Εκτύπωση

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Ο αργός θάνατος του Λαογραφικού Μουσείου Κοζάνης

του Νικόλαου Ε. Κούρα

laogrkoz29.10Το λαογραφικό – μακεδονικό  μουσείο Κοζάνης είναι  το πολιτισμικό καύχημα της πόλης μας. Ο μεγάλος αριθμός επισκεπτών που δέχεται,  ασφαλώς επιβεβαιώνει τη σπουδαιότητά του σε όλη την Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Τον περασμένο Ιούνιο  βρέθηκε στο  επίκεντρο της προσοχής όλου του Ελληνισμού, αφού με την επίσκεψή του ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος  ως σύμβολο ανά τον κόσμο του Ελληνικού Πολιτισμού, μετέδωσε από το κύρος του λάμψη στο μουσείο μας , επιβεβαιώνοντας την κεντρική θέση που κατέχει αυτό στην πολιτισμική ζωή  του τόπου  μας.  Η λαμπερή όμως επίσκεψη του Πατριάρχη δεν φώτισε μονάχα το μουσείο, αλλά υπενθύμισε σε όσους ασχολούνται με αυτό τα βαθιά προβλήματά του, που  απειλούν  την ύπαρξή του  πραγματικά. Τα προβλήματα αυτά δυστυχώς διαρκώς διογκώνονται και αν δεν αντιμετωπισθούν άμεσα από όλους μας, ιδιώτες και φορείς, είναι πιθανό όταν  ξανάρθει ο Πατριάρχης  να μην έχουμε μουσείο.

 Το κείμενο αυτό επιχειρεί να περιγράψει τα προβλήματα του μουσείου και να   ενημερώσει τους δημότες και τους αρμόδιους φορείς επιδιώκοντας την κινητοποίηση όλων, ενώ παράλληλα αιτιολογεί  γιατί τέθηκε αυτός ο τίτλος στο κείμενο.

Α. ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ  των εκθεμάτων. Τα τελευταία χρόνια έχει διαπιστωθεί από όλους μια δραματική φθορά των εκθεμάτων του μουσείου, ιδιαίτερα των παραδοσιακών στολών. Ηδη  από το  2011 έχει συνταχθεί μελέτη από δύο συντηρητές μουσείων και έργων τέχνης  [ Λαλιώτη Πηνελόπη – Νικολής Δημήτριος ], η οποία περιγράφει αναλυτικά τη συνεχιζόμενη εκτεταμένη φθορά των εκθεμάτων, ενώ παράλληλα  προσδιορίζει το κόστος συντήρησής τους  σε περίπου  615.000 €. Δυστυχώς και παρά το γεγονός ότι η ανάγκη συντήρησης τόσο των εκθεμάτων, όσο και του μουσείου, τέθηκε ως επιτακτική και μη επιδεχόμενη αναβολή σε συνάντηση με τον πρόεδρο του ΔΣ του Συνδέσμου από τον Δεκέμβριο του 2010, ύστερα από 22 μήνες σχεδόν, ουδεμία συντήρηση εκθεμάτων έγινε, αντίθετα έγινε απόσυρση των ήδη κατεστραμμένων στο υπόγειο για να μη βρίσκονται σε κοινή θέα..  Τα εκθέματα λοιπόν που σώθηκαν τόσα χρόνια με κόπο και μεράκι,  φθείρονται  γρήγορα και δυστυχώς καταστρέφονται λόγω μη συντήρησής τους. Η Διοίκηση του Συνδέσμου κανένα ουσιαστικό ή αποτελεσματικό  μέτρο δεν πήρε σχετικά με την προστασία και συντήρηση των εκθεμάτων, ούτε όμως το ανέφερε ως κεντρικό και μείζον θέμα στις συνεδριάσεις της Γενικής Συνέλευσης του 2011 και του 2012, ενώ από όλες τις πλευρές και από τους ειδικούς συντηρητές τονίζεται ότι η φθορά είναι εκτεταμένη και συνεχίζεται.  Τα εκθέματα όμως είναι το ίδιο το μουσείο. Αν δεν συντηρηθούν και σωθούν [όσα προλαβαίνουμε] μουσείο δεν υπάρχει.

Β.    ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ  και οικονομική ανεξαρτησία.   Η ανάγκη συντήρησης εκθεμάτων και μουσείου [συμπεριλαμβανομένων και των λειτουργικών εξόδων του], προβάλλει ως επίσης επιτακτική την ανάγκη χρηματοδότησης του μουσείου. Η χρηματοδότηση αυτή πρέπει να είναι νόμιμη, θεσμική και σταθερή, έτσι ώστε να μπορεί το μουσείο να οργανωθεί με δεδομένα οικονομικά μεγέθη.  Ολοι όμως  γνωρίζουμε ότι το μουσείο χρηματοδοτείται μόνο ευκαιριακά και όχι μόνιμα, με αποτέλεσμα να απειληθεί το κλείσιμό του το καλοκαίρι του 2010, ενώ σήμερα το οικονομικό αδιέξοδο είναι ορατό. Μέχρι τώρα το μουσείο χρηματοδοτείται από ίδιους πόρους [ εισιτήρια], ιδιωτικές χορηγίες και από την περιστασιακή ενίσχυση παλαιότερα της Νομαρχίας και  τώρα του Δήμου και Περιφέρειας. Η τριμερής προγραμματική σύμβαση που υπογράφτηκε πριν μερικά χρόνια μεταξύ Δήμου, Περιφέρειας και Υπουργείου Βόρειας Ελλάδας για την σταθερή χρηματοδότηση του μουσείου, δεν εφαρμόσθηκε από όλες τις πλευρές. Τελευταία το μουσείο ανέμενε μερίδιο από τον τοπικό πόρο δια μέσου της Περιφέρειας. Όλα αυτά όμως δείχνουν ότι η χρηματοδότηση του μουσείου είναι επισφαλής, δεν είναι θεσμική και διαφανής,  ούτε μόνιμη και σε κάθε περίπτωση δεν είναι βέβαιη.  Η χρηματοδότηση όμως του μουσείου πρέπει να εξασφαλισθεί με άλλους  τρόπους  και να απαλλαχθεί από ευκαιριακές πολιτικές υποσχέσεις χρηματοδότησής του, που ίσως κρύβουν και μικροκομματικές συναλλαγές ή υποσχέσεις.

Γ. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ  του μουσείου.  Το λαογραφικό μουσείο μας δεν είναι μουσείο. Είναι απλώς μια συλλογή ιδιωτικού νομικού προσώπου. Δεν είναι πιστοποιημένο από το Υπουργείο Πολιτισμού ως μουσείο, γιατί δεν πληροί   ορισμένες προϋποθέσεις. Η λειτουργία και η αποστολή του ως μουσείο  όλα αυτά τα χρόνια συνυπάρχει και μπερδεύεται με άλλου αντικειμένου εκδηλώσεις  πολιτιστικών συλλόγων [ χορούς, εκθέσεις, φωτογραφίες κλπ.], όπως και με τη διοργάνωση επιστημονικών συνεδρίων ή ημερίδων  κοινωνικών δράσεων.  Χωρίς όμως την τυπική δομή του μουσείου, δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί ως τέτοιο τουλάχιστο από το Δημόσιο, όπως προαναφέρεται.  Το μουσείο μας  λοιπόν δεν έχει προοπτική αν δεν αναβαθμισθεί λειτουργικά και  οργανωτικά σε ‘’μουσείο’’ που θα δικαιολογεί και τυπικά και ουσιαστικά αυτό τον χαρακτηρισμό.  Είναι απόλυτη ανάγκη και προτεραιότητα να συσταθεί ένας νέος φορέας [ νομικό πρόσωπο] που θα αναλάβει την ευθύνη και τύχη του μουσείου και μόνο, αφού αυτό αποσπασθεί και αυτονομηθεί από τις άλλες λειτουργίες του συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών.   Η αναγκαιότητα του νέου νομικού προσώπου, διαπιστώθηκε και από τον πρόεδρο του Δ.Σ. ήδη από τον Δεκέμβριο του 2010 και από τη Γενική Συνέλευση στις 31-1-2011, πλην όμως ουδεμία ενέργεια ακολούθησε και παρά την  απόφαση και εντολή  της τελευταίας Γ.Σ.  στις 12-2-2012 προς τον πρόεδρο για τη σύγκληση έκτακτης Γ.Σ. για το θέμα αυτό εντός δύο μηνών,  το θέμα  αγνοήθηκε και αποσιωπάται μέχρι σήμερα.   Είναι φανερό ότι κάποιοι δεν θέλουν να συσταθεί αυτό το νέο νομικό πρόσωπο και κατ’ επέκταση δεν θέλουν την αυτονομία και την οργανωτική αναβάθμιση του μουσείου. Εχουν όμως αυτό το δικαίωμα ;

Δ.  ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ . Η μεγάλη πτέρυγα του λαογραφικού  μουσείου ανήκει στην κυριότητα του Δήμου Κοζάνης.  Φαίνεται να έχει παραχωρηθεί η χρήση του στο Σύνδεσμο με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου πριν 35 χρόνια, χωρίς να είναι βέβαιο αν υπάρχει τυπική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Κοζάνης που να χορηγεί δικαίωμα χρήσης του κτιρίου από το Σύνδεσμο.  Στη διαδρομή του χρόνου  το μουσείο μεγάλωσε, απέκτησε πλούτο εκθεμάτων, διευρύνθηκε και λειτουργεί ουσιαστικά σε ακίνητο του Δήμου Κοζάνης.  Η στέγαση του μουσείου όμως σε ξένο ακίνητο περιορίζει την οργανωτική ανεξαρτησία του, αφού η λειτουργία του εξαρτάται από τη διαρκή συναίνεση του Δημοτικού Συμβουλίου. Από την άλλη πλευρά το μακεδονικό μουσείο [ως κτίριο]  έχει ανεγερθεί σε έκταση  αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας του  Αγροτικού  Συνεταιρισμού Χρωμίου.  Τόσο το λαογραφικό, όσο και το μακεδονικό μουσείο, υπάρχουν και στεγάζονται  σε κτίρια τρίτων  χωρίς σαφή και νόμιμη σχέση με τον ιδιοκτήτη τους.  Αυτή η κατάσταση είναι ισχυρή ένδειξη απαρχαιωμένων τρόπων λειτουργίας των μουσείων, δυστυχώς δε, θα δημιουργεί προβλήματα σε πιθανή χρηματοδότηση του μουσείου σε συνδυασμό και με τις πολεοδομικές αυθαιρεσίες που συνοδεύουν κυρίως το λαογραφικό κτίριο.   Το ζήτημα βέβαια έχει τεθεί στον πρόεδρο του Δ.Σ. από τον Δεκέμβριο του 2010. Μέχρι σήμερα δεν έγινε τίποτα και η κατάσταση παραμένει ως έχει. Τέτοια όμως  νομική ασάφεια για το καθεστώς χρήσης των κτιρίων από τα μουσεία, είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα παρεμποδίζει κάθε προσπάθεια αναβάθμισης και αυτονομίας τους.

 Ε.  ΑΔΡΑΝΕΙΑ  του Δ.Σ.  Όλα τα παραπάνω ζητήματα παραμένουν ως προβλήματα του μουσείου [ λαογραφικού – μακεδονικού], παρά το γεγονός ότι έχουν επισημανθεί τόσο στη Γενική Συνέλευση του 2011 και του 2012, όσο και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τον πρόεδρο του Δ.Σ. Επιπλέον δημοσιεύθηκαν στον τοπικό τύπο αρκετά κείμενα που εκφράζουν την ανησυχία τους για το μουσείο, ιδιαίτερα ανθρώπων που έχουν ειδικές γνώσεις ως μουσειολόγοι ή συντηρητές μουσείων. Κατά ένα παράδοξο τρόπο δεν φαίνεται να ευαισθητοποιούν το Δ.Σ. .   Ο πρόεδρος του Δ.Σ.  και η πλειοψηφική ομάδα που τον ακολουθεί, αγνοεί την πραγματικότητα, περιφρονεί τις φωνές αγωνίας για το μουσείο που εκφράζει η  μειοψηφία στο Δ.Σ. και  αδιαφορεί για τα προαναφερόμενα καίρια προβλήματα, ειδικά της συνεχιζόμενης φθοράς των εκθεμάτων και της ανάγκης σύστασης νέου φορέα – νομικού προσώπου για το μουσείο.  Παρά τα σοβαρά προβλήματα που προαναφέρονται, ο πρόεδρος του Δ.Σ., αντί να φέρει στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων του τα ζητήματα που απασχολούν το μουσείο,  επιλέγει ως σημαντικότερα θέματα  για παράδειγμα : α] τη συμμετοχή του Συνδέσμου σε αρχιτεκτονικά εργαστήρια για τη διάσωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς παραδοσιακών οικισμών, θέμα που είναι αρμοδιότητα άλλων κρατικών υπηρεσιών, ή β] τη δημιουργία – ανέγερση μακεδονικού χωριού που θα συμπεριλαμβάνει αρχιτεκτονικό μουσείο σε συνεργασία με καθηγητές που βρίσκονται έξω από την πραγματικότητα της περιοχής μας.  Ετσι, ενώ  τα προαναφερόμενα προβλήματα του μουσείου μας διογκώνονται συνεχώς,  το Δ.Σ. πρωτοστατούντος του προέδρου ‘’περί άλλων τυρβάζει’’ και καλλιεργεί σχέδια φαραωνικού μεγέθους [μακεδονικό χωριό] για τα οικονομικά δεδομένα της περιόδου που διανύουμε,  τα οποία κατά ένα παράδοξο τρόπο – όχι βέβαια συμπτωματικά – σχετίζονται πάντα με την αρχιτεκτονική δηλ. το επάγγελμα του προέδρου του Δ.Σ. .. .

 Ε1.  Τον Απρίλιο του 2012 υποβλήθηκε αίτηση στο Δ.Σ. του Συνδέσμου με δύο καταγγελίες :  η πρώτη αφορούσε την παράλειψη του προέδρου να συγκαλέσει έκτακτη γενική συνέλευση για την αυτονομία του μουσείου εντός δύο μηνών, όπως είχε προαποφασίσει η Γ.Σ. της 12-2-2012 και  η δεύτερη  αφορούσε ορισμένες παρατυπίες στην ψηφοφορία των εκλογών της 12-2-2012 για την ανάδειξη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Ειδικότερα καταγγέλθηκε ότι  ορισμένα μέλη της Γ.Σ. ψήφισαν χωρίς να έχουν δικαίωμα ψήφου, επειδή δεν είχαν πληρώσει συνδρομή όπως ορίζει το καταστατικό [άρθρο 7].   Ο πρόεδρος απάντησε εγγράφως ότι για το πρώτο θέμα θα αποφασιστεί  όταν είναι ώριμες οι συνθήκες, αγνοώντας επιδεικτικά την εντολή της Γ.Σ.,  ενώ για τις παράτυπες εκλογές – αρχαιρεσίες απάντησε  ότι όποιος θέλει ας  προσφύγει στα δικαστήρια.  Ο ίδιος  δεν έλεγξε, ως όφειλε, τις καταστάσεις ψηφισάντων για να διαπιστώσει αν είναι βάσιμη η καταγγελία. Αν βέβαια το έκανε αυτό,  θα διαπίστωνε ότι οι εκλογές για την ανάδειξη του νέου Δ.Σ. έγιναν κατά παράβαση του καταστατικού και συνεπώς υπάρχει σοβαρό θέμα  νόμιμης σύγκλησης, λήψης αποφάσεων και δημοκρατικής λειτουργίας της Γ.Σ και κατ΄ επέκταση του Δ.Σ.   Εύλογα όμως ο καθένας μας  αναμένει από το Σύνδεσμο να είναι πρότυπο τυπικής και δημοκρατικής λειτουργίας, ενώ σε περίπτωση υποψίας για παράβαση του καταστατικού θα ανέμενε κανείς ότι το Δ.Σ.,  ορμώμενο κυρίως από ηθική επιταγή και όχι από τυπική νομιμότητα, θα επιχειρούσε να αποκαταστήσει το ζήτημα. Ουδέν όμως έπραξε.

Ε 2.  Τον περασμένο Ιούνιο, υποβλήθηκε η παραίτηση μέλους του διοικητικού συμβουλίου, της μοναδικής μάλιστα γυναίκας η οποία εξελέγη στις τελευταίες εκλογές, με σαφή καταγγελία μεταξύ άλλων ότι α]  ο Σύνδεσμος δαπανά χρήματα χωρίς νόμιμα φορολογικά παραστατικά και β] ότι ουδεμία ενημέρωση παρέχεται από τον πρόεδρο στα μέλη του Δ.Σ.   Υστερα από μια τόσο σοβαρή καταγγελία, ενώ θα έπρεπε το Δ.Σ. να συνεδριάσει έκτακτα και να απαντήσει αν είναι βάσιμη η καταγγελία ή όχι, το Δ.Σ. την αγνόησε ουσιαστικά και καμιά απάντηση δεν δόθηκε μέχρι σήμερα. .

Επιστρέφοντας λοιπόν στον τίτλο του κειμένου, φαίνεται  ότι το λαογραφικό – μακεδονικό μουσείο βρίσκεται σε τραγικό αδιέξοδο.  Τα εκθέματα δεν εκτίθενται μόνο στους επισκέπτες, αλλά και στην επίθεση του χρόνου, της υγρασίας, της σκόνης, των μικροοργανισμών, του ανθρώπου που δεν γνωρίζει πώς να τα μεταχειριστεί.  Η ανάγκη για άμεση και  αποτελεσματική συντήρησή τους,  ενώ είναι προφανής και από την ειδική μελέτη που προαναφέρεται, δεν θεωρείται επείγουσα από το Δ.Σ. Η χρηματοδότηση του μουσείου είναι αβέβαιη και κανένα μέτρο δεν παίρνεται για τη σταθεροποίησή της. Το νέο νομικό πρόσωπο που χρειάζεται το μουσείο για να αντιμετωπίσει τα παραπάνω προβλήματα, αλλά και  για να αποκτήσει προοπτική επιβίωσης στο μέλλον, αναγνωρίζεται από όλους  πλην του Δ.Σ. που αδιαφορεί. Οι καταγγελίες για μη δημοκρατική σύγκληση της Γ.Σ. και για παράτυπη εκλογή του νέου Δ.Σ. αγνοούνται επιδεικτικά.  Η παραίτηση μέλους του Δ.Σ. με σαφείς αιχμές για κακοδιαχείριση και πληρωμές μη νόμιμες, αποσιωπούνται από το Δ.Σ. Υστερα από όλα αυτά, δεν ξέρω αν αμφιβάλλει κανείς ότι το μουσείο αργοπεθαίνει και ότι ο τίτλος του κειμένου δεν υπερβάλλει καθόλου. Επειδή όμως το μουσείο δεν πέθανε ακόμη και πάντοτε υπάρχει ελπίδα να αναζωογονηθεί, πρέπει όλα τα  μέλη του Συνδέσμου, αλλά και η τοπική κοινωνία και βέβαια ο Δήμος Κοζάνης και η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, να δείξουμε περισσότερο ενδιαφέρον και να φέρουμε το μουσείο στο επίκεντρο της προσοχής μας, γιατί εκεί αξίζει να βρίσκεται. Αν το διοικητικό συμβούλιο του Συνδέσμου αδρανεί, τα μέλη του και όσοι άλλοι θέλουν μπορούν και πρέπει  να ενεργοποιηθούν, γιατί η Κοζάνη και η Δυτική Μακεδονία δεν έχει την πολιτιστική και πολιτισμική πολυτέλεια να αφήσει το λαογραφικό –μακεδονικό  μουσείο στην τύχη του.

Κοζάνη 29-10-2012

 Νικόλαος Ε. Κούρας