tsif1211 1Δράττομαι της ευκαιρίας που δημιουργήθηκε από τις αντιδράσεις γύρω από την απόφαση του ηθοποιού Σερβετάλη να αποχωρήσει από την παράστασή του, διότι αυτές ανέδειξαν, κατά τη γνώμη μου, τον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε πια το αξιακό μας κριτήριο στην κοινωνική μας συμπεριφορά.

Από την αρχή θέλω να ξεκαθαρίσω, ότι δεν είμαι διατεθειμένος να  αναπαράγω μία συζήτηση «εμβολιασμένων vs ανεμβολίαστων». Δεν πρόκειται περί αυτού. Λυπάμαι να βλέπω τους μεν να πετροβολούν τους δε. Αρνούμαι να συμμετάσχω σε αυτό.

Κάποιος έθεσε ζήτημα προσωπικής συνείδησης με βάση τη δική του υποκειμενική αντίληψη. Αν πρέπει να απολογηθεί για την πράξη του, τότε ουσιαστικά καλείται να απολογηθεί για τη συνείδησή του.  Να την αλλάξει;

Δεν κρίνω ούτε τον Σερβετάλη ούτε και τους άλλους ηθοποιούς που συνεχίζουν τις παραστάσεις. Πολύ καλά κάνουν και τις συνεχίζουν εφόσον αυτό προστάζει η δική τους συνείδηση. Χαίρομαι πολύ μάλιστα που θα παρακολουθήσω κάποιες από αυτές.

Ο τρόπος όμως με τον οποίον εκφράστηκαν οι αντιδράσεις… με πείραξε, διότι κατέδειξε ως μείζον το οικονομιστικό και ωφελιμιστικό  κριτήριο με το οποίο κρινόμαστε πια την κοινωνική μας συμπεριφορά.  

Η ηθοποιός Ελένη Γερασιμίδου του καταλόγισε ότι «αφήνει χωρίς ψωμί ολόκληρη ομάδα βιοπαλαιστών». Τον ειρωνεύεται μάλιστα ως «καλό χριστιανόπουλο». (Δεν ξέρω βέβαια αν είχε την ίδια άνεση να τον ειρωνευτεί ως καλό μωαμεθανόπουλο, αν ήταν μουσουλμάνος).

Ο συνάδελφος του Σπύρος Μπιμπίλιας δήλωσε σοκαρισμένος με το γεγονός ότι θα μείνουν άνεργοι τόσοι άνθρωποι.

 

Η Αθηναΐς Νέγκα αναρωτιέται επίσης το ίδιο, «αν θα έπαιζε ποτέ σε ανθρώπους που δεν θα είχαν να πληρώσουν εισιτήριο».

Σε όλους όσοι τον κατηγόρησαν, καταγράφει κανείς το ίδιο κριτήριο, το ίδιο επιχείρημα: Το «οικονομικό». Οι άνεργοι, οι βιοπαλαιστές, οι αποζημιώσεις, τα λεφτά, τα εισιτήρια, οι αδύναμοι που δεν έχουν να το πληρώσουν κοκ.

Ο τακτικισμός της αγαπολογίας ως μέσον χειραγώγησης και παραγωγής πολιτικής. Πουλάω αγάπη, σκέφτομαι τους άνεργους ή αυτούς που δεν έχουν να πληρώσουν εισιτήριο.

Ακόμη κι αν δεχτεί κανείς ότι ορθώς έπραξαν και αντέδρασαν, δεν αντέδρασαν για τον σωστό λόγο, στη δική μου λογική. Αν η συζήτηση ήταν οικονομική, τότε ναι, οι χαμένες θέσεις εργασίας θα μπορούσαν να είναι κεντρικό στοιχείο της. Δεν είναι όμως. Προσπάθησαν να υπερθεματίσουν ως αγαπολογούντες, διότι μάλλον θεώρησαν ότι ο Σερβετάλης τους εκθέτει.

«Πρέπει να σκεφτόμαστε οικονομικά». Θα μπορούσαν να μιλήσουν για την αξία της δημόσιας υγείας, για τη σημασία της δημόσιας ασφάλειας, για την  ανθεκτικότητα του συστήματος υγείας, αλλά όχι… οι πενήντα «άνεργοι» δήθεν είναι ο πόνος μας. Είναι πιο σαγηνευτικό, συγκινεί πιο εύκολα.  

Ο αγαπολόγος αισθάνεται σίγουρος στην αφέλειά του για το αδιάσειστο επιχείρημά του. Δείχνει εύνοια στους αδύναμους και κατατρεγμένους για να συσπειρώσει τη συμπάθεια γύρω του. Το μόνο όμως για το οποίο a priori ενδιαφέρεται είναι να αγαπηθεί ο ίδιος και όχι βέβαια το στοιχείο για το οποίο αγαπολογεί. Το χρησιμοποιεί προσχηματικά και μάλιστα με τρόπο επιδεικτικό για να προπαγανδίσει την (ευκαιριακή και επιλεκτική) ευαισθησία του. Δυστυχώς πίσω από τον ρομαντισμό υφέρπει πάντα η έλλειψη αυτοπεποίθησης.  Αν βρει  βελανιδιά κομμένη δεν θα χάσει την ευκαιρία να την «ξυλέψει».

Ο αγαπολόγος δείχνει με το ένα δάχτυλο κάποιον, χωρίς να αντιληφθεί ότι τα υπόλοιπα δείχνουν προς αυτόν!

Παρενθετικά αναφέρω παρόμοια παραδείγματα. To ίδιο μοτίβο επιχειρηματολογίας:

Θυμάμαι το σχόλιο γνωστού δημοσιογράφου στον ΣΚΑΙ, όταν κάηκαν οι τέσσερεις άνθρωποι στη Marfin (ήταν κι ένα αγέννητο). Ούτε λίγο ούτε πολύ είχε πει στο πάνελ  ότι δυστυχώς η οικονομία μας έχασε τρεις  εργαζόμενους που δούλευαν για το ΑΕΠ της χώρας!

Κατά την απεργία στην αποκομιδή σκουπιδιών κάποτε στην Αθήνα οι δημοσιογράφοι στα πάνελ ανησυχούσαν για τον τουρισμό! Όχι, δεν ήταν η δημόσια υγεία του πρόβλημα, η ποιότητα ζωής των πολιτών κτλ, ήταν το πλήγμα στον τουρισμό! Ας μην παρεξηγηθούμε, δεν είναι το θέμα μας το δίκαιο αίτημα μιας απεργίας, αλλά ο τρόπος με τον οποίον επιχειρηματολογούν οι αντιλογούντες.

Η οικονομία ορίζει πια ακόμη και αυτόν, τον ίδιο τον σκοπό της πολιτικής.

Η αναφορά στην κοινωνική αλληλεγγύη προφανώς δεν με ενοχλεί. Αντιθέτως, την βλέπω να υπονομεύεται, διότι χρησιμοποιείται ως δόλωμα και όχι ως σκοπός. Η προσχηματική επίκληση της αγάπης με ενοχλεί, η αγαπολογική φλυαρία και η ανατροπή στις προτεραιότητες των κοινωνικών μας αξιών:

Η συζήτηση περί ηθικής υποσκελίζεται από την επιχειρηματολογία περί αποτελεσματικότητας, διότι το δεύτερο μπορεί να μετρηθεί, το πρώτο, όχι.

Το κριτήριο μας δεν είναι πια πολιτικό, κοινωνικό, αλλά αμιγώς οικονομιστικό και ωφελιμιστικό. Παρατηρούμε αντιστροφή του πολιτικού αφηγήματος. Ο σκοπός των κοινωνικών μας πράξεων ή γενικότερα της πολιτικής δεν οφείλει να υπηρετεί πια την κοινωνία, αλλά την οικονομία, την αποδοτικότητα  του συστήματος και όχι την ηθική του.

Ό,τι δεν είναι μετρήσιμο δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε.

Στην προκειμένη περίπτωση του Σερβετάλη υποβαθμίστηκε  η προσωπική ηθική του, όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά επειδή προσέβαλε  τα οικονομικά συμφέροντα κάποιου άλλου! Οι πενήντα άνεργοι  μπορούν να μετρηθούν, η συνείδησή του, όχι. Αυτό με ενοχλεί και όχι αν η «ηθική» του είναι ανήθικη. Δεν απέλυσε κανέναν αδίκως για να είναι ανήθικος. Απλώς, αποσύρθηκε.

Ένα από τα επιχειρήματα των δοσιλογικών κυβερνήσεων για την συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς κατακτητές ήταν ότι η κατοχή θα γινόταν «λιγότερο οδυνηρή» αν συνεργαζόμασταν μαζί τους. Το επιχείρημά τους ήταν ότι ουσιαστικά υπηρετούν τον Λαό. Κι όχι μόνο αυτό, όποιος δεν συμφωνούσε  ήταν  συνένοχος στη δυστυχία τους Λαού και απάνθρωπος.

Μόνο που ακόμη κι έτσι να ήταν (που βεβαίως δεν ήταν), αν συνεργαστείς δεν θα ελευθερωθείς ποτέ.  Είσαι σε θέση δηλαδή να θυσιάσεις το μείζον για να κερδίσεις το έλασσον. Ανταλλάσσεις την ελευθερία σου με τη λιγότερη δυστυχία σου.

Κάνω αντιστροφή προτεραιοτήτων κατηγορώντας μάλιστα την αντίπαλη πλευρά για απανθρωπιά, πλειοδοτώντας με τη δική μου «ανθρωπιά».

Όταν πας στον πόλεμο έχεις απώλειες. Δεν σκέφτεσαι τις απώλειες για να αποφύγεις τον πόλεμο. Αν ο εχθρός μπουκάρει μέσα, η αξιοπρέπεια είναι τότε το μείζον και η ειρήνη το έλασσον.

Η αξιοπρέπεια όμως είναι συνειδησιακή αξία, δεν μετριέται με απώλειες και αριθμούς. Ακριβώς όμως γι’ αυτόν τον λόγο παραγκωνίζεται.

Θα δείτε όμως τότε πώς θα βγουν οι έτεροι καππαδόκες, οι ειρηνολόγοι αυτή τη φορά, και θα κατηγορούν αυτούς που θα πολεμούν ως ακραίους εθνικιστές και πολεμοχαρείς που αρνούνται τον διάλογο με τον εισβολέα, που θα καλούν σε «δίκαιους συμβιβασμούς», διότι το οικονομικό συμφέρον, η επικείμενη οικονομική καταστροφή,  θα προστάζουν την συνθηκολόγηση, την συνεκμετάλλευση κοκ.

Οι φανφάρες της αγαπολογίας θα υπάρχουν πάντα και το κόλπο θα είναι πάντα τούτο: Η ποσοτικοποίηση της αγάπης, της ειρήνης, της αλληλεγγύης κοκ. Η μέτρηση της ηθικής αξίας με οικονομικούς όρους ή αλλιώς… η οικονομική ευλογοφάνεια ως πολιτικό κριτήριο.

Καμία συνείδηση δεν μπορεί να μετριέται με εισιτήρια ή με θέσεις εργασίας, όπως δεν μπορεί να μετριέται με ανθρώπινες ζωές που θυσιάζονται για την ελευθερία. Σίγουρα πάντως οι ανθρώπινες ζωές δεν μπορούν να μετριούνται με χαμένο ΑΕΠ.

Τώρα, θα μου πείτε, μα εσύ ως οικονομολόγος πώς και υποβαθμίζεις το οικονομικό κριτήριο; Αντίθετα, σέβομαι τόσο την επιστήμη μου που δεν μ’ αρέσει να την βλέπω να ευτελίζεται και να μετατρέπεται από οικονομική σε οικονομιστική. Όταν συμβαίνει αυτό, τότε  φτάνουμε πια σε ένα σημείο όπου, στην καλύτερη περίπτωση, πουλάμε το στάρι ακριβά και το αλεύρι φθηνά.

Το θέμα που προέκυψε από τις αντιδράσεις με τον Σερβετάλη είναι η κορυφή του παγόβουνου ενός δυστοπικού τρόπου αντίληψης της πολιτικής και της κοινωνικής συμπεριφοράς. Θα τον συναντάμε πολύ συχνά από δω και πέρα.

Σύμφωνα με αυτόν, οφείλετε όλοι να προσαρμόσετε την ίδια την συνείδησή σας στο οικονομικό κριτήριο της πολιτικής.

Είναι ένας τρόπος που επιβάλλεται άνωθεν στη μεταμοντέρνα κοινωνία του νεοφιλελευθερισμού της παγκοσμιοποίησης, ο οποίος… με δούρειο ίππο τον τακτικισμό της αγαπολογίας, έχει εισχωρήσει τόσο στα  μυαλά μας που γίνεται επικίνδυνα πια και κριτήριο της κοινωνίας. 

Ανδρέας Τσιφτσιάν

Οικονομολόγος