Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

17 Δεκεμβρίου: 14 χρόνια από την πτώση του Γιάκοβλεφ

του Σωκράτη Μουτίδη

Πως και πως περίμεναν να συναντήσουν, έπειτα από μήνες, τους δικούς τους ανθρώπους, για να τους σφίξουν στην αγκαλιά τους και να περάσουν τις γιορτές των Χριστουγέννων μαζί. Η Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 1997 πλησίαζε και ήδη είχαν ξεκινήσει οι προετοιμασίες για την υποδοχή των ξενιτεμένων. Ήταν να προσγειωθούν στη Θεσσαλονίκη στις 9:40 το πρωί εκείνης της ημέρας, αλλά η πτήση από την Οδησσό της Ουκρανίας είχε καθυστέρηση. Μια καθυστέρηση… παντοτινή.

Η συντριβή του αεροσκάφους Γιάκοβλεφ 42 στα Πιέρια Όρη εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ άλλαξε τη ζωή πολλών. Μεταξύ αυτών και του Χαρίση Στάμου από την Αιανή Κοζάνης, ο γιος του οποίου επέβαινε στο αεροσκάφος και επρόκειτο να αρραβωνιαστεί τέσσερις μέρες μετά την άφιξή του από την Οδησσό. Πίσω από κάθε τραγική ιστορία κρύβονται παιχνίδια της τύχης. Ο 68χρονος σήμερα Χάρης όπως τον φωνάζουν, πατέρας του Νίκου, μας διηγείται με λεπτομέρειες τα γεγονότα που μεσολάβησαν από την ημέρα του δυστυχήματος μέχρι και δυο μέρες μετά, όταν εντοπίστηκαν τα συντρίμμια του αεροπλάνου σε μια πλαγιά των Πιερίων σε ύψος 3300 ποδών.

Ο κ. Χάρης θυμάται και δεν είναι λίγες οι φορές που τα μάτια του βουρκώνουν. «Αδιαφορία και βλακεία έριξαν το αεροπλάνο» μας λέει με αυστηρό ύφος και μας δίνει να καταλάβουμε πως είναι αποφασισμένος να μιλήσει τη σκληρή και πικρή γλώσσα της αλήθειας. Αυτό που συνεχίζει να τον εξοργίζει μέχρι και σήμερα, όπως μας λέει, είναι η προσπάθεια του ελληνικού δημοσίου «να εξαπατήσει και να παραπλανήσει τους συγγενείς των θυμάτων, με σκοπό να στρέψουν την οργή τους προς τους Ουκρανούς». Με αυτή την άποψη συμφωνεί απόλυτα και ο δημοσιογράφος Γιάννης Κουμπούρας, ο οποίος στο δυστύχημα αυτό έχασε τον πατέρα του, ενώ από μια άλλη σύμπτωση παραλίγο να βρισκόταν και ο ίδιος σε αυτό το αεροπλάνο, αν αρνούνταν την επαγγελματική πρόταση που του έγινε για να εργαστεί στην Κοζάνη.

«Όλοι οι άνθρωποι μας επέστρεφαν από την Ουκρανία, γιατί το έργο στο οποίο δούλευαν σταμάτησε λόγω του ολικού παγετού που επικρατούσε στη χώρα. Κανονικά θα έρχονταν έξι μήνες μετά αλλά….» διηγείται ο κ. Χάρης και σκύβει το κεφάλι μελαγχολικά. Ο Γιάννης που κάθεται δίπλα του συμπληρώνει τη μισοτελειωμένη κουβέντα του «θείου», όπως τον αποκαλεί από μικρό παιδί παρότι δεν έχουν συγγένεια, «ούτε να μας κοροϊδέψει δεν ήταν ικανό το ελληνικό δημόσιο. Ισχυρίστηκε ότι οι Ουκρανοί πιλότοι πριν την πτήση μάζευαν πατάτες για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και ήταν κουρασμένοι. Έλα όμως που στους μείον 25 βαθμούς Κελσίου τα πάντα είναι παγωμένα, πόσο μάλλον οι… πατάτες». «Την πατάτα την έκαναν οι δικοί μας» ολοκληρώνει χωρίς κανένα δισταγμό ο κ. Χάρης.

Ο κ. Στάμος ένα χρόνο αφού έχασε το παιδί του, ξεκίνησε έναν μαραθώνιο αγώνα ανεύρεσης και συλλογής κάθε λογής στοιχείων που αφορούσαν στο δυστύχημα. Είναι πεπεισμένος πως το αεροπλάνο μπορούσε να σωθεί αν έδινε την δέουσα προσοχή ο πύργος ελέγχου του αεροδρομίου «Μακεδονία». «Εννοείται ότι κανένας δεν έπιασε δουλειά με την πρόθεση να σκοτώσει κόσμο. Επίσης, εννοείται ότι και οι πιλότοι δεν ήταν χαζοί και άσχετοι και ούτε ήθελαν να αυτοκτονήσουν. Εγώ μιλάω για αδιαφορία και αμέλεια, μιλώ για βλακεία που στοίχησε όμως ζωές» λέει.

Με τα στοιχεία που συγκέντρωσε όλα αυτά τα χρόνια ο κ. Χάρης που αναγκάστηκε να μάθει και νομικά και υπολογιστές για βρει το δίκιο του, κατάφερε να αλλάζει πολλές φορές την τροπή της υπόθεσης στα δικαστήρια, μετά την αγωγή που κατέθεσαν οι συγγενείς των θυμάτων του Γιάκοβλεφ κατά του Ελληνικού δημοσίου. Δημοσιεύματα εφημερίδων και περιοδικών, μαρτυρίες, απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες, ακόμη και τεχνικά χαρακτηριστικά του αεροσκάφους, είναι μερικά από τα στοιχεία που συγκέντρωσε και τα οποία μαζί με το πόρισμα του αεροπορικού δυστυχήματος του ανακριτικού συμβουλίου αεροπορικών ατυχημάτων, συνοδευόμενα από φωτογραφικό υλικό και την προσωπική του άποψη, εξέδωσε σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2007, αφιερωμένο στο γιο του, με τίτλο «Στάμος Νίκος». «Ήθελα να δω τι έφταιξε και γιατί έγινε το κακό. Το αεροπλάνο πήγαινε να προσγειωθεί, του έδωσαν νέα πορεία, το εγκατέλειψαν και έφτασε στα Πιέρια. Όταν μίλησα με ένα μέλος επιτροπής που ήρθε στην Αιανή, ένα χρόνο μετά, για να μας δώσει δώρα για το Πάσχα, πιλότος ήταν, μου είπε – χαίρομαι που σε αυτό το μέρος της Ελλάδας γνωρίζουν την αλήθεια, παλέψτε και το δίκιο είναι με το μέρος σας. Αυτός ήταν ένας ακόμη λόγος που δεν το έβαλα κάτω» αναφέρει ο κ. Χάρης.

Όπως ομολογεί και ο Γιάννης Κουμπούρας, ο «θείος» έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην υπόθεση και πολλές φορές υπήρξε εκείνος σύμβουλος των δικηγόρων. Η επιμονή του να ανακαλύψει την αλήθεια έφερε πολλά στοιχεία στο φως, όπως το γεγονός ότι το Γιάκοβλεφ δεν επιτρεπόταν να πετάξει στη Θεσσαλονίκη, αλλά παρόλα αυτά ήταν η 13η φορά που εκτελούσε το δρομολόγιο. Βάση της σχετικής σύμβασης, η πτήση Οδησσός – Θεσσαλονίκη εκτελείτο με αεροσκάφος Boeing 737, αλλά λόγω βλάβης αυτό δεν πέταξε, όπως και το εφεδρικό ίδιου τύπου αεροσκάφος, με αποτέλεσμα η Aerosweet να νοικιάσει το μοιραίο Γιάκοβλεφ. «Το αεροσκάφος δεν έπρεπε να το δεχτούν και έπρεπε να το γυρίσουν πίσω, όπως έγινε λίγο καιρό πριν το δυστύχημα στο Μόναχο. Παρόλα αυτά το Γιάκοβλεφ έδειξε ότι δεν είχε πρόβλημα να εκτελέσει το δρομολόγιο υπό φυσιολογικές συνθήκες, γιατί έφτασε πάνω από το αεροδρόμιο και πήγε να προσγειωθεί. Γι’ αυτό λέμε ότι δεν έδωσαν την δέουσα προσοχή οι ελεγκτές» μας λέει ο Γιάννης Κουμπούρας.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα των συγγενών, οι ελεγκτές του «Μακεδονία» έπρεπε να καταλάβουν ότι το πλήρωμα του Γιάκοβλεφ δυσκολευόταν να επικοινωνήσει και επιπλέον τελούσε σε σύγχυση. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το πόρισμα της επιτροπής, το οποίο στη δεύτερη παράγραφο της έκτης σελίδας αναγράφει ότι μέσα στο πιλοτήριο επικρατούσε μεγάλη σύγχυση. «Εκείνη την ώρα τις συνομιλίες τις άκουσαν και δυο πιλότοι που προσέγγιζαν στη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα είπαν στον πύργο να ασχοληθεί με το Γιάκοβλεφ που χρειαζόταν βοήθεια και ότι αυτοί μπορούσαν να περιμένουν. Βέβαια στη συνέχεια οι πιλότοι από μάρτυρες υπερασπίσεως έγιναν μάρτυρες κατηγορίας και δεν είπαν την αλήθεια» λέει απογοητευμένος ο Χάρης Στάμος.

Το βιβλίο του στέκεται με λεπτομέρεια στα γεγονότα των ημερών εκείνων και προσεγγίζει από τη δική του σκοπιά τους λόγους που οδήγησαν στο μοιραίο συμβάν. Μόνος τους ζητά να μας πει την άποψή του για τους πιλότους του Γιάκοβλεφ, «εγώ τα λάθη των Ουκρανών δεν τα εντάσσω στα θανάσιμα λάθη. Υπήρξε ασυνεννοησία μεταξύ τους και πρέπει να τους χάλασε κι ένα όργανο, κάτι όμως που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Από τον πανικό τους δεν ήξεραν που πηγαίνουν, αλλά αν έδιναν τη δέουσα προσοχή οι επίγειοι και έκαναν πέρα τον ψευτοεγωισμό και τον τσαμπουκά που έχουν με την πολεμική αεροπορία, θα ζητούσαν τη βοήθεια του ραντάρ στο Χορτιάτη. Ο χρόνος για να μη γίνει το κακό ήταν αρκετός, 18,5 ολόκληρα λεπτά» μας εξηγεί ο κ. Χάρης και ο Γιάννης συμπληρώνει, «από την πρώτη στιγμή θέλησαν να ρίξουν όλη την ευθύνη στους πιλότους. Μα είναι δυνατόν πάντα να φταίει ο νεκρός;» μας λέει.

Η κουβέντα μας με τους δύο Αιανιώτες διήρκησε περισσότερο από μιάμιση ώρα. Δεν έχουν μιλήσει με τόσες λεπτομέρειες ποτέ σε άλλον, παρά μόνο με τα προσφιλή τους πρόσωπα. Μας εξηγούν λεπτομέρειες για το συμβάν, όπως για το ότι δεν υπήρχε ραντάρ προσέγγισης, για την απουσία συστήματος τυφλής προσγείωσης, για τους χάρτες του αεροπλάνου, για την εμπειρία του πιλότου κ.α. Και φτάνουν να μας διηγηθούν τη στιγμή που όλα άρχισαν, όταν το αεροσκάφος χάθηκε από το ραντάρ και η τηλεόραση έγινε ο αγγελιοφόρος των κακών μαντάτων. «Έβλεπα έναν αγώνα μπάσκετ εκείνη την ώρα και είδα το μήνυμα που περνούσε στο κάτω μέρος της οθόνης. Αμέσως κατάλαβα ότι τα νέα δεν θα ήταν καλά και με το που έφτασα στο χωριό είδα ότι υπήρχε κινητοποίηση» λέει ο Γιάννης. Ο κ. Χάρης είδε κι εκείνος το έκτακτο δελτίο ειδήσεων, αλλά δεν ξύπνησε αμέσως τη σύζυγο του γιατί ήθελε να είναι απόλυτα σίγουρος για το τι έγινε. Μόλις μετά από λίγο διέκοψαν και πάλι τη μετάδοση του προγράμματος για νέο έκτακτο και άκουσε τι είχε συμβεί, τότε την ενημέρωσε κι εκείνη ξέσπασε σε κλάματα.

«Μέσα σε λίγη ώρα οργανώσαμε ομάδες από φίλους και συγγενείς, πήραμε τα αυτοκίνητά μας και κατευθυνθήκαμε προς το τελευταίο σημείο που ο Χορτιάτης είχε δει το αεροσκάφος. Στο χωριό Μηλιά της Κατερίνης ήταν ένα περιπολικό και ο πρόεδρος του χωριού που μας ενημέρωσαν πως εκεί δεν είχε πέσει αεροπλάνο και πως πληροφορίες ανέφεραν ως σημείο συντριβής την τοποθεσία Προφήτης Ηλίας, μια ώρα μακριά» αφηγείται ο κ. Χάρης. Η ώρα ήταν περασμένες δυο τα χαράματα της 18ης Δεκεμβρίου και η ομίχλη, το πολικό ψύχος και ο χιονιάς έκαναν την κατάσταση ακόμη δύσκολη. Όμως ο «θείος» μπροστά στο ενδεχόμενο να βρει το παιδί του ζωντανό δεν σκεφτόταν τίποτα άλλο. Για δυο ολόκληρες μέρες, σωστικά συνεργεία, εθελοντές, στρατιώτες και οι συγγενείς με τους φίλους των επιβαινόντων, έψαχναν μέσα στους δύσβατους ορεινούς δρόμου να βρουν τα συντρίμμια του αεροσκάφους. Το χιόνι ξεπερνούσε το ένα μέτρο και η παραπληροφόρηση για τα σημεία που μπορεί να έπεσε το Γιάκοβλεφ, έδιναν και έπαιρναν. «Δεν μπορούσαμε να αντιληφθούμε πως κινδυνεύαμε να πάθουμε κάτι κι εμείς γιατί ο στόχος μας ήταν άλλος. Κινούμασταν χωρίς εξοπλισμό και φακούς σε μονοπάτια ορεινά με χιόνι και γκρεμούς, και είχαμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να κάνουμε γρήγορα μήπως και βρούμε κάποιους επιζώντες» μας λέει ο Γιάννης. Το νερό που έπιναν ήταν το χιόνι που έτρωγαν και δεν τους ένοιαζε αν είχαν παγώσει και είχαν γίνει μούσκεμα από την κορυφή ως τα νύχια. Το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να βρουν τους ανθρώπους τους.

«Την ώρα που περπατούσαμε μέσα στο δάσος και φωνάζαμε ονόματα, είδαμε μέσα στην ομίχλη και στη χιονοθύελλα να αναβοσβήνει ένα φως. Το στομάχι μου αμέσως ανακουφίστηκε, για λίγο όμως, γιατί διαπίστωσα πως το φως προερχόταν από μια ομάδα εθελοντών καταδρομέων από την Κατερίνη που έψαχναν και αυτοί τους ανθρώπους μας» συνεχίζει ο κ. Χάρης. Έπειτα από τρία 24ωρα αναζήτησης, στις πλαγιές του όρους των Πιερίων και του Βερμίου, την τρίτη μέρα το πρωί, όταν η ομίχλη άρχισε να υποχωρεί, ένα ελικόπτερο του ναυτικού είδε σπασμένες κορυφές δέντρων. Η αναγνώριση ήταν δύσκολη από ψηλά, γιατί χιόνιζε ασταμάτητα, με αποτέλεσμα το χιόνι να έχει καλύψει τα συντρίμμια. Ένας άνδρας κατέβηκε με το βίντσι στο σημείο και ήταν ο πρώτος που είδε τον τόπο της τραγωδίας. Συντρίμμια παντού, σπασμένα δέντρα, διασκορπισμένα πράγματα. Εκείνες τις μέρες συνολικά περίπου 6.000 άνθρωποι συμμετείχαν στις έρευνες, σε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις εντοπισμού αγνοουμένων που έγιναν ποτέ στη χώρα μας. Ο αριθμός θα αυξανόταν κατά 50, αν το στρατιωτικό αεροσκάφος C-130 της πολεμικής αεροπορίας επιβίβαζε τους στρατιώτες που θα έφερνε από την Ελευσίνα για το σκοπό αυτό, αλλά μισή ώρα πριν βρεθεί το Γιάκοβλεφ κατέπεσε με αποτέλεσμα να φύγουν από τη ζωή άλλοι πέντε άνθρωποι. «Ευχαριστώ όλους όσοι βοήθησαν εκείνες τις μέρες για να βρεθούν τα παιδιά μας. Στεναχωριέμαι και για τους πέντε στρατιώτες που έφυγαν άδικα» λέει ο κ. Χάρης. Στο σημείο της τραγωδίας πήγαν είκοσι μέρες μετά, όταν τους επέτρεψαν να μαζέψουν τα προσωπικά αντικείμενα των ανθρώπων τους ανάμεσα στις λαμαρίνες του Ουκρανικού αεροσκάφους.

Σήμερα, δεκατρία χρόνια μετά την αεροπορική τραγωδία, οι εν ζωή συγγενείς βρίσκονται ακόμη σε δικαστική διαμάχη με το ελληνικό δημόσιο, λόγω των αναβολών που έχει πάρει η εκδίκαση της υπόθεσης κατά καιρούς. Η αγωγή εναντίον των Ουκρανών τελεσιδίκησε και το δικαστήριο αποφάσισε να δοθούν αποζημιώσεις, οι οποίες και καταβλήθηκαν. Το Ελληνικό δημόσιο ακόμη ενίσταται και κατά την προσφυγή του στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το τελευταίο απέρριψε το αίτημα του. Γι’ αυτό και οι συγγενείς των θυμάτων ζήτησαν με επιστολή τους από τον Υπουργό Μεταφορών Χάρη Καστανίδη να μεσολαβήσει και να μην προχωρήσει το ελληνικό δημόσιο σε άλλη μια ένσταση, διότι ήδη υπάρχει προηγούμενη απορριπτική απόφαση από το ΣτΕ. «Ήδη πολλοί από τους συγγενείς έχουν πεθάνει, χωρίς να δουν δικαίωση. Πότε θα δούμε δικαιωθούμε ψυχικά εμείς; Το παιδί μου δεν γυρίζει πίσω, αλλά αυτοί που έφταιξαν για το θάνατό του Νίκου, των έξι συνδημοτών μου και των εξήντα επτά συνανθρώπων μας πρέπει να πληρώσουν» λέει οργισμένος ο κ. Χάρης

Σήμερα στο σημείο που βρέθηκαν τα συντρίμμια του Γιάκοβλεφ υπάρχουν μερικά εκκλησάκια στη μνήμη των νεκρών. Δίπλα τους μια μαρμάρινη επιγραφή, η οποία καλεί τον διαβάτη να προσευχηθεί «το αιφνίδιον της ώρας εκείνης και υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των αθρόως αναρπασθέντων αδελφών, κάνε και εσύ με ευλάβεια μια ταπεινή προσευχή». Οι συγγενείς των θυμάτων πηγαίνουν τακτικά στο σημείο που άφησαν την τελευταία τους πνοή οι άνθρωποί τους, για να ανάψουν ένα κερί στα μικρά εκκλησάκια. Η φλόγα του κεριού θα σβήσει γρήγορα, η θύμησή τους ποτέ…

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Όμικρον" το 2010)