Σήμερα με ρώτησαν τα παιδιά ποια είναι η άποψή μου για το σιδηροδρομικό δυστύχημα. Σταμάτησα για λίγο μη ξέροντας από πού να αρχίσω.Τους είπα πως εδώ μπροστά, στο δεύτερο θρανίο, πριν από τέσσερα χρόνια, καθόταν η Μυρσίνη.
Δεν το περίμενα. Ξαφνικά συγκινήθηκα. Η Μυρσίνη είναι διασωληνωμένη με βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις στο ΓΝ Λάρισας. Έκανε ένα βαρύ χειρουργείο και είναι στην εντατική. Ίσως χρειαστεί κι άλλο. Πήγα στο παράθυρο και κοίταξα έξω. Θυμήθηκα τα μάτια της. Ένα πανέμορφο πλάσμα διψασμένο για ζωή. Μου έλεγε πως ήθελε να γίνει ηθοποιός. Είναι φοιτήτρια και έκανε σχέδια για το μέλλον. Στην αυλή άλλα παιδιά να έκαναν γυμναστική. Αμέριμνοι και ανυποψίαστοι για το μέλλον που τους επιφυλάσσει η γενιά μου.
Ποιος φταίει λοιπόν; Χρωστούμε μια απάντηση στα παιδιά μας. Στους γονείς που καίγονται για μια λέξη έξω από τα νοσοκομεία. Το γιατί ένα πελώριο πηγάδι που καταπίνει τα πάντα, μα δε γεμίζει. Θέλω να προκαταλάβω όσους με ακλόνητη βεβαιότητα έχουν την απάντηση. Δε με συγκινεί η γενναιότητα του κομματικού στρατοπέδου. Όσων με υψωμένο το δάχτυλο επιτίθενται και κατονομάζουν πάντα τον εκάστοτε πολιτικό αντίπαλο. Όσων με περισσή ευκολία βρίσκουν μια βελόνα στα άχυρα του άλλου. Δεν με πείθει η οργή που ξεθυμένει απέναντι στους «δικούς μας» και κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Ναι. Βλέπουμε την ευθύνη του σταθμάρχη. Αλλά είναι το δέντρο που κρύβει το δάσος. Τις εγκληματικές ευθύνες του ΟΣΕ. Την ευθύνη της Hellenic Train που μας έφερε τα παλιοσίδερα των Ελβετών επειδή ήταν προβληματικά. Την ευθύνη ενός ανίκανου υπουργού και των ποικίλων συμφερόντων πού κρύβονται πίσω από διαγωνισμούς. Την ευθύνη της κυβέρνησης για όσα έσπρωξε κάτω από το χαλί του επιτελικού κράτους. Τα Τέμπη και το Μάτι είναι η εθνική μας αλήθεια. Ο καθρέφτης ναρκισσευόμενων Ελλήνων.
Όμως τα ερωτήματα είναι περισσότερα και βαθύτερα. Πέρα από τις προφανείς παραπάνω ευθύνες, γιατί στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης υπάρχει η Ελλάδα του μπακαλοτεύτερου ενός σταθμάρχη; Γιατί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μας παραπέμπει για τα δισεκατομμύρια που ξοδεύτηκαν σε ένα έργο που έπρεπε να τελειώσει πριν από πολλά χρόνια; Είναι η ιδιωτικοποίηση λύση; Είναι η κρατική διαχείριση καλύτερη από την ιδιωτική; Τι έκαναν οι προηγούμενοι υπουργοί μεταφορών; Τι έκανε η κοινωνία όταν οι συνδικαλιστές προειδοποιούσαν πως έρχεται το δυστύχημα; Πως το αξιολόγησαν όλοι οι δημοσιογράφοι, οι εφημερίδες, τα κανάλια; Τι αποτελεί είδηση; Τι συζητούν στις πολιτικές κοκορομαχίες και τις ανόητες απεραντολογίες; Ποιος έκανε έρευνα για τον ΟΣΕ. Ποιος έβαλε το μικρόφωνο στο στόμα του υπουργού για να τον ρωτήσει;
Τι είναι, άραγε, πολιτική; Να καταγγέλλεις την κυβέρνηση, τον κακό καπιταλισμό και τον νεοφιλελευθερισμό δέκα φορές την ημέρα ή να θέτεις επίμονα τα αμείλικτα ερωτήματα για τις ζωές των ανθρώπων που κινδυνεύουν; Τι συζητάει η Βουλή; Ήταν η κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου στα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων; Ποιος το αναγνώριζε ως πρόβλημα; Πρέπει να αξιολογείται ο σταθμάρχης; Ο γιατρός που μας κάνει την εγχείρηση; Ο εφοριακός; Ή να απεργούμε μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία για να μην περάσει καμιά αξιολόγηση; Πρέπει να αξιολογήσουμε πώς διατέθηκαν τα δισεκατομμύρια στον ΟΣΕ; Να αξιολογήσουμε το ΔΣ του ΟΣΕ, της ΕΡΓΟΣΕ; Με ποια κριτήρια τοποθετήθηκαν; Ποιοι και πώς τοποθετούνται επικεφαλής των νοσοκομείων; Αρκούν οι απόστρατοι και οι ιδιοκτήτες των βουλκανιζατέρ; Και πώς θα γίνει η αλλαγή; Όταν «τη δεύτερη φορά» βάλουμε τους δικούς μας δικαστές; Όταν βάλουμε τους δικούς μας ανθρώπους στις ρυθμιστικές αρχές, όπως διατείνεται μια δημοφιλής φωνή από το σκοτεινό παρελθόν με χιλιάδες λάικ -«που έχει δίκιο, λέει φωναχτά όσα σκεφτόμαστε εμείς»-, ή να τις καταργήσουμε εντελώς και τότε όλα θα είναι αλλιώς; Εμείς προσωπικά τι ζητάμε; Την αξιοκρατία ή να έρθουν οι δικοί μας; Τι συζητάμε κάθε βράδυ στο fb; Ποιοι εκλέγουν τους πολιτικούς που διαιωνίζουν αυτές τις πρακτικές;
Ξέρω. Δεν θα πείσω κανέναν από όσους είναι σίγουροι. Η αλήθεια είναι ενοχλητική και αντιδημοφιλής. Είναι δύσκολο να κωπηλατείς κόντρα στο ρεύμα. Δεν χαϊδεύουν τα αυτιά σου οι ιαχές του δικού σου στρατοπέδου. Όμως εγώ έχω χιλιάδες ερωτήματα. Κι επειδή κανείς δεν αισθάνεται την ανάγκη θα ήθελα, εκ μέρους της «ένδοξης» γενιάς μου, να ζητήσω ένα μεγάλο συγνώμη από τη Μυρσίνη. Κι από όλους τους νέους που έλιωσαν από κάτω από το σίδερα και την πύρινη αδιαφορία.
Δεν θα ξεχάσουμε.