Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στοὺς δώδεκα πρώτους στίχους τοῦ 3ου κεφαλαίου τῆς ἐπιστολῆς του παραθέτει τὴν διδαχή του γιὰ τὴν γλῶσσα. Διαβάζουμε λοιπὸν γιὰ τὸ ἐλάχιστο μὲν ἀλλὰ παντοδύναμο τοῦτο ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου.
«Ἀδελφοί μου, μὴ παριστάνουμε πολλοὶ τὸν δάσκαλο, γνωρίζοντας ὅτι θὰ τιμωρηθοῦμε περισσότερο. Διότι πολλοὶ εἴμαστε φταῖχτες σὲ πολλά. Ὅποιος δὲν φταίει στὴ γλῶσσα, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος. Αὐτὸς ἔχει καὶ δύναμι, ὥστε νὰ χαλιναγωγήση ἀκόμη κι ὅλο τὸ σῶμα του.
Προσέξτε. Βάζουμε στὰ στόματα τῶν ἀλόγων τὰ χαλινάρια, γιὰ νὰ μᾶς ὑποτάσσονται καὶ μαὐτὸ τὸν τρόπο καθοδηγοῦμε ὅλο τὸ σῶμα τους.
Νά, καὶ τὰ πλοῖα. Ἐνῶ εἶναι τόσο μεγάλα καὶ σπρώχνονται ἀπὸ σκληροὺς ἀνέμους, ὅμως ἀλλάζουν κατεύθυνσι μὲ ἕνα μικρὸ πηδάλιο, ὅπου θέλει ἡ βούλησι τοῦ κυβερνήτη.
Ἔτσι καὶ ἡ γλῶσσα ἐνῶ εἶναι ἕνα μικρὸ μέλος τοῦ σώματος, ὅμως καυχᾶται ὅτι πράττει μεγάλα.
Νά, λίγη φωτιὰ μπορεῖ νὰ ἀνάψη μεγάλο δάσος!
Καὶ ἡ γλῶσσα εἶναι σὰν τὴ γλῶσσα τῆς φωτιᾶς. Εἶναι τὸ στολίδι τῆς ἀδικίας. Ἡ γλῶσσα γίνεται γιὰ τὸ σῶμα μας αὐτὴ ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ τὸ σπιλώση, νὰ τὸ πασαλείψη. Μπορεῖ νὰ φλογίση τὸν γενετήσιο τροχό μας, ἀλλὰ καὶ νὰ φλογισθῆ ἀπὸ αὐτὸν ἀμοιβαία.
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει δαμάσει ὅλα τὰ πλάσματα, θηρία, πετεινά, ἑρπετὰ καὶ θαλασσινά. Ἀλλὰ ὅμως τὴν γλῶσσα κάποιου κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ τὴν δαμάση. Εἶναι κακὸ χωρὶς φρένο, γεμάτη ἀπὸ θανατηφόρο δηλητήριο. Διότι μαὐτὴν εὐλογοῦμε τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα καὶ μαὐτὴν πάλι καταριούμαστε τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι πλάσθηκαν καθ’ ὁμοίωσι τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα ἐξέρχεται καὶ εὐλογία καὶ κατάρα.
Ἀδελφοί μου. Αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ γίνονται ἔτσι. Μήπως μπορῆ νὰ γίνη, ὥστε ἀπ’ τὸν ἴδιο κρουνὸ νὰ βγάζη συγχρόνως γλυκὸ καὶ πικρὸ νερό; Μήπως πάλι, ἀδελφοί μου, μπορεῖ ἡ συκιὰ νὰ βγάλη ἐλιές, ἢ τὸ ἀμπέλι νὰ βγάλη σῦκα; Ἔτσι καὶ καμμιὰ βρύση δὲν μπορεῖ νὰ βγάζη συγχρόνως νερὸ ἁλμυρὸ καὶ γλυκό».
Ὁ ἅγιος ἀπόστολός μας στὴν ἀρχὴ τῆς διδαχῆς γιὰ τὴν γλῶσσα τονίζει τὴν εὐθύνη ποὺ ἔχουν οἱ δάσκαλοι τοῦ Εὐαγγελίου, στὸ τὶ διδάσκουν ἢ καὶ ὅποιοι ἄλλοι αὐτόκλητοι παριστάνουν τὸν δάσκαλο. Συμπεραίνει δὲ ὅτι ὅποιος δὲν φταίει στὰ λόγια τῆς γλώσσας του, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος. Αὐτὸς δίνει ἐγγυήσεις, ὅτι εἶναι κυρίαρχος τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ θὰ μπορέση νὰ χαλιναγωγήση καὶ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ σώματός του.
Στὴν συνέχεια παραθέτει ἑπτὰ παραδείγματα-εἰκόνες, μὲ τὶς ὁποῖες δίνει παραστατικὰ πλέον τὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο μπορεῖ αὐτὸ τὸ ἐλάχιστο μέλος νὰ διαπράξη.
Πρώτη εἰκόνα εἶναι τὸ χαλινάρι στὸ στόμα τῶν ἀλόγων. Μὲ ἕνα ἐλάχιστο μεταλλάκι δεμένο μὲ τὰ λουριὰ καὶ κάθετο στὴ γλῶσσα ἑνὸς δυνατοῦ ἀλόγου ὁ ἀναβάτης μπορεῖ νὰ τὸ δαμάση ἢ νὰ τὸ κατευθύνη ὅπου θέλει.
Δεύτερο εἶναι τὸ πηδάλιο τοῦ πλοίου. Αὐτὸ εἶναι ἕνα γλωσσοειδὲς ἐξάρτημα μπροστὰ στὴ βάσι τοῦ πλοίου, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ κυβερνήτης κατευθύνει ὅλον τὸν ὄγκο του.
Ἐδῶ βγάζει καὶ τὸ πρῶτο συμπέρασμα ἀπὸ τὰ παραδείγματα, τὰ ὁποῖα παρέθεσε. Ἡ γλῶσσα τελικὰ εἶναι ἕνα ἐλάχιστο πραματάκι κι ὅμως καυχιέται ὅτι κάμνει μεγάλα ἔργα. Σὰν τὸ χαλινάρι, ποὺ καθοδηγεῖ τὰ ἄλογα, καὶ σὰν τὸ πηδάλιο, ποὺ κουμαντάρει ἕνα ὀγκῶδες πλοῖο.
Συνεχίζει τὰ παραδείγματα. Μιὰ μικρὴ γλωσσίτσα φωτιᾶς μπορεῖ νὰ βάλη φωτιὰ καὶ νὰ κάψη ὁλόκληρο δάσος.
Ἡ γλῶσσα εἶναι τὸ κόσμημα τῆς ἀδικίας.
Ἡ γλῶσσα γίνεται καὶ πινέλο μὲ τὸ ὁποῖο σπιλώνεται, πιτσιλίζεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος.
17.3.2020 Ἀλεξίου ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ
Χρόνια σὲ ὅλους τοὺς Ἀλέξηδες καὶ στὶς Ἀλεξίες.
Συνεχίζεται ἐν μέσῳ Κορωναϊκῆς μάστιγος
ἔχει ὁ Θεός!
ἀρνιμα