«Ελευθερία ή Θάνατος»
Η επανάσταση των Ελλήνων το 1821 είναι ένα από τα πιο λαμπρά γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας κατά την απόφαση και όχι κατά το αποτέλεσμα και τις συνέπειές του. Στο παρελθόν η επέτειος πανηγυριζόταν κατά τρόπο υποκριτικό χωρίς διάθεση προσέγγισης προς το πνεύμα των πρωτεργατών της.
Κατά τα τελευταία έτη έχουμε επίθεση εκ μέρους των εθνομηδενιστών, προκειμένου να αμαυρωθεί ακόμη και η μνήμη αυτών και να σπιλωθεί η Εκκλησία, της οποίας ο ρόλος προβάλλεται από τους εχθρούς του έθνους ως εθνομειοδοτικός!
Τόσο οι αστοί, όσο και οι μαρξιστές ιστορικοί, υλιστές όντες, επιχειρούν να δώσουν ερμηνεία των ιστορικών συμβάντων με βάση τα υλικά κίνητρα σερνόμενοι από την ερμηνεία των ιστορικών συμβάντων στη Δύση και ιδιαίτερα της γαλλικής επανάστασης. Οι εθνομηδενιστές έχοντας ξεπεράσει κατά πολύ σε πάθος τους προηγούμενους ιστορικούς επιχειρούν την κατεδάφιση των πάντων στην υπηρεσία όντες της νέας τάξης πραγμάτων. Ας εξετάσουμε τα πράγματα με νηφαλιότητα, χωρίς φόβο, δηλαδή, και χωρίς πάθος.
Το Γένος μας, συνηθίζουμε να λέμε, παρέμεινε υπόδουλο επί 400 έτη. Παραβλέπουμε ότι περιοχές του είχαν ήδη κατακτηθεί κατά τον 11ο αιώνα (Καππαδοκία) και τα έτη δουλείας είχαν ξεπεράσει τα 800 κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών και ότι η Βόρεια Ελλάδα παρέμεινε κατακτημένη περί τα 530 έτη. Στις κατακτηθείσες περιοχές υπήρξε έντονος εξισλαμισμός, με συνέπεια να αλλοιωθούν τα χαρακτηριστικά των κατακτητών, που ήταν μογγολικής καταγωγής. Ο εξισλαμισμός ερμηνεύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό από τις υλιστικές σχολές ιστορικής ανάλυσης. Το κίνητρο ήταν οικονομικό. Πρώτοι εξισλαμίστηκαν οι οικονομικά ισχυροί, προκειμένου να διατηρήσουν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους. Ακολούθησαν και οι οικονομικά ανίσχυροι, προκειμένου να αποφύγουν τον κατατρεγμό του υποδούλου. Η άποψη ότι οι εξισλαμισμοί κατά κανόνα υπήρξαν βίαιοι δεν έχει ισχυρά ιστορικά ερείσματα ούτε κατά την πρώιμη ούτε κατά την όψιμη τουρκοκρατία. Το ερώτημα που δεν τίθεται όμως και δεν απαντάται είναι: Γιατί δεν εξισλαμίστηκαν όλοι; Γιατί παρέμειναν τόσοι χριστιανοί πριν από τη γενοκτονία, που επιχείρησαν οι Νεότουρκοι στη Μικρά Ασία; Για να απαντήσουν πρέπει να έλθουν σε σύγκρουση με την υλιστική φιλοσοφία, στην οποία εδράζεται η κατ’ αυτούς ερμηνεία της ιστορίας. Αλλά η υλιστική φιλοσοφία θεωρεί τη θρησκευτική πίστη ως κοινωνικό επιφαινόμενο και, συνεπώς για τους υλιστές ιστορικούς είναι αναμενόμενο να εκλείψει, όταν οι κοινωνικές συνθήκες μεταβληθούν δραματικά. Στην περίπτωση των Ρωμηών όμως δεν έχουμε πίεση για άρνηση του Θεού, όπως στον διωγμό κατά νεότερους χρόνους, αλλά για δέλεαρ προς μεταστροφή σε άλλη θρησκεία. Άραγε να μην ήταν δραματική η μεταβολή των συνθηκών των υποδούλων κατά την τουρκοκρατία, γι’ αυτό και άντεξαν, όσοι άντεξαν; Την ωραιοποίηση της τουρκοκρατίας επιχειρούν οι αποδομητές της ιστορίας μας, οι οποίοι θεωρούν ως φυσιολογικό πρόσωπο αυτό του προδότη της πίστης και της πατρίδας, επειδή βρίσκουν στις ενέργειές του το οικονομικό κίνητρο, και αγνοούν προκλητικά τον άλλο, που θυσιάζει διαχρονικά και τη ζωή του γι’ αυτές, επειδή το κίνητρό του είναι ανερμήνευτο από την ιδεολογία τους! Αλλά ανερμήνευτη υλιστικά είναι ακόμη και η άρνηση υπογραφής δήλωσης από κομμουνιστές, οι οποίοι προτιμούσαν να υποφέρουν στα ξερονήσια!
Η Εκκλησία, παρ’ όλες τις αδυναμίες του σώματός της, κατάφερε και συγκράτησε αρκετά παιδιά κοντά της. Αντί να αναγνωρίσουν τη συμβολή της στη διατήρηση του Γένους, έχουμε κατά τις τελευταίες δεκαετίες ενορχηστρωμένη τη συκοφαντική σε βάρος της επίθεση με την κατηγορία ότι υποτάχθηκε στον κατακτητή, για να διατηρήσει τα προνόμιά της! Δοκιμάζουν άγρια χαρά όλοι οι εχθροί της Εκκλησίας ιστορικοί προβάλλοντας σκάνδαλα μελών της Εκκλησίας, ενώ θάβουν κυριολεκτικά κάθε προσφορά της. Κατ’ αρχήν για τους βάλλοντες κατά της Εκκλησίας εθνοκεντρικούς Νεοέλληνες υπενθυμίζουμε: Ο υπόδουλος πρόγονός μας αγνοούσε παντελώς τους όρους ισλάμ και εξισλαμισμός. Για κάθε εξισλαμισμένο έλεγε: «Αυτός τούρκεψε». Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο αρνησίθρησκος χανόταν και για το Γένος. Τι πρόσφερε λοιπόν η Εκκλησία στο έθνος; Κράτησε κοντά της όσα παιδιά της άντεξαν τις δοκιμασίες της δουλείας, ώστε, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου αυτά να επαναστατήσουν. Αν είχαν εξισλαμιστεί όλοι, θα είχε υπάρξει επανάσταση; Ας ερευνήσουν οι εμπαθείς εχθροί της Εκκλησίας τη στάση των εξισλαμισμένων Βαλαάδων της Δυτικής Μακεδονίας κατά τον αγώνα. Στρατεύτηκαν αυτοί στο πλευρό των κατακτητών! Ακόμη και οι μεταστραφέντες στον καθολικισμό στις ενετικές κτήσεις ομογενείς μας απείχαν από τον αγώνα. Βέβαια υπήρξαν άνανδροι, δειλοί, ακόμη και προδότες στο σώμα της Εκκλησίας. Η στάση τους δεν ερμηνεύεται με το οικονομικό κριτήριο, της φιλαργυρίας (σιμωνιακοί κληρικοί) ή της ιδιοτέλειας και δειλίας (κληρικοί και λαϊκοί), καθώς στόχος των εμπαθών ιστορικών δεν είναι να ερμηνεύσουν τα συμβάντα, αλλά να πλήξουν την Εκκλησία.
Και ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ο λαός επαναστάτησε με το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος»! Και έφθασαν πολυμαθείς ιστορικοί να καταγγείλουν τους αγωνιστές ότι δεν ήξεραν γιατί αγωνίστηκαν. Τι κι αν όλοι τους βροντοφώναξαν «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία»; Τι κι αν δεν υπήρξε σημαία επαναστατικού σώματος χωρίς το σημείο του σταυρού; Τι κι αν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης τόνισε ότι η δική μας επανάσταση δεν μοιάζει με τις άλλες (στην ουσία με την άλλη, τη γαλλική); Ήλθαν αυτοί οι γραμματιζούμενοι να κάνουν γνωστό στους απογόνους τους, τους πολίτες του νεοελληνικού κράτους, αυτό που αγνοούσαν οι πρωταγωνιστές της εποποιίας! Ο αγώνας ήταν ταξικός, όπως και κάθε αγώνας στην ιστορία! Το κίνητρο ήταν οικονομικό! Ποια πατρίδα και ποια πίστη, ωρύονται οι εθνομηδενιστές. Εκείνοι οι αγράμματοι δεν γνώριζαν ποιοι ήσαν. Οι ελευθερωτές τους, οι «μεγάλες δυνάμεις» δηλαδή, τους έμαθαν ποιοι είναι! Οι Ανατολίτες τους αποκαλούσαν Ρουμ και Γιουνάν, οι Δυτικοί Γραικούς, αλλά οι ίδιοι δεν γνώριζαν ποιοι ήσαν! Τι κι αν δηλώνει ο Μακρυγιάννης ότι πολέμησαν για τις αρχαιότητες, που ήσαν διάσπαρτες στη γη μας και τις οποίες εποφθαλμιούσαν τότε και τώρα εποφθαλμιούν οι βάρβαροι Ευρωπαίοι.
Η μόνη αλήθεια πάντως είναι ότι δεν μας απελευθέρωσαν τα αίματα των αγωνιστών, αλλά τα συμφέροντα των «μεγάλων». Μας απελευθέρωσαν από τους Τούρκους, για να μας έχουν σκλάβους τους οικονομικούς! Όλοι εκείνοι, που ήσαν πρόθυμοι να τεθούν, με το αζημίωτο, στην υπηρεσία των δυνατών διαφέντεψαν τον έρμο αυτόν τόπο, από τότε που μας έβαλαν και δολοφονήσαμε τον πρώτο κυβερνήτη μας, τον λαμπρό Καποδίστρια. Όλοι αυτών οι ενέργειες ερμηνεύονται κατά τρόπο ικανοποιητικό από την υλιστική φιλοσοφία της ιστορίας: Το κίνητρό τους είναι οικονομικό.
Αλλά γιατί να δυσανασχετεί ένας λαός από τις εξελίξεις, που τον οδηγούν στην ένδεια και τον καθιστούν αντικείμενο λοιδορίας των «μεγάλων»; Αν πιστεύουμε ότι μοναδικό κίνητρο των ανθρωπίνων ενεργειών είναι το οικονομικό, τότε δικαιώνουμε όλους εκείνους, που ξεπουλούν την πατρίδα στους ξένους! Αν σήμερα φαντάζει το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος» ανόητο και παρωχημένο, καθώς εμείς ζούμε σε κοινωνία, στην οποία οι συνθήκες έχουν μεταβληθεί σαρωτικά σε σχέση μ’ εκείνες της τουρκοκρατίας, τότε, ας μη κλαιγόμαστε: Είμαστε άξιοι όχι βέβαια της μοίρας μας, αλλά των συνεπειών εκ των επιλογών μας να θεωρούμε τη θρησκευτική πίστη ανώφελη και την πατρίδα απολίθωμα του παρελθόντος σερνόμενοι πίσω από αυτούς που απώλεσαν την πρώτη και είναι πρόθυμοι να εκποιήσουν τη δεύτερη.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»