karlopoulos 1Από την πλευρά της απελθούσης Περιφερειακής Αρχής, το πράσινο Υδρογόνο επιλέχθηκε ως κυρίαρχη απάντηση στα προβλήματα και στις προκλήσεις της μεταλιγνιτικής εποχής.

Από το 2019 ανακοινώθηκαν μεγαλόπνοα έργα Υδρογόνου στην περιοχή μας, δαπανήθηκαν χρόνος και πολιτικό κεφάλαιο αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα.

Ειλικρινά αναγνωρίζω τις οραματικές προσπάθειες της Δυτικής Μακεδονίας να «μπει» δυναμικά στην οικονομία του πράσινου Υδρογόνου αλλά δεν είμαι πεπεισμένος ότι το Υδρογόνο αποτελεί σε άμεσο ή ακόμη και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα την πλέον δόκιμη απάντηση στα κρίσιμα προβλήματα που ταλανίζουν την περιοχή μας.

Για παράδειγμα, ας δούμε το πιεστικό πρόβλημα τροφοδοσίας των συστημάτων τηλεθέρμανσης μετά την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων. Ακόμη και αν καταφέρουμε να παράγουμε ικανές ποσότητες πράσινου Υδρογόνου, το κόστος για τον καταναλωτή τηλεθέρμανσης στην Κοζάνη ή στην Πτολεμαΐδα θα ξεπερνούσε τα 130 ευρώ/MWh (χωρίς τον ΦΠΑ), μια αύξηση της τάξης του 150%.

Επιπλέον, σε άμεσο ή μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, δεν διαβλέπω τον τρόπο με τον οποίο η αναδυόμενη οικονομία του Υδρογόνου θα συμβάλει γρήγορα και αποτελεσματικά στο μείζον πρόβλημα της δημογραφικής συρρίκνωσης της Δυτικής Μακεδονίας και στην επιτακτική ανάγκη ισχυροποίησης της ενδοπεριφερειακής παραγωγικής ικανότητας στον πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση ή στην παροχή υπηρεσιών κάθε είδους.

Να ξεκαθαρίσουμε ότι το πράσινο Υδρογόνο είναι πρωτίστως ελκυστικό για χρήση στη βαριά βιομηχανία, στο μεταφορικό έργο της ναυσιπλοΐας και σε βάθος 10ετίας στις αερομεταφορές.

Βέβαια, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις προβλέψεις της Παγκόσμιας Επιτροπής Ενέργειας, μέχρι το 2040 θα απαιτηθεί μια τεράστια εγκατεστημένη δυναμικότητα παραγωγής πράσινου Υδρογόνου της τάξης των 900.000 MW, όταν σήμερα δεν ξεπερνά τα 500 MW.

Εκ πρώτης όψεως, διαφαίνεται ιδιαίτερα ελκυστικό για τη Δυτική Μακεδονία να επενδύσει σε έναν τομέα αιχμής. Αναμφισβήτητα, ως περιφέρεια Μετάβασης, αποτελεί ελκυστική περιοχή για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και κατ’ επέκταση σε Υδρογόνο. Παράλληλα, η διέλευση του αγωγού TAP αποτελεί ένα επιπλέον πλεονέκτημα, δεδομένου ότι τα δίκτυα φυσικού αερίου αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διακίνηση πράσινου Υδρογόνου. Στην κατεύθυνση αυτή οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις τόσο της Hellenic Hydrogen όσο και της Advent Technologies, όταν υλοποιηθούν, έχουν την δυναμική να δημιουργήσουν νέα δεδομένα για την περιοχή μας.

Δυστυχώς, τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Όπως διαχρονικά συμβαίνει με όλες τις νέες ενεργειακές τεχνολογίες, αρχικά οι επιδοτήσεις είναι απλόχερες και σχετικά εύκολα προσβάσιμες προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος «ζωτικός χώρος», να κινητοποιηθούν οι ερευνητικοί φορείς, οι εθνικές αρχές και η επενδυτική κοινότητα.

Σταδιακά όμως η παγκόσμια αγορά Υδρογόνου θα ωριμάζει, τα επιδεικτικά έργα δεν θα είναι επιλέξιμα για χρηματοδότηση, οι επιδοτήσεις θα τελειώσουν και θα «μιλήσει» ο ανταγωνισμός.

Σύμφωνα με σχετικές μελέτες (International Renewable Energy Agency, Hydrogen Council/McKinsey), το σταθμισμένο κόστος παραγωγής πράσινου Υδρογόνου αναμένεται να πέσει μακροπρόθεσμα στα επίπεδα του €1.20/kg στην Κίνα, Χιλή, Μαρόκο, Ρωσία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Αίγυπτο, Κολομβία και Μέση Ανατολή. Στην Ευρώπη αντίθετα, το κόστος παραγωγής δεν προβλέπεται να πέσει κάτω από τα €2/kg, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε σταδιακά σε εισαγωγείς Υδρογόνου.

Σε κάθε περίπτωση, το πράσινο Υδρογόνο θα έχει καθοριστικό ρόλο στις προκλήσεις της Ενεργειακής Μετάβασης, αποτελεί μέρος της λύσης αλλά δεν είναι πανάκεια. Η Δυτική Μακεδονία ως περιφέρεια Μετάβασης οφείλει και πρέπει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να προετοιμάζεται κατάλληλα και στον τομέα του πράσινου Υδρογόνου, αποσαφηνίζοντας όμως τεκμηριωμένα τον ρόλο της σε μια νέα αλυσίδα αξίας παγκόσμιας εμβέλειας.

Όμως, σε αντίθεση με ομόλογες ευρωπαϊκές περιφέρειες μετάβασης, δεν διαθέτουμε ως Δυτική Μακεδονία μια επεξεργασμένη Στρατηγική Υδρογόνου. Δεν διαθέτουμε έναν υποτυπώδη Οδικό Χάρτη δράσεων/στόχων σε άμεσο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα και κυρίως, μια στρατηγική με τη μέγιστη δυνατή αποδοχή από την πλευρά των τοπικών εμπλεκόμενων φορέων με όρους συμπληρωματικότητας και συνένωσης δυνάμεων.

Επιπλέον, η τεχνολογία του Υδρογόνου δεν είναι διαγωνισμός τραγουδιού της Eurovision για να μας απασχολεί το αν θα πάρουμε την πρώτη θέση, αν θα έχουμε στη Δυτική Μακεδονία την πρώτη κοιλάδα Υδρογόνου ή το πρώτο υδρογονοκίνητο αυτοκίνητο. Έχουν και αυτά την αξία τους αλλά δεν είναι προτεραιότητες σε μια περιφέρεια με πολλά και πιεστικά προβλήματα.

Εν κατακλείδι, το κυρίαρχο ζητούμενο δεν είναι να «προσαρμόσουμε» με το ζόρι την περιφέρειά μας στην τεχνολογία του Υδρογόνου, αλλά να προσαρμόσουμε τη νέα τεχνολογία στις πραγματικές δυνατότητες και ανάγκες της περιφέρειάς μας.

Η νέα αιρετή Περιφερειακή Αρχή οφείλει και στην περίπτωση του Υδρογόνου να ιεραρχήσει προτεραιότητες, να θέσει ρεαλιστικούς και μετρήσιμους στόχους και κυρίως, να ανασκοπεί τακτικά την στρατηγική της.

Ευάγγελος Καρλόπουλος

Χημικός Μηχανικός