Ένα χωριό που κάποτε ζούσε από τα ανθρακωρυχεία. Τα οριστικό κλείσιμό τους φέρνει κοινωνική-πρώτιστα-και οικονομική παρακμή. Η νεολαία σχεδόν απουσιάζει και κυριαρχεί η μη ενεργή οικονομικά ηλικία των συνταξιούχων.
Η άφιξη νέων ανθρώπων δημιουργεί την αφύπνιση των συναισθημάτων και την ανάγκη των πράξεων.
Η προηγούμενη παράγραφος δεν αφορά την Ακρινή ή την Ποντοκώμη. Αφορά ένα χωριό στηνν Αγγλία, εκεί που διαδραματίζεται η καινούργια (και μάλλον τελευταία του) ταινία του Κεν Λόουτς, The Old Oak, βασιζόμενη σε πραγματική ιστορία.
Οι νέοι κάτοικοι που έρχονται στο αγγλικό χωριό είναι αλλοδαποί και μουσουλμάνοι. Αυτό δείχνει να μετράει περισσότερο για τους κατοίκους του χωριού και πολύ λιγότερο ότι προέρχονται από εμπόλεμη χώρα την οποία δεν άφησαν γιατί δεν είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν.
Η ανάγκη να αναληφθεί δράση, να υπάρξει αντίδραση , μια προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα του χωριού είναι πια κυριαρχική. Και όπως σε όλες τις ταινίες του Λόουτς η δράση και τα συναισθήματα καλύπτουν όλη την πιθανή γκάμα των ανθρώπινων αντιδράσεων.
Αλλά και η τελευταία ταινία του Άκι Καουρισμάκι «Πεσμένα Φύλλα» είναι και αυτή αντιπροσωπευτική του σκηνοθέτη. Πιο μελαγχολική, πιο λιτή, από την The last Oak με περιορισμένους διαλόγους. Τελείως διαφορετικός τρόπος κινηματογραφικής γραφής από αυτόν του Λόουτς.
Αλλά ο Λόουτς και ο Καουρισμάκι έχουν κάτι κοινό (εκτός από το χαμηλό μπάτζετ των ταινιών τους). Κάνουν ταινίες με ήρωες ανθρώπους καθημερινούς, αφηγούνται ιστορίες που είναι ή θα μπορούσαν να είναι πραγματικές, καθημερινές, γήινες, με ήρωες που δρουν και σκέφτονται όπως ο άνθρωπος με σάρκα και οστά που αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της κανονικής ζωής: Την εξεύρεση του «άρτου ημών του επιούσιου», τις συναισθηματικές εντάσεις στις φιλικές συναναστροφές, την ανάγκη εύρεσης ισορροπίας μεταξύ προσωπικής, επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής.
Το κυριότερο κοινό τους γνώρισμα είναι ότι οι λύσεις δεν προέρχονται από υπερήρωες ή «πεφωτισμένους αρχηγούς». Οι άνθρωποι παίρνουν την ζωή τους στα χέρια τους, δρουν σε επίπεδο γειτονιάς και κάνουν τα ανθρωπίνως αυτονόητα: Συμμετέχουν, συζητάνε, μαλώνουν, συμβιβάζονται, αποφασίζουν, δρουν για να λύσουν τα θέματα που τους απασχολούν. Δεν περιμένουν λύσεις από κανένα εξωγενή παράγοντα, δεν περιμένουν από τους «από πάνω» να τους λύσουν τα προβλήματα, δεν αναθέτουν την διαχείριση της ζωής τους.. Στις ταινίες και των δύο δημιουργών κανείς ήρωας δεν διακατέχεται από σύνδρομο εξουσιολαγνείας, κανείς δεν αισθάνεται ότι είναι ανώτερος ή κατώτερος. Αντιθέτως, όσοι στις ταινίες τους παίζουν ρόλους κατόχων εξουσίας, μόνο προσχώματα, εμπόδια και δυσκολίες προκαλούν στην κοινότητά τους.
Οι ταινίες των Λόουτς και Καουρισμάκι πάνε καλά με καλλιτεχνικούς αλλά και εμπορικούς όρους διαψεύδοντας το κλισέ «καλλιτεχνία και εμπορικότητα δεν συμβιβάζονται». Οι γνήσια λαϊκές ταινίες έχουν καλλιτεχνική αξία εφόσον υπάρχει δημιουργός με όραμα, ικανότητες και αισθητική. Η ανταπόκριση των σινεφίλ είναι πολύ ικανοποιητική σε όλο τον κόσμο.
Οι θεατές, στην πλειοψηφία, βγαίνουν από την αίθουσα έχοντας απολαύσει μια κινηματογραφική ταινία αλλά και με ένα χαμόγελο στο χείλη. Χαμόγελο που προέρχεται από την αναπτέρωση της πίστης στον Άνθρωπο, στον «ανώνυμο» ήρωα που δεν διεκδικεί υπεράνθρωπα χαρακτηριστικά, δεν θεωρεί ότι ενεργώντας μόνος του θα αλλάξει τον κόσμο, νιώθει και ενεργεί σαν μέρος του κοινωνικού συνόλου αλλά κυρίως: Ενεργεί με πρώτιστο σκοπό την βελτίωση της καθημερινότητας και της αλλαγής όλου του κοινωνικού συνόλου όπου ζει και κατ’ επέκταση και την προσωπική του βελτίωση.
Είναι πολύ σημαντικό ότι τις ταινίες αυτές τις είδαμε στον (μοναδικό, πια) κινηματογράφο της Κοζάνης, το Ολύμπιον. Μακάρι να συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε καλό κινηματογράφο για πολλά χρόνια ακόμα.
Ιωσήφ Μιχαηλίδης
Οικονομολόγος
Πρόεδρος Σ.Υπ.ΟΤΑ Ν. Κοζάνης
*ΣΗΜ.: Ο Ιωσήφ Μιχαηλίδης είναι σύζυγος της εκπαιδευτικού Αναστασίας Ι. Μπατσιάκα, που κατάγεται από το Μικρόβαλτο