Η επέτειος της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού παρήλθε εφέτος απαρατήρητη λόγω της επικέντρωσης του ενδιαφέροντος στην προεκλογική αναμέτρηση των κομμάτων, που προβάλλεται ως πλέον σημαντική για το μέλλον του ελληνισμού από τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.
Η εκλογική αναμέτρηση του τέλους του 1920 στάθηκε η αφετηρία της μεγαλύτερης συμφοράς μας στη μακραίωνη ιστορία του έθνους. Δεν μας δίδαξε όμως απολύτως τίποτε. Οι ιθύνοντες και οι οπαδοί των τότε ισχυρών κομμάτων, τα οποία βέβαια άλλαξαν έκτοτε πολλές φορές ονομασίες, χωρίς να ξεκολλούν για μεγάλο διάστημα από την εξουσία ή να τη διεκδικούν, εμμένουν στο να επιρρίπτουν τις ευθύνες για τη συμφορά στους κομματικούς τους αντιπάλους χωρίς την παραμικρή διάθεση αυτοκριτικής. Η στάση αυτή προοιωνίζει νέες συμφορές για το έθνος μας.
Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ κατέπλευσε στη Σαμψούντα. Δεν μας εξηγούν όμως με ποιόν ακριβώς σκοπό. Κατέπλευσε με την ίδια αποστολή, που οι «σύμμαχοι» είχαν αναθέσει στον ελληνικό στρατό, που είχε αποβιβασθεί ημέρες ενωρίτερα στη Σμύρνη. Να συμβάλει δηλαδή στην αποκατάσταση της τάξης πείθοντας τους αρνούμενους τη συνθήκη του Μούδρου να αποδεχθούν τα τετελεσμένα. Κατ’ αρχήν είναι άστοχο να θεωρούμε αυτή την ημερομηνία ως αφετηρία της γενοκτονία του μικρασιατικού ελληνισμού. Αυτή είχε σχεδιασθεί και τεθεί σε εφαρμογή πριν από την έναρξη του Α΄ μεγάλου πολέμου του 20ου αιώνα και εντάθηκε κατά τη διάρκεια εκείνου. Έδιδε ο πόλεμος πρώτης τάξης ευκαιρία να μη γνωσθούν ευρέως οι συνέπειες της «επιχείρησης», καθώς ούτε διπλωμάτες εχθρικών χωρών υπήρχαν στην έκταση αυτής ούτε τυχόν ειδήσεις για την εθνοκάθαρση θα συγκινούσαν λαούς ευρισκόμενους στη δίνη του πολέμου. Βέβαια δεν ήταν δυνατόν τα συμβάντα να παρέμεναν χωρίς μαρτυρίες. Βρίσκονται αυτές στα αρχεία των «συμμαχικών» προς την Οθωμανική αυτοκρατορία χωρών, της Γερμανίας και της σύγχρονης Αυστρίας, αποκόμματος της σκληρής αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Έλληνες ερευνητές τα έφεραν στο φως και είναι στη διάθεση του καθενός, που επιθυμεί να συντηρήσει τη μνήμη. Πόσοι όμως έχουμε τη διάθεση αυτή;
Έχουμε την απαίτηση, όσοι ακόμη επιζητούμε τη δικαίωση, να αναγνωρίσουν οι σύγχρονοι Τούρκοι το έγκλημα που διέπραξαν οι πρόγονοί τους. Παραβλέπουμε όμως το πόσο καθυστέρησε να αναγνωρίσει τη γενοκτονία η Βουλή των Ελλήνων, στο όνομα δήθεν της συντήρησης της ελληνοτουρκικής φιλίας, η οποία δομήθηκε στα σαθρά θεμέλια της συμφωνίας Κεμάλ-Βενιζέλου. Αυτό το ψευδές όραμα καλλιέργησε στον λαό μας την ηττοπάθεια και την αποδοχή πολιτικής διαρκούς υποχωρητικότητας με τη δικαιολογία ότι η Τουρκία αποτελεί ισχυρή περιφερειακή δύναμη, η οποία ορθώνει το ανάστημά της έναντι των ισχυρών και διεκδικεί διαρκώς όχι βέβαια τα δίκαιά της, που της στερούν, αλλά την επέκταση του «ζωτικού» της χώρου. Οι εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών φαίνεται να δικαιώνουν τους κήρυκες της ηττοπάθειας, όμως δεν ήλθε ακόμη το τέλος της ιστορίας. Πολλά έχουν γραφεί για σενάρια διαμελισμού της Τουρκίας. Δεν το εύχομαι βέβαια, διότι αυτός δεν θα είναι αναίμακτος και τις συνέπειες θα τις υποστεί ο τουρκικός λαός, προς τον οποίο τρέφω συμπάθεια, όπως και για οποιονδήποτε άλλο λαό. Αν ποτέ αποφασισθεί αυτό θα συμβεί προς εξυπηρέτηση ωμών συμφερόντων των ισχυρών, οι οποίοι σήμερα ενθαρρύνουν την Τουρκία προς εκδήλωση επιθετικότητας.
Αποφεύγουμε συστηματικά να αναφερθούμε στους ηθικούς αυτουργούς της γενοκτονίας των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας, Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων, τους Γερμανούς. Αυτοί σχεδίασαν και υπέδειξαν τον τρόπο εξόντωσης των χριστιανών, προκειμένου να μην έχουν ανταγωνιστές στον χώρο της οικονομίας οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, οι μέχρι τότε απέχοντες από αυτόν. Ενίσχυσαν οικονομικά τους μουσουλμάνους, μέσω του πλήθους των καταστημάτων γερμανικών τραπεζών και συνέβαλαν τα μέγιστα στην έξαψη του φανατισμού κατά των χριστιανών, ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για τη γενοκτονία. Πίστευαν ότι έτσι θα περνούσε ο έλεγχος της αυτοκρατορίας πλήρως στα χέρια τους και θα επωφελούνταν αποκλειστικά από τα πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου της Μέσης Ανατολής, η οποία ανήκε τότε στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Ο Μουσταφά Κεμάλ δεν ήταν άγνωστος στους «συμμαχικούς» κύκλους, ιδιαίτερα στους αγγλικούς. Είχε ανδραγαθήσει κατά τον θρίαμβο των Οθωμανών επί των Άγγλων και συμμάχων τους από την Κοινοπολιτεία, κατά την εκστρατεία εκείνων στην Καλλίπολη (1915). Ήταν ο Κεμάλ επιλογή του σουλτάνου; Απέπλευσε εκείνος από την Κωνσταντινούπολη εν αγνοία των Άγγλων; Και όταν έφθασε στη Σαμψούντα ήταν άραγε πολύ αργά να τον ανακόψουν οι Άγγλοι και να τον επαναφέρουν στην κατεχόμενη από τους «συμμάχους» πρωτεύουσα προς επιτήρηση; Απλές ερωτήσεις, στις οποίες εύκολα μπορεί να δοθεί η απάντηση: Γνώριζαν, ενέκριναν και γι’ αυτό δεν είχαν σκοπό να εμποδίσουν τον Κεμάλ να δράσει. Βέβαια ως πλέον ύπουλοι από όλους τους άλλους δεν εκδήλωσαν ποτέ φανερά, όπως οι Ιταλοί και οι Γάλλοι, τον ανθελληνισμό τους. Και εμείς ακόμη δεν κατανοήσαμε ότι μας έστειλαν στην Ιωνία και, αργότερα, έδωσαν την εντολή να προωθηθούμε προς την Προύσσα, προκειμένου αυτοί να εδραιώσουν την κατοχή τους στη μέση Ανατολή, την οποία διαμοίρασαν, και να δώσουν καιρό στον Κεμάλ να οργανώσει την αντεπίθεση. Όσο για τη Β’ φάση της γενοκτονίας, που άρχισε τη 19η Μαΐου 1919, ίσως για τους στρατηγικούς νόες να λογιζόταν ως παράπλευρες απώλειες!
Εμείς βέβαια δεν πρέπει σήμερα να κακολογούμε «συμμάχους», «φίλους» και «εταίρους» (οι Άγγλοι αποχώρησαν από την ΕΕ), αφού «εμπέδωσαν την ειρήνη» στην ταλαιπωρημένη ήπειρό μας και μοχθούν για την «ευημερία» των λαών της! Το πόσο συνέβαλαν στη δική μας ευημερία, με την αμέριστη συμπαράσταση στο έργο τους των πολιτικών που άσκησαν την εξουσία στη χώρα μας, των επιχειρηματιών και άλλων του συστήματος διαπλοκής, το γεύεται πλέον μεγάλη μερίδα του λαού μας. Και όμως αυτός ελπίζει σε καλύτερο αύριο εμμένοντας διχασμένος να υποστηρίζει αυτούς που το σύστημα «αξιοποιεί» για τα συμφέροντά του.
Αδύναμη χώρα είμαστε, υποστηρίζουν πολλοί, τί να κάνουμε; Αυτή είναι η μοίρα των αδυνάτων! Άραγε δεν μπορούμε να κάνουμε απολύτως τίποτε; Τον παρελθόντα Μάρτιο επισκέφθηκε τη χώρα μας ο πρωθυπουργός της Αλβανίας και εξέθεσε έργα του ζωγραφικής και γλυπτικής. Την οργάνωση ανέλαβε το υπουργείο μας επί των Εξωτερικών, διετέθη το Ζάππειο μέγαρο και γράφηκαν πολλά για την σύσφιξη των ελληνοαλβανικών σχέσεων. Είχε προηγηθεί η επίσημη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην ελληνική μειονότητα της Αλβανίας και ο Ράμα τον είχε υποδεχθεί στη Δερβίτσανη της Δρόπολης θέλοντας να δείξει τις καλές προθέσεις του έναντι αυτής. Και ενώ αυτά γράφηκαν, ξαφνικά ο Ράμα έδειξε το άγριο πρόσωπό του έναντι των Χειμαριωτών, που εξακολουθούν να αντιστέκονται στον ξενοκίνητο αλβανικό εθνικισμό, χωρίς την παραμικρή βοήθεια από την πατρίδα! Ποια πατρίδα; Υπάρχουν ακόμη πατρίδες; Ο υποψήφιος δήμαρχος Χειμάρρας Μπελέρης και ο συνεργάτης του Κακαβέσης, με μεταμοσχευμένη καρδιά ο δεύτερος, συνελήφθησαν με τη σαθρή κατηγορία εξαγοράς ψήφων και προφυλακίστηκαν δύο ημέρες πριν από τις δημοτικές εκλογές στη γείτονα. Έλληνας δήμαρχος στη Χειμάρρα αποτελεί μεγάλο εμπόδιο στην εκποίηση της γης σε ωμά συμφέροντα, που στοχεύουν στην τουριστική ανάπτυξη της περιοχής! Ατονική υπήρξε η αντίδραση της κυβέρνησής μας, αφού δεν πέτυχε την άμεση αποφυλάκισή τους! Τόσο ανήμποροι είμαστε; Ναι τόσο ανήμποροι. Ο Ράμα έχει τη στήριξη του Σόρος και του Ερντογάν φανερά και πολλών άλλων στο παρασκήνιο. Εμείς είμαστε καρπαζοεισπράκτορες των πάντων.
Ο Μπελέρης τελικά εξελέγη δήμαρχος. Ο ελληνισμός αντέχει, παρά την πολεμική εναντίον του πλείστων εχθρών του και μεγάλης μερίδας Ελλήνων στην καταγωγή.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»