Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013
.Μια σπουδαία επιστημονική έκδοση μόλις κυκλοφόρησε από την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. Είναι του Λίνου Πολίτη, αυτού του σημαντικού πολίτη των νεοελληνικών γραμμάτων, ο «ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΖΑΒΟΡΔΑΣ». Το βιβλίο είναι σε επιμέλεια της κόρης του Μαρίας Λ. Πολίτη κι εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη την άνοιξη του 2013. Μια εργασία που κράτησε 30 περίπου χρόνια τώρα έρχεται στο φως και η οποία καταγράφει και παρουσιάζει περισσότερα από 200 χειρόγραφα που βρήκε ο καθηγητής στο μοναστήρι πριν τα «φυλακίσει» ο νυν μητροπολίτης.
Παρακάτω δημοσιεύουμε τον πρόλογο του καθηγητού ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΣΑΝΤΣΑΝΟΓΛΟΥ για μια πρώτη αίσθηση του πράγματος.
5 Αυγούστου 2013
Β.Π.Κ.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Μια μακρά «ληξιπρόθεσμη» οφειλή στην παλαιογραφική έρευνα εξοφλείται με την παρούσα έκδοση του Καταλόγου των χειρογράφων της Ιεράς Μονής του Όσιου Νικάνορος (Ζάβορδας). Πέρα όμως από τη μεγάλη συμβολή στην επιστήμη, ο Κατάλογος ολοκληρώνει και την εικόνα μιας σημαντικής πνευματικής μορφής του τόπου μας στον περασμένο αιώνα. Άλλα και για μένα προσωπικά αποτελεί πλούσια πηγή ευφρόσυνων αναμνήσεων.
Αρχές Μαρτίου του 1960 υπηρετούσα ακόμη στο στρατό, όταν κάποια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο της μονάδας. Συνηθισμένος στα επιτακτικά και συχνά υβριστικά τηλεφωνήματα ανωτέρων μου, ξαφνιάστηκα όταν άκουσα μια ευγενική φωνή πού μου θύμισε πανεπιστημιακά έδρανα. Ο Λίνος Πολίτης, από τους πιο αγαπητούς δασκάλους μου, με ρωτούσε πότε ακριβώς θα απολυθώ και αν έχω εξασφαλίσει κάποια απασχόληση. Απάντησα απορημένος ότι, εκτός απρόοπτου, απολύομαι στις 31 Μαρτίου και ότι δεν έχω εξασφαλίσει τίποτε. «Πολύ ωραία», μου είπε. «Από την 1η Απριλίου πιάνεις δουλειά στον Φώτιο.» Δεν ήξερα τι δουλειά θα έκαμνα ούτε τι ακριβώς ήταν ό Φώτιος. Είχα διαβάσει μια ανακοίνωση του Πολίτη στις εφημερίδες για την ανακάλυψη σ' ένα άγνωστο μου μοναστήρι κάποιου λεξικού πού είχε συντάξει ό Πατριάρχης, άλλα τίποτε περισσότερο. Επισκέφθηκα τον Πολίτη την επομένη το πρωί για να μου δώσει
λεπτομερέστερες εξηγήσεις, αλλά αυτό πού θυμάμαι είναι το ανοιχτόκαρδο γέλιο του όταν με είδε ντυμένο με τη στρατιωτική στολή. Ετσι, την 1η Απριλίου 1960, πολίτης πια, υπέγραφα το συμβόλαιο με το τότε Βασιλικό Ιδρυμα Ερευνών και, μαζί με τη Στέλλα Κοσσυφοπούλου, άρχισα την αντιγραφή του χειρογράφου του Φωτίου από τις φωτογραφίες πού είχε τραβήξει ο Πολίτης κατά την προηγούμενη επίσκεφή του στην μονή της Ζάβορδας τον προηγούμενο Σεπτέμβριο.
Ο Πολίτης είχε ήδη μελετήσει τα χειρόγραφα της Ζάβορδας κατά τις δύο προγενέστερες επισκέψεις του στο μοναστήρι, τον Ιούνιο του 1958 και τον Σεπτέμβριο του 1959, μαζί μέ τον μετέπειτα λατινιστή καθηγητή Αναστάσιο Μέγα, τον επίσης μετέπειτα καθηγητή της Θεολογίας Στέργιο Σάκκο, τον ιστορικό της Κοζάνης και διευθυντή της βιβλιοθήκης της πόλης Νικόλαο Δελιαλή, και τον μητροπολίτη Κοζάνης Διονύσιο, πού το διάστημα εκείνο ήταν τοποτηρητής της χηρεύουσας μητρόπολης Γρεβενών, στα όρια της όποιας ανήκε η Ζάβορδα. Ό κατάλογος όμως των χειρογράφων που είχε καταρτίσει ήταν τελείως πρωτοβάθμιος, με πολλά κενά και ερωτηματικά, πού κάθε φορά αυξάνονταν όσο 6 ηγούμενος της μονής ανακάλυπτε και νέα χειρόγραφα είτε σε μοναστηριακούς χώρους είτε σε γειτονικά ξωκλήσια. Μία ακόμη επίσκεψη στη Ζάβορδα ήταν λοιπόν απαραίτητη. Είχα συνοδέψει παλιότερα, στα φοιτητικά μου χρόνια, τον Πολίτη σε μικρές παλαιογραφικές εκδρομές, στη μονή της Αγίας Αναστασίας και στα Μετέωρα, καθώς και σε μία πολυήμερη αποστολή σε διάφορα μοναστήρια του Αγίου Όρους για καταγραφή και περιγραφή ακαταλογογράφητων μεσαιωνικών και μεταγενέστερων χειρογράφων, μαζί με λίγους συμφοιτητές μου: τον Παναγιώτη Μουλλά, τον Νίκο Καλογερόπουλο, τον Σωτήρη Μεσσήνη, τον Στέλιο Τσάμη. Τότε πού ακαταπόνητος ο Πολίτης, με το βαρύ σακκίδιο με το όποιο κουβαλούσε τα ογκώδη φωτογραφικά μηχανήματα, μας άφηνε πίσω λαχανιασμένους εμάς τους νεαρούς, στα ανηφορικά μονοπάτια του Όρους. Δεν υπήρχαν τότε ούτε μεταφορικά μέσα ούτε κάν δρόμοι. Και κυριολεκτικά χαλκέντερος δούλευε ασταμάτητα, ταυτόχρονα διδάσκοντάς μας, ώσπου να βασιλέψει ο ήλιος, γιατί δεν υπήρχε βέβαια ούτε ηλεκτρικό.
Ετσι, τον Μάιο του 1960, μου ζήτησε να τον συνοδέψω στη Ζάβορδα, για να τον βοηθήσω στην ολοκλήρωση του καταλόγου. Συνδύασε όμως το ταξίδι με μια επίσκεψη στον Τύρναβο, όπου επίσης είχε εντοπίσει μία ιδιωτική βιβλιοθήκη χειρογράφων. Μείναμε εκεί δύο μέρες, τελειώσαμε τον κατάλογο της και ανεβήκαμε στην Κοζάνη. Μας περίμενε εκεί ο Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, καθηγητής της Βυζαντινής Ιστορίας, με ένα νοικιασμένο Μόσκβιτς, που είχε τότε τη φήμη δυνατού και ανθεκτικού αυτοκινήτου, για να μας μεταφέρει στο μοναστήρι, γιατί ό δημόσιος δρόμος από την Κοζάνη έφτανε έως το μεταλλείο χρωμίου κοντά στην Αίανή και από εκεί και πέρα ακολουθούσαν αγροτικοί δρόμοι και ορεινά μονοπάτια. Στην Κοζάνη προστέθηκε στήην ομάδα μας και ο μετέπειτα καθηγητής της Βυζαντινής Τέχνης Στυλιανός Πελεκανίδης. Μας συνόδευε τέλος και ένα στρατιωτικό ημιφορτηγό του Β' Σώματος Στρατού, μετά από μεσολάβηση του Μητροπολίτη Κοζάνης, για να μεταφέρει δύο μεγάλες μεταλλικές βιβλιοθήκες, προσφορά του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στη Μονή. Η διαδρομή, μετά το τέλος του δημόσιου δρόμου, αποδείχθηκε πραγματικά περιπετειώδης. Αρκετές φορές κολλήσαμε στις λάσπες, τόσο το Μόσκοβιτς όσο και το ημιφορτηγό, και ήταν εντυπωσιακό να βλέπεις τούς σεβάσμιους καθηγητές να σπρώχνουν τα αυτοκίνητα μέσα στις λάσπες. Στο μοναστήρι δουλέψαμε με τούς συνηθισμένους όρους, χωρίς ηλεκτρικό και άλλες ευκολίες αλλά με λουκούλλεια γεύματα, χάρη στις φροντίδες του ζωηρού και δραστήριου ηγουμένου. Θυμούμαι ότι είχα αναλάβει να περιγράψω τα μουσικά χειρόγραφα, μια δουλειά, ομολογώ, ιδιαίτερα φορτική και ανιαρή, καθώς έπρεπε να περιγράφω με τυπικές και επαναλαμβανόμενες εκφράσεις πράγματα για τα οποία είχα παντελή άγνοια και δεν μπορούσα καν να τα διαβάσω. Η επιστροφή ήταν ευτυχώς ευκολότερη.
Στη Θεσσαλονίκη η δουλειά θα συνεχιζόταν, γιατί έπρεπε πολλά στοιχεία να συμπληρωθούν και να τεκμηριωθούν μέσω της βιβλιογραφίας. Είχαν περάσει πολλοί μήνες, όταν μου ανακοίνωσε όλος χαρά ότι πίστευε πως ή σύνταξη του Καταλόγου είχε πια τελειώσει. Θυμούμαι μάλιστα ότι μου είχε δώσει το πράσινο ντοσιέ με τα χειρόγραφα του για να τα ελέγξω. Εγώ, παντελώς άπειρος χωρίς τη δική του βοήθεια και τις οδηγίες, εξέφρασα την απορία τι είδους έλεγχο θα μπορούσα να κάνω. «Ε, όλο και κάτι θα βρεις εσύ», μου είπε. Δεν νομίζω, βέβαια, ότι βρήκα τίποτε.
Προσωπικά, μου ήταν αδύνατο να φανταστώ ότι από τότε και χάρη στο ευεργετικό αυτό έναυσμα του Λίνου Πολίτη θα άρχιζε για μένα η ανηφορική αλλά συναρπαστική πορεία ενός ολόκληρου βίου στη φιλολογική έρευνα. Η απλή αντιγραφή του χειρογράφου οδήγησε σε μια συστηματική προετοιμασία της έκδοσης του Λεξικού του Φωτίου λήμμα προς λήμμα, σε μελέτη και των άλλων ατελών χειρογράφων του, σε έρευνα των πηγών του, σε σύγκριση με άλλα λεξικά, ελληνιστικά και μεσαιωνικά. Και όλα αυτά, οδήγησαν πρώτα σε μια διδακτορική διατριβή, και έπειτα σε ένα βιβλίο για τα άγνωστα αποσπάσματα από την αρχαία ελληνική γραμματεία πού σώθηκαν στο Λεξικό. Και στα δύο, η συμβολή του Λίνου Πολίτη ήταν αποφασιστική: στο διδακτορικό, ήταν ένας από τους βασικούς επόπτες μου και από τα μέλη της εξεταστικής επιτροπής- στο βιβλίο, ήταν εισηγητής στην Ακαδημία Αθηνών για να γίνει δεκτό ως δημοσίευμά της. Το σπουδαιότερο όμως είναι, ότι αυτή η προεργασία κατέληξε στην εμπεριστατωμένη έκδοση του ίδιου του Λεξικού του Φωτίου από τον αείμνηστο Χρίστο Θεοδωρίδη, σε τρεις επιβλητικούς τόμους (Α-Φ, 1982-2013). Η έκδοση θα. ολοκληρωθεί το 2014 με την κυκλοφορία του τέταρτου τόμου.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΣΑΝΤΣΑΝΟΓΛΟΥ
Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2013