Ας κάνουμε ένα αιρετικό σενάριο εργασίας. Ας δεχθούμε ότι το 2002, η ΔΕΗ Α.Ε. προχωρούσε από θέση ισχύος και με δική της πρωτοβουλία στη δημιουργία της μικρής ΔΕΗ. Αξιολογώντας ως όφειλε τις επερχόμενες ενεργειακές εξελίξεις, συμπεριφερόμενη ως μια πραγματικά μεγάλη, εξωστρεφής Επιχείρηση.
Ας δεχθούμε ότι ο όμιλος Μικρούλη αγόραζε το πακέτο της μικρής ΔΕΗ καταβάλλοντας 2,1 δις ευρώ, χρηματοδοτώντας τη διεθνή επέκταση της μεγάλης ΔΕΗ στα πρότυπα του μοντέλου της ιταλικής Enel.
Μπαίνοντας ο όμιλος Μικρούλη σε έναν λιγνιτικό σταθμό της ΔΕΗ στην περιοχή μας, θα προχωρούσε άμεσα σε αναδιάρθρωση της επιχειρησιακής διαδικασίας. Θα είχε έννομο συμφέρον να μειώσει τις παραγωγικές αναποτελεσματικότητες, να θέσει νέα οργανογράμματα, αναδιανέμοντας ευθύνες και υποχρεώσεις. Είναι αλήθεια ότι κάποιοι εργαζόμενοι, κάθε βαθμίδας, θα ξεβολεύονταν. Αυξήσεις μισθών για τα στελέχη «πυρήνες», μειώσεις για τους εργαζόμενους χωρίς κρίσιμο αντικείμενο. Συμπίεση του μισθολογικού κόστους σε ποσοστό 20-25%. Αυτό δείχνει η διεθνής εμπειρία.
Μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, το 2003 ενδεχομένως, ο όμιλος Μικρούλη θα έβγαινε στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού προσφέροντας ανταγωνιστικά τιμολόγια μειωμένα κατά 8-12% προκειμένου να προσελκύσει πελάτες. Προφανώς, θα ακολουθούσε η μεγάλη και δυσκίνητη ΔΕΗ. Ανταγωνισμός πάνω στα δίκτυα και όχι για τα δίκτυα. Ουδείς θα τολμούσε να χρησιμοποιήσει τη μικρή ή τη μεγάλη ΔΕΗ ως φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς ή να τις εντάξει σε ανοησίες τύπου SWAPS και ΝΟΜΕ. Τόσο η μεγάλη όσο και μικρή ΔΕΗ δεν θα είχαν σήμερα πάρε-δώσε με την Τρόικα. Σίγουρα όμως, η σημερινή ΔΕΗ δεν θα είχε καταντήσει όπως τα παγκάρια της Εκκλησίας όπου ο κάθε πιστός καταθέτει τον οβολό του κατά το δοκούν.
Στη συνέχεια, ο ανταγωνισμός θα έστρεφε νομοτελειακά και τη μικρή και τη μεγάλη ΔΕΗ σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Θα έβλεπαν για παράδειγμα σοβαρά την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας μεγάλης κλίμακας, τη μικτή καύση λιγνίτη και βιομάζας με καθαρά επιχειρηματικούς όρους. Θα αποζητούσαν διακαώς την έλευση του φυσικού αερίου στη Δυτική Μακεδονία και τις δυνατότητες συνέργιας με τον τοπικό λιγνίτη. Θα ενδιαφερόταν σοβαρά για την μεσοπρόθεσμη προοπτική έξω-ηλεκτρικής αξιοποίησης του λιγνίτη, την αύξηση ευελιξίας των λιγνιτικών μονάδων και την τεχνολογία του ξηρού λιγνίτη, την προοπτική αποκεντρωμένων συστημάτων τηλεθέρμανσης, θα στήριζαν τις ενεργειακές πλατφόρμες P2P και γενικά, θα είχαν κίνητρο και συμφέρον για όλα τα σύγχρονα και αναδυόμενα τεχνολογικά εργαλεία και πρακτικές. Σε κάθε περίπτωση, η Δυτική Μακεδονία θα είχε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία γενικευμένης παραγωγικής ανασυγκρότησης μεγάλης κλίμακας.
Ευτυχώς, τα αποφύγαμε όλα αυτά και φθάσαμε στον Απρίλιο του 2004 με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να απευθύνει την πρώτη προειδοποίηση για το μονοπώλιο της ΔΕΗ στους λιγνίτες. Μετά από τέσσερα χρόνια «σκληρής μάχης», στις 5 Μαρτίου του 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού καταδικάζει την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 86 της συνθήκης Ε.Κ. και απαιτεί τη διάθεση του 40% της αγοράς λιγνίτη σε ιδιώτες. Ένα χρόνο μετά, η τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. καταλήγει σε συμφωνία με τις Βρυξέλλες προτείνοντας διαγωνισμό τεσσάρων λιγνιτικών κοιτασμάτων χωρίς τη συμμετοχή της ΔΕΗ.
Ναι, σωστά μαντέψατε και η συμφωνία αυτή αθετήθηκε, δεδομένου ότι η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριμένα η τότε υπουργός Τίνα Μπιρμπίλη ανακοινώνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι για περιβαλλοντικούς λόγους δεν θα ανοίξουν νέα ορυχεία λιγνίτη. Ξεκινά στη συνέχεια ο διάλογος για τις περιβόητες ανταλλαγές (swaps) λιγνιτικής ενέργειας μεταξύ ΔΕΗ και τρίτων παραγωγών. Και πάλι σωστά μαντέψατε, πήγαν και αυτές άπατες. Φθάσαμε έτσι στο 2014 και το εγχείρημα της μικρής ΔΕΗ αποτέλεσε μνημονιακή πλέον υποχρέωση.
Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η επιλογή του μοντέλου της «Μικρής ΔΕΗ» προέκυψε επιτακτικά, δεδομένου ότι επειδή η ΔΕΗ είναι Ανώνυμη Εταιρεία, εισηγμένη στα Χρηματιστήρια και εξυπηρετεί ως οφείλει κάθε Ανώνυμη Εταιρεία τα ιδιωτικά συμφέροντα των μετόχων της, δεν μπορεί να έχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά και προνομιακή πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους. Αυτή είναι η θέση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των δανειστών, με την οποία συμφωνήσαμε στα Μνημόνια.
Το 2014, ο αντίλογος απέναντι στη δημιουργία της μικρής ΔΕΗ ήταν γνωστός. Η μικρή ΔΕΗ θα οδηγούσε σε σταδιακή απαξίωση του εγχώριου λιγνίτη και σε αύξηση των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Θα φθάναμε στο σημείο μάλιστα να μένουν απλήρωτοι οι εργολάβοι και οι εργαζόμενοι, με ορατό τον κίνδυνο κατάρρευσης της ΔΕΗ, ενώ οι «αεριτζήδες ιδιώτες» θα πανηγύριζαν.
Ευτυχώς, τα αποφύγαμε όλα αυτά. Η αποτελεσματική κρατική παρέμβαση, η παροιμιώδης διορατικότητα της ΔΕΗ και ο συνδικαλιστικός ακτιβισμός, θωράκισαν σε μεγάλο βαθμό τη λιγνιτική παραγωγή. Οι εργολάβοι πληρώνονται κανονικά, οι εργαζόμενοι δεν ανησυχούν, ο λιγνίτης παραμένει κυρίαρχος, ενώ η Μια και Μοναδική ΔΕΗ ατενίζει με σιγουριά το Μέλλον της.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Ερχόμενη στην εξουσία η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, καταργεί το νομοσχέδιο της μικρής ΔΕΗ και προχωρά πανηγυρικά στη διαδικασία των ΝΟΜΕ. Τι είναι τα ΝΟΜΕ θα ρωτήσουν οι περισσότεροι. Επιγραμματικά, τα ΝΟΜΕ είναι η χαρά του αεριτζή ιδιώτη. Η ΔΕΗ παράγει ηλεκτρική ενέργεια, την οποία αγοράζουν ιδιώτες στο κόστος, χωρίς να ρισκάρουν το παραμικρό, προκαταβάλλοντας αρχικά το 1% της αξίας της, διοχετεύοντας την και σε εξαγωγές, αποκομίζοντας κέρδη σε βάρος της ΔΕΗ. Με όρους ενεργειακής οικονομίας, μπροστά στο έγκλημα των ΝΟΜΕ, η πώληση μονάδων φαντάζει απλό πταίσμα.
Τα ΝΟΜΕ όμως έχουν ένα ισχυρό επικοινωνιακό πλεονέκτημα. Δεν περιέχουν τον όρο «πώληση μονάδων» ή τα παράγωγά του. Μπορεί να «στραγγίζουν» τη ΔΕΗ, αλλά δεν πυροδοτούν μαζικές αντιδράσεις, δεν ηχούν άσχημα στο αριστερό ακροατήριο. Respect!. Βεβαίως, μαντέψατε και πάλι σωστά, τα ΝΟΜΕ είναι ενδιάμεσο μέτρο, θα τελειώσουν το αργότερο το 2019 και πρέπει να βρούμε και πάλι μια άλλη, μόνιμη λύση. Αλλά όπως λένε στους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, «ποιος ζει ποιος πεθαίνει μέχρι το 2019!».
Με τούτα και με κείνα, φάγαμε 15 χρόνια κυνηγώντας την ουρά μας, απαξιώνοντας ανεπανόρθωτα μια πραγματικά μεγάλη Επιχείρηση, εκμηδενίζοντας τις προοπτικές για την περιοχή μας και φθάσαμε σήμερα εκεί που ξεκινήσαμε το 2002. Το έχω ήδη ξαναγράψει. Χειριστήκαμε την απελευθέρωση της ενεργειακής αγοράς όπως ο Κολόμβος το ταξίδι για την Αμερική. Όταν ξεκίνησε, δεν ήξερε που πήγαινε. Όταν έφθασε δεν ήξερε που βρισκόταν!
Ευάγγελος Καρλόπουλος
Χημικός Μηχανικός, MSc