιδεικνύουμε πάντα αλληλεγγύη.
Αντί να αναδείξουν την ένδεια του στρατηγικού σχεδιασμού στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, να ασκήσουν δομική αντιπολίτευση με όρους εθνικού συμφέροντος και με επιχειρήματα όπως τα παραπάνω, προμοτάρουν το προπαγανδιστικό αφήγημα του καθεστώτος Ράμα. (Σαν να λέμε δηλαδή, αν η Ελλάδα φυλάκιζε έναν μειονοτικό δήμαρχο στη Θράκη, αυτοί, οι ίδιοι, θα κατηγορούσαν για «εθνικισμό» τους Τούρκους που θα απαιτούσαν την απελευθέρωσή του και όχι βέβαια την Ελλάδα!).
Τελικά ποιος, αντιπολίτευση ή κυβέρνηση, θα βγει μπροστά να υπερασπιστεί τη μειονότητα;
Είναι πράγματι απορίας άξιον, πώς μία τόσο μικρή χώρα, με ανύπαρκτα σχεδόν μέσα, καταφέρνει τη διείσδυση της προπαγάνδας της στην Ελλάδα: «Ο Μπελέρης ήταν οπλέμπορος, ο Κατσίφας ήταν χασισέμπορος, ο Κοκαβέσης είναι πράκτορας» κοκ. Πλήρης αφομοίωση της προπαγάνδας Ράμα.
Το καταφέρνει όμως, διότι βρίσκει πρόσφορο έδαφος στα ευήκοα ώτα των πατρώνων του δήθεν «αντιφασιστικού» αφηγήματος, το οποίο εξυπηρετεί μόνο την ιδεοληψία τους και την ανάγκη τους για πολιτικό ετεροπροσδιορισμό. Φασισμό μόνο στην Ελλάδα βλέπουν αυτοί! Το συνηθίζουν γενικότερα άλλωστε, οι επιλεκτικά «αντιφασίστες» με τις «εκλεπτισμένες» ευαισθησίες περί μειονοτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Γενικά μιλώντας πάντως, ο Ράμα δε χρειάζεται να πληρώσει εκατομμύρια για να στηρίξει δίκτυα προώθησης προπαγάνδας. Αρκεί να ψιθυρίσει κάτι στο αυτί τους και θα βρεθούν να κάνουν τη δουλειά του αρκετοί πρόθυμοι και μάλιστα γι'αυτόν... εντελώς ανέξοδα.
Παρασύρεται και ο απλός κοσμάκης. Ένας πολιτικός κρίνεται από το παρόν του, αλλά και από το παρελθόν του. Ο Μπελέρης είναι δημοκρατικά εκλεγμένος Δήμαρχος με γνωστό το βιογραφικό του. Η Δημοκρατία όμως δεν είναι όπως σας βολεύει. Δεν υπάρχει επιλεκτικός σεβασμός στις διαδικασίες της. Η Μπελέρης είναι μέρος ενός γενικότερου προβλήματος της μειονότητας. Δεν είναι η μειονότητα συνιστώσα του προβλήματος Μπελέρη. Καταλάβατε λοιπόν, οι πλασιέ της ξένης προπαγάνδας;
Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα λοιπόν, ποιοι είναι οι δημοκράτες και ποιοι οι συνήγοροι του (εν προκειμένω ξένου) εθνικισμού.
Επιμύθιο: «Και να λοιπόν που φτάσαμε στο θλιβερό σημείο να απολογούμεθα για τον πατριωτισμό μας». (Μίκης Θεοδωράκης).
Ανδρέας Τσιφτσιάν
Οικονομολόγος