Μόνον οι ποιητές και οι άγιοι ‒ Η «θεοκρατία» του νιχιλιστικού απρόσωπου και η «χάρις» του προσώπου του αγίου
«Αγιοκατάταξη»: Τα 70 χρόνια για κάποια αγιοκατάταξη (αν αναφέρονται στο νομοκανονικό δίκαιο) είναι τυπικά. Σε ίσο διάστημα χρόνου έγινε η αγιοκατάταξη του γέροντος Πορφυρίου, αλλά και άλλων. Ο Παΐσιος δεν θεωρείται άγιος επειδή το αποφάσισε το Πατριαρχείο, αλλά λόγω της μαρτυρίας των πιστών.
Οι πιστοί τον θεωρούμε μάλιστα πολύ μεγάλο άγιο, εφάμιλλο των αποστόλων, και αυτό βάσει δεδομένων. Η επίσημη αγιοκατάταξη είναι τυπική υπόθεση, που έχει βέβαια τη σημασία της. Η ουσία όμως είναι ότι τον άγιο τον «ζούνε» οι πιστοί ‒κι εγώ που τον γνώρισα στο κελλί του‒, και νιώθουν τη συνδρομή του στην καθημερινότητα, στην πράξη, απτά, και όχι ως ψυχολογισμό. Ο Παΐσιος είχε χάρη, ήταν καλός αγωγός της χάρης και ενεργείας του Αγ. Πνεύματος, τις οποίες και μετέδωσε και μεταδίδει ες αεί σε όσους τον επικαλούνται. Και ποτέ να μη γινόταν η αγιοκατάταξη του Παΐσίου, εμείς οι πιστοί θα τον επικαλούμαστε πάντοτε, όπως και άλλους μη αγιοκαταταχθέντες. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε τις εμπειρίες που νιώσαμε από τους αγίους. Δεν μπορούμε να λέμε ψέματα στον εαυτό μας, αλλά και δεν χρειάζεται να πείσουμε κανέναν. Προφανώς ο κ. Δήμου δεν μπορεί να νιώσει τι σημαίνει αγιωσύνη και να κατανοήσει ότι η αγιωσύνη του Παΐσίου δεν είναι ζήτημα προβολής επικοινωνιακής της εκκλησίας, αλλά οντολογικό-υπαρξιακό ζήτημα, συλλογικό και προσωπικό, για έναν πιστό, ούτε βέβαια μπορώ να πείσω κανέναν για τη δύναμη της προσευχής. Καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει ό,τι θέλει, ακόμη και να αυτοκτονεί πνευματικά και ψυχικά. Η εκκλησία ποτέ δεν πιέζει και ποτέ δεν «κάνει φασαρία» προς εντυπωσιασμό. Αν κάποιος, και παπάς και πατριάρχης, επιβάλλει εξουσία (κάθε είδους), δεν έχει καμία σχέση με την εκκλησία. Ακόμη, όσοι μιλάνε για τον Παΐσιο και τους σύγχρονους «γέροντες», ως να ήταν αυτοί κάποιοι αστέρες της δημοσιότητας, πάσχουν από σύνδρομο ανασφάλειας. Τώρα, πώς μπορούν να συγκριθούν πνευματικά μια αγιοποίηση και κάποιες εκλογές, δεν το καταλαβαίνω. Είναι άσχετα μεταξύ τους (πεπόνια με μανταρίνια).
«Ταυτότητες»: Ο κ. Σημίτης δεν νίκησε καμιά εκκλησία με τις «ταυτότητες». Αυτά είναι γελοιότητες. Για τους πνευματικούς ανθρώπους της εκκλησίας η αναγραφή θρησκεύματος είναι πλήρως αδιάφορη. Μου το τόνισαν συνεχώς οι μοναχοί στο Άγ. Όρος στις μέρες της αντιπαράθεσης. Ο μακαριστός Χριστόδουλος παρασύρθηκε από τον συναισθηματισμό του, και κακώς. Το ΑΔΤ είναι ένα έγγραφο. Η προσωπική συνειδησιακή ταυτότητα είναι άλλο πράγμα. Σημειωτέον ότι την απάλειψη του θρησκεύματος επέβαλε τελικά ο Καραμανλής. Αλλά και η επιβολή της απάλειψης κάποιων δεδομένων από το ΑΔΤ από τον κ. Σημίτη έγινε φασιστικά. Το αποφάσισε μόνος του, χωρίς να ρωτήσει τον λαό και χωρίς να επιβάλλεται αυτό από το Σύνταγμα.
«Καύση νεκρών»: Η εκκλησία δεν έχει την παραμικρή δύναμη νομικά να επιβάλει ή να απαλείψει κάποιον νόμο. Π.χ. η Πολιτεία επέβαλε τον νόμο των εκτρώσεων (η εκκλησία τον θεωρεί φόνο), χωρίς η εκκλησία να μπορεί να αντιδράσει. Όσο για την καύση των νεκρών, ας επιλέξει καθένας ό,τι θέλει. Είναι ζήτημα της Πολιτείας η θέσπιση νόμου. Η εκκλησία δεν έχει καμιά εξουσία επ’ αυτού. Προφανώς όμως έχει δικαίωμα λόγου, όπως όλοι σε μια κοινωνία. Η εκκλησία βέβαια δεν το επιτρέπει για τα μέλη της, γιατί τιμά το σώμα του ανθρώπου. Η εκκλησία δεν είναι «χύμα», αλλά έχει τάξη και κανόνες πνευματικούς, για την προστασία των πιστών προς απελευθέρωση του προσώπου, και όχι βέβαια για να εξαφανίσει την προσωπικότητα.
«Χωρισμός εκκλησίας-κράτους»: Ήταν από χρόνια αίτημα του μακαριστού Αυγουστίνου Φλωρίνης. Οι σοβαροί άνθρωποι της εκκλησίας το επιζητάνε. Η Πολιτεία είναι αυτή που δεν θέλει να χάσει τα ερείσματα στους ψηφοφόρους. Από τους Βαυαρούς μέχρι σήμερα όλοι οι πολιτικοί εκμεταλλεύονται την εκκλησία, παλαιότερα ακόμη και ο Ελ. Βενιζέλος, η εθνικόφρων Δεξιά, αλλά και το Πασοκ και ο Α. Παπανδρέου. Ο Τσίπρας μάλιστα πήγε ακόμη και στον πάπα! Στην πράξη, πάντως, δεν καταλαβαίνω σε τι έγκειται ο «γάμος», η σύζευξη εκκλησίας-κράτους. Και δεν κατανοώ τι σημαίνει χωρισμός. Η εκκλησία είναι αυτή που υποτάσσεται στον νόμο του κράτους και όχι αντίστροφα. Το μόνον που απομένει είναι ο οικονομικός χωρισμός. Και αυτό γίνεται σιγά-σιγά. Οι νέοι ιερείς δεν πληρώνονται, από όσο γνωρίζω. Αν υπάρξει διακανονισμός για την περιουσία της εκκλησίας (υπάρχει πολύ ψεύδος και συκοφαντία για αυτό), ώστε κανείς ιερέας να μην είναι δημόσιος υπάλληλος, τότε ο χωρισμός είναι απόλυτος. Γιατί δεν το έκανε ο Σημίτης;
«Θεοκρατία»: Σαφώς και όταν κάποιος «πιστός» προσβλέπει σε κάποιον άγιο ή κάποια εικόνα για μαγικές λύσεις, αλλά και όταν κάποιος είναι «κολλημένος» με το κόμμα, την ομάδα, την ιδεολογία, τον ορθολογισμό του, αυτό είναι ειδωλολατρία και δεισιδαιμονία. Η εκκλησία δεν είναι ιδεολογία αλλά ζωή και εμπειρία στην καθημερινότητα. Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί είναι «θεοκρατία» η ευλάβεια προς τους αγίους, δηλ. η προσωπική μου σχέση με έναν άνθρωπο, ένα πρόσωπο που μου δίνει δύναμη και με εμπνέει. Είδωλα και Αυτοείδωλα δεν υπάρχουν στην εκκλησία, αλλά παντού άλλού. Θα μπορούσα να ισχυριστώ τότε ότι και ο κ. Δήμου, και καθένας που πιστεύει απόλυτα ό,τι πιστεύει, διακατέχεται από θεοκρατία. «Θεοκρατία» υπάρχει υπό την έννοια της επιβολής της ιδεολογίας (ως ψυχοπαθολογικής εξουσιομανίας ενός αυτιστικού εγώ) στο σύνολο των πολιτών, αλλά όχι μόνον από τη δεσποτοκρατία της ιεραρχίας (εκκλησία είναι άλλο πράγμα ‒ κι εγώ είμαι εκκλησία), αλλά κυρίως στον χώρο της πολιτικής, της δημοσιογραφίας, της τέχνης, της διανόησης και (φευ) των πανεπιστημίων. Και αυτό ξεκίνησε από τον σημιτισμό. Επί κ. Σημίτη (τυχαίνει να είναι και γείτονάς μου) προωθήθηκαν οι μηχανισμοί απο-ιδεολογικοποίησης και αποδόμησης των πάντων, βάσει μιμητισμού αγγλοσαξονικών μοντέλων, ενώ στα πανεπιστήμια επιβλήθηκε η δικτατορία της νέας α-πρόσωπης, α-χρονικής, α-τοπικής ιστορίας ή μάλλον κοινωνιολογίας. Από τον στείρο εθνικισμό περάσαμε στην απολυτότητα του μηδενιστικού νιχιλισμού. Να πω απλά: καθένας έχει τον θεό του, και καλά κάνει. Πριν όμως οι σοφοί διανοητές, που έχουν ως θεό τους (ως περιεχόμενο πνεύματος και όχι ως εργαλείο) τον ορθολογισμό τους, δηλαδή το νοησιαρχικό αυτοείδωλό τους, δηλαδή το τίποτε, δείξουν με το δάκτυλο τους άλλους, καταγγέλοντάς τους για «θεοκρατία», ας κάνουν την αυτοψυχανάλυσή τους να δούνε τη δική τους φασιστική θεοκρατία.
«Απρόσωπος νιχιλισμός»: Οι νέοι διανοητές και ιστορικοί εξόρισαν από την ιστορία και την κοινωνία τον τόπο, χρόνο, τα πρόσωπα, και προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την ιστορία και την κοινωνία ντετερμινιστικά, δημιουργώντας σχήματα εντέλει ψυχαναλυτικά (πρβλ. τη σοβαρή κριτική του Π. Κονδύλη, «Παρακμή του αστικού πολιτισμού»). Επέστρεψαν δηλ. και πάλι στην αποδοχή της νομοτέλειας της π.Χ. εποχής, την οποία ποτέ δεν ξεπέρασαν οι αρχαίοι Έλληνες, ώστε να είναι βυθισμένοι στην κατάθλιψη. Το αποτέλεσμα είναι η μαζοποίηση απρόσωπων κοινωνιών. Το επόμενο βήμα είναι η οικονομική δικτατορία του κεφαλαίου. Και ως προς αυτό (και τα μνημόνια) η ευθύνη του κ. Σημίτη (βλ. δομημένα ομόλογα) είναι κομβική. Πότε θα απολογηθεί στον λαό ο κ. Σημίτης; Ακριβώς αυτή την προ 30 ετών «φιλελεύθερη» Ελλάδα των φιλελεύθερων λαμόγιων πληρώνουμε σήμερα. Οφείλω να ομολογήσω, πάντως, ότι ο κ. Δήμου δεν «εγκατέλειψε το σκάφος», για μια βέβαιαη θεσούλα στο νέο σκάφος του Συριζα (το Πασοκ απέθανε, ζήτω το Πασοκ!), όπως κάνανε πολλοί επώνυμοι διανοητές. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος ιδεολογικός πόλος στην Ελλάδα, ο «πασοκισμός» (όχι βέβαια το κόμμα).
Αν κρατιέται ακόμη ο κόσμος, αυτό οφείλεται στις προσευχές των αγίων. Αυτό το ξέρουμε όλοι οι άνθρωποι της εκκλησίας. Αυτό είναι που έχει απομείνει από τις σταθερές μας. Οι άγιοι και οι ποιητές. Η Ελλάδα μας δεν είναι μια απρόσωπη οικονομίστικη κοινωνία, όπως την κατάντησαν σήμερα οι «νεοφιλελεύθεροι φιλοευρωπαϊστές» και οι «φιλελεύθεροι ορθολογιστές», ένα κενό, μια άρνηση των πάντων. Η Ελλάδα μας έχει πρόσωπο και χαρακτήρα, με όλα τα ελαττώματά της, και παρόλο που είμαστε σήμερα σε οριακό σημείο ναδίρ. Ο ελιτίστικος καταγγελτικός αρνητισμός από «σοφούς διανοητές», που προβάλλουν κάποιον απρόσωπο αλλά υπαρκτό ορθολογιστικό θεοκρατισμό, μόνον ως παράσιτο στη δημιουργία πολιτισμού έδρασε. Η Ελλάδα, όχι ως έθνος αλλά ως πολιτισμός αιώνων, είναι ελευθερία και φως του Αγ. Πνεύματος, που εμπνέει τους ποιητές και φωτίζει τους αγίους. Όταν εκλείψουν οι ποιητές και οι άγιοι, τότε θα εξαφανιστεί και η Ελλάδα.
Η παρούσα αναφορά αποτελεί σχολιασμό σοβαρών προκαταλήψεων και ανακριβειών του πρόσφατου άρθρου «Ο νέος μας Άγιος» του Ν. Δήμου, που αναφέρεται στην αγιοκατάταξη του γέροντος Παΐσίου.