Εκτύπωση

p nikiforosἮρθι ἰψὲ τοὺ Σαββατόβραδου στοὺ Μαναστήρ’ ἡ Νικόλας ἡ Ντόμπρους ἀπ’ τοὺ Καϊλιάρ’ κι καθηγητὴς σν Ἰατρικὴ Α.ΠΟΥ.ΘΟΥ. Τοὺν ἀρέζν κι αὐτὸν ἰτοῦτα τὰ χουργιάτκα π’ γράφου μὶ τ’μάνναμ’ ἀ κι τὰ δγιαβάζ’.

Νὰ ρὰ πιδίμ’, μὶ λιέει ἡ μάνναμ’, τηρῶ λουΰρ’ τρουΰρ’ κι ἔφυγαν ὅλις οἱ συντρόφσιζμ’ κι τὰ μπρατίμνια μας ἀποὺ ἤμασταν στοὺ σκουλειὸ ἀντάμα. Τώρα μὶ λές ἔφυγι κι ἡ Γκουβρουνάτσιους στς 5 τ’φλιβάρ’, μιρακλῆς ἄνθρουπους.

Τὰ πιδγιὰ π’γηνῆθκαν τοὺ 1928 ἦταν:Γιαννόπουλος Κων, Καβρουθουμᾶς, Μιχαλουθουμᾶς, Φακουθουμᾶς, Παπαγεωργίου Χρ, Παπαδόπουλος Ἀθ, Παλιανόπουλος Ἀθ, Παλιανόπουλος Εὐάγγ, Τζιουνουλίας, Τζιουνουνάτσιους, Τζιώνας Ἀντ, Φανὸς Εὐάγγ (;), Χαϊνταρουϊάνντς.

Κι τὰ κουρίτσια τ’1928 ἤμασταν:Χρυσοῦλα Τζιούτζιου, Γουλιοῦ Εὐθυμία τοῦ Ἰω Τζιούτζιου, Εὐλαμπία Τζιούτζιου, Εὐθυμία Καβουρίδου τοῦ Ἰω Τζιώνα, Καβουρίδου Σοφία τοῦ Εὐαγγέλου Γιαννόπουλου, Κουτοῦλα Αἰκ τοῦ Ἀ Τζατζαλῆ, Κουτοῦλα Εὐθυμία τοῦ Ἀν Ἀλεξόπουλου, Κωτοῦλα Ἀγγελικὴ-Ἀγγιλίνα τοῦ Ἰω Τζιούτζιου, Μαρία Νατσιοπούλου τοῦ Ε Νατσιοπούλου, Εὐαγγελία Παλιανοπούλου, Παλιανοπούλου Ἰωάννα τοῦ Γ Μαστρογιαννόπουλου, Σταθοπούλου Ἀθ τοῦ Ν, Τζιούτζιου Βασιλικὴ τοῦ Β Σταθοπούλου, Χαϊδάρη Μαρία τοῦ Δ.Σταθόπουλου,

Ἡ Γκουβρουνάτσιους ἦταν πιδὶ τ’Γκουβρουζιώγα 1896 κι τς Δέσπους 1890. Αὐτοὶ εἶχαν πιδγιὰ τοὺ Νικόλα, τοὺ Νάτσιου, τοὺ Λία κι τοὺ Σουκράτ’. Ἡ μάννα τ’παπποῦ τ’Γκουβρουζιώγα κατάγουνταν ἀπ’ τ’Βουγγόπιτρα. Ἦταν ἀπ’ τςΚυπαρισσάδις. Εἶχαν κι ὄνουμα Κυπαρίσσ’ τοὺν ἀξάδιρφου τς. Ἦταν κι ἕνας ἀψηλὸς κι χόριβι καλά. Γιατιαὐτὸ κι ἴλιγαν κι τοὺ Γκουβρουζιώγα ἀ κι τοὺ Γκουβρουνάτσιου σὰν τοὺν Κυπαρίσσ’ χουρέβν κι αὐτοί.

Ἡ Γκουβρουζιώγηνα ἦταν κουρίτσ’ τ’παπαΒασίλ’ τ’Ζαραβίγκα 1908. Ἴλιγι ἡ μπάμπου ἡ Τσιτσιά, «Ἰπειδὴς ἰμεῖς οἱ Ζαραβιγκάδις ἤμασταν φτουχοὶ γιατιαὐτὸ κι ἄλλαξαν ἰπίθιτου οἱ θκοί μας κι γίνκαν Παπαδόπουλους».

Ἡ μπρατμόζμ’ ἡ Γκουβρουνάτσιους παντρέφκι μὶ τν Καλλέπου 1926 τ’Νατσιουγκουντῆ 1905 κι γένντσαν τ’Λένου 1952, τ’Ρίνα, τ’Δέσπου κι τοὺν Κουστάκ’. Ἅμα γέννσταν τ’Λένου ‘νἴφιραν σὶ μένα κι τ’βύζαξα γιατὶ κι γὼ εἶχα γιννήσ’ τοὺ Νίκου. Ἴλιγάμι ὕστιρας, Ἄει θὰ σμιθιργιάσουμι κιόλας. Ἀλλὰ ἡ Λένου παντρέφκι μὶ τοὺν Χρηστάκ’ τ’Λυκουμήκα κι ἔφκιασαν καλὴ οἰκογένεια κι ἡ θκόζμ’ γίνκη καλόηρους.

Ἡ Γκουβρουνάτσιους ἦταν μιρακλῆς στὰ χουργιανκά. Στὰ τραγούδγια, στς χουροὶ τ’ἉηΒασιλειοῦ κι σὶ ὅ,τ’ καλό. Ἔγραφι σὶ τιτράδια ὅλα τὰ παλιὰ τὰ τραγούδγια μας. Κι τἀφήν’ κληρουνουμνιὰ στοὺ χουργιό.

Ἄει, ἡ Θιὸς νὰ τς ἀναπάψ’ ὅλ’ κι νὰ μᾶς καρτιροῦν.

Δόξα Τουν, μάνναμ’!

p nikiforos