Το ερώτημα δεν είναι καινούριο αν και, ειδικά στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της πληροφορίας, θα μας απασχολήσει με πιο αμείλικτο τρόπο στο μέλλον:
Ασφάλεια vs Δημοκρατία.
Τί και πόσο είμαστε σε θέση να θυσιάσουμε, σε συνάρτηση με αυτό που θέλουμε πρωτίστως να εξασφαλίσουμε. Ο μεγαλύτερος βαθμός συλλογικής ασφάλειας μπορεί να περιορίσει τις ατομικές ελευθερίες.
Η γενική αποδοχή και ανεκτικότητα της οργανωμένης κοινωνίας σε περιοριστικά μέτρα εξαρτάται κάθε φορά από την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού της να θέλει να αυτοσυντηρηθεί, να προστατέψει δηλαδή τον εαυτό της. Στην προκειμένη περίπτωση της πανδημίας covid ήταν η εθνική ασφάλεια, η δημόσια υγεία, η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος υγείας, η διαθεσιμότητα των ΜΕΘ και βέβαια η προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Πού ακριβώς βρίσκονται κάθε φορά αυτά τα όρια, ανάλογα με τη βαρύτητα της έκτακτης ανάγκης, δεν θα μπορέσει να το απαντήσει κανείς με σιγουριά. Ακόμη και αυτά αναθεωρούνται και αλλάζουν γρήγορα από τους ίδιους που τα επιβάλουν.
Υπάρχει μια ευαίσθητη ισορροπία σε όλα, μια χρυσή τομή με όρια, προϋποθέσεις κι έναν με σαφήνεια προσδιορισμένο, επιδιωκόμενο σκοπό. Όταν ειδικά τότε οι κόκκινες γραμμές καταρρέουν, οι οποίες κατακτήθηκαν με αίμα αγώνων για τη Δημοκρατία, οι κοινωνίες εξαγριώνονται. Στον αντικειμενικό σκοπό τους, να συνεχίσουν να υπάρχουν, ανήκει επίσης και η διασφάλιση της κοινωνικής τους συνοχής. Όποιος μιλάει για περιορισμούς, οφείλει να λάβει και αυτή τη μεταβλητή υπόψη του.
Ακούγοντας τις πρόσφατες δηλώσεις του, περί κατάργησης των προσωπικών δεδομένων, εύχομαι ο Δήμαρχος Σερβίων κύριος Ελευθερίου να ενδιαφέρεται πάντως και για τέτοιες «λεπτομέρειες». Προσωπικά, ποτέ και από κανέναν δεν έχω ακούσει μέχρι σήμερα για ανάγκη κατάργησης προσωπικών δεδομένων, έστω και σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Ας με διορθώσει κάποιος αν έχει υπάρξει όντως ιστορικό προηγούμενο τέτοιων δηλώσεων. Ακόμη και οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί της πολιτικής ελέγχου δεν έχουν τολμήσει να ξεστομίσουν κάτι τέτοιο. Αυτό είναι πρωτάκουστο!
«Βρισκόμαστε σε πόλεμο. Όσοι δεν κάνουν το εμβόλιο είναι λιποτάκτες».
«Σε καιρό πολέμου, σε καιρό πανικού, είναι δυνατόν να μιλάμε για προσωπικά δεδομένα;»
«Είναι δυνατόν να μη γνωρίζει ο Δήμαρχος (σημ. ποιοι είναι εμβολιασμένοι); Κάποιοι θα έπρεπε να γνωρίζουν ποιοι είναι ανεμβολίαστοι και ποιοι όχι; Θεωρώ πως ναι. Δυστυχώς, πατάμε σε κάποιους νόμους, οι οποίοι σε καιρό πολέμου θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί. Δεν μιλάμε για προσωπικά δεδομένα όταν πεθαίνουν άνθρωποι».
Λέξη κλειδί: Ποιοι, (όχι πόσοι).
Όσον αφορά στους «λιποτάκτες», το τραγικό είναι ότι δυστυχώς πολλοί από αυτούς δεν είναι πια εν ζωή για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους για τον χαρακτηρισμό. Όσον αφορά στους υπόλοιπους, o Δήμαρχος έκανε ένα βασικό επικοινωνιακό λάθος: Δεν βρίζεις ποτέ αυτούς που θέλεις να πείσεις. Όταν τους βρίζεις καταργείς de facto κάθε δυνατότητα διαλόγου μαζί τους. Εφόσον έχεις επιλέξει να τους περιθωριοποιήσεις, τότε δε θες πια και να τους αλλάξεις γνώμη.
(Αλήθεια, τους λιποτάκτες σε καιρό πολέμου τί τους κάνουμε;)
Μπορεί ένα κράτος να θέλει ευλόγως να γνωρίζει πόσοι ή ποιο ποσοστό του πληθυσμού είναι εμβολιασμένο, δεν μπορεί όμως να δημοσιεύει ή να θέτει υπόψη στις αρχές, ποιοι ακριβώς είναι αυτοί επώνυμα. Η γνώση για το ποιος συγκεκριμένα είναι ή όχι εμβολιασμένος δεν θα εξυπηρετούσε κανέναν αντικειμενικό σκοπό (όπως θα μπορούσε να είναι επί παραδείγματι η διαθεσιμότητα των ΜΕΘ) παρά μόνο ο γενικός αριθμός των εμβολιασμένων. Σημασία θα είχε το πόσοι και όχι το ποιοι.
Παρότι πράγματι, το δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτο εξαιτίας του δημόσιου συμφέροντος, οφείλει να εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθμίζεται πάντα με άλλα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και σύμφωνα πάντως με την αρχή της αναλογικότητας (ελαχιστοποίηση δεδομένων), όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 25, παρ.1 του Συντάγματος.
Ερωτώ λοιπόν, τί θέλει σε αυτό να αναθεωρήσει ή να καταργήσει ο Δήμαρχος Σερβίων;
Πέρα όμως από την νομική διάσταση του θέματος, για την οποία οι νομικοί θα μπορούσαν να μιλήσουν καλύτερα από μένα, υπάρχει και η πολιτική του διάσταση.
Η συζήτηση περί προσωπικών δεδομένων είναι συζήτηση που αφορά στον πυρήνα της Δημοκρατίας, όπως τονίζει ο καθηγητής νομικής του πανεπιστημίου του Oldenburg, Volker Boehmer-Nessler:
«Η Δημοκρατία απαιτεί πολλές προϋποθέσεις. Μία από αυτές είναι ότι χρειάζεται Δημοκράτες για να την πραγματοποιήσουν. Κεντρικός πυρήνας της είναι ο ανταγωνισμός ιδεών και απόψεων. Από αυτόν τον ανταγωνισμό προκύπτουν στην ιδανική περίπτωση οι αποφάσεις. Η διαφορετικότητα απόψεων είναι σημαντική, διότι χωρίς αυτή, όσο ενοχλητικές και ασυνήθιστες είναι αυτές, θα είχαμε ένα (λιμνάζον) mainstream κυρίαρχης ιδεολογίας.
Η ζωογόνος δύναμη της δημοκρατίας είναι η διαμάχη. Συνεπώς, ένα ελάχιστο κοινωνικό θάρρος είναι απαραίτητο για αμφιλεγόμενες συζητήσεις. Οι δημοκρατικές προσωπικότητες πρέπει να είναι σε θέση να αντιστέκονται στην πίεση των ηγεμονεύουσας γνώμης και να διαφωνούν πραγματικά με τη γνώμη της πλειονότητας. Επομένως, η αυτονομία είναι το βασικό χαρακτηριστικό που πρέπει να έχουν οι πολίτες στις δημοκρατίες.
Κανείς δε γεννιέται Δημοκράτης. Η Δημοκρατία μαθαίνεται ως βίωμα ζωής στην πράξη, έχει παιδευτικό χαρακτήρα. Οι δημοκρατικές προσωπικότητες πρέπει να αναπτυχθούν και αυτό απαιτεί χρόνο. Χωρίς προστατευμένη ιδιωτική σφαίρα όμως δεν είναι δυνατή η ανάπτυξη της αυτονομίας. Οι άνθρωποι χρειάζονται μια περιοχή που δεν παρακολουθείται μόνιμα. Μόνο εκεί μπορούν να αναπτύξουν ανεξάρτητες, ίσως αποκλίνουσες, ενοχλητικές, παράλογες ή καινοτόμες απόψεις και προοπτικές. Σε αυτόν τον προστατευμένο χώρο, αναπτύσσεται η αυτοπεποίθηση και το θάρρος, τα οποία είναι απαραίτητα στη δημοκρατία.
Τα ολοκληρωτικά κράτη αφήνουν σκόπιμα στους πολίτες τους όσο το δυνατόν λιγότερη ιδιωτικότητα. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι αυτό είναι απαραίτητο για να διασφαλίσουν την κυριαρχία τους. Με αυτόν τον τρόπο, η ανάπτυξη των δημοκρατικών αρετών έχει ήδη καταπνιγεί στον πυρήνα της.
Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει Δημοκρατία χωρίς προστασία προσωπικών δεδομένων».
Υπάρχει λοιπόν άμεση συνάφεια μεταξύ τους.
Η ανοχή και αποδοχή της κοινωνίας μπορεί να εκληφθεί ως «παράθυρο ευκαιρίας» για έλεγχο που ξεπερνά κάποιον αντικειμενικό σκοπό. Η ασφάλεια χρησιμοποιείται τότε ως πρόσχημα, «κατασκευάζεται» ως αφήγημα ώστε να νομιμοποιήσει περιορισμούς. Η κοινωνία παθαίνει τότε το σύνδρομο του βατράχου. Αν ρίξεις τον βάτραχο σε μια κατσαρόλα με καυτό νερό, θα πηδήξει να σωθεί. Αν όμως αρχικά τον ρίξεις σε χλιαρό νερό και αυξάνεις τη θερμότητα σταδιακά, θα μείνει μέσα μέχρι να βράσει. Έλεγχος της κοινωνικής ή ιδιωτικής ζωής σημαίνει εξουσία επί της γνώσης και πληροφορίας, σημαίνει ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης στη δημιουργία «συστημικών κινδύνων». Αυτοί αποτελούν απειλή για την καθεστηκυία τάξη να μπορεί να παράγει σχέσεις εξουσίας. Αυτό δεν είναι κάποια αντισυστημική θεωρία συνομωσίας. Τεκμαίρεται αβίαστα από το γεγονός ότι η Δημοκρατία δε χαρίστηκε ποτέ σε κανέναν Λαό. Κατακτήθηκε.
Ο κόσμος όπου ένας Δήμαρχος ή άλλη αρχή μπορεί να έχει πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα πολιτών είναι κόσμος δυστοπίας. Και η δυστοπία δεν μπορεί να είναι επιλογή καμιάς κοινωνίας, ειδικά δε σε περίπτωση πολέμου, διότι τότε δεν εξασφαλίζει την αυτοσυντήρηση, αλλά πυροδοτεί την αυτοκαταστροφή της. Τότε έχει καταργηθεί κάθε όριο, κάθε αντικειμενικός σκοπός και έχει παρεκκλίνει σε μία και μόνο πορεία:
Στην επιστροφή στη βαρβαρότητα.
Ανδρέας Τσιφτσιάν
Οικονομολόγος