Κόντιβαν οἱ Ἀπουκριὲς κι τὰ πιδγιὰ μάζιβαν ἀποὺ κιρὸ κέδρα, γιὰ νὰ τὰ κάψν τοὺ βράδ’ τς Κυργιακῆς στς νουφανοί. Τἄφιρναν ἀπ’ σιακάτ’ κι τὰ φύλαγαν σὶ καμνιὰ ἀχυρῶνα. Ἔρχουνταν ὅμους πιδγιὰ ἀπ’ τς ἄλλις τς γειτουνιὲς κι τἄκλιβαν γιατιαὐτὸ κι τὰ φύλαγαν.

Ἀργότιρα μάζουναν ρόδις ἀποὺ τ’ αὐτουκίνητα, ἀλλὰ ἔφκιαναν βρώμκ’ φουτχιά.

Τοὺ βράδ’ τς Κυργιακῆς πάηνάμι σι ὅλ’ τς τρανοί μας κι σχουρνιούμασταν.

Τς ἔκανάμι μνιὰ μιτάνοια, τς φλούσαμι τοὺ χέρ’ κι αὐτοὶ μᾶς κιρνοῦσαν πιντούλια, δραχμές, δίφραγκα κι ἡ μπάμπου Στέργινα σμάζουνι κάνα τάλιαρου γιὰ τ’ βραδιὰ αὐτήν. Ἡ θκόζμας ἡ Νένις ἴλιγι «Ὦ ρὰ πιδγιά, ὅλου τοὺ συρτάρ’ εἶνι θκό σας, τὶ χαλέβντι νὰ σᾶς δώσου;» Κι ἔτσιας γλύτουνι τοὺ κέραζμα. Στοὺ τέλους τς βραδιᾶς μιτρούσαμι πόσις παράδις εἴχαμι σμαζώξ’.

Τν ἄλλ’ τ’ μέρα τοὺ προυΐ, ‘ν Καθαρουδιφτέρα, ἅμα χόρτινάμι τοὺν ὕπνου, σκώνουμάσταν κι νίβουμάσταν, μᾶς ἴλιγαν οἱ μάννις μας πρῶτα νὰ πααίνουμι νὰ βροῦμι μνιὰ φουλιὰ κι ὕστιρα νὰ ρθοῦμι γιὰ νὰ ἔτρουγάμι προυϊνό. Αὐτόϊας ἦταν εὔκουλου. Ἰπειδὴς τὰ δέντρα δὲν εἶχαν βγάλ’ ἀκόμα φύλλα, οἱ φουλιὲς ἀπ’ τὰ πλιὰ χτυποῦσαν στὰ μάτχια ἀπ’ ἀλάργα. Ἰνῶ στοὺν κιρὸ ἀπ’ ἔχν φύλλα εἶνι κρυμμένις.

Δὲ δουκιοῦμι ἂν πάηνάμι γιὰ φουλιές, ἀλλὰ πάηνάμι ὅμους στοὺ Γκουβρουγιώργου, στοὺ Γκουβρουδημήτρη ἢ στοὺν Κουτουλουκώτσιου κι ἀγόραζάμι μὶ παράδις ἀπ’ τὰ κιράζματα κάνα κουμμάτ’ χαλβᾶ ἢ θριψίν’.

Τέτχοια θριψίν’ σὰν κι κείν’ δὲν ἔχου ματαφάει. Ἅμα εἶχι καλὸν κιρό, οἱ μάννις μας ‘ν Καθαρουδιφτέρα ἔβγαναν ὄξου ὅλα τὰ σκιπάζματα κι τς στρουμάτσις. Τὰ τίναζαν κι καθάρζαν τοὺ σπίτ’.

Μνιὰ τέτχοια Καθαρουδιφτέρα, θἄμαν τρίτ’ τάξ’ στοὺ Δημουτικό, ‘π ἔβγαλι ἡ μάννα μ’ τ’ βριζαμιὰ ἀποὺ τ’ στρουμάτσις κι τὰ ρουκόφυλλα ἀπ’ τὰ προυσκέφαλα, ἰγὼ δουκίμασα μὶ τοὺ τσικμάκ’ ἂν ἔπιρναν φουτχιά. Τσιακμάτσα κάνα δγυὸ τρεῖς φουρές. Ἅμα ἅρπαξαν ὅμους φουτχιὰ κι μπουμπούνξαν, δὲν κατάφιρα νὰ τ’ σβύσου κι τοὺ καψάλουσα σιαπέρα γιατὶ σὶ λίγου θὰ πλάκουναν οἱ φλιῶτις.

Ἔτσιας πιρνοῦσι ἡ Καθαρουδιφτέρα, ἀρχινοῦσι ἡ Καθαρουβδόμαδα κι ἡ Τρανὴ Σαρακουστή. Ναὶ Κούλουμα, π’ λιέν’ σν Ἀθήνα, ναὶ χαρταητοί. Στοὺ χουργιό, ἅμα ἔβγηνάμι λίγου παραόξου, ὅπουτις ἤθιλνάμι, εἴχαμι κι Κούλουμα κι χαρταητοί.

 

Τοπικό Ιδίωμα Μικροβάλτου 

Από το βιβλίο του π. Νικηφόρου "ΜΙΚΡΟΒΑΛΤΟΥ ΠΕΡΙΛΕΙΠΟΜΕΝΑ"

folia162 1

apnik162

Σχόλια   

Μαργαρίτης Δημήτρης
0 # Μαργαρίτης Δημήτρης 05-03-2022 22:37
Όπως πάντα , Μοναδικός, Ανεπανάληπτος , Απολαυστικός. Τις ευλογίες σου Πάτερ κι καλές απουκριές
Παράθεση